Στην ακολουθία των Β΄ Χαιρετισμών, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκτάριος, χοροστάτησε και ομίλησε στους Χωρεπισκόπους της Βόρειας Κέρκυρας, σ΄ ένα χωριό παραδοσιακό με ανθρώπους καλλιεργημένους πνευματικά, αφού ο εφημέριος τους, πρωτ. π. Σπυρίδων Μάζης, εργάζεται φιλότιμα και με αυταπάρνηση, καλλιεργώντας το μικρό ποίμνιο του.
Ο Ιερός Ναός της Υπεραγίας Θεοτόκου ήταν πλήρης από τους ενορίτες που συμμετείχαν όλοι συμψάλλοντας με τους απλοϊκούς μεν, αλλά καλοκάγαθους ιεροψάλτες στο Κερκυραϊκό ύφος, τον κανόνα του Ακαθίστου ύμνου.
Ο Σεβασμιώτατος μετά την ανάγνωση της Β΄ Στάσεως των Χαιρετισμών, απευθύνθηκε στο εκκλησίασμα λαμβάνοντας αφορμή από το Θεοτοκίον της έκτης ωδής του Κανόνος «Χαράς αιτία χαρίτωσον, ημών τον λογισμόν του κραυγάζειν σοι· χαίρε η άφλεκτος βάτος, νεφέλη ολόφωτε η τους πιστούς απαύστως επισκιάζουσα».
Χρησιμοποίησε τις δύο εικόνες του τροπαρίου, οι οποίες προεικονίζουν στην Παλαιά Διαθήκη το πρόσωπο της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας.
Αφού λοιπόν τους εξήγησε ότι ο Ισραηλιτικός λαός παγιδεύτηκε στην εξουσία του Φαραώ στην Αίγυπτο, ο Μωυσής έλαβε την εντολή από το Θεό, να ελευθερώσει τον λαό του από τη δουλεία των Αιγυπτίων και να τους οδηγήσει στη Γη της επαγγελίας.
Όταν ο Μωυσής διαπληκτίστηκε με κάποιον επιστάτη του Φαραώ, ο οποίος κακοποιούσε τους συμπατριώτες του, έφυγε κυνηγημένος στην έρημο του Σινά για να γλυτώσει από τον θυμό του Φαραώ.
Εκεί λοιπόν επέτρεψε ο Θεός στο Μωυσή να δει τη φλεγόμενη βάτο, η οποία δεν εκαίετο από το πυρ. Μάλιστα για να διαπιστώσει ο Μωυσής τούτη την αποκάλυψη του Θεού, τον προσκάλεσε και του είπε λύσε τον ιμάντα των υποδημάτων σου, γιατί ο τόπος στον οποίο βρίσκεσαι είναι ιερός.
Η καιομένη λοιπόν βάτος και μη καταφλεγομένη, προεικονίζει την Παναγία μας, η οποία ενώ δέχθηκε το πυρ της Θεότητος στα σπλάχνα της δεν καταφλέχθηκε, διότι η Παναγία μας ήτο καθαρότατη από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος.
Και η άλλη εικόνα, η νεφέλη η ολόφωτος, παρουσιάστηκε στον λαό τον Ισραηλιτικό όταν πορεύονταν την έρημο του Σινά, για να φθάσουν στην Γη της Επαγγελίας, και εκεί παραπονούνταν στον αρχηγό τους τον Μωυσή, που είχε λάβει την εντολή από τον Θεό να τους οδηγήσει, ότι δεν άντεχαν στον καύσωνα της ημέρας και τον παγετό της νύχτας.
Και έπειτα από την δέηση του Μωυσέως, ο Θεός έστειλε την νεφέλη, η οποία την μεν ημέρα τους σκίαζε και τους προφύλασσε από τον ήλιο, τη δε νύχτα γινόταν ολόφωτος για να τους φέγγει, να τους θερμαίνει και να τους διευκολύνει στην πορεία τους. Και αυτή η νεφέλη προεικονίζει την Παναγία μας.
Στον λαό του Θεού που είναι παγιδευμένος στην αμαρτία και στη δουλεία του πειρασμού, η Παναγία μας μετετράπη σε νεφέλη, καθώς κυοφόρησε τον λόγον του Θεού, για να μας απαλλάξει από την δουλεία του καύσωνος, της αμαρτίας και του σκότους της αγνωσίας.
Η Παναγία μας λοιπόν, είναι εκείνη η οποία στέκεται μεταξύ της Γης και του Ουρανού. Είναι εκείνη η οποία ένωσε τα πριν διεστώτα, ένωσε την ανθρωπότητα με την θεότητα. Η Ανθρωπότητα αποχωρίστηκε του Δημιουργού της, όταν αυτονομήθηκε από τον παράδεισο και πλέον περιπλανήθηκε στην δουλεία του Φαραώ, της αμαρτίας.
Για να επανέρθει στην Γη της επαγγελίας, στην ζωή της εν Χριστώ ελευθερίας και της επανένωσης με την εν Χριστώ ζωή, χρειάστηκε η Παναγία μας να αναλάβει αυτό το μεγάλο έργο, προκειμένου η ανθρωπότητα να ζήσει ξανά την ζωή της Ελπίδος και να προχωρήσει, από τον θάνατο στην Αθανασία, από την Γη στην Αιωνιότητα, από την Απελπισία στην Ελπίδα.
Ποιός λοιπόν, σήμερα μπορεί να δικαιολογήσει τον εαυτό του ότι είναι εγκαταλειμμένος από τον Θεό; Μόνο εάν παραμείνουμε πεισματικά αποξενωμένοι από την αγάπη του Θεού και την κοινωνία μαζί του.
Ο Σεβασμιώτατος στο τέλος, εξεδήλωσε την αγάπη του για την ενορία των Χωροεπισκόπων, και τους εξέφρασε την αγάπη του, η οποία πηγάζει από την ιδιαίτερη αγάπη που τρέφει προς τον εφημέριο των Χωρεπισκόπων, γιατί είναι πάνω απ΄ όλα άνθρωπος πίστεως και προσφοράς.
Ευχήθηκε καλό Πάσχα και καλή Ανάσταση.