Το προηγούμενο διάστημα γίναμε μάρτυρες μιας συντονισμένης προσπάθειας των δημοτικών αρχών του νησιού να ισοσκελίσουν τους επιβαρυμένους προϋπολογισμούς τους (κυρίως λόγω της μεταφοράς των απορριμμάτων στην ηπειρωτική Ελλάδα) αποφασίζοντας να καλύψουν τα υπέρογκα έξοδα των υπηρεσιών τους με την επιβεβλημένη (για εκείνους) «αναπροσαρμογή» των δημοτικών τελών καθαριότητας και ηλεκτροφωτισμού. Οι αναπροσαρμογές αυτές ξεσήκωσαν πλήθος διαμαρτυριών τόσο από ιδιώτες όσο και από επιχειρηματίες, καθώς οι αυξήσεις κρίθηκαν υπερβολικές (και δικαιολογημένα) σε πολλές των περιπτώσεων.
Η Κέρκυρα για ακόμα μια φορά πρωτοτυπεί. Για τη διαχείριση κάθε τόνου απορριμμάτων δαπανά τα περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη περιοχή της Ελλάδος, σύμφωνα με τα στοιχεία που οι ίδιοι οι δήμαρχοι έδωσαν στη δημοσιότητα. Κι έτσι η μεταφορά στην απέναντι ακτή από πανάκεια έγινε τροχοπέδη. Καμιά από τις δημοτικές αρχές δεν έκανε λόγο για μείωση αυτού του κόστους διαχείρισης. Καμιά επίσης δεν σκέφτηκε, πως ίσως αυτό που θα πρέπει να διορθώσει στην εξίσωση θα έπρεπε να ήταν οι τεράστιες ποσότητες που στέλνει χωρίς φειδώ στην απέναντι ακτή. Ίσως γιατί έμαθε για χρόνια να επαναπαύεται στις δάφνες της ασύμφορης μεταφοράς που… μεταφέρει το πρόβλημα στους απέναντι. Ομολογία ανικανότητας, ανευθυνότητα, επιπολαιότητα ή εύκολη λύση η όποια μετάθεση των ευθυνών στους δημότες, ιδιώτες και επιχειρήσεις; Αφού καταφέραμε και μεταφέραμε τα σκουπίδια μας απέναντι, ας μεταφέρουμε τώρα και τον λογαριασμό και τις ευθύνες στην κοινωνία που είναι ο τελικός αποδέκτης των πάντων. Η εξίσωση πρέπει να λυθεί με κάθε κόστος. Χωρίς να αλλάξουμε τίποτα από τον τρόπο που διαχειριζόμαστε τα απορρίμματά μας. Χωρίς να ομολογήσουμε πως δεν μπορούμε ή δεν θέλουμε να βρούμε σύγχρονες λύσεις, όχι μόνο για την αποκομιδή και την ανακύκλωση που θα ελαφρύνει τα φορτία προς την απέναντι ακτή, αλλά και για τον τρόπο εφαρμογής αυτών καθ’ αυτών των τελών.
Με τον Ν. 4819/2021 (ΦΕΚ 129/Α/23-7-2021) «Ολοκληρωμένο πλαίσιο για τη διαχείριση των αποβλήτων – Ενσωμάτωση των Οδηγιών 2018/ 851 και 2018/852 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 2018 για την τροποποίηση της Οδηγίας 2008/98/ΕΚ περί αποβλήτων και της Οδηγίας 94/62/ΕΚ», η Πολιτεία ήρθε να νομοθετήσει σχετικά. Στο άρθρο 37 αναφέρεται ρητά η θέσπιση συστήματος «Πληρώνω Όσο Πετάω» (Pay As You Throw – PAYT) έτσι ώστε «οι παραγωγοί αποβλήτων να χρεώνονται με βάση την πραγματική ποσότητα των παραγόμενων από αυτούς αποβλήτων». Όπως αναφέρεται, οι ΟΤΑ θα αποφασίσουν αν το σύστημα μέτρησης θα είναι με βάρος ή όγκο, το ύψος του ανταποδοτικού τέλους, τους τρόπους υπολογισμού των τελών, τα ρεύματα αποβλήτων για τα οποία θα ισχύει το σύστημα ΡΑΥΤ κ.λπ. Εντούτοις οι Ο.Τ.Α. ήταν υποχρεωμένοι να εφαρμόσουν το ΡΑΥΤ για τα βιοαπόβλητα από 1/1/2023. Έχουν περάσει δυο και πλέον χρόνια, κι εμείς συνεχίζουμε να σχεδιάζουμε με λογικές περασμένων δεκαετιών.
Το σύστημα «Πληρώνω Όσο Πετάω» είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο που ενσωματώνει τη φιλοσοφία της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει». Σ’ αυτό επιβάλλονται τέλη ανάλογα με την ποσότητα των αποβλήτων και δίνεται στον πολίτη το απαραίτητο οικονομικό κίνητρο ώστε να παράγει λιγότερα αστικά απορρίμματα και να αναζητεί έμπρακτα περισσότερους τρόπους ανακύκλωσης. Τα συστήματα εφαρμόστηκαν στα τέλη του 1970 στις ΗΠΑ, ενώ ακολούθησε η εφαρμογή τους σε πλήθος ευρωπαϊκών πόλεων σε διάφορες εκδοχές. Εντούτοις, πραγματική ώθηση δόθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ‘90. Στην Ελλάδα η πρώτη προσπάθεια έγινε το 2007 μέσω συγχρηματοδοτούμενου προγράμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 2018, ακόμα ένα πρόγραμμα, (LIFE18 IPE/GR/000013) πρόκρινε την εφαρμογή του συστήματος στον Δήμο Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος προτρέπει τους δήμους να εφαρμόσουν στην πράξη την αρχή «Πληρώνω Όσο Πετάω», τόσο με νομοθετικές ρυθμίσεις, όσο και με ενίσχυση με πόρους μέσω ΕΣΠΑ των φορέων, ώστε να μπορέσουν να μετρήσουν την παραγωγή αποβλήτων είτε συνολικά, είτε σε κάποια από τα ρεύματα, σε επίπεδο κατοικίας, κτηρίου, πολεοδομικής ενότητας, επιλεγμένων παραγωγών κ.ά.
Κανένας λόγος επίσης δεν γίνεται από τις δημοτικές μας αρχές και για προγράμματα ανταποδοτικής ανακύκλωσης παρά μόνο για φιλότιμες προσπάθειες και γωνιές ανακύκλωσης χωρίς απτό οικονομικό αντίκρισμα για τον έρημο τον δημότη. Τέτοια συστήματα, που ενημερώνουμε πως είναι εγκεκριμένα από το Υπουργείο Περιβάλλοντος, εφαρμόζονται ήδη με μεγάλη επιτυχία σε πέντε δήμους της χώρας, σπιτάκια ανταποδοτικής ανακύκλωσης υπάρχουν σε πολλές περιοχές της χώρας, ενώ λειτουργούν και τρία πάρκα ανταποδοτικής ανακύκλωσης σε Άγιους Ανάργυρους, Λαγκαδά και Ιωάννινα. Μα εμείς δεν χρειάζεται να πρωτοπορήσουμε, δεν αντιμετωπίζουμε μεγάλο θέμα με τα σκουπίδια μας. Τα στέλνουμε απέναντι. Ας στείλουμε τώρα και τον λογαριασμό εκεί που πρέπει.
Την ώρα που το «Πληρώνω όσο πετάω» και η ανταποδοτική ανακύκλωση εφαρμόζεται με επιτυχία σε όλη την Ευρώπη, την ώρα που ζητάμε από τους δημότες μας να κάνουν ανακύκλωση… για την ψυχή της μάνας τους (αφού δεν έχουν ουσιαστικό ανταποδοτικό όφελος στους λογαριασμούς τους), την ώρα που συνεχίζουμε να μαζεύουμε δυο μόνο είδη κάδων ενώ χρησιμοποιούμε εξοπλισμό που αγοράσαμε για άλλα ρεύματα μέσω προγραμμάτων χωρίς να μας ενδιαφέρει το πως και το γιατί, την ώρα που δεν μπορούμε με τις υπάρχουσες συνθήκες να ελέγξουμε αποτελεσματικά τους δημότες για τον τρόπο που διαχειρίζονται τα απορρίμματά τους, μεταφέρουμε με άνεση κι ευκολία το μπαλάκι των ευθυνών στις εύκαιρες πλάτες τους, λες κι εκείνοι ευθύνονται για την ανικανότητά μας να διαχειριστούμε για ολόκληρες δεκαετίες μόνοι μας όσα σπάταλα δημιουργούμε.
Όχι, δεν πρόκειται να σωθούμε με την κατασκευή του εργοστασίου όπως κάποιοι ελπίζουν μάταια. Το εργοστάσιο δεν είναι ούτε σανίδα σωτηρίας, ούτε μάννα εξ ουρανού. Κι όταν με το καλό λειτουργήσει, να είστε σίγουροι πως δεν θα αναπροσαρμοστούν τα τέλη καθαριότητας προς τα κάτω. Δεν θα σωθούμε με το εργοστάσιο, όπως δεν σωθήκαμε πριν είκοσι και πλέον χρόνια με τον ΧΥΤΑ στο Τεμπλόνι όπου εγκληματήσαμε με αναχρονιστικές πρακτικές, όπως δεν σώθηκε η Λευκίμμη με τον δικό της ΧΥΤΑ που μετατράπηκε σε πεδίο άσκησης αστυνομικής βίας και πληρώναμε σωρηδόν διμοιρίες να συνοδεύουν δέματα που ακόμα παραμένουν παρατημένα στον χώρο πέντε χρόνια μετά.
Την ίδια ώρα, η ναυαρχίδα του τουρισμού δέχεται εκατομμύρια τουρίστες που έρχονται στο νησί μας από οργανωμένα κράτη και κοινωνίες, περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένοι και συνειδητοποιημένοι, μαθημένοι να πλένουν και να ξεχωρίζουν το κεσεδάκι του γιαουρτιού που τρώνε κι όχι να το πετάνε συλλήβδην σε τεράστιους και βρώμικους κάδους μαζί με όλα τα άλλα σκουπίδια, τα μπάζα, τα βαριά αντικείμενα, το υαλικά, τα χαρτικά, τα βιοαπόβλητα. Και προσγειώνονται στην οδυνηρή πραγματικότητα του ονειρεμένου θέρετρου που τους διατυμπάνιζαν με ιλουστρασιόν φυλλάδια, όπως προσγειώνονται και τα παιδιά μας που μαθαίνουν να κάνουν ανακύκλωση όπως εμείς, στραβά από την αρχή.
Καμιά αύξηση στα τέλη καθαριότητας δεν νομιμοποιείται για εισπρακτικούς και μόνο λόγους, παρά μόνο μέσα από τεκμηρίωση που θα εμπεριέχει όραμα και στόχους εκφρασμένους με σύγχρονες μεθόδους καθορισμού, όπως θα άξιζε σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πόλη. Όσοι επιθυμούν να λειτουργούν με λογικές περασμένων δεκαετιών ας το κάνουν. Μα αλήθεια, τι μπορεί να περιμένει κανείς, όταν χρειάζονται πέντε ολόκληρα χρόνια για να διαπιστώσουν οι αρχές του τόπου μας «αδικίες» στον καθορισμό των τελών που πρέπει να «διορθώσουν» εκ των υστέρων; Σ’ αυτόν τον τόπο μάθαμε τελικά να κάνουμε ανακύκλωση μόνο στα πρόσωπα που κρατούν τις τύχες μας στα χέρια τους κι αυτή… όχι ανταποδοτική δυστυχώς. Ίδια πρόσωπα, ίδιες ιδέες, ίδιες χαμένες ευκαιρίες, ξεπερασμένες λογικές.