«Ήμασταν νέοι. Τώρα νεκροί. Να μας θυμάστε». Οι νεαροί μελλοθάνατοι αφήνουν το τελευταίο τους μήνυμα στο κελί, στη διαβόητη φυλακή της Κέρκυρας. Μες τη νύχτα τα χωνιά αποκαλύπτουν άλλο ένα σκοτεινό έγκλημα. Πιο πέρα το νησάκι Λαζαρέτο τούς περιμένει ξάγρυπνο για την εκτέλεση. Σε λίγο ο τοίχος με τα κρικέλια θα βαφτεί και με το δικό τους αίμα, η γη θα δεχτεί και τα δικά τους άψυχα κορμιά. Το σώμα τους και το αίμα τους, για να κοινωνάμε εμείς απ’ τη θυσία τους.
Το μήνυμα πέρασε στα χείλη του ομιλητή κι ύστερα κατευθείαν στην καρδιά όσων βρεθήκαμε εκεί, μια μέρα του Οκτώβρη που το φως περίσσευε, η θάλασσα άστραφτε κι η ομορφιά γύρω μας έφερνε στο νου την ομορφιά της νιότης που σαν λουλούδι απότομα κόπηκε, γιατί τόλμησε να διαλέξει την άλλη πλευρά της Ιστορίας. Τα φλογάτα γαρύφαλλα στους γυμνούς σταυρούς διαλάλησαν πως υπάρχουν καρδιές που «δεν βολεύονται με λιγότερο δίκιο» και πως κάτω απ’ το χώμα οι νεκροί «μες στα σταυρωμένα χέρια τους κρατάνε της καμπάνας το σκοινί, προσμένουνε την ώρα να σημάνουν την Ανάσταση».
Θα σας θυμόμαστε αγωνιστές της Αντίστασης, εραστές της Λευτεριάς, οραματιστές της Λαοκρατίας. Στα χρόνια που δεν προλάβατε να ζήσετε, μετρήσαμε και ξαναμετρήσαμε το μπόι μας, αλλά δεν έφτασε το δικό σας. Το σημάδι που βάλατε με κόκκινο στον πήχη της αντρειοσύνης, δεν το ξεπεράσαμε μέχρι σήμερα. Ποιος ξέρει τι «ευκαιρίες» θα μας δώσει το αύριο!