«Το παλιό έχει πεθάνει και το νέο αργεί να γεννηθεί. Μέσα σ’ αυτό το μισοσκόταδο, ζούμε στην εποχή των τεράτων», έγραφε ο Αντόνιο Γκράμσι, 1891-1937, Ιταλός, φιλόσοφος και κομμουνιστής ηγέτης. Το ρηθέν δένει απόλυτα με την τρέχουσα πολιτική περίοδο, κατά την οποία, η κοινωνία έχει καταδικάσει όλα τα κόμματα της μεταπολίτευσης και ψάχνει κάτι το νέο. Δυστυχώς, όμως, ο ίδιος φιλόσοφος συμπλήρωνε πως, «Η ιστορία διδάσκει αλλά δεν έχει κανέναν μαθητή». Πολλούς αιώνες πιο πριν, οΗράκλειτος ὁ Ἐφέσιος, Έλληνας προσωκρατικός φιλόσοφος, τον 6ο με 5ο π.Χ. αιώνα, έγραφε πως, «Ποταμώ ουκ έστιν εμβήναι δις τω αυτώ = Δεν μπορείς να μπεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι». Αν το επιχειρήσεις, συμπλήρωνα ο Πλάτωνας, τότε θα περιπέσεις στην «χειρότερη απάτη…, να απατάς τον εαυτό σου» ή στο κατά Ματθαίο Ευαγγέλιο, «καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης».
Κοινωνική αποδοκιμασία του παλιού
Η δημοσκόπηση της εταιρείας Metron Anslysis για το MEGA, αναδεικνύει, ή μάλλον επαναλαμβάνει, μαζί με τα ευρήματα και άλλων εταιρειών, κάτι το πρωτόγνωρο στο μεταπολιτευτικό μας πολιτικό σκηνικό. Πλήρης και μαζική είναι η αποδοκιμασία κυβέρνησης κι αντιπολίτευσης ή με άλλους όρους, των κόμματων που κυβέρνησαν, – Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ και ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ – , καθώς 7 στους 10 Έλληνες πολίτες τα αποστρέφονται, ενώ παράλληλα στρέφονται προς τα λεγόμενα, «αντισυστημικά» κόμματα, πρώτιστα προς την ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ της Ζωής Κωνσταντοπούλου και δευτερευόντως προς την ΕΛΛΗΝΙΚΉ ΛΥΣΗ του Κυριάκου Βελόπουλου.
Με βάση της ανάλυσής μας, τη δημοσκόπηση, της Metron Anslysis για το MEGA, αν είχαμε την Κυριακή εκλογές, τα δυο πρώτα κόμματα, (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ), δεν θα μπορούσαν να σχηματίσουν κυβέρνηση, αφού αθροιστικά συγκεντρώνουν κάτω από 40% της ψήφου των πολιτών. Ωστόσο, ένας πολιτικός πρωταγωνιστικός ρόλος στα δύο «αντισυστημικά» κόμματα, – ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ της Ζωής Κωνσταντοπούλου και δευτερευόντως προς την ΕΛΛΗΝΙΚΉ ΛΥΣΗ του Κυριάκου Βελόπουλου – , δεν θα επέλυε το πολιτικό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας, καθώς οι εν λόγω κομματικοί σχηματισμοί, πέραν της προσωπικότητας του αρχηγού τους, ουδέν διαθέτουν. Η έλλειψη εθνικού αφηγήματος, καθώς και ικανής τεχνοκρατικής ηγετικής ομάδας, η οποία θα πλαισίωνε τον ηγέτη, αναδεικνύει το πολιτικό παράδοξο, ο πολίτης να ψηφίζει τα κόμματα αυτά, είτε από πολιτική αποστροφή των λεγομένων κυβερνητικών κομμάτων, είτε από πολιτική απόγνωση. Είναι η κατά των Αντόνιο Γκράμσι, «εποχή των τεράτων», είτε κατά τον ευαγγελιστή Ματθαίο, «καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης», η τελευταία πλάνη, θα ήταν χειρότερη από την προηγούμενη.
Επιπλέον, όλων των ανωτέρω εκτεθέντων, όλα τα ευρήματα είναι αρνητικά για την κυβέρνηση και στη δημοσκόπηση της Alco για τον Alpha. Στα συναισθήματα των πολιτών, σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση, που κατέγραψε η δημοσκόπηση, κυριαρχούν τα αρνητικά,
με την απογοήτευση να καταγράφεται στο 34%, την οργή στο 33% και την ανασφάλεια στο 19%, συγκεντρώνοντας ένα συνολικό ποσοστό 86%. Αντίθετα, τα θετικά συναισθήματα, όπως η ελπίδα (7%), η αισιοδοξία (4%) και η σιγουριά (2%), συγκεντρώνουν μόλις το 13% των ερωτηθέντων.
Πάντα ταύτα, οδηγούν στο συμπέρασμα πως, με όρους χρηματιστηρίου, το πολιτικό σύστημα, βρίσκεται σε κατάσταση «κραχ», καθώς οι πολίτες καταδικάζουν το παλιό και επιζητούν κάτι…, νέο.
Κλείνει η μεταπολίτευση του 1974
Η μεταπολίτευση, που άνοιξε με την πτώση της χούντας και τον Αττίλα στην Κύπρο, το 1974, όλα δείχνουν πως κλείνει και μαζί της κλείνει κι ο κύκλος των κομμάτων που κυβέρνησαν την χώρα από το 1974 κι εντεύθεν.
Τότε, το μακρινό 1974, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ερχόμενος στην Ελλάδα για να σχηματίσει την πρώτη μεταδικτατορική κυβέρνηση και να οδηγήσει την χώρα, στις πρώτες ελεύθερες και δημοκρατικές εκλογές, αθέτησε το «πολιτικό του παιδί», την Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση, – την ΕΡΕ – , και ίδρυσε την Νέα Δημοκρατία. Ομοίως, ο Ανδρέας Παπανδρέου, αγνόησε το έτοιμο κόμμα, την Ένωση Κέντρου, του πατέρα του Γεωργίου Παπανδρέου, και ίδρυσε το ΠΑΣΟΚ.
Οι δύο αυτοί μεγάλοι ηγέτες της μεταπολίτευσης, γνώριζαν άνετα την εσωτερική πολιτική ζωή της χώρας, τις ανάγκες της κοινωνίας και οικονομίας και τα πολιτικά τραύματα, που άφηνε μια επταετής μεγάλη εβδομάδα των παθών της Δημοκρατίας. Επιπλέον, είχαν και μια άριστη γνώση του βαλκανικού, ευρωπαϊκού και διεθνούς πολιτικού περιβάλλοντος, στο οποίο καλούνταν να πολιτευτούν. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, λόγω των σχέσεων που απέκτησε στο Παρίσι, κατά την εκεί πολιτική του αυτοεξορία, και ο Ανδρέας Παπανδρέου, λόγω της πανεπιστημιακής έδρας που κατείχε και τις στενές σχέσεις που δημιούργησε κατά την πολύχρονη παραμονή του στις ΗΠΑ, κατανόησαν πως οι προδικτατορικοί πολιτικοί σχηματισμοί δεν θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στην νέα πολιτική – οικονομική – κοινωνική πραγματικότητα κι έπρεπε να αντικατασταθούν. Κι αυτό έπραξαν με την δημιουργία των δύο νέων κομμάτων, – ΝΔ και ΠΑΣΟΚ – , που πολιτικά κυριάρχησαν κατά την πρώτη μεταπολίτευση.
Άνοδος και πτώση του ΣΥΡΙΖΑ
Τηρουμένων των ιστορικών, οικονομικών και κοινωνικών αναλογιών, κάτι παρόμοιο συνέβη και με τον ΣΥΡΙΖΑ από το 2011 κι εντεύθεν. Τα κόμματα που θεωρήθηκαν υπεύθυνα για την οικονομική κατάρρευση της χώρας και την οδήγησαν στα μνημόνια, ξεπεράστηκαν από τον ανανεωμένο ΣΥΡΙΖΑ, με έναν φρέσκο και άφθαρτο ηγέτη, τον Αλέξη Τσίπρα, και με σύνθημα την έξοδο από τα μνημόνια…, μέσα σε 4 χρόνια, από το 2011, τον Γενάρη του 2015, ανεδείχθη σε κυβερνώσα Αριστερά.
Μετά την εκλογική πτώση του ΣΥΡΙΖΑ, στις εκλογές του 2019, ο Αλέξης Τσίπρας, δεν γείωσε το περήφανο 31,6 % με την κοινωνία, με τα συνδικάτα, με την νεολαία, με τα πανεπιστήμια, με την τοπική αυτοδιοίκηση, με αποτέλεσμα όλων τούτων των αρνητικών, την εκλογική κατάρρευση στις εκλογές του 2023 και την μετέπειτα πλήρη πολιτική σύγχυση, αν όχι και την πλήρη και καθόλα, ιδεολογική και κομματική ανυποληψία.
Κατά ένα περίεργο παράδοξο, ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ δεν υποστήριξε την διακυβέρνησή του, μετά την πτώση της.
Σε αποδρομή η κυβέρνηση Μητσοτάκη
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που ανέλαβε τη διακυβέρνηση, με σύνθημα το επιτελικό κράτος, χρησιμοποίησε με συνταγές παλαιοκομματικής διακυβέρνησης. Παρά την οικονομική άνεση, που του προσέφερε το περίφημο «μαξιλάρι», των 37 δις, που άφησε προίκα η προηγούμενη κυβέρνηση Τσίπρα, σε συνδυασμό και με την δημοσιονομική χαλάρωση, λόγω της πανδημίας του covid, η περίοδος διακυβέρνησης από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, δεν προσέφερε πολλά στον εκσυγχρονισμό του κράτους.
Αντίθετα, η τραγωδία στα Τέμπη, τα σκάνδαλο των υποκλοπών, οι απευθείας αναθέσεις έργων, η προσωποκεντρική εξωτερική πολιτική, η κατάρρευση κάθε έννοιας κράτους δικαίου, – πέραν της όποιας οικονομικής δυσπραγίας και των όποιων ελλειμματικών λειτουργιών σε τομείς, όπως η υγεία, η παιδεία, η δημόσια τάξη και ασφάλεια – , θα συνοδεύουν ιστορικά τη παρούσα διακυβέρνηση.
Πάντα ταύτα καταμαρτυρούν και οι δημοσκοπήσεις καταφανώς αναδεικνύουν ότι η κοινωνία χρειάζεται κι αποζητά κάτι το νέο, σε κόμματα, σε ηγεσίες και σε εθνικό αφήγημα.
Κι εδώ επαληθεύεται ο Αντόνιο Γκράμσι, «Το παλιό έχει πεθάνει και το νέο αργεί να γεννηθεί. Μέσα σ’ αυτό το μισοσκόταδο, ζούμε στην εποχή των τεράτων».