*Γράφει ο Χρυσόστομος Μπούκας
Η ιατρική σχολή είναι η μόνη που έχει εξαετή φοίτηση. Όλες οι άλλες σχολές επιστημών είναι τετραετείς.
Ξεκινάμε λοιπόν, χωρίς κανένα χάσιμο χρόνου: 18 ετών αποφοίτηση από λύκειο και 6 χρόνια ιατρική, φθάσαμε αισίως στην ηλικία των 24 ετών.
Οι άρρενες, δύο χρόνια στρατιωτική θητεία, 26 ετών.
Ένας χρόνος υποχρεωτική θητεία υπαίθρου (αγροτικός γιατρός), 27 ετών.
Δύο χρόνια εκπαιδευόμενος σε περιφερειακό Νοσοκομείο, 29 ετών.
Τουλάχιστον δύο χρόνια αναμονή για Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο για «πλήρη εκπαίδευση», 31 ετών (υπάρχουν ειδικότητες που η αναμονή τους φθάνει ή ξεπερνάει τα 4 χρόνια).
Τρία χρόνια σε Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο, φθάσαμε αισίως τα 34 χρόνια.
Αν υπολογίσω τα ενδιάμεσα χρονικά διαστήματα αναμονής, ένας γιατρός ειδικότητας, τελειώνει στα 35 του χρόνια.
Δεν υπολογίζω διατριβές ή μεταδιδακτορικά. Εκεί ξεφεύγουμε. Το πάω όσο πιο συντηρητικά γίνεται.
Αντίστοιχα, ένας νεαρός, ας τον βάλουμε μετά το λύκειο, που ανοίγει ένα κατάστημα, μια επιχείρηση, μαθαίνει και ασκεί την τέχνη του υδραυλικού, ηλεκτρολόγου κ.ο.κ. μέχρι τα 35 του χρόνια έχει κάνει τις οικονομίες του, την οικογένειά του, έχει στρώσει τη ζωή του, ίσως έχει κάνει το σπιτάκι του και έχει μεγαλώσει τα παιδιά του ηλικίας 12-14 τουλάχιστον ετών.
Το κράτος καλεί έναν νέο ειδικευμένο επιστήμονα, 35-36 ετών να προσφέρει τις υπηρεσίες του σε Νοσοκομείο, επαρχιακό προφανώς, με 1500 ευρώ μηνιαίως, που μετά την φορολόγησή τους παραμένουν 1300 περίπου.
Με αυτά τα χρήματα πρέπει να βρει και να ενοικιάσει σπίτι, να φροντίσει την οικογένειά του που πιθανόν έχει δημιουργήσει σε όλα αυτά τα χρόνια αγώνα.
Το δόλωμα των εφημεριών, κανα χιλιάρικο επιπλέον και να λείπει από την οικογένειά του 10 τουλάχιστον μέρες το μήνα, καθημερινές ή γιορτές, με την οικογένεια στον αυτόματο. Πού κουράγιο να τρέξει τα παιδιά του σε μπάσκετ, ποδόσφαιρο ή κολύμβηση.
Έχει να αντιμετωπίσει πολλούς εμπαθείς, αμόρφωτους, έως και ανόητους που διοικούν τα Νοσοκομεία, γιατί συνήθως διορίζονται με μόνο προσόν ότι είναι οι κόλακες της εξουσίας.
Διορίζονται εκεί, όχι ουσιαστικά να διοικήσουν και να φροντίσουν τη βελτίωση της λειτουργίας ενός Νοσοκομείου, αλλά να καταστείλουν κάθε δίκαια φωνή που κάνει αιτήματα για τα αυτονόητα. Πρέπει να διαφυλάξουν στο απυρόβλητο τον Υπουργό «τους».
Δεν μπορούν καν να διανοηθούν ότι τα συνεχή «Εντέλλεστε», οι Ένορκες Διοικητικές Εξετάσεις και ποινές διοικητικές ή χρηματικές. δείχνουν την πλήρη ανικανότητα διοίκησης και την προσφυγή στην αθλιότητα και εμπάθειά τους. Οι δικοί «μας» και οι «άλλοι».
Φυσικά θεωρείται αυτονόητη η στήριξή τους από τις κομματικές Νομαρχιακές και τους ομογάλακτους βουλευτές. Μία άθλια αλυσίδα αλληλοεξυπηρέτησης και ατομικών συμφερόντων.
Έχω να διηγηθώ αμέτρητες ιστορίες.
Αυτό είναι μόνο ένα μικρό δείγμα που εξηγεί γιατί οι γιατροί, όταν τελειώνουν την ειδίκευσή τους φεύγουν στο εξωτερικό, όπου θα βρουν καλύτερες και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και ασφαλώς πολλαπλάσιους μισθούς για την εργασία που προσφέρουν.
Και αν ακόμα, κάποια στιγμή νοσταλγήσουν τον μεσογειακό ήλιο της πατρίδας τους, τον ιδιωτικό τομέα θα επιλέξουν στην επιστροφή τους. Μην έχετε καμία αμφιβολία.
Όσες προκηρύξεις θέσεων και αν γίνουν, ιδιαίτερα σε επαρχιακά Νοσοκομεία, δυστυχώς, μην ελπίζουμε. Από πολύ δύσκολα, έως απίθανο είναι να την επιλέξουν γιατροί.
Γιατί όμως φθάσαμε σε αυτό το σημείο, όταν παλαιότερα για μία θέση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, ανταγωνίζονταν 8 και 10 υποψήφιοι με πολλά προσόντα στο βιογραφικό τους;
Πώς φθάσαμε έως εδώ και πώς οικοδομείται σταδιακά ένα κράτος με δομές αφιλόξενες για τον πολίτη, αρκεί να ελέγχονται οι αρμοί εξουσίας που την αναπαράγουν;
Υπάρχει αναστροφή; Ποιες ανατρεπτικές, προοδευτικές προτάσεις πρέπει να ενταχθούν στην πολιτική ατζέντα για διεκδίκηση προς όφελος του πολίτη;
Όλα αυτά και πολλά άλλα, σε επόμενη παρέμβαση.