Επιστημονική ομάδα από το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης προχώρησε σε μία εκτεταμένη μελέτη αναπτύσσοντας παράλληλα ένα δείκτη που ονόμασε Δείκτη Φέρουσας Ικανότητας Ανάπτυξης (Carrying Capacity Index – CCDI), αξιοποιώντας δεδομένα από την Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς και μεγάλο όγκο περιβαλλοντικών δεδομένων μέσω των αποστολών δορυφορικής παρακολούθησης της Γης.
Η ομάδας Γεωπληροφορικής εκπόνησε τη σχετική μελέτη χαρτογραφώντας την ελληνική επικράτεια με μια νέα μέθοδο που συνδυάζει κοινωνικοοικονομικούς και περιβαλλοντικούς δείκτες.
Πρόκειται για μια έκθεση του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος του που αποτυπώνει τις υπεραναπτυγμένες περιοχές, αλλά και αυτές που έχουν ανάγκη από ένα βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης.
- Ο υπολογισμός βασίζεται στην ενσωμάτωση έξι επιπέδων πληροφοριών που περιγράφουν τη φυσική και την επηρεασμένη από τον άνθρωπο κατάσταση του πλανήτη:
- Την Ανθρώπινη Τροποποίηση κάθε περιοχής στο πέρασμα του χρόνου
- Την τρωτότητας σε καταστροφές
- Τις μεταβολές αποθήκευσης νερού
- Την φυλλική έκταση υψηλής βλάσθησης και τις μεταβολές της
- Την φυλλική έκταση χαμηλής βλάσθησης και τις μεταβολές της
- το δίκτυο περιοχών προστασίας της φύσης Natura 2000
Στη μέση και καλύτερα η Κέρκυρα
Οι έξι αυτοί υποδείκτες δαμορφώνουν το CCDI που κυμαίνεται από 0 (ελάχιστη φέρουσα ικανότητα για ανάπτυξη) έως 1 (υψηλότερη φέρουσα ικανότητα για ανάπτυξη), με την Κέρκυρα να τοποθετείται στο 0,5 – 0,6 και τους Παξούς στην τελευταία -κόκκινη- κλίμακα με δείκτη κάτω από το 0,38!
Η Κέρκυρα, έχοντας τιμές δείκτη CCDI που κυμαίνονται από 0,50 έως 0,60 και μπορεί να θεωρηθεί ως περιοχή με μέτριες δυνατότητες περαιτέρω ανάπτυξης, όπως στο Αιγαίο η Χίος και η Σάμος.
Υπερανάπτυξη προς… ανατολικά!
Η μελέτη δημοσιεύτηκε από την επιβλέπουσα καθηγήτρια στο Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος του ΔΠΘ Αλεξάνδρα Γκεμιτζή, στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Land. Στο κειμενο, η κα Γκεμιτζή χαρακτηρίζει τη φέρουσα ικανότητα για ανάπτυξη στη χώρα μας ως «άνιση» και «ετεροβαρή»: «Η μισή Ελλάδα, ανατολική και νότια, με πρώτη και κύρια την περιοχή του Αιγαίου, είναι υπερκορεσμένη. Η υπόλοιπη μισή, βόρεια και δυτική, χρειάζεται ενίσχυση μέσα από μια βιώσιμη ανάπτυξη».
Τι σημαίνουν οι δείκτες
Η μελέτη παρουσιάστηκε με δηλώσεις της καθηγήτριας του Δ.Π.Θ. στην κυριακάτικη έκδοση της εφημερίδας “Καθημερινή” εξηγώντας τους έξι δείκτες που συνδιαμορφώνουν τον Δείκτη Φέρουσας Ικανότητας Ανάπτυξης CCDI.
- Μια βασική παράμετρος που εξέτασε η ομάδα είναι ο Δείκτης Ανθρώπινης Τροποποίησης (HMI). Ο εν λόγω δείκτης εισήχθη στην επιστημονική έρευνα το 2022 από Αμερικaνούς ερευνητές και εξετάζει τον βαθμό στον οποίο έχει τροποποιηθεί κάθε περιοχή στο πέρασμα του χρόνου – από το ποσοστό του πληθυσμού στην κατάσταση των οδικών δικτύων, των δικτύων μεταφορών, αν έχει χρησιμοποιηθεί για παραγωγή ενέργειας κ.ά.
- Ακολουθεί ο Δείκτης Τρωτότητας σε Καταστροφές (VDI). Ο συγκεκριμένος καταρτίστηκε από την Ε.Ε. το 2023 και προκύπτει από υποδείκτες περιβαλλοντικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς, πολιτικής αστάθειας κ.ά.
- Στη συνέχεια, εξετάστηκαν η χρονική τάση στις Μεταβολές Αποθήκευσης Νερού (TWSC), η χρονική τάση του Δείκτη Φυλλικής Εκτασης για Υψηλή Βλάστηση (LAIH), η χρονική τάση του Δείκτη Φυλλικής Εκτασης για Χαμηλή Βλάστηση (LAIL) και το δίκτυο περιοχών προστασίας της φύσης Natura 2000 (NAT).
Ολοι οι δείκτες περιγράφουν μέσω των επιμέρους τιμών τους ή της διαχρονικής τους τάσης την κατάσταση της επιφάνειας της Γης και των φυσικών πόρων που σχετίζονται με τις ανθρώπινες δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης και της επίδρασης από την κλιματική αλλαγή.
Αστικά κέντρα και Κρήτη στο… βαθύ κόκκινο!
Αναλύοντας τα συμπεράσματα της έκθεσης, η κ. Γκεμιτζή σημειώνει καταρχάς πως τα μεγάλα αστικά κέντρα –Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Λάρισα, Κόρινθος, Χαλκίδα, Ηράκλειο Κρήτης–, καθώς και η πλειονότητα των νησιών του Αιγαίου –Κυκλάδες, Δωδεκάνησα, μεγάλο τμήμα της Κρήτης– αλλά και οι παράκτιες περιοχές της νότιας και της ανατολικής χώρας –από Πάτρα μέχρι Καλαμάτα, Κόρινθο, ακτές Μεσσηνίας και Λακωνίας– παρουσιάζουν πολύ χαμηλή φέρουσα ικανότητα περαιτέρω ανάπτυξης (δείκτης CCDI
Τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης στην Ήπειρο
Ο CCDI είναι σχετικά υψηλός σε ορεινές περιοχές όπως η Πίνδος, η Ευρυτανία, τα ορεινά Τρίκαλα ή τα ορεινά Ιωάννινα. Σε όλες τις παραπάνω περιοχές, υπάρχουν ήδη θύλακοι βιώσιμου, εναλλακτικού τουρισμού. Την ίδια στιγμή, οι ορεινές περιοχές είναι πλούσιες σε φυσικούς πόρους και λιγότερο επηρεασμένες από τις ανθρώπινες δραστηριότητες και ως εκ τούτου είναι πιο ικανές για μελλοντική ανάπτυξη.
Περιθώριο για ανάπτυξη έχει και το παράκτιο τμήμα της Ηπείρου – ακτογραμμές σε περιοχές όπως Σύβοτα και Πάργα.
Παραδείγματα προς αποφυγή
Στο θέμα της λάθος επικρατούσας αντίληψης για τη φέρουσα ικανότητα ανάπτυξης, η κ. Γκεμιτζή δίνει ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την περιοχή της Κρήτης, όπου, παρά την κρίσιμη κατάσταση των υδάτινων πόρων, θεωρείται ότι υπάρχει τρόπος να υποστηριχθεί περαιτέρω ανάπτυξη.
Οπως εξηγεί η ίδια: «Το νέο αεροδρόμιο στο Καστέλι Ηρακλείου προβλέπεται ότι θα εξυπηρετεί 12-15 εκατομμύρια επιβάτες τον χρόνο. Ομως δεν αναρωτηθήκαμε αν υπάρχουν οι διαθέσιμοι πόροι για να υποστηρίξουν τέτοιο τουριστικό ρεύμα και ταυτόχρονα να μην υπάρξει σημαντική υποβάθμιση ή κατάρρευση του φυσικού περιβάλλοντος, αλλά και της πολιτισμικής κληρονομιάς του νησιού».
Οσο για τα νησιά του Αιγαίου, αυτά, σύμφωνα με την κ. Γκεμιτζή, αποτελούν ειδική περίπτωση όπου θα πρέπει να εξεταστούν εξειδικευμένα μέτρα για την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης, καθώς είναι περιορισμένα σε έκταση και φυσικούς πόρους και αντιμετωπίζουν την πρόκληση της μαζικής τουριστικής ανάπτυξης που απειλεί να αλλοιώσει τον φυσικό τους χαρακτήρα. Οπως σημειώνει η καθηγήτρια: «Εδώ θα πρέπει άμεσα να εξεταστούν λύσεις για τον έλεγχο των τουριστικών ρευμάτων και την αντίστοιχη κατανάλωση των πόρων, όπως π.χ. επιβολή ανώτατου αριθμού επισκεπτών σε ευαίσθητες περιοχές, επιβολή ειδικού φόρου στους επισκέπτες, επιβολή ιδιαίτερα αυστηρών όρων δόμησης και επέμβασης στο φυσικό περιβάλλον και προώθηση μόνο των πραγματικά βιώσιμων επενδύσεων ανάπτυξης που ενισχύουν τις τοπικές κοινωνίες. Η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν χρειάζεται να αποτελέσει προορισμό για τουρισμό του γκολφ ή για τουρισμό της πισίνας».