Τέσσερις δεκαετίες με μεταρρυθμίσεις που θα «τρέχουν» παράλληλα απαιτούνται για να δει «φως στο τούνελ» η Ελλάδα και να επιστρέψει σε δημόσιο χρέος 60% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τον Γιάννη Στουρνάρα.
Άλλα 40 χρόνια -υπό την προϋπόθεση ότι θα πρέπει να προχωρούν παράλληλα βασικές μεταρρυθμίσεις και ότι θα επιτυγχάνονται πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 2% του ΑΕΠ ετησίως- θα χρειαστούν για να διασφαλίσει η Ελλάδα την ευημερία της και να επιστρέψει σε δημόσιο χρέος 60% του ΑΕΠ, όσο ήταν στις αρχές της Μεταπολίτευσης το 1974, εκτιμά η Τράπεζα της Ελλάδος, όπως τονίζει ο Γιάννης Στουρνάρας.
Ο επικεφαλής της Τράπεζας της Ελλάδος, μιλώντας στο επετειακό τεύχος του περιοδικού της Βουλής «Επί του… περιστυλίου», (αφιερωμένο στα 50 χρόνια από τη Μεταπολίτευση) τονίζει:
«Στην Τράπεζα της Ελλάδος έχουμε κάνει υπολογισμούς, σύμφωνα με τους οποίους με ένα πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 2% του ΑΕΠ και με μεταρρυθμίσεις του τύπου που προανέφερα, μπορούμε να εξασφαλίσουμε αφενός το επιθυμητό πρωτογενές πλεόνασμα και αφετέρου μία κατάλληλη διαφορά μεταξύ του επιτοκίου του δημοσίου χρέους και του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης (αυτή η διαφορά ονομάζεται στην τεχνική διάλεκτο «αποτέλεσμα χιονοστιβάδας»), ώστε να φτάσουμε το χρέος στο 60% του ΑΕΠ σε 40 περίπου χρόνια. Είναι κάτι εφικτό και οφείλουμε να το κληροδοτήσουμε στα παιδιά και τα εγγόνια μας».
Ο κ. Στουρνάρας, αφού αναγνωρίζει ότι «ενώ η Μεταπολίτευση είδε την εγκαθίδρυση μιας υποδειγματικής Δημοκρατίας, από οικονομικής απόψεως, και ειδικά δημοσιονομικής, δεν τα πήγαμε καλά, γι’ αυτό φτάσαμε το 2010 σε οιονεί χρεοκοπία», διευκρινίζει ότι «οι περισσότεροι νομίζουν ότι το πρόβλημά μας την περίοδο που προηγήθηκε ήταν κυρίως το έλλειμμα του δημόσιου τομέα. Δεν ήταν το σημαντικότερο. Ήταν ο πληθωρισμός, διότι είχαμε μια οικονομία που ξεκίνησε με επιτόκια στο 19% για να μειωθούν στο 4% περίπου. Αυτή η μεγάλη μείωση επιτοκίων υπερθέρμανε την οικονομία και αύξησε όλες τις αξίες».
Η έλλειψη εργατικού δυναμικού προβληματίζει
Παράλληλα, προειδοποιεί ότι «η χώρα θα αντιμετωπίσει σύντομα ένα μείζον πρόβλημα, εάν δεν το αντιμετωπίσουμε γρήγορα: την έλλειψη εργατικού δυναμικού. Αυτή τη στιγμή μας λείπουν 200.000 χέρια στις δραστηριότητες γύρω από τον τουρισμό, τον αγροτικό τομέα και την οικοδομή. Εάν δεν τα βρούμε άμεσα, θα αρχίσουμε να έχουμε πρόβλημα και στην οικονομία», αναφέρει.
Επιπλέον, υπενθυμίζει ότι «στη δεκαετία του ’90, στη διαδικασία σύγκλισης προς την ΟΝΕ, οι ξένοι εργάτες ήταν αυτοί που κράτησαν τον πληθωρισμό στην Ελλάδα χαμηλό. Εάν δεν είχαμε τους μετανάστες στον αγροτικό τομέα και στην οικοδομή, δεν θα επιτυγχάναμε τότε το κριτήριο του πληθωρισμού».
Οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις
Αναφερόμενος στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν τονίζει: «Όλες οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες σε όλους τους τομείς είναι σημαντικές, όμως αν ήταν όμως να επιλέξω τρεις, θα επέλεγα πρώτα την Παιδεία, ως δεύτερη την Υγεία και ως τρίτη το Περιβάλλον. Κατά τη γνώμη μου, το βασικότερο πρόβλημα στην Ελλάδα είναι η Παιδεία.
Τα αποτελέσματα PISA (αξιολόγηση μαθητών) δεν είναι ενθαρρυντικά για τη χώρα μας. Στον δείκτη του ΟΟΣΑ που αφορά τις δεξιότητες έχουμε τη χειρότερη θέση μετά την Τουρκία. Παρά το ότι έχουμε πολλούς πτυχιούχους και κατόχους μεταπτυχιακών διπλωμάτων, ο ΟΟΣΑ χαρακτηρίζει το 18,5% εξ αυτών ως πολίτες με πολύ περιορισμένες δεξιότητες. Μόνο η Τουρκία είναι χειρότερη από την Ελλάδα σε αυτόν τον δείκτη. Συνεπώς, η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση για μένα πρέπει να γίνει στην Παιδεία, και μάλιστα σε όλες τις βαθμίδες της, διότι από εκεί ξεκινούν όλα».
Τέλος, αναφερόμενος στη διασφάλιση της ευημερίας και της κοινωνικής συνοχής, ο κ. Στουρνάρας επισημαίνει: «Απώτερος στόχος όλων μας είναι οι άνθρωποι να είναι πιο ευτυχισμένοι. Και πώς θα είναι πιο ευτυχισμένοι; Με το να είναι απαλλαγμένοι από τον φόβο της ανεργίας, της φτώχειας, των ασθενειών, του μέλλοντος των παιδιών τους, της έλλειψης πρόσβασης στην πρόοδο και τα δημόσια αγαθά.
Ο φόβος και οι οικονομικές ανισότητες δίνουν τροφή στον λαϊκισμό, ο οποίος απειλεί τη Δημοκρατία. Φόβος δημιουργείται και από την άγνοια, από τον οικονομικό αναλφαβητισμό, από την έλλειψη βασικών γνώσεων και από τις αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος. Η δημιουργία ανισοτήτων οφείλεται στη φύση του συστήματος της ελεύθερης οικονομίας.
Ένα από τα βασικά προβλήματα του Δυτικού Κόσμου είναι πώς να συμβιβάσει τον καπιταλισμό με τη δημοκρατία. Καπιταλισμός σημαίνει ελεύθερη αγορά. Η ελεύθερη αγορά χρειάζεται και ένα δίχτυ κοινωνικής ασφαλείας για να μη δημιουργούνται ανισότητες. Και το δίχτυ αυτό το στηρίζει η στοχευμένη κοινωνική πολιτική, η αποτελεσματική δημόσια Παιδεία και Υγεία, το δίκαιο και αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα, η αποτελεσματική εποπτεία των αγορών».