Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε που σαν φοιτητές δίναμε την μάχη στα αμφιθέατρα αλλά και έξω στην κοινωνία, για μία ενωμένη Ευρώπη, σε πείσμα μιας πλειοψηφίας της οποίας το κυρίαρχο σύνθημα ήταν «Όχι στην ΕΟΚ».
Θυμάμαι χαρακτηριστικά το ερώτημα που απηύθηνα στους αρνητές της ευρωπαϊκής προοπτικής της πατρίδας μας «Συνάδελφοι είμαι Κερκυραίος και στο νησί μου προσκαλούμε τους Βρετανούς, τους Γερμανούς, τους Γάλλους τους Αυστριακούς, με λίγα λόγια όλους, να μας επισκεφθούν και να μας δώσουν την δυνατότητα να προσποριστούμε προσόδους, να αναπτυχθούμε και να ευημερήσουμε. Τι είναι εκείνο το οποίο, ενώ τους προτιμούμε ως τουρίστες πελάτες, τους καθιστά επικίνδυνους ως συνεταίρους;».
Ποτέ δεν έλαβα κάποια πειστική απάντηση.
Στα χρόνια που ακολούθησαν και ύστερα από την ένταξη της χώρας μας στην ΕΟΚ, διέκρινα με μεγάλη ικανοποίηση, την μεταστροφή πολλών από αυτούς τους ευρωσκεπτικιστές, να πανηγυρίζουν για το πακέτο Ντελόρ, τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Ευρωπαϊκά Προγράμματα, το πρώτο πλαίσιο στήριξης και όλα όσα ακολούθησαν στην συνέχεια, με πρωτοφανή φανατισμό.
Η Ελλάδα άρχισε να κινείται σε ευρωπαϊκή τροχιά και να συμμετέχει στις ευρωεκλογές. Σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις υπήρχε σαν επιχειρηματολογία κάτι που απουσιάζει από τις επικείμενες εκλογές, η ευρωανάλυση.
Παρακολούθησα κατά την τρέχουσα προεκλογική περίοδο, τις θέσεις των κομμάτων. Δυστυχώς τα κόμματα της αντιπολίτευσης καθοδηγούν τους ψηφοφόρους τους με κριτήριο την εγχώρια πολιτική πραγματικότητα και όχι τα διακυβεύματα των πιο κρίσιμων εκλογών στην ιστορία της Ευρώπης.
Η κουβέντα θα έπρεπε να γίνει για το μεταναστευτικό και τις πραγματικές λύσεις για την αντιμετώπισή του, στα πλαίσια βέβαια των ευρωπαϊκών αξιών. Την υπογεννητικότητα, η οποία εμφανίζει απειλητικά την εθνοκτόνο εξέλιξή της. Την ασφάλεια και την την κοινή αμυντική πολιτική. Την τη νέα κοινή αγροτική πολιτική. Το νέο Ταμείο Ανάκαμψης. Την τεχνητή νοημοσύνη. Την βιοιατρική. Την πράσινη μετάβαση. Την αειφόρο ανάπτυξη που θα ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος χωρίς να διακυβεύει την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες. Την ενεργοποίηση εργαλείων για την αντιμετώπιση της ακρίβειας στην ενιαία αγορά.
Η προσπάθεια την κυβέρνησης να μετατοπίσει τον δίαλογο σε αυτά τα προτάγματα βρήκε παντελώς απρόθυμο το σύνολο της αντιπολίτευσης το οποίο καθόλου δεν πείθει ότι ενδιαφέρεται για τις μάχες που θα δοθούν στην Ευρώπη τα επόμενα πέντε χρόνια αλλά για το ποιος θα ηγεμονεύσει στην κεντροαριστερά.