Η προσφορά των Ενόπλων μας Δυνάμεων είναι αδιαμφισβήτητη. Τα στελέχη μας εργάζονται νυχθημερόν για την προστασία και την ασφάλεια της Χώρας, αποτελώντας τους εγγυητές της Εθνικής μας κυριαρχίας και των Εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Επιπλέον, συνδράμουν ουσιαστικά και με αυταπάρνηση στην αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών και στη διαχείριση κρίσεων, αποδεικνύοντας έμπρακτα την προσφορά τους στο κοινωνικό σύνολο. Δίκαια λοιπόν έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό των Ελλήνων πολιτών.
Η Κυβέρνησή μας στέκεται με σεβασμό απέναντι στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, αναγνωρίζοντας τη σημαντικότητα του έργου που επιτελούν. Βιώνοντας την ρευστή κατάσταση που επικρατεί στις σχέσεις μας με την Τουρκία και τις απειλές που κατά καιρούς δεχόμαστε, αλλά και τις συγκρούσεις που λαμβάνουν χώρα στην ευρύτερη γειτονιά μας, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας – ήδη από το 2020 – προχώρησε σε ένα γενναίο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού και ανανέωσης των μέσων και δυνατοτήτων των Ενόπλων μας Δυνάμεων. Με ένα πρωτόγνωρο πρόγραμμα 160 εξοπλιστικών προγραμμάτων και αμυντικών επενδύσεων βελτιώνονται δραστικά οι επιχειρησιακές δυνατότητες των Όπλων και διασφαλίζεται όσο πληρέστερα γίνεται, η ασφάλεια και η άμυνα της χώρας. Παράλληλα δίνεται η δυνατότητα στις νέες γενιές των στελεχών να χειρίζονται μέσα προηγμένης τεχνολογίας με ασύγκριτες δυνατότητες και με μεγαλύτερη ασφάλεια.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως τα στελέχη των Ενόπλων μας Δυνάμεων είναι άρτια εκπαιδευμένα και συνεχίζουν να εκπαιδεύονται στα νέα όπλα και τακτικές, ώστε να είναι ικανά να αποτρέψουν οποιαδήποτε πρόκληση και απειλή σε ξηρά, θάλασσα και αέρα.
Επιδεικνύουν αφοσίωση στο καθήκον, σθένος και πολλές φορές αυτοθυσία.
Όμως η δεκαετής οικονομική κρίση και τα μνημόνια είχαν ως αποτέλεσμα τις περικοπές των αποδοχών, τόσο των εν ενεργεία όσο και των εν αποστρατεία στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και μολονότι η Κυβέρνηση έχει προβεί σε κάποιες αυξήσεις μισθών και επιδομάτων, το διαθέσιμο εισόδημα των στελεχών απέχει κατά πολύ από τα επίπεδα προ μνημονίων.
Την τελευταία δεκαετία μάλιστα, παρατηρούνται συνεχείς παραιτήσεις στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων, με το μεγαλύτερο πρόβλημα να παρουσιάζεται στο Πολεμικό Ναυτικό. Επίσης τα τελευταία χρόνια οι Στρατιωτικές Σχολές δεν προσελκύουν τον μεγάλο αριθμό των υποψηφίων του παρελθόντος και οι βάσεις εισαγωγής βαίνουν μειούμενες. Πρόκειται για φαινόμενα που προβληματίζουν τους γνωρίζοντες και τους ιθύνοντες.
Για τους λόγους αυτούς, η Πολιτεία οφείλει να εξετάσει σοβαρά το ενδεχόμενο να αυξήσει τις οικονομικές απολαβές και τις παροχές στο προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων. Είτε αφορούν μισθοδοσία, είτε ειδικά επιδόματα, εκτός έδρας, εν πλω κλπ. Απολαβές που θα αντικατοπτρίζουν την σπουδαιότητα και την αξία της προσφοράς τους στην Πατρίδα, αλλά και την δυσκολία και επικινδυνότητα του επαγγέλματος.
Απολαβές που θα παρέχουν την δυνατότητα αξιοπρεπούς διαβίωσης, αλλά και την αναγνώριση του πολυεπίπεδου έργου τους. Και βέβαια η αύξηση των απολαβών είναι κρίσιμη, όχι μόνο για τη διασφάλιση της δίκαιης αντιμετώπισης αυτών που υπηρετούν, αλλά και για την ελκυστικότητα του επαγγέλματος. Οι ικανοποιητικές απολαβές, ενθαρρύνουν τους νέους να ενταχθούν στις Ένοπλες Δυνάμεις, αλλά παρέχουν και ένα κίνητρο για την συγκράτηση των παραιτήσεων έμπειρων στελεχών, αλλά και νεωτέρων.
Η Πολιτεία οφείλει να ενσκήψει ακόμη περισσότερο στις ανάγκες των στελεχών των Ενόπλων μας Δυνάμεων, στους άνδρες και στις γυναίκες που υπηρετούν με πίστη και αυταπάρνηση την Πατρίδα.
Τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να δρομολογηθεί η οφειλόμενη αυτή μεταρρύθμιση.
*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ‘’ΤΟ ΠΑΡΟΝ της Κυριακής’’ στις 26/11/2023