«Η πιο αληθινή μας ζωή είναι όταν είμαστε βυθισμένοι στα όνειρά μας ξύπνιοι», έλεγε ο Χένρυ Ντέιβιντ Θορώ Αμερικανός συγγραφέας (1817-1862).!
Μέσα σε έναν ορυμαγδό ειδήσεων και γεγονότων, σε όλο τα φάσμα των πολιτικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων της κοινωνίας μας, – από το απλό αλάνι της γειτονιάς μέχρι τα πολυπλόκαμα κυκλώματα μαστροπείας, από τον φουκαρά που παίρνει τη τζούρα του στο πεζοδρόμιο μέχρι τον μεγαλέμπορα κοκαΐνης, από το απλό τροχαίο μέχρι την τραγωδία στα Τέμπη, από την απλή αλαζονεία του επαρχιώτη πολιτευτή μέχρι την καθεστωτική κυβερνητική πρακτική, από την απλή κομπίνα του βενζινά στη γωνία μέχρι το λαθρεμπόριο καυσίμων, από τις απευθείας αναθέσεις έργων εκατομμυρίων και την πλήρη κατάρρευση του κράτους δικαίου, από την ηθελημένη κατάρρευση του ΕΣΥ μέχρι και την παντελή χαλάρωση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας – , που δικαιολογημένα βρίσκονται στον αφρό της επικαιρότητας, υπάρχουν κι άλλα σπουδαία…, τα οποία όλως παραδόξως και καθόλα εντέχνως…, είτε περνούν κυριολεκτικά στο «ντούκου», είτε παρουσιάζονται πανηγυρικώς, πομπωδώς και λίαν θορυβωδώς ως κατακτήσεις, ακόμα κι αν πρόκειται για «κατά κράτος ήττες» ή για ζέοντα θέματα, «κάτω από το χαλί κρυπτόμενα».!
Σ αυτήν, την τελευταία ομάδα, βρίσκεται η εθνική μας Οικονομία. Πραγματικά αριστουργηματικά έχει κατασκευαστεί και σερβιριστεί, (προς ιθαγενείς είναι αλήθεια), ένα αφήγημα σύμφωνα με το οποίο, η οικονομία ανθεί, το ΑΕΠ αυξάνεται, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ μειώνεται, οι τράπεζες επιτυγχάνουν υπερκέρδη, η Ελλάδα δύναται να προσφεύγει σε άνετο κι απρόσκοπτο δανεισμό και δη με λίαν ανταγωνιστικά επιτόκια.
Μήπως, όμως δεν είναι έτσι.;
Κατά το τελευταίο δεκαήμερο πέρασαν κυριολεκτικά στο «ντούκου», και κυριολεκτικά εξοστρακίστηκαν από τον δημόσιο λόγο και προβληματισμό τα παρακάτω :
Η «ψυχρολουσία» από την Moody’s
Η Moody’s Investors Service, οίκος αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, διατηρεί την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας σε μη επενδυτική βαθμίδα, εξέλιξη η οποία με τεκμηριωμένη ανάλυση, «γκρεμίζει» κυριολεκτικά, το όλο αφήγημα για την ακολουθούμενη οικονομική πολιτική από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Η τεκμηριωμένη ανάλυση του οίκου Moody’s, στηρίζεται σε τρία τινά :
- Το μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών: Στην Ελλάδα είναι σαφής και λίαν διακριτή η ελλειμματικότητα του εμπορικού ισοζυγίου, με τη σημαντική διείσδυση των εισαγόμενων προϊόντων στην ελληνική αγορά, τόσο ως προϊόντα τελικής κατανάλωσης όσο και ως ενδιάμεσα προϊόντα στην ελληνική παραγωγή. Αντίθετα, παρατηρούμε μια διαρκή υποχώρηση παρουσίας των ελληνικών προϊόντων στις αγορές του εξωτερικού. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξάνεται τα τελευταία χρόνια από 6,6% το 2020 έως 10,5% το 2022, ενώ διατηρεί τις ίδιες αυξητικές τάσεις και το 2023, χωρίς να επιδεικνύει σαφείς προοπτικές ανατροπής για το 2024.
- Τους ευάλωτους τομείς, – τουρισμός και ναυτιλία – , στους οποίους στηρίζεται η οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα: Συγκεκριμένα αναφέρεται, ότι, οι εν λόγω τομείς είναι λίαν ευάλωτοι από εξωγενείς παράγοντες, όπως είναι οι γεωπολιτικές, γεωοικονομικές και γεωστρατηγικές αναταράξεις.
Με απλά λόγια, μια χρονική επιμήκυνση της κρίσης στην Ερυθρά Θάλασσα, που θα υποχρέωνε την ναυτιλία να κάνει τον γύρο της Αφρικής αντί του περάσματος του Σουέζ, αυτόματα θα επιβάρυνε τα κόστη μεταφοράς προϊόντων από την Ασία στην Ευρώπη, κάτι που θα δημιουργούσε φαύλο κύκλο ανατιμήσεων κι άρα εξασθένιση των επιχειρηματικών και οικογενειακών προϋπολογισμών με τελικό αποτέλεσμα επιβαρυντικό για τον τουρισμό, καθώς θα μείωνε τις σχετικές ροές, από την Ευρώπη προς την Ελλάδα.
- Πέραν των παραπάνω αναφερθέντων, η Ελλάδα, διατηρεί ένα υψηλό δημόσιο χρέος σε σχέση με το ΑΕΠ και το οποίο θα παραμείνει πολύ υψηλό εφόσον δεν αλλάξει διαρθρωτικές δομές η ελληνική οικονομία.
Στο ίδιο πνεύμα και η JP Morgan
Στο ίδιο αναλυτικό πνεύμα με τον Οίκο Moody’s, αλλα με πιο εξειδικευμένα χρηματιστηριακά οικονομικά, και η JP Morgan, εκτιμά πως η Ελλάδα, «δεν πρέπει να αναβαθμιστεί στον δείκτη MSCI Developed Markets». Με απλά λόγια, η JP Morgan, εκτιμά ότι η Ελλάδα πρέπει να παραμείνει στην ομάδα των «αναπτυσσόμενων» ή «αναδυόμενων» οικονομιών και όχι στις «ανεπτυγμένες», καθώς μόλις 3 ελληνικές μετοχές πληρούν τις προϋποθέσεις ενώ απαιτούνται 5 μετοχές. Οι αναλυτές του οίκου εκτιμούν ότι είναι εξαιρετικά απίθανο η Ελλάδα να μετακινηθεί προς τα πάνω, επειδή διαθέτει μόνον τρεις μετοχές (Εθνική Τράπεζα, Eurobank και ΟΠΑΠ) με ποιότητα για τον δείκτη MSCI Europe, όπου βασικά εμπόδια είναι η κεφαλαιοποίηση της αγοράς και το free float.
Τα κριτήρια, σύμφωνα με την JP Morgan, για την Ελλάδα:
Πέντε μετοχές που πληρούν τα κριτήρια κεφαλαιοποίησης αγοράς /ρευστότητας, τα οποία είναι τα κάτωθι:
- 5,8 δισ. δολάρια κεφαλαιοποίηση αγοράς για τον MSCI Europe,
- 2,9 δισ. δολάρια σε ελεύθερη διακύμανση (free float),
- Τα κριτήρια προσβασιμότητας στην αγορά και «Διαθεσιμότητα επενδυτικών εργαλείων-μέσων».
«Η Ελλάδα στις αναδυόμενες αγορές έχει συμμετοχή με 10 μετοχές, αλλά εάν πρέπει να ωθηθεί στο DM Europe (αρνούμαστε να το ονομάσουμε προαγωγή), τότε πιθανότατα θα χάσει 7 συστατικά στοιχεία, μένοντας με 3 μετοχές, κάτω από το ελάχιστο όριο των 5 για να πληροί τις προϋποθέσεις του DM.
Η «απειλή» χρέους του 2033
Επιμελώς αποκρύπτεται ότι, το 2033 το Δημόσιο Χρέος της χώρας, θα αυξηθεί αυτόματα κατά 25 δισ. ευρώ, καθώς θα προστεθούν οι τόκοι δανείων του 2013 που είχαν «παγώσει» για δύο δεκαετίες.
Υπενθυμίζεται, ότι το 2013, η τότε κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, έλαβε δάνειο από το (Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (European Financial Stability Facility), EFSF, 130 δισ. ευρώ. Από αυτά τα 130 δισ. Ευρώ, για τα 97 δισ. ευρώ, αποφασίστηκε να «παγώσει» η πληρωμή τόκων έως το 2022. Πριν όμως, λήξει η εν λόγω προθεσμία, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛΛ, τον Μάιο του 2018 με την ρύθμιση χρέους, προκειμένου να βγει η χώρα από τα μνημόνια, αποφασίστηκε να παραταθεί το «πάγωμα» για άλλα δέκα χρόνια, έως το τέλος του 2032.
Η φιλοσοφία της ρύθμισης, ήταν να απαλλαγεί η Ελλάδα από την πληρωμή τόκων, για μια επιπλέον 10ετία, ώστε να μπορεί το χρέος της να χαρακτηριστεί βιώσιμο και να βγει από το ΜΝΗΜΟΝΙΟ τον Αύγουστο του 2018 και να μπορεί να δανείζεται από την ελεύθερη αγορά χρήματος.
Τούτων, όλων δοθέντων, οι «παγωμένοι» τόκοι, που θα είχαν φτάσει το 2022 στα 11 δισ. ευρώ, εκτιμάται ότι θα ανέλθουν έως το 2032 περίπου στα 25 δισ. ευρώ (26,7 δισ. ευρώ αναφέρουν οι εκτιμήσεις της κεντρικής τράπεζας).
Τόσο, η οικονομική φιλοσοφία της κυβέρνησης Αντώνη Σαμαρά – Ευάγγελου Βενιζέλου το 2013 με το πρώτο πάγωμα τόκων, όσο και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛΛ το 2018 για το δεύτερο πάγωμα τόκων, ήταν πολιτικά και οικονομικά λογική. Το ερώτημα όμως που σήμερα αυτόματα γεννάται είναι επίσης πολιτικά και οικονομικά λογικό : Θα είναι σε θέση η εθνική οικονομία της χώρας να αντέξει μια επιπλέον επιβάρυνση, με το καλημέρα την 1η Ιανουαρίου του 2033, κατά 25 δισ. ευρώ, στο όποιο τότε δημόσιο χρέος θα έχει διαμορφωθεί.; Έχουν προετοιμαστεί διαρθρωτικά οι διάφοροι τομείς της εθνικής μας οικονομίας.;
Η «μαύρη» προφητεία του Politico
Το Politico, ειδησεογραφικός οργανισμός που αναφέρεται σε πολιτικάκαι οικονομικά θέματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προβλέπει οικονομικό «κραχ» το 2026, για την Ελλάδα και τις υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως εκτιμούν οι διεθνούς φήμης αναλυτές, χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Γαλλία, θα βρεθούν αντιμέτωπες με τον κίνδυνο επιστροφής σε μια δημοσιονομική κρίση, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε άλλη μια «χαμένη δεκαετία», όπως η κρίση του 2009.
Το «χτύπημα» για τα εν λόγω κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναμένεται σε δύο χρόνια να είναι διπλό, σημειώνεται σε δημοσίευμα του Politico: Από τη μία θα επανέλθουν οι αναθεωρημένοι δημοσιονομικοί κανόνες και από την άλλη θα κλείσει η χρηματοδοτική «κάνουλα», που άνοιξε με την πανδημία του κορονοϊού από την Κομισιόν.!
Και το ερώτημα πάλλεται στα χείλη όλων : Τι έχουμε κάνει ή τι κάνουμε στην εθνική μας οικονομία για να αποφευχθούν τα χειρότερα…, έχοντας και την εμπειρία των μνημονίων.;