«Το εναντιούμενον τω δυναστεύοντι, Δήμος ωνόμαστε», (Αυτό που εναντιώνεται στο δυνάστη λέγεται λαός), έλεγε ο Θουκυδίδης, ο Αλιμούσιος 460 – 395 π.Χ.! Το ρηθέν βρίσκει πλήρη αντιστοιχία στις μεγάλες συγκεντρώσεις, οι οποίες με τη σειρά τους δείχνουν ότι, οι πολίτες αποφάσισαν να σηκωθούν από τους καναπέδες τους και να διεκδικήσουν…
«Οι πολιτισμένοι λαοί, κερδίζουν την εξουσία με την ψήφο των πολλών, κυβερνώνται με την ικανότητα των ολίγων και μεγαλουργούν με την πνοή του ενός», πίστευε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ( 1864 – 1936), πολιτικός και πρωθυπουργός της Ελλάδας . Η φράση περιγράφει τη ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ…, η εξουσία κερδίζεται με την ψήφο των πολλών, οι ικανοί κυβερνούν…, κι ένας εμπνέει. Η αντιπολίτευση για να κυβερνήσει οφείλει με προτάξει ομάδα ικανών κι έναν ηγέτη, ο οποίος θα εμπνέει για να ψηφιστεί από τους πολλούς. !
Ο Κυριάκος δεν είναι πια Παντοκράτωρ
Το ερώτημα του τίτλου, «Μετά τον Κυριάκο…, Ποιος;», δεν είναι απλά ρητορικό. Είναι ερώτημα σαφές που τίθεται στην αντιπολίτευση, – εξ δεξιών κι εξ ευωνύμων της γαλάζιας παράταξης – , εφόσον καταγγέλλει την κυβέρνηση και καταθέτει πρόταση μομφής εναντίον της…, τίθεται και στο εσωτερικό της κυβερνώσας παράταξης, καθώς είναι λίαν διακριτή και φουντώνει μέρα με την ημέρα η εσωκομματική αμφισβήτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Τα ποσοστά αποδοχής της κυβέρνησης, συνεχίζουν να πέφτουν σταθερά και με γοργούς ρυθμούς. Αν υπάρχει κάτι, που κρατάει την κυβέρνηση στην εξουσία, είναι τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία δεν εμπνέουν την κοινωνία και δείχνουν μη ικανά να αντιπροτείνουν ένα σαφές, πειστικό, εφικτό, εναλλακτικό πρόγραμμα διακυβέρνησης. Πάντα ταύτα αναδεικνύονται εύγλωττα στις λίαν πρόσφατες μετρήσεις των τάσεων της κοινή γνώμης.
Ο μήνας Μάρτης μπαίνει με κακές πολιτικές διαθέσεις. Οι ογκώδεις συγκεντρώσεις της περασμένης Παρασκευής αναδεικνύουν μια κοινωνία θυμωμένη, οργισμένη, απογοητευμένη κι εν πολλοίς αποφασισμένη να διεκδικήσει κι απαιτήσει όλα εκείνα, τα οποία κρίνει ότι δικαιούται και οι κυβερνώντες της στερούν. Και είναι πολλά, στον τομέα της δικαιοσύνης, του κράτους δικαίου, της δημόσιας τάξης, της υγείας, της παιδείας, της οικονομίας.
Σ αυτό, το διόλου εύκρατο για την κυβέρνηση πολιτικό κλίμα, αμέσως μετά την Καθαρά Δευτέρα, η αντιπολίτευση θα αναλάβει θεσμικές πρωτοβουλίες, όπως προ ημερησίας διάταξης συζήτηση στη βουλή, σύσταση προανακριτικής επιτροπής και πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης. Επιπλέον, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, χάνει ακόμα και μέχρι χθες πιστούς συμμάχους. Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου, λίγο πριν αποχωρήσει από την Ηρώδη του Αττικού, εκτιμά ότι «το αίτημα για αλήθεια, λογοδοσία και απονομή δικαιοσύνης είναι πάνδημο και θεμελιώδους σημασίας για την Πολιτεία μας». Και πως, «το δυστύχημα και τα ανοικτά ερωτήματα που το συνοδεύουν κλονίζουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς». Με απλά λόγια, η απερχόμενη πρόεδρος της Δημοκρατίας, αμφισβητεί πλήρως το αφήγημα της κυβέρνησης και κινείται σε εντελώς διαφορετική γραμμή για την τραγωδία των Τεμπών.
Στο ζέον πολιτικό παρασκήνιο, ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, οργανώνει την ομάδα του. Αναμένεται με μέγιστο πολιτικό ενδιαφέρον…, τι θα πράξει…, θα μιλήσει…, θα ψηφίσει…, και πως θα αντιδράσει στην επικείμενη πλέον τριήμερη συζήτηση επί της πρότασης μομφής, που θα καταθέσει η αντιπολίτευση. Πάντως, οι φήμες επιμένουν πως ο πρώην πρωθυπουργός, μεθοδεύει την “αλλαγή εν πλω”, του νυν.
Απέναντι σε όλα τούτα, οι επικοινωνιακοί επιτελείς του Μεγάρου Μαξίμου, προτάσσουν το χαρτί της σταθερότητας και το παμπάλαιο πολυχρησιμοποιημένο δίλημμα «τάξη ή χάος». Παρά ταύτα, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι πολίτες φοβούνται την αβεβαιότητα, αλλά ταυτόχρονα δεν εμπιστεύονται πια την κυβέρνηση για να τους βγάλει από αυτήν. Κι εδώ ακριβώς εντοπίζεται το μέγα πρόβλημα της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Ανισορροπία στο πολιτικό σκηνικό
Στην Ελλάδα, για πρώτη φορά από το 1974, στην μεταπολιτευτική πολιτική μας ιστορία, παρατηρείται να φθείρεται συνεχώς το κυβερνών κόμμα, ο κεντρικός πυλώνας του πολιτικού μας σκηνικού και να μην εισπράττει ένα κόμμα από την αντιπολίτευση, ώστε να παρουσιαστεί ως αξιωματική αντιπολίτευσης, δηλαδή, εν δυνάμει κυβέρνηση.
Αντίθετα, τις όποιες απώλειες της κυβερνώσας παράταξης, δείχνουν να τις εισπράττουν μέχρι πρότινος πολύ μικροί πολιτικοί σχηματισμοί, όπως η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ, του Κυριάκου Βελόπουλου, η ΦΩΝΗ ΛΟΓΙΚΗΣ, της Αφροδίτης Λατινοπούλου και η ΠΛΕΥΣΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, της ζωής Κωνσταντοπούλου, μεγεθύνοντας έτι περαιτέρω τη πολυδιάσπαση και τον κατακερματισμό των πολικών δυνάμεων.
Ο κατακερματισμός των πολιτικών δυνάμεων σε συνδυασμό και με την αδυναμία συνεννόησης μεταξύ των ηγεσιών, τόσο στην κεντροαριστερά, όσο και στην δεξιά όχθη της Νέας Δημοκρατίας, στερεί το πολιτικό σύστημα και την χώρα από την ανάδειξη ενός νέου πόλου εξουσίας, που θα παρουσιάσει στην ελληνική κοινωνία ένα σαφές, εφικτό, πειστικό, εναλλακτικό σχέδιο διακυβέρνησης. Πρόκειται για μια ΑΝΙΣΟΡΡΟΠΊΑ ΣΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΌ ΜΑΣ ΣΚΗΝΙΚΌ.
Σ αυτό, το όντως πρωτόγνωρο πολιτικό κλίμα στην μεταπολιτευτική μας ιστορία, η ελληνική κοινωνία δεν εντοπίζει σαφείς λύσεις σε ουσιαστικά της προβλήματα, όπως η ακρίβεια, οι συνεχείς ανατιμήσεις, οι χαμηλοί μισθοί, η κρίση στέγης, η υγεία, η παιδεία, η δημόσια τάξη και ασφάλεια, η κατάρρευση των δομών υγείας, κι ενώ μέχρι πρότινος απείχε μακράν, τώρα με αφορμή τον λίαν ευαίσθητο θέμα της τραγωδίας των Τεμπών, εξεγείρεται και διαδηλώνει.
Απλά, η κοινωνία ζητά διέξοδο, στα πολλαπλά, σύνθετα και πολυποίκιλα αδιέξοδά της. Ζητά αποκούμπι σε πολιτικούς χώρους που θα λύσουν τα προβλήματά του. Και εδώ, καλείται η κεντροαριστερά να παίξει τον ιστορικό της ρόλο.
Σε μια κοινωνία, η οποία πέρασε μία δεκαετή οικονομική κρίση πληρώνοντας ακριβά τη διαφθορά και τη διαπλοκή, καθώς και τη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, οι ηγέτες των κομμάτων της κεντροαριστεράς, οφείλουν να πλησιάσουν τους πολίτες και να τους προτείνουν λύσεις απλές και εφαρμόσιμες, πριν τους προλάβει η κεντροδεξιά με την όποια νέα μετάλλαξή της, σε ένα νέο κυβερνητικό σχήμα, με νέο επικεφαλής και νέες συμμαχίες, όπως εσχάτως συμβαίνει στην Ευρώπη.
Το ερώτημα του τίτλου, «Μετά τον Κυριάκο…, Ποιος;», έχει προ πολλού τεθεί. Μετά τις Παλαϊκές συγκεντρώσεις, απλά από το παρασκήνιο, βγήκε στο προσκήνιο. Όποιος απαντήσει πρώτος με ηγέτη ο οποίος θα εμπνέει, σοβαρή ηγετική ομάδα διακυβέρνησης ικανή ηθικά και τεχνοκρατικά να διαχειριστεί κρίσιμους τομείς, σαφές, πειστικό, εφικτό εναλλακτικό πρόγραμμα διακυβέρνησης και εθνικό αφήγημα, αυτός θα κυβερνήσει…, μετά τον Μητσοτάκη.
Το ερώτημα, στη Κεντροαριστερά, δεν μπορεί να απαντήσει μόνος του, ο Νίκος Ανδρουλάκης, ούτε ο Σωκράτης Φάμελλος, ούτε ο Αλέξης Χαρίτσης, ούτε η Ζωή Κωνσταντοπούλου, όπως από την κεντροδεξιά δεν μπορεί να το απαντήσει μόνος του, ο Κυριάκος Βελόπουλος, ούτε η Αφροδίτη Λατινοπούλου.
Η αλλαγή θα παιχτεί μεταξύ Κεντροδεξιάς και Κεντροαριστεράς.