Η συγκρότησης μιας κυβέρνησης συνεργασίας ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις της Κεντροαριστεράς παρουσιάζεται σήμερα ως αναγκαία, επιβεβλημένη αλλά και ως απόλυτα εφικτή. Όσο και αν η σημερινή κυβέρνηση με τα παπαγαλάκια της, τους αναξιόπιστους δημοσιογραφικούς μηχανισμούς των ιδιωτικών κυρίως τηλεοπτικών και ηλεκτρονικών μέσων προσπαθούν να παρουσιάσουν την ιδέα μιας κυβέρνησης συνεργασίας ως αιτία ακυβερνησίας για τη χώρα, όσο κι αν η κυβερνητική προπαγάνδα παρουσιάζει τις αυτοδύναμες κυβερνήσεις ως τη μόνη προϋπόθεση για πολιτική σταθερότητα και πρόοδο, τα γεγονότα καθημερινά την διαψεύδουν.
Αλήθεια γνωρίζουμε πώς και από τι είδους κυβερνήσεις γίνεται η διαχείριση των πολιτικών πραγμάτων σήμερα στις χώρες της Ευρώπης; Γνωρίζουμε άραγε πόσα και ποια κράτη έχουν σήμερα κυβερνήσεις συνεργασίας; Στην Ενωμένη Ευρώπη τα 22 από τα 27 κράτη έχουν σήμερα κυβερνήσεις συνεργασίας. Η Γερμανία, η Ιταλία, το Βέλγιο, η Αυστρία, η Ισπανία, η Ολλανδία, οι Σκανδιναβικές χώρες, ακόμη και η Βουλγαρία έχουν κυβερνήσεις συνεργασίας. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κανείς που να υποστηρίζει ότι αυτές οι χώρες υστερούν σε σχέση με την Ελλάδα στην ανάπτυξη ή σε τομείς όπως η υγεία, η παιδεία, η προστασία του περιβάλλοντος, οι δημοκρατικές ελευθερίες κλπ. Το γεγονός αυτό βέβαια δεν το ακούς στη χώρα μας από τα συστημικά ΜΜΕ, καθώς η κυβερνητική προπαγάνδα καλά κρατεί.
Όλοι συμφωνούμε ότι το πολιτικό σύστημα και ειδικά τα πολιτικά κόμματα βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης σήμερα από μεγάλη μερίδα του κόσμου. Μια κυβέρνηση συνεργασίας με σταθερές βάσεις και συγκεκριμένες κατευθύνσεις, προσηλωμένη σε βασικούς στόχους π.χ. για την αναβάθμιση του εθνικού συστήματος υγείας, της δημόσιας και δωρεάν παιδείας, τη δίκαιη ανακατανομή του εισοδήματος προς όφελος της μεσαίας τάξης, την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, την εξωτερική πολιτική, την καταπολέμηση της διαφθοράς και της εγκληματικότητας δεν θα ήταν μια πρώτης τάξης απόδειξη και προσπάθεια ταυτόχρονα στην κατεύθυνση της ανατροπής αυτής αρνητικής εικόνας που έχουν οι πολίτες απέναντι σε κόμματα και δημοκρατικούς θεσμούς διακυβέρνησης;
Στον προβληματισμό για το αν υπάρχει η κατάλληλη υποδομή για το εγχείρημα μιας τέτοιας διακυβέρνησης η απάντηση είναι απόλυτα θετική καθώς η χώρα διαθέτει αυτή τη στιγμή ως εκλογικό νόμο, το δικαιότερο εκλογικό σύστημα, την απλή αναλογική, το οποίο σέβεται απόλυτα την κάθε ψήφο του πολίτη και δεν την αλλοιώνει όπως γίνεται με τα εκλογικά συστήματα που επινοήθηκαν από μονοκομματικές κυβερνήσεις για την εξυπηρέτηση του ελέγχου της εξουσίας.
Στο επιχείρημα που ακούγεται συνήθως από πολλούς ότι όλοι ίδιοι είναι ή ότι δεν υπάρχει κάποια διαχωριστική γραμμή μεταξύ προόδου και συντήρησης έρχεται ως αντεπιχείρημα η κατάσταση η οποία έχει φτάσει η χώρα σήμερα μετά από την τετραετή διακυβέρνηση της μονοκομματικής κυβέρνησης Μητσοτάκη. Μιλάμε σήμερα για κυβέρνηση των υποκλοπών, της ακρίβειας, της πανεπιστημιακής αστυνομίας, της υπονόμευσης της δημόσιας υγείας, της αναξιοκρατίας, της αλόγιστης ιδιωτικοποίησης, της φτωχοποίησης των πολλών και της αύξησης των κερδών ελάχιστων οικογενειών, της απόλυτης ασυδοσίας στις ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες, μια κυβέρνηση του φαίνεσθε και της επικοινωνίας και όχι της ουσίας.
Για τους λόγους αυτούς και βαδίζοντας στην ευθεία των εκλογών οφείλει κάθε κόμμα που θέλει ανήκει στον κεντροαριστερό χώρο να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, να ξεκαθαρίσει με ποιους είναι και ποιους θέλει να έχει απέναντί του, να αποσαφηνίσει την πολιτική του και να μην κρύβεται πίσω από λεκτικούς ακροβατισμούς.