Ερώτηση στη Βουλή κατέθεσαν 20 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προς τους Υπουργούς Εσωτερικών και Παιδείας, με πρωτοβουλία της Τομεάρχη Εσωτερικών Γ. Πούλου και συνυπογραφή του βουλευτή Κέρκυρας και Τομεάρχη Δικαιοσύνης ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Αλέξανδρου Αυλωνίτη, με την οποία αναδεικνύουν τις πολύ σοβαρές δυσλειτουργίες σε σχολεία και δήμους μετά την κατάργηση των σχολικών επιτροπών από την κυβέρνηση της ΝΔ.
Όπως καταγγέλλουν φορείς των εκπαιδευτικών, σύλλογοι γονέων και δήμοι, η κατάργηση των σχολικών επιτροπών έχει προκαλέσει, μεταξύ άλλων, κατακόρυφη αύξηση της γραφειοκρατίας, μεγάλες ελλείψεις σε αναλώσιμα, απλήρωτους λογαριασμούς ηλεκτρικού, ίντερνετ και θέρμανσης και επιπρόσθετο διοικητικό βάρος στους δήμους που δεν μπορούν να σηκώσουν με το υπάρχον προσωπικό. Εξάλλου, ανοίγει την πόρτα στην περαιτέρω εμπορευματοποίηση της παιδείας μέσω της αναζήτησης χορηγιών από σχολεία.
Τα φαινόμενα αυτά αποτελούν αληθινά ντροπή για μια κυβέρνηση που επαίρεται για τις δήθεν επιδόσεις της στην τεχνολογία και την αριστεία, αλλά έχει αφήσει στο έλεος της εγκατάλειψης τη δημόσια παιδεία. Η κυβέρνηση οφείλει να δώσει άμεσα λύση στο λειτουργικό χάος που η ίδια δημιούργησε και να ενισχύσει τα δημόσια σχολεία και τους δήμους με τους οικονομικούς πόρους, την υλικοτεχνική υποδομή και το προσωπικό που χρειάζονται για το έργο τους.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης:
ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς τους κ.κ. Υπουργούς
Εσωτερικών
Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού
ΘΕΜΑ «Λειτουργικό χάος σε σχολεία και δήμους λόγω της κατάργησης των σχολικών επιτροπών»
Με τον ν. 5063/2023 που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα της κυβέρνησης με ΦΕΚ 163/Α/6-10-2023 καταργήθηκαν οι Κοινωφελείς Επιχειρήσεις και Οργανισμοί των Δήμων αλλά και τα Νομικά τους Πρόσωπα, δηλαδή, οι σχολικές επιτροπές.
Οι σχολικές επιτροπές αποτελούσαν έναν θεσμό, όπου οι πολίτες, μέσω των διευθυντών, συλλόγων γονέων και των εκπροσώπων της τοπικής αυτοδιοίκησης, συμμετείχαν άμεσα στη λήψη αποφάσεων για τις ανάγκες των σχολικών μονάδων και τη διαχείριση των χρημάτων για αυτές.
Με την κατάργησή τους αυτή η συμμετοχή μειώθηκε σημαντικά, αποδυναμώνοντας την αίσθηση της τοπικής ευθύνης και συνεργασίας για τα σχολεία. Επιπλέον, η κατανομή των πόρων γίνεται πιο τυποποιημένα και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ειδικές ανάγκες κάθε σχολικής μονάδας. Όλα τα σχολεία λαμβάνουν παρόμοια ποσά, ανεξάρτητα από τις ανάγκες τους με βάση τον μαθητικό πληθυσμό και το μέγεθος.
Εξάλλου, η κατάργηση των σχολικών επιτροπών και η μεταφορά των σχετικών αρμοδιοτήτων στους δήμους δημιούργησε επιπρόσθετο διοικητικό βάρος που δεν μπορούν να υποστηρίξουν με το υπάρχον προσωπικό. Κατά συνέπεια δεν έχουν προχωρήσει στις διαδικασίες για μειοδοτικούς διαγωνισμούς σε είδη καθαριότητας, γραφική ύλη, αναλώσιμα κ.λ.π και δεν μπορούν να πληρώσουν λογαριασμούς νερού, τηλεφώνου, ξενόγλωσσων βιβλίων και φύλαξης.
Μεταξύ των σοβαρότατων συνεπειών της κατάργησης των σχολικών επιτροπών, όπως καταγράφονται και καταγγέλλονται από την εκπαιδευτική κοινότητα, είναι:
Πρώτον, κατακόρυφη αύξηση της γραφειοκρατίας. Η κατάργηση των σχολικών επιτροπών έχει οδηγήσει σε σημαντική αύξηση της γραφειοκρατίας, με αποτέλεσμα οι διευθυντές των σχολείων να αναγκάζονται να διαχειρίζονται επιπλέον ευθύνες πέρα από τα παιδαγωγικά τους καθήκοντα. Πλέον, για να εξασφαλίσουν πόρους, πρέπει να υποβάλλουν αιτήματα προς τον δήμο, τα οποία απαιτούν έγκριση από το δημοτικό συμβούλιο.
Αυτή η διαδικασία καθυστερεί την άμεση κάλυψη των αναγκών των σχολείων, καθιστώντας την κατάσταση πιο περίπλοκη και χρονοβόρα. Ενδεικτικά, η προμήθεια αναλώσιμων και η εκτέλεση μικρών επισκευών πραγματοποιούνται μέσω διαγωνιστικών διαδικασιών, προκαλώντας επιπρόσθετες και αδικαιολόγητες καθυστερήσεις σε επείγουσες ανάγκες, όπως η αποκατάσταση ζημιών ή η εξασφάλιση γραφικής ύλης.
Στην πράξη, ακόμη και οι πιο απλές ανάγκες απαιτούν περίπλοκες και χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες, με αποτέλεσμα τα σχολεία να μην μπορούν να ανταποκριθούν σε επείγοντα προβλήματα έγκαιρα.
Δεύτερον, μείωση ελέγχου και λογοδοσίας. Οι σχολικές επιτροπές αποτελούσαν σημαντικό μηχανισμό διαφάνειας, καθώς η συμμετοχή των διευθυντών και των εκπροσώπων των πολιτών εξασφάλιζε την ορθολογική κατανομή των πόρων. Η απουσία αυτού του άμεσου ελέγχου από την εκπαιδευτική κοινότητα μπορεί να οδηγήσει σε ανεπαρκή εποπτεία από τους δήμους, οι οποίοι, ακόμη κι αν διαθέτουν την πρόθεση και τη βούληση, συχνά δεν έχουν τα απαιτούμενα μέσα για να ανταποκριθούν αποτελεσματικά σε αυτήν την αποστολή.
Τρίτον, έμμεση ιδιωτικοποίηση σχολικών λειτουργιών που αποτελούν ευθύνη και καθήκον της Πολιτείας. Το νέο πλαίσιο μετά την κατάργηση των σχολικών επιτροπών ενισχύει την ανάγκη αναζήτησης χορηγιών από ιδιωτικούς φορείς, μια τάση που είχε ήδη ενσωματωθεί στην κανονική σχολική λειτουργία με τον νόμο 4692/2020.
Αυτό έχει ήδη οδηγήσει σε μια θεσμικά και συνταγματικά απαράδεκτη ανισότητα στην πρόσβαση σε πόρους μεταξύ σχολείων, ανάλογα με τη δυνατότητα κάθε σχολείου να προσελκύει χορηγούς.
Απέναντι σε όλα αυτά που επιβεβαιώνουν καθημερινά τα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας, η κυβέρνηση επιμένει ιδεοληπτικά ότι η κατάργηση των σχολικών επιτροπών ήταν στην απολύτως σωστή κατεύθυνση. Κατά την πάγια τακτική της, επικαλείται δήθεν διαφθορά και διασπάθιση στις σχολικές επιτροπές. Επικαλείται, επίσης, ότι οι σχολικές επιτροπές δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά, εκμεταλλευόμενη σκόπιμα μια κατάσταση οικονομικής ασφυξίας, την οποία έχει προκαλέσει η ίδια η κυβέρνηση λόγω της ανεπαρκούς χρηματοδότησης της εκπαίδευσης. Παράλληλα, δεν προσέφερε την αναγκαία υποστήριξη στους δήμους που ανέλαβαν τις αρμοδιότητες των σχολικών επιτροπών, αφήνοντάς τους χωρίς το απαραίτητο προσωπικό, τους πόρους και τη χρηματοδότηση που απαιτούνται για την αποτελεσματική εκπλήρωση των νέων τους καθηκόντων.
Επειδή, η κατάργηση των σχολικών επιτροπών είναι απολύτως συμβατή με την επιδίωξη της κυβέρνησης να μειώσει τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στη διαχείριση των σχολείων, προωθώντας ταυτόχρονα την ιδιωτικοποίηση και την εμπορευματοποίηση της δημόσιας εκπαίδευσης,
Επειδή, η κατάργηση των σχολικών επιτροπών έχει ήδη οδηγήσει σε σοβαρές δυσλειτουργίες στη χρηματοδότηση και τη διαχείριση των σχολείων, ενισχύοντας τις ανισότητες και υπονομεύοντας την ποιότητα της δημόσιας εκπαίδευσης,
Επειδή, η εκπαιδευτική κοινότητα, συμπεριλαμβανομένων των διευθυντών, των εκπαιδευτικών, των συλλόγων γονέων, αλλά και η τοπική αυτοδιοίκηση εκφράζουν την έντονη δυσαρέσκεια τους για αυτήν την απαράδεκτη κατάσταση και απαιτούν αλλαγές στην εφαρμογή του ν. 5063/2023.
Ερωτώνται οι αρμόδιοι Υπουργοί:
Προτίθενται να θεσμοθετήσουν τον έλεγχο της χρηματοδότησης των σχολείων μέσω επιτροπών παρακολούθησης που θα συγκροτούνται από τους δήμους, με συμμετοχή των εκπροσώπων της εκπαιδευτικής κοινότητας, ώστε να υπάρχει σταθερή παρακολούθηση των αναγκών που ανακύπτουν στις σχολικές μονάδες και άμεση χρηματοδότηση στη βάση αυτών;
Προτίθενται να προβούν σε δραστική αύξηση της χρηματοδότησης των σχολείων, ώστε να εξασφαλιστούν επιτέλους οι κατάλληλες κτηριακές υποδομές και ο απαραίτητος υλικοτεχνικός εξοπλισμός;
Προτίθενται να αποδώσουν στα σχολεία τα χρήματα που έχουν παρακρατηθεί από τους δήμους από τη λειτουργία των κυλικείων;
Προτίθενται να δώσουν τη δυνατότητα στις διευθύνσεις των σχολείων να διαχειρίζονται τα κονδύλια για τις άμεσες ανάγκες χωρίς περιττή και χρονοβόρα γραφειοκρατία;
Προτίθενται να ακυρώσουν οποιαδήποτε διαδικασία για αναζήτηση χορηγών από τα δημόσια σχολεία, αναγνωρίζοντας τη συνταγματική αρχή ότι η παιδεία είναι αποκλειστικά δημόσιο αγαθό για όλα τα παιδιά και όχι εμπόρευμα;
Και τέλος, προτίθενται να επαναφέρουν τις σχολικές επιτροπές, δίνοντάς τους ταυτόχρονα τα μέσα και την ενίσχυση που απαιτείται, ώστε να επιτελέσουν την αποστολή τους;
Οι Ερωτώντες Βουλευτές
Πούλου Παναγιού (Γιώτα)
Καλαματιανός Διονύσιος
Ακρίτα Έλενα
Αποστολάκης Ευάγγελος
Αυλωνίτης Αλέξανδρος – Χρήστος
Βέττα Καλλιόπη
Γαβρήλος Γεώργιος
Γιαννούλης Χρήστος
Δούρου Ειρήνη (Ρένα)
Κασιμάτη Ειρήνη (Νίνα)
Μάλαμα Κυριακή
Μεϊκόπουλος Αλέξανδρος
Μπάρκας Κωνσταντίνος
Νοτοπούλου Αικατερίνη
Παναγιωτόπουλος Ανδρέας
Παπαηλιού Γεώργιος
Σαρακιώτης Ιωάννης
Τσαπανίδου Παρθένα (Πόπη)
Χρηστίδου Ραλλία
Ψυχογιός Γεώργιος