Ήταν 8.10′ το πρωί εκείνη την 27η Σεπτεμβρίου 1923, ακριβώς πριν από έναν αιώνα σαν σήμερα, όταν «ξεκουμπίστηκαν» από την Κέρκυρα οι ιταλικές στρατιωτικές δυνάμεις του φασίστα Μουσολίνι, που είχαν καταλάβει το νησί 26 μερόνυχτα πριν, σκορπώντας τον θάνατο. Τόσο κράτησε, χάρη στη συνένοχη στάση των κυβερνήσεων της Βρετανίας, της Γαλλίας, των ΗΠΑ και άλλων Μεγάλων Δυνάμεων, η κατάληψη του νησιού, κατά παράβαση κάθε έννοιας Διεθνούς Δικαίου, για την επιβολή των ταπεινωτικών όρων του Μουσολίνι στην Ελλάδα και την αναβάθμιση του ρόλου της ιταλικής αστικής τάξης στην Αδριατική και τη Μεσόγειο και στο γενικότερο ιμπεριαλιστικό στερέωμα.
Ενώ ο λαός θρηνούσε ακόμα τα θύματα του φονικού βομβαρδισμού και ήταν αμέτρητοι οι συλληφθέντες και εκτοπισθέντες, στην προκυμαία της πόλης ελληνική στρατιωτική δύναμη, μεταξύ των οποίων το πολεμικό πλοίο «Έλλη» που έμελλε να τορπιλιστεί από υποβρύχιο του Μουσολίνι δεκαεπτά χρόνια αργότερα, απέδιδε τιμές στη φασιστική ιταλική δύναμη κατοχής. Το ίδιο είχε γίνει στην Αθήνα και στον Πειραιά.
Το κύμα των διεθνών αντιδράσεων και της αλληλεγγύης προς τον λαό της Κέρκυρας και της Ελλάδας, εκ μέρους ισχυρών λαϊκών οργανώσεων μεγάλων χωρών, πολλών μικρών κυρίως κρατών από όλες σχεδόν τις ηπείρους, καθώς και μεγάλου μέρους του διεθνούς Τύπου. Αυτός ήταν ο βασικός λόγος, σύμφωνα με τον κορυφαίο Έλληνα ιστοριογράφο του Μεσοπολέμου, τον Κερκυραίο συγγραφέα Γρηγόρη Δαφνή, για τον οποίο ο Μουσολίνι τις 27 Σεπτεμβρίου 1923 αναγκάστηκε να «πάρει δρόμο», ό,τι και αν επιθυμούσαν για τους δικούς τους λόγους η Βρετανία και η Γαλλία, που λίγο μετά αποδέχθηκαν την ιταλική κυριαρχία στα Δωδεκάνησα.
Ο λαός του νησιού βρισκόταν «στο πόδι» απ’ τα χαράματα. Η χαρά για το μεγάλο γεγονός σκέπαζε όλα όσα είχε υποστεί και το πρόσθετο οικονομικό βάρος που είχε επωμιστεί μαζί με όλον τον ελληνικό λαό, για την αναίτια άμεση χορήγηση 50.000.000 λιρετών κιόλας στον Μουσολίνι, ως «αποζημίωση» για τη δολοφονία ιταλικής αποστολής στην ελληνική πλευρά των ελληνοαλβανικών συνόρων τις 27 Αυγούστου. Οι ενδόμυχες κατάρες ξεσπούσαν σε ντελίριο εθνικού ενθουσιασμού για την αναχώρηση της ιταλικής αρμάδας και των χιλιάδων στρατιωτών της.
Αποθεωνόταν η μικρή κερκυραϊκή στρατιωτική φρουρά των 170 περίπου ανδρών, που το απόγευμα της 31ης Αυγούστου είχε διαταχθεί να αποσυρθεί συντεταγμένα και αναμένοντας εντολές να διαλυθεί στην ενδοχώρα του νησιού, για να μην συλληφθεί.
Έγραψε ο στρατιώτης Άγις Στίνας, στέλεχος τότε του ΚΚΕ που είχε φροντίσει για την έκδοση κοινής ανακοίνωσης Ελλήνων και Ιταλών αντιφασιστών φαντάρων εναντίον της εισβολής:
«Την παραμονή της αποχώρησης των ιταλών (ένα περίπου μήνα μετά την κατάληψη) ειδοποιηθήκαμε όλοι οι στρατιώτες μέσω των συνδέσμων να συγκεντρωθούμε με τη στρατιωτική μας στολή και τον οπλισμό μας την άλλη μέρα τα ξημερώματα στα Τρία Γεφύρια. Πραγματικά την άλλη μέρα ήμαστε όλοι οι φαντάροι στα Τρία Γεφύρια και από εκεί βαδίσαμε για την πόλη. Στα προάστια της πόλης μάς περίμενε και μας υποδέχτηκε σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού της πόλης και χιλιάδες αγρότες και με έξαλλο ενθουσιασμό, χειροκροτούσαν, ζητωκραύγαζαν και μας έραναν με ρύζι, άνθη και δάφνες, ενώ οι καμπάνες από τις εκκλησίες χτυπούσαν χαρμόσυνα. Αυτή η υποδοχή “πολεμιστών” που όλο αυτό το διάστημα κρύβονταν, έμοιαζε λίγο με οπερέτα».
Η ανυπόκριτη χαρά της λαϊκής ψυχής νικούσε όλα τα άλλα συναισθήματα. Ο λαός πανηγύριζε. Δεν ήταν λίγο να «παίρνουν δρόμο» δεκάδες ξένα πλοία και χιλιάδες ξένοι στρατιώτες! Να παύουν τα κυνηγητά, οι απαγορεύσεις, ο στρατιωτικός νόμος, οι απειλές εξιταλισμού της ζωής, οι συλλήψεις, τα καθημερινά φασιστικά και ιταλικά θούρια στο πάλκο της Πάνω Πλατείας και τους δρόμους της πόλης!
Ποιος να ήξερε τότε πως λίγες ώρες νωρίτερα στο κτίριο της Νομαρχίας, εκεί δηλαδή που γεννήθηκε ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο εκτελών χρέη νομάρχη Π. Σταθακόπουλος δεν είχε διστάσει, προφανώς με «άνωθεν εντολές» της Αθήνας, να υπογράψει με τον Ιταλό στρατιωτικό διοικητή της κατοχικής δύναμης νομικό πρωτόκολλο… παράδοσης της Κέρκυρας εκ μέρους των Ιταλών στην Ελλάδα, λες και είχε προϋπάρξει πρωτόκολλο παραλαβής της από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές!
«Διαταγή της κυβερνήσεως της Α.Μ. του Βασιλέως της Ιταλίας παραχωρώ (!!!) από της 27 οδεύοντος μηνός την στρατιωτικήν και πολιτικήν εξουσίαν εις τον κ. Π. Σταθακόπουλον, υπονομάρχην Κερκύρας», έλεγε αυτό το «πρωτόκολλο παράδοσης» που δέχθηκε να συνυπογράψει ο τελευταίος, μαζί με τον Ιταλό υποναύαρχο Σιμονέτι, προφανώς όχι εν αγνοία της Αθήνας. Το έφερε στο φως ο Αγάθος το 1924.
Μέχρι και μεγάλες ποσότητες αποστειρωμένου γάλακτος, όπως βεβαίωναν Βρετανοί ανθρωπιστικών αποστολών περίθαλψης των χιλιάδων Μικρασιατών προσφύγων στο Παλαιό Φρούριο, είχαν κλέψει οι φασίστες επιδρομείς, επιβάλλοντας καθεστώς βίας και τρομοκρατίας. Αλλά υποτίθεται πως επέστρεφαν ό,τι είχαν οικειοποιηθεί, ενώ άφηναν πίσω τους δεκάδες νεκρούς και τραυματίες και λεηλατημένες αποθήκες αλεύρων και άλλων τροφίμων. Το σχετικό πρωτόκολλο ήταν μέρος σχεδίου θεμελίωσης νομικών επιχειρημάτων, για το ενδεχόμενο η Ελλάδα να εγείρει στην Κοινωνία των Εθνών αίτημα αποζημίωσης για τις καταστροφές και τη λεηλασία που υπέστη η Κέρκυρα.
Ποιος να ήξερε τότε και ότι το ίδιο πρόσωπο, την «πολιτική σύνεση» του οποίου εκθείαζε ο μέχρι πρότινος και επανερχόμενος πια νομάρχης Πέτρος Ευριπαίος, την παραμονή της αποχώρησης των Ιταλών τούς… ευχαριστούσε για όσα τρομερά είχαν διαπράξει, αθωώνοντας την πολιτεία τους!
Με διπλωματική γλώσσα τον «κάρφωσε» δεόντως στο βιβλίο του «Οι Ιταλοί εν Κερκύρα», έναν χρόνο περίπου μετά, ο Κερκυραίος αξιωματικός Ευστάθιος Αγάθος. Μία και μοναδική φορά – κι αυτή πέντε μέρες πριν φύγουν και κάνοντας λόγο για «καλάς σχέσεις εις ας ευρίσκονται τα δύο Κράτη» (!!!) – ψέλλισε κάποια διαμαρτυρία ο νομαρχεύων Σταθακόπουλος. Ήταν τις 22 Σεπτεμβρίου. Δύο μέρες νωρίτερα μια ειρηνική διαμαρτυρία Κερκυραίων, που είχαν διαμαρτυρηθεί ανοιχτά στους Ιταλούς κατακτητές για το ότι με στρατιωτική μπάντα τους καθημερινά παιάνιζε θούριά τους και άλλα άσματα στην Πάνω Πλατεία – Κερκυραίοι έκοβαν τα καλώδια – και στους κεντρικούς δρόμους της πόλης, κατέληξε με πολλούς Κερκυραίους σοβαρά τραυματίες. Εδέησε λοιπόν ο κ. νομαρχεύων πέντε μέρες πριν φύγουν να γράψει στον Ιταλό αντιναύαρχο Σιμονέτι: «Έχω την τιμήν να φέρω εις γνώσιν της υμετέρας εξοχότητος τα εξής, άτινα νομίζω ότι θέλετε προλάβει εν τη διακρινούση υμάς ευθυκρισία. Η μουσική της Φρουράς, η καθ’ εκάστην σχεδόν εσπέραν παιανίζουσα εν τη άνω πλατεία της πόλεως, μετά την παιάνισιν διαφόρων τεμαχίων διέρχεται τας οδούς παιανίζουσα πατριωτικά θούρια. Εννοείτε πολύ καλά, κ. Αντιναύαρχε, ότι τούτο δύναται να δώση αφορμήν εις παρεξηγήσεις και δημιουργίαν επεισοδίων λυπηρών, παρ’ όλην την καλήν διάθεσιν εκ μέρους του ευγενούς Κερκυραϊκού Λαού, διότι πιθανόν να ευρεθώσι πολίται τινες να αποδοκιμάσωσιν θούριόν τι παρ’ όλας τας πλέον καλάς σχέσεις εις ας ευρίσκονται τα δύο Κράτη. Προς τούτο σας παρακαλώ πολύ όπως ευαρεστηθήτε να εκδώσητε τας σχετικάς διαταγάς προς πρόληψιν τούτων. Δέξασθε, κ. Αντιναύαρχε, τας διαβεβαιώσεις της εξαιρέτου προς υμάς υπολήψεως». Δεν τόλμησε καν να καταγγείλει τη βάρβαρη επίθεση που είχαν δεχθεί Κερκυραίοι πριν τρεις μέρες, αποσιωπώντας τη. Ο λαός ήταν «ευγενής» και είχε «καλή διάθεση» απέναντι στην κατοχική δύναμη, αλλά… κάποιοι μπορεί να παρέβλεπαν τις «καλές σχέσεις» Ελλάδας – Ιταλίας και να φέρονταν, δηλαδή, αγενώς!
Όπως το είχε θέσει ο Αγάθος, αυτό που τα ηγετικά επιτελεία του νησιού ζητούσαν από τον λαό στη διάρκεια της κατοχής ήταν να αποδείξει ότι διακατέχεται «υπό εμφύτου νομομοφροσύνης» (!) και να αποφύγει «πάσαν παρεκτροπήν» από τα μηνύματα υποταγής. Δήθεν, όπως ισχυριζόταν στον Σιμονέτι ο δημαρχεύων Στυλ. Μανιαρίζης ενώ ο διεθνής Τύπος και μέρος του ελληνικού συνέχιζαν να καταγγέλλουν την ωμή ιταλική βία στο νησί, «ο Κερκυραϊκός λαός είχε την δύναμιν να καταπνίξη εις τα βάθη της ψυχής του όλα τα γεννηθέντα εκ των θλιβερών γεγονότων και της αδικωτάτης επιθέσεως κατά της αμάχου και αφρουρήτου πόλεώς του αισθήματα αγανακτήσεως και υπεράνω αυτού εδέσποσεν εις την ψυχήν του η πατροπαράδοτος Ελληνική ευγένεια, ο Ελληνικός πατριωτισμός του και η μεγαλοφροσύνη του, επέδειξε μεν ανά παν αυτού βήμα τα βαθύτατα συναισθήματά του, εγνώρισεν όμως να παρακάμψη πάσαν αφορμήν διαταράξεως της τάξεως, της κατοχικής βέβαια». Τουλάχιστον όμως αυτός με καυστικά λόγια αρνήθηκε να αναγνωρίσει στον Ιταλό διοικητή του νησιού πιστοποιητικό καλής διαγωγής, όπως εκείνος ζητούσε την παραμονή της αποχώρησης· πράγμα που διέπραξε ο νομαρχών διευθυντής. «Όντως ο κ. Ναύαρχος εφάνη ευγενέστατος και λίαν ευπροσήγορος», βεβαίωσε ο κ. Σταθακόπουλος, προσθέτοντας ότι λαμβάνονταν όλα τα αναγκαία μέτρα μην τυχόν κι αποδοκιμαστεί κανείς Ιταλός φεύγοντας! «Εβεβαίωσε» τον Ιταλό ναύαρχο και πως με τη βοήθεια της φασιστικής κατοχικής δύναμης «ελειτούργουν απροσκόπτως» οι ελληνικοί νόμοι!
Ο ίδιος ο Σιμονέτι ομολογούσε ότι η κατοχική δύναμη βρισκόταν συχνά αντιμέτωπη με «εχθρότητα», αλλά υπήρχαν «βασιλικότεροι του βασιλέως».
Η ανάρτηση της σημαίας
Πανηγυρική η ατμόσφαιρα, με ρίγη ενθουσιασμού να πλημμυρίζουν καθώς ανυψωνόταν και πάλι η ελληνική σημαία, εκείνο το πρωινό της 27ης Σεπτεμβρίου 1923, στο Παλαιό Φρούριο της πόλης. Ήταν μέρα Πέμπτη.
Σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο, ήταν – τι σύμπτωση κι αυτή – η μέρα της δολοφονίας του Ιωάννη Καποδίστρια πριν από 92 χρόνια. Στο σπίτι που εκείνος γεννήθηκε και όπου είχε εγκατασταθεί μέρος του φασιστικού εσμού κατοχής βεβηλώνοντάς το, θα κυμάτιζε ξανά η ελληνική σημαία.
Ο επίσημος και λογοκρινόμενος από κρατικές υπηρεσίες αθηναϊκός Τύπος, δεδομένου ότι είχε προνοήσει για όλα τα σχετικά με την τελετή στην Κέρκυρα η ελληνική ηγεσία, δηλαδή παράλληλα η υπό τον Νικόλαο Πλαστήρα Επαναστατική Επιτροπή που είχε αναλάβει τα ηνία μετά την Μικρασιατική καταστροφή και η τοποθετημένη από εκείνη φιλοβενιζελική πολιτική κυβέρνηση υπό τον επίσης στρατιωτικό Στυλιανό Γονατά, είχε προαναγγείλει τι θα συνέβαινε. Πιο σωστά, τι ήταν επιθυμητό και επιτρεπόταν να συμβεί.
Το «Ελεύθερον Βήμα» τις 25 Σεπτεμβρίου, δηλαδή δύο μέρες νωρίτερα, τόνιζε ετούτο προπαντός: «Θα επιδοθούν ψηφίσματα ευγνωμοσύνης εις τα Προξενεία των Δυνάμεων».
Είχε αρχίσει, από ημερών, προσπάθεια «πλύσης εγκεφάλου» του λαού. Τόσο από τον φιλοβενιζελικό αντιμοναρχικό Τύπο όσο και από τις αντιβενιζελικές φιλομοναρχικές εφημερίδες, καθώς και οι δύο βασικές μερίδες της αστικής τάξης και του πολιτικού της προσωπικού συνέπιπταν, καταρχάς, στην επιλογή της Βρετανίας ως βασικού συμμάχου τους στο νέο σκηνικό. Πιο χοντροκομμένα ο πρώτος, έφτανε στο αδιανόητο σημείο, για να δικαιολογήσει τις βρετανικές αβρότητες, να αθωώνει και τον ίδιο τον Μουσολίνι, υποστηρίζοντας πως είχε πέσει… θύμα κακών παραινέσεων του ιταλικού Τύπου!
Εκείνες οι Μεγάλες Δυνάμεις που συνέπραξαν με παρασκηνιακές συναλλαγές ή με τη συνένοχη σιωπή τους στον εκβιασμό του Μουσολίνι εις βάρος της Ελλάδας και απαίτησαν από αυτήν να εγκλωβίσει το θέμα στην απολύτως ελεγχόμενη από αυτές «Πρεσβευτική Διάσκεψη» παραιτούμενη ουσιαστικά από την προσφυγή της στην Κοινωνία των Εθνών, δηλαδή η Βρετανία, η Γαλλία και οι ΗΠΑ, αναγορεύονταν σε «ευεργέτες» και «σωτήρες» της Κέρκυρας και της χώρας. Οι ίδιες αυτές εφημερίδες που έψεγαν την πολιτική υποκρισία τους, εκθείαζαν πια τον βρώμικο ρόλο τους, προπάντων μάλιστα της Βρετανίας, στις «αγκάλες» της οποίας από κοινού η κυβέρνηση, οι στρατιωτικοί και ο βασιλιάς είχαν εκχωρήσει τον χειρισμό του θέματος και μετά δεν πίστευαν το τραγικό αποτέλεσμα και προσπαθούσαν να «κάνουν το μαύρο άσπρο»!
Εμπαιγμός του λαού
Οπότε, η κερκυραϊκή βενιζελική πολιτική μερίδα και η αντιβενιζελική επίσης πολιτική μερίδα «έδωσαν ρέστα» για να ξεγελάσουν και να υποτάξουν τον λαό στα σχέδιά τους.
Είναι χαρακτηριστική η περιγραφή που έκανε το
«Ελεύθερον Βήμα» σε φύλλο της ανήμερα της ιταλικής φυγής, ενώ μερίδα του γαλλικού αστικού Τύπου βοούσε από αναδημοσιευόμενα στον ελληνικό εργατικό Τύπο φιλελληνικά άρθρα, που υποστήριζαν πως η Γαλλία έπρεπε να ντρέπεται για τη στάση της υπέρ του Μουσολίνι και πως η Ελλάδα είχε πέσει θύμα «διεθνούς ληστείας»:
«Σύμπας ο Κερκυραϊκός Λαός εν εξάλλω και απεριγράπτω ενθουσιασμώ υπεδέχθη το αντιτορπιλλικόν “Σμύρνη” όπερ έπλεε παραπλεύρως της παραλιακής οδού, κορυφώσας τον ενθουσιασμόν του κατά την αποβίβασιν του Νομάρχου κ. Ευριπαίου, τον οποίον ο λαός έφερεν επί χείρας και περιήγαγε με πρωτοφανή ενθουσιασμόν και δάκρυα χαράς εις τας κεντρικωτέρας οδούς της πόλεως (…) Το λαϊκόν ρεύμα ογκούμενον συνεχώς μετέβη εις τα προξενεία Αγγλίας και Γαλλίας και τα γραφεία της Αμερικανικής Επιτροπής της Περιθάλψεως των προσφύγων όπως εκδηλώση την εθνικήν ευγνωμοσύνην προς τας Μεγάλας Δυνάμεις. Οι πρόξενοι της Αγγλίας και της Γαλλίας ανηρπάγησαν υπό του μαινομένου εξ ενθουσιασμού Λαού και ραινόμενοι με άνθη περιήχθησαν εις όλην την πόλιν (…) Η Κέρκυρα πανηγυρίζει πλέουσα εις κυανολεύκους».
Μια πορεία πολιτών έχοντας στους ώμους τους τον νομάρχη, από τον οποίο μάταια πολλοί περίμεναν να δώσει μια πειστική εξήγηση γιατί είχε αφήσει ανενημέρωτο τον λαό το μεσημέρι της 31ης Αυγούστου ότι η ιταλική αρμάδα είχε επιθετικούς σκοπούς, περνούσε και από τα Μουράγια της πόλης. Μπροστά από το σπίτι του Διονύσιου Σολωμού. Σίγουρα κάποιοι θα σκέφτηκαν τους στίχους του «Λαέ αγαπημένε, πάντοτ’ ευκολοπίστευτε και πάντα προδομένε».
Ο νομάρχης εκείνος, υποστηρικτής του βενιζελικού στρατοπέδου και μετέπειτα υπουργός, δεν άργησε να «πάρει δρόμο» από το νησί. Επίσης, η «οπερέτα» των ύμνων στους ξένους προξένους και τους κυβερνώντες, για να το πούμε με λόγια του Κερκυραίου στρατιώτη Στίνα, δεν μπορούσε να έχει διάρκεια.
Γρήγορα «πέρασε και η μπογιά» του Κερκυραίου διπλωμάτη – και συγχρόνως και Γάλλου υπηκόου – Νικόλαου Πολίτη, αρχηγού της βενιζελικής παράταξης στο νησί, καθώς βαλλόταν από μέλη της κυβέρνησης, δίκην εξιλαστήριου θύματος, ως βασικός υπεύθυνος για το ότι η υπόθεση είχε αφεθεί άνευ όρων στη δικαιοδοσία της «Πρεσβευτικής Διάσκεψης» των Μεγάλων Δυνάμεων, στο κλαμπ των οποίων βέβαια, ειρήσθω εν παρόδω, δεν μετείχε η Σοβιετική Ένωση, την οποία ο Πολίτης δεν θέλησε ούτε να ενημερώσει για τις ελληνικές θέσεις, ενώ εκείνη θύμιζε πως διεθνείς συμφωνίες του 1863 καθιστούσαν παράνομη την κατάληψη της Κέρκυρας από τον Μουσολίνι, όπως αρχικώς υποστήριζε και η ελληνική κυβέρνηση.
Ψήφισμα ιστορικής αξίας
Ποια ήταν όμως, αλήθεια, η θέση του κερκυραϊκού λαού; Συμμεριζόταν όλα εκείνα που λέγονταν και γίνονταν εν ονόματί του;
Κάποιες απαντήσεις δίνει ένα Ψήφισμα που συμφώνησαν τις 5 Οκτωβρίου 1923 όχι κάποιες τοπικές αρχές, αλλά εκπρόσωποι 117 σωματείων, ενώσεων, συλλόγων και άλλων φορέων του λαού του νησιού, σε συγκέντρωσή τους στην Αναγνωστική Εταιρεία της πόλης. Σε αυτό, όσο και αν αποτέλεσε κοινή συνισταμένη, δεν βρήκαν θέση προπαγανδιστικοί και άλλοι παρόμοιοι ισχυρισμοί των αρχών, ούτε ευχαριστήρια σε κάποια Μεγάλη Δύναμη της εποχής.
Έκανε λόγο περί «κατοχής αφορήτου, καλυπτούσης αγρίας πράξεις και κατακτητικάς διαθέσεις» και «υπό της Ιταλικής Κυβερνήσεως συντελεσθείσαν κατάληψιν Ελληνικωτάτης και ουδετέρας νήσου κατά παραβίασιν κατάφωρον του Διεθνούς Δικαίου και της πολιτικής ηθικής». Εξέφραζε «βαθυτάτη ευγνωμοσύνη του Κερκυραϊκού λαού προς τα ευγενή Έθνη άτινα πρωτοστάτησαν εις τον αγώνα της ηθικής και του δικαίου, προς άμεσον άρσιν καταστάσεως μοναδικώς αθεμίτου εν τη Ιστορία και συντελέσαντα δια του ηθικού αυτών κύρους εις την απελευθέρωσιν της κερκυραϊκής γης». Επίσης, μεταξύ άλλων, απηύθυνε «ευγνώμονα χαιρετισμόν προς τον διεθνή τύπον τον καταστάντα ευγενή συνήγορον της ιεράς ταύτης υποθέσεως και δικαιώσαντα την υψηλήν αυτού αποστολήν».
Το υπέγραφαν εκ μέρους των εξής οργανώσεων τα ακόλουθα πρόσωπα: Ένωσης 71 αγροτικών συνεταιρισμών Ε. Μπαλός, ομοσπονδίας εργατών Β. Τσεζάνας, εργατικού κέντρου Βικ. Δενετάλης, αναγνωστικής εταιρείας Γ. Φλαμπουριάρης, δικηγορικού συλλόγου Φ. Παπαμάρκος, συνδέσμου εμπορικών και βιομηχανικών υπαλλήλων Γ. Γιοχάλας, ιατροχειρουργικής εταιρείας Ευγ. Πογιάγος, συλλόγου “Ομόνοια” Αλ. Βελλιανίτης, αλληλοβοηθητικού συλλόγου “Ανατολή” Αγγ. Φρεν, εμπορικού συλλόγου Ν. Μπαμίχας, αλληλοβοηθητικού συλλόγου Γ. Φαναριώτης, γυμναστικού συλλόγου Γερ. Γάγγας, καλλιτεχνικού συλλόγου Σ. Μουρίκης, φιλαρμονικής εταιρείας Α. Ποφάντης, φιλαρμονικής “Μάντζαρος” Ι. Γκαλούφας, ένωσης ερασιτεχνών Ειρήνη Δεντρινού, αγροτικής ένωσης “Δήμητρα” Γ. Τριβιζάς, ηπειρωτικού συλλόγου Θεμ. Μπαμίχας, αγροτικού πολιτικού συλλόγου “Ένωσις” Αν. Δενδρινός, συλλόγου Φιλελευθέρων Στεφ. Θεοτόκης, εμπορικού επιμελητηρίου Α. Ζερβός, συλλόγου ελευθέρων τεκτόνων Ν. Σπυράκος, σηροτροφικής εταιρείας Μ. Α. Ιδρωμένου, εργατικής αδελφότητας Άγγ. Γιαλλινάς, ωδικού συλλόγου Σπ. Λαβράνος, ισραηλιτικού συλλόγου “Άφιξις φωτός” Β. Όσμος, ισραηλιτικού συλλόγου “Ομόνοια” Ιακ. Μπαλέστρος, Ιατρείου Μ. Α. Ιδρωμένου, συνδέσμου εκφορτωτών λιμένος Διον. Βερβιτσιώτης, αδελφότητας εργατών λιμένος Ι. Γιαννιώτης, σωματείου κινητηρίου δυνάμεως Σ. Κλάδης, συνδέσμου κτιστών και λιθοξόων Π. Παρηγόρης και των συλλόγων καφεζαχαροπλαστών Α. Χρυσικός, παντοπωλών Δ. Γιαννάτος, αρτοποιών Α. Παπαδάτος, αρτοπαραγωγών Αλ. Μεταλληνός, υποδηματοποιών Α. Παπαδάτος, κουρέων Σ. Πρίφτης, καπνοπωλών “Η Κέρκυρα” Σ. Βελλιανίτης, εργατών αμαξηλατών Ν. Τσιλιμπάρης, καπνεργατών Αντ. Πουλής, λεμβούχων Νικ. Κατσούρης, καραγωγέων Γ. Απέργης, εργατών αλιέων Ν. Μαζαράκης, δημοδιδασκάλων Κωνστ. Τζίφρας, ραπτοεργατών Αν. Λοΐσιος, οπωροπωλών Σ. Μωραΐτης και ζυμαροαλευροτεχνιτών Γ. Μανωλάτος.
Οι μεγάλες αστικές εφημερίδες της Αθήνας, με επικεφαλής το «Ελεύθερον Βήμα», έκαναν ό,τι μπορούσαν για να δικαιολογήσουν τα πεπραγμένα της δίδυμης εξουσίας των Πλαστήρα – Γονατά, να «βγάλουν λάδι» τη Βρετανία, εξαίροντας ταυτόχρονα τον Πολίτη, ωσάν να ήταν υπό την «προστασία» τους.
Ως… «εξαιρετική επιτυχία του κ. Πολίτη» εκθείαζε την παταγώδη αποτυχία η εν λόγω εφημερίδα, σε άρθρο της με τίτλο «Κερκυραϊκά διδάγματα». Η «Πρεσβευτική Διάσκεψη», εν τω μεταξύ, είχε απαγορεύσει κιόλας στην Ελλάδα να υποβάλει στην Κοινωνία των Εθνών ή σε διεθνές δικαστήριο αίτημα αποζημίωσης για τα θύματα και τις ζημιές της ιταλικής κατάληψης.
Όσο για τον Μουσολίνι, δεν άργησε να «επανέλθει» στα Βαλκάνια, επιβάλλοντας ιταλική «επιρροή» στην Αλβανία ως ασθενέστερο κρίκο τους πολύ πριν την καταλάβει τον Απρίλιο του 1939 και επιλέγοντας το άλλοτε τμήμα της επικράτειας των Ιονίων Νήσων μικρό νησάκι Σάσων, πολύ κοντά στην Κέρκυρα, ως ιταλική ναυτική βάση. Οι βλέψεις του για διχόνοια μεταξύ των βαλκανικών χωρών, ώστε να διευκολυνθούν τα επεκτατικά σχέδια του ιταλικού κεφαλαίου, εξυπηρετήθηκαν μια χαρά με το ελληνοϊταλικό σύμφωνο που υπέγραψε η κυβέρνηση Βενιζέλου το 1928 με τη συγκατάθεση του κατοπινού στρατιωτικού δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, οι φασιστικές ιδέες του οποίου «ταίριαξαν» με εκείνες του αρχηγού του ιταλικού φασισμού, χωρίς βέβαια να τεθεί σε αμφισβήτηση η «πρωτοκαθεδρία» του βρετανικού παράγοντα στην άσκηση της ελληνικής εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, όποια σχετικά «επεισόδια» και αν μεσολάβησαν στην εξέλιξη των ελληνοϊταλικών σχέσεων μεταξύ 1923-1940.
Η συνέχεια το 1940
Κάπως έτσι, το 1940, η κυβέρνηση Μεταξά άφησε την Κέρκυρα χωρίς ένα κάποιο στοιχειώδες αντιαεροπορικό σύστημα, στο έλεος της ιταλικής αεροπορίας. Όπως δεκαεπτά χρόνια νωρίτερα η εξουσία Πλαστήρα – Γονατά, έτσι κι αυτή έκανε μνημόσυνα στην Αθήνα για τα θύματα του νέου ιταλικού βομβαρδισμού της Κέρκυρας.
Η τοπική ελίτ, φοβούμενη μετά την υποχώρηση στο αλβανικό μέτωπο ότι θα ακολουθούσε υφαρπαγή των επιχειρήσεων και των αξιωμάτων της από τους Ιταλούς στο πλαίσιο εξιταλισμού του νησιού, απηύθυνε έκκληση στον γερμανικό ναζισμό να καταλάβει αυτός το νησί! Εκπρόσωποί της, με υποκίνηση του στρατιωτικού διοικητή και καταδικασμένου αργότερα για δοσιλογισμό ως μέλους των προδοτικών κυβερνήσεων της Αθήνας Δημήτρη Πολύζου, επισκέφτηκαν γι’ αυτόν το λόγο το γερμανικό επιτελείο στα Ιωάννινα!
Είχαν υψώσει εν τω μεταξύ στο Παλαιό Φρούριο γερμανική σημαία, δήθεν εν αγνοία του νομάρχη Κέρκυρας και κατοπινού αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας Ευάγγελου Αβέρωφ, ο οποίος εκών – άκων παρέδωσε τελικά το νησί στους εισβολείς Ιταλούς με βάση ένα πολυσυζητημένο πρωτόκολλο, το οποίο υπερασπιζόταν με κείμενά του ίσαμε το 1975.
Η ίδια σχεδόν τοπική ελίτ, ορισμένα στελέχη της οποίας καταδικάστηκαν μετά την τετραετή κατοχή για ντροπιαστική συνεργασία κυρίως με τον Ιταλό κατακτητή, αρνήθηκε επίμονα τον Σεπτέμβριο του 1943, όταν η Ιταλία είχε συνθηκολογήσει ενώ συνέχιζε να έχει στο νησί χιλιάδες στρατιώτες, να προβληθεί άμυνα σε γερμανική απόβαση.
Όσο για τους κεντρικούς πολιτικούς πρωταγωνιστές της κατάληψης της Κέρκυρας το 1923, ο μεν Ν. Πλαστήρας ξεκουραζόταν στο κατεχόμενο από τους ναζί Βισύ της Γαλλίας και συνιστούσε αποδοχή της κατοχής ενώ φερόταν ως αρχηγός του ΕΔΕΣ του Ναπολέοντα Ζέρβα, ο δε Γονατάς, πολύ πιο δραστήριος, οργάνωνε τα προδοτικά Τάγματα Ασφαλείας στο πλευρό των δοσιλογικών κυβερνήσεων της Αθήνας εναντίον του ΕΑΜ τόσο απροσχημάτιστα, ώστε οι Βρετανοί μετά την κατοχή επέβαλαν την απόσυρσή του από το πολιτικό προσκήνιο, ως «καμένο χαρτί».
Η ελληνοϊταλική συμφωνία του 1978
Αλλά βέβαια η ιταλική επιθετικότητα ούτε τότε ήταν συνυφασμένη μόνο με τον φασισμό που είχε επικρατήσει στη γειτονική χώρα. Όπως είχε εξηγήσει ο άλλοτε σημαιοφόρος του Πολεμικού Ναυτικού της χώρας Σόλων Γρηγοριάδης το 1976 στο βιβλίο του «Υπόθεση Κέρκυρας, Αύγουστος 1923», ήδη εκείνη η επίθεση αντανακλούσε το επίπεδο ισχυροποίησης του «ήδη αναπτυγμένου ιταλικού καπιταλισμού, ο οποίος από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα είχε μπει στο μονοπωλιακό του στάδιο» και «ακολούθησε τους νόμους της εξελίξεως που γέννησαν το φαινόμενο του νεώτερου ιμπεριαλισμού» και την «εφόρμηση για την κατάκτηση νέων αγορών».
Πενήντα πέντε χρόνια μετά το 1923 και τριάντα οκτώ μετά το 1940, το 1978, ο κερκυραϊκός Τύπος, όπως φαίνεται και από το πιο πάνω εικονιζόμενο πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της εφημερίδας «Κερκυραϊκό Βήμα», είχε ως πρώτο θέμα του, επί μέρες, μια ελληνοϊταλική συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες των δύο χωρών, «εξέλιξη» της οποίας αποτέλεσε μια ανάλογη, βασισμένη στις ίδιες «ράγες», που υπέγραψε στις μέρες μας, προ τριών ετών συγκεκριμένα, ο Κερκυραίος πρώην υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας με τον Ιταλό ομόλογό του, με τις «ευλογίες» του ΝΑΤΟ.
Τη συμφωνία – σύμβαση του 1978 είχε εισηγηθεί στη Βουλή, ψηφίσει και υπογράψει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, με τα άλλα κόμματα να αρνούνται να την ψηφίσουν. Είχαμε παρακολουθήσει όλη τη συζήτηση. Τότε το ΠΑΣΟΚ έλεγε αρκετά πράγματα με το όνομά τους. Τι είχε υποστηρίξει στη Βουλή, μεταξύ άλλων, ο εισηγητής του Λευτέρης Βερυβάκης; «Με τη σύμβαση αυτή», είχε πει, «διακυβεύονται οικονομικά και πολιτικοστρατιωτικά μας συμφέροντα. Οι ρυθμίσεις για την υφαλοκρηπίδα του Ιονίου έγιναν μετά από πιέσεις των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ». Από την πλευρά του ΚΚΕ, ο βουλευτής του Κώστας Κάππος είχε σημειώσει: «Με τη σύμβαση που συζητάμε γίνονται σοβαρές παρεκβάσεις από τις αρχές που καθόρισε η Διεθνής Σύμβαση της Γενεύης. Οπωσδήποτε υπάρχουν παρεκβάσεις από την αρχή της μέσης γραμμής». Ο επικεφαλής του τότε κόμματος ΕΔΗΚ Γιάννης Ζίγδης είχε επίσης επισημάνει τέτοιες παρεκβάσεις, είχε θέσει το ερώτημα «Ποιοι τις επέβαλλαν και για ποιους λόγους;». Τις είχε συναρτήσει με την ύπαρξη «αποθεμάτων πετρελαίων στο Ιόνιο».
Αυτή τη φορά υπάρχει, καθώς φαίνεται αν συνεκτιμήσουμε δηλώσεις του προηγούμενου Αμερικανού πρέσβη στην Ελλάδα και πλέον μέλους της κυβέρνησης των ΗΠΑ Τζέφρι Πάιατ, ένας υπό αμερικανοΝΑΤΟική «ομπρέλα» συνεταιρισμός μερίδων των αστικών τάξεων των ΗΠΑ, της Ιταλίας και της Ελλάδας. Ως «βασίλισσα» των πετρελαϊκών «οικοπέδων» του Ιονίου Πελάγους φέρεται η εταιρεία Energean Oil & Gas ή απλώς Energean, η πλειονότητα των κεφαλαίων της οποίας είναι αμερικανικά και η δράση της συνδέεται στενά τόσο με την Ιταλία όσο και με την Ελλάδα και την ευρύτερη γεωγραφική περιοχή. Με μερίδιο 75% έχει τον έλεγχο στο «θαλάσσιο οικόπεδο» σε απόσταση μόλις 30 χιλιομέτρων δυτικά της Κέρκυρας και της Λευκάδας που έχει «παραχωρηθεί» για επιχειρηματική έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων και καλύπτει 2.422 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Δηλαδή στο αποκαλούμενο «Block 2», όπου σύμφωνα με πληροφορίες υλοποιούνται αυτές τις μέρες νέες, «προχωρημένες» ερευνητικές δραστηριότητες. «Οι εργασίες που έχουν πραγματοποιηθεί έως σήμερα», είχε ανακοινώσει πριν από μερικούς μήνες η επιχείρηση, «βεβαιώνουν ότι το Block 2 περιέχει τμήμα ενός δυνητικά μεγάλου στόχου σε αντικλινική δομή, η οποία ήδη έχει καλυφθεί σε φάσεις από σεισμικά δύο διαστάσεων. Η δομή αυτή θεωρείται ότι παρουσιάζει αναλογίες με το ιταλικό θαλάσσιο πεδίο Vega, που ήδη βρίσκεται σε παραγωγικό στάδιο και όπου η Energean είναι διαχειριστής με μερίδιο 60% και αναμένει ότι θα κατακυρωθεί σε αυτήν το γειτονικό θαλάσσιο Block 84 FR-EL στην ιταλική πλευρά του Ιονίου». Το «Block 2» φέρεται να «συνορεύει» με άλλο της εταιρείας στην «ιταλική θάλασσα», αλλά και να συνδέεται δομικά με έτερο νότια της Σικελίας που φέρει την οικεία μας κωδική ονομασία «Cassiopea», όπου διαχειριστής είναι η ιταλική εταιρεία ENI και η Energean κατέχει μερίδιο 40%.
Θυμίζουμε, για ακόμη μία φορά, όσον αφορά τη μέτρηση του εύρους της αιγιαλίτιδας ζώνης, ότι τα κερκυραϊκά Διαπόντια Νησιά είναι ένα σύμπλεγμα έντεκα νησιών που αποτελείται από τους Οθωνούς, την Ερίκουσα και το Μαθράκι και μερικές άλλες νησίδες βόρεια και βορειοδυτικά της Κέρκυρας και ότι μέρος αυτού του γεωγραφικού συμπλέγματος θεωρείται και το αλβανικό νησί Σάσων, δυτικά της Αλβανίας. Αλλά και ότι ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ έχει δηλώσει ότι το ΝΑΤΟ «εκτιμά και θα λάβει υπόψη του» αίτημα της Αλβανίας μια ναυτική βάση της να αποτελέσει και ΝΑΤΟϊκή βάση.
Ο Κερκυραίος μελετητής και αναλυτής υποπλοίαρχος Γιώργος Αθανάσαινας το 2004 είχε επισημάνει ότι η πιθανολόγηση σπουδαίων ενεργειακών κοιτασμάτων γύρω από το «τριεθνές» σημείο συνάντησης των ορίων Ελλάδας, Ιταλίας και Αλβανίας, σε συνδυασμό με την εμφάνιση «μεγάλων» μνηστήρων-διεκδικητών, προδιαγράφει για τα Ιόνια νησιά και την Ελλάδα εξελίξεις «οι οποίες δεν αποκλείεται να είναι όχι μόνο δυσχερείς, αλλά και επώδυνες».
Στη συμφωνία – διάδοχο εκείνης του 1978, που είχε υπογράψει με την Ιταλία ο κ. Ν. Δένδιας για τις θαλάσσιες ζώνες το 2020 προβλέφθηκε, όπως καταγγέλθηκε στη Βουλή, «μειωμένη επήρεια των Διαπόντιων Νησιών και των Στροφάδων».
Στην ελληνοϊταλική συμφωνία που είχε ψηφιστεί στην ελληνική Βουλή το 1978, ενώ είχε συναφθεί το 1977, πρωταγωνιστής από ελληνικής πλευράς ως υπουργός Εξωτερικών ήταν ένας Κερκυραίος από την πλευρά της μητέρας του πολιτικός της ΝΔ. Ο αργότερα και πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης.
Σύμφωνα με τον Κερκυραίο γεωπολιτικό πανεπιστημιακό αναλυτή Γιάννη Μάζη, με την αρχική συμφωνία όχι μόνον έχει αναγνωριστεί ιταλική «δικαιοδοσία» σε προνομιούχες θαλάσσιες περιοχές, αλλά και έχει προβλεφθεί «συνεκμετάλλευση» σε κρίσιμες θαλάσσιες περιοχές ελληνικής «δικαιοδοσίας». Επίσης, σύμφωνα με τον επίσης Κερκυραίο γεωπολιτικό αναλυτή Μπότση, ολόκληρη η περιοχή του Ιονίου «έχει συνδεθεί στενά με ζωτικά στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ» και τα νησιά μας «έχουν ληφθεί υπόψη στους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή», σχετικά και με την «ύπαρξη μεγάλων πετρελαϊκών αποθεμάτων βορείως της Κέρκυρας και δη στον υποθαλάσσιο χώρο μεταξύ Κέρκυρας και Οτράντο», καθώς «το ίδιο το ΝΑΤΟ προσεγγίζει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το γεωγραφικό σύμπλοκο Αδριατικής – Ιονίου – Μεσογείου». Αυτό συμβαίνει, σύμφωνα με τον Μάζη, λόγω και πιθανής «μελλοντικής διασταυρώσεως ενεργειακών, τηλεπικοινωνιακών και συγκοινωνιακών αξόνων και δικτύων υψίστης γεωστρατηγικής σπουδαιότητος στο γεωπολιτικό αυτό υποσύστημα». Αυτά, ανεξάρτητα βέβαια από το γεγονός ότι έχουν αναγνωριστεί δικαιώματα αλιείας σε ιταλικά και άλλα αλιευτικά σκάφη χωρών – μελών της ΕΕ μέσα στην αιγιαλίτιδα ζώνη μας, σε χώρο ελληνικής κυριαρχίας, κατά παρέκκλιση του νόμου 2538/1997.
Την επέκταση της γεωπολιτικής και οικονομικής ισχύος της η ιταλική αστική τάξη προωθεί δραστήρια, εξάλλου, μέσω της ιταλικής έμπνευσης γνωστής ευρωπαϊκής κίνησης που φέρει το όνομα «Πρωτοβουλία Αδριατική».
Οι περυσινές «ναυτικές κόντρες» Ρωσίας -ΝΑΤΟ στην περιοχή μας, όπως βέβαια και οι ναυτικές ασκήσεις που είχε πραγματοποιήσει στο Ιόνιο στόλος της Τουρκίας πριν από δώδεκα περίπου χρόνια ορμώμενος από αλβανική βάση, καθώς και οι τακτικά διεξαγόμενες στο Ιόνιο και την Αδριατική ΝΑΤΟικές ασκήσεις και η αυξανόμενη ναυτική παρουσία της Γαλλίας, συμπληρώνουν το παζλ.
Έναν αιώνα, λοιπόν, μετά το 1923, οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί στα μέρη μας έχουν διαφορετικά, πολύ πιο σύνθετα και ακόμα πιο επικίνδυνα, μάλλον, χαρακτηριστικά.
* Το κείμενο αυτό είναι συνέχεια των κειμένων με τίτλους «Ποιοι υπερασπίστηκαν τον λαό της Κέρκυρας και την Ελλάδα κατά του Μουσολίνι το1923» και «Η “απολογία” του νομάρχη Κέρκυρας και η συγκάλυψη ευθυνών για το 1923», που δημοσιεύτηκαν στο corfupress.com τις 31 Αυγούστου και τις 6 Σεπτεμβρίου, αντιστοίχως.