Η κλεψύδρα αδειάζει : Ο χρόνος προς τις κάλπες της 21ης Μαΐου, άρχισε ήδη να μετράει αντίστροφα. Τα κόμματα ξεδιπλώνουν την πολιτική τους στρατηγική, προσδοκώντας στο καλύτερο δυνατό εκλογικό αποτέλεσμα, το οποίο θα αντιστοιχούσε και σε ένα ανάλογο πρωταγωνιστικό ρόλο την επαύριον των εκλογών.!
Το σύστημα της απλής αναλογικής
Η επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση, θα διεξαχθεί με το σύστημα της απλής αναλογικής, δηλαδή με τον νόμο της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Με το εν λόγω σύστημα για να υπάρξει πλειοψηφία 151 εδρών σε ένα και μόνον κόμμα, (μονοκομματική κυβέρνηση), απαιτείται εκλογικό ποσοστό 50%+ 1 ψήφων ή έστω, ένα ποσοστό τουλάχιστοn 46,5% – 47% plus, ανάλογα με τη μη αντιπροσωπευόμενη ψήφο, δηλαδή ανάλογα με το ποσοστό των κομμάτων που έμειναν εκτός Βουλής.
Η καθαρά συνταγματική ερμηνεία της απλής αναλογικής, όπως έγκριτοι συνταγματολόγοι εξηγούν, είναι Ότι : «έχει μεγάλη σημασία να συνειδητοποιήσουμε ότι στο ισχύον σύστημά, στις επερχόμενες εκλογές, οι ψηφοφόροι εκλέγουν βουλευτές, δεν εκλέγουν κόμματα, πρωθυπουργό και κυβέρνηση. Η κυβέρνηση αναδεικνύεται από τη Βουλή».
Ωστόσο, προσθέτουν ταυτόχρονα, πως, «έστω κι αν η απλή αναλογική καθιστά δύσκολη τη μονοκομματική πλειοψηφία, κάτι τέτοιο δεν σημαίνει απαραίτητα ότι το πρώτο κόμμα μπορεί εύκολα να αγνοηθεί στον σχηματισμό κυβέρνησης, ιδίως όταν στα τελικά αποτελέσματα προηγείται με μεγάλη διαφορά».
«Τερατογένεση» – «Κυβέρνηση Ηττημένων»
Άριστοι γνώστες, της παραπάνω αναφερθείσας «συνταγματικής αρχής, είναι τόσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όσο και ο Αλέξης Τσίπρας, οι οποίοι, ως αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων, (Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ), διαγκωνίζονται «επί ίσοις όροις», – σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις – , για την πρωτιά στις εκλογές, μέσα σε ένα πολιτικό κλίμα ακραίας πόλωσης, που ελάχιστα απέχει από αυτό της «τοξικότητας».
«Υπάρχει μόνο μία αξιόπιστη πρόταση διακυβέρνησης: Η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για αυτοδύναμη Ελλάδα, με αυτοδύναμη Νέα Δημοκρατία», τονίζει με κάθε ευκαιρία ο πρωθυπουργός , Κυριάκος Μητσοτάκης, προσθέτοντας ταυτόχρονα, πως, «Όλες οι υπόλοιπες προτάσεις χάνονται στους διαδρόμους υπόγειων συναλλαγών, φαντασιώσεων περί προοδευτικών διακυβερνήσεων, «κυβέρνησης ηττημένων», και «εάν τα κουκιά βγαίνουν, μην έχετε αμφιβολία, ο κ. Τσίπρας, θα επιχειρήσει μια τέτοιου είδους «πολιτική Τερατογένεση».
Σε ένα παρόμοιο πνεύμα, «πολιτικού κυνηγού» της εκλογικής πρωτιάς, μια «κυβέρνηση ηττημένων», έχει αποκλείσει και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αλέξης Τσίπρας, προτάσσοντας το διακύβευμα, «Πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, έστω και με μια ψήφο διαφορά για να σχηματιστεί ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ, την επόμενη των εκλογών».
Ερμηνεύοντας καθαρά συνταγματικά τους προσδιοριστικούς όρους, που χρησιμοποιούν οι δύο πολιτικοί αρχηγοί, Κυριάκος Μητσοτάκης και Αλέξης Τσίπρας, – «Τερατογένεση» και «Κυβέρνηση Ηττημένων» – , είναι πολιτικά άτοποι, δεοντολογικά μη επιτρεπόμενοι, νομικά αστήρικτοι και κοινωνικά μειωτικοί.
Οποιαδήποτε κυβέρνηση δημιουργείται από δημοκρατικά εκλεγμένη βουλή και απολαμβάνει την κοινοβουλευτική εμπιστοσύνη, (ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΔΕΔΗΛΩΜΕΝΗΣ), εξ ορισμού αποκλείεται να είναι «Τερατογένεση» ή «Κυβέρνηση Ηττημένων».
Επιπρόσθετα, παρατηρείται το ακραία «πολιτικό παράδοξο» : Όσο ο Αλέξης Τσίπρας επιμένει στην άρνηση σχηματισμού «κυβέρνησης ηττημένων», τόσο ακυρώνει αυτήν καθ’ εαυτήν, την πολιτική δυναμική της Απλής Αναλογικής, την οποία η κυβέρνησή του θεσμοθέτησε.
Επιπλέον, δε, δια της τεθλασμένης πολιτικής επιχειρηματολογίας, ο Αλέξης Τσίπρας, ενισχύει το «πολιτικό διακύβευμα» του κύριου πολιτικού του αντιπάλου, του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος ευθέως προτάσσει, «αξιόπιστη πρόταση διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας για αυτοδύναμη Ελλάδα, με αυτοδύναμη Νέα Δημοκρατία, απέναντι στον κίνδυνο ακυβερνησίας».
Έωλες αν όχι καθαρός μύθος οι δεύτερες εκλογές
Πέραν των όποιων προσωπικών ή κομματικών στοχεύσεων των πολιτικών αρχηγών και των κομμάτων τους, την επαύριον των εκλογών, όλοι θα κληθούν να διαχειριστούν τους αριθμούς και να ανταγωνιστούν με τις νέες πολιτικές ισορροπίες, που θα έχουν ξεμυτήσει από τις κάλπες.
Ποιος μπορεί να είναι ο μετεκλογικός χάρτης της Ελλάδας, την επαύριον της 21ης Μαΐου.; Τα αποτελέσματα όλων των μέχρι τούδε μετρήσεων της κοινής γνώμης, δείχνουν τα εξής τινά :
- Το όποιο κόμμα έρθει πρώτο, δεν θα έχει ποσοστό πολύ πάνω από το 30%, χωρίς να αποκλείεται και ποσοστό κάτω του 30%.
- Η επόμενη βουλή θα είναι 7κομματική.
Με αυτά τα δεδομένα, εύκολα συνάγεται το πολιτικό συμπέρασμα πως όχι απλά είναι αδύνατη η αυτοδυναμία από την πρώτη κάλπη αλλά επιπλέον, κρίνεται άσκοπη και η δεύτερη κάλπη καθώς κι από αυτήν δεν αναμένεται κάποιο ίχνος πιθανοτήτων κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας.
Διόλου τυχαία, ο έμπειρος περί τα εκλογικά, υπουργός εσωτερικών Μάκης Βορίδης, δήλωσε στο κρατικό ραδιόφωνο : «Οι τέσσερις μονάδες διαφορά είναι μια καθαρή διαφορά. Να το πω διαφορετικά. Άλλο είναι ένα ποσοστό 30, άλλο είναι ένα ποσοστό 34, άλλο είναι ένα ποσοστό 37. Αλλά θέλω να πω ότι εδώ στην πραγματικότητα με τη στάση του ο λαός μας θα αποφασίσει σε μεγάλο βαθμό στις πρώτες εκλογές, γι’ αυτό λέω ότι είναι κρίσιμες, μια σειρά από πράγματα τα οποία θα αποτελούν και ουσιαστικά θα κρίνουν το αποτέλεσμα των δεύτερων» συμπλήρωσε ο Υπουργός.
Σ αυτό το κλίμα και πνεύμα, η επιχειρηματολογία της κυβέρνησης και της κυβερνώσας παράταξης, πως θα παραδώσει άμεσα την πρώτη διερευνητική εντολή ώστε η χώρα να οδηγηθεί σε δεύτερες εκλογές και η γαλάζια παράταξη σε κοινοβουλευτική αυτοδυναμία, καθίσταται αυτόματα έωλη αν όχι και καθαρός μύθος για δύο τινά :
Α). Καθώς με μικρότερο από 34% ποσοστό στην πρώτη κάλπη, δεν υπάρχει εφαλτήριο που με σιγουριά να προσφέρει αυτοδυναμία στη δεύτερη κάλπη, και
Β), Σε μια καθόλα ρευστή πολιτική σκηνή, ουδείς εγγυάται στους επιτελείς της γαλάζιας παράταξης, τι μπορεί να προκύψει κατά την δεύτερη ή Τρίτη διερευνητική εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, ή,
Γ). Τι μπορεί να προκύψει σε ενδεχόμενες δεύτερες εκλογές που θα διενεργηθούν από υπηρεσιακή κυβέρνηση.!
Η ασάφεια της «Προοδευτικής Διακυβέρνησης»
Από την άλλη πλευρά του πολιτικού φεγγαριού, ο επίσης έμπειρος, πρώην υπουργός στις κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ, Γιάννης Δραγασάκης, επισήμαινε στο ATTICA TV : «Θα διερευνήσουμε την περίπτωση σχηματισμού κυβέρνησης ακόμα και ως δεύτεροι». «Άλλο τι θέλω να πετύχω και τι επιδιώκω, (και αναμφίβολα ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στοχεύει την πρωτιά στις εκλογές), και άλλο η διαχείριση της μετεκλογικής συγκυρίας», εξήγησε ο βετεράνος της αριστεράς.
«Για μας είναι ξένο να πούμε δεν τη θέλουμε (σ.σ. τη διερευνητική εντολή) διότι δεν μας ευνοεί ο συσχετισμός. Δεν θα μείνουμε αδρανείς», ανέφερε μεταξύ άλλων ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Με την άποψη του Γιάννη Δραγασάκη, συμφωνούν κορυφαία στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο Νίκος Βούτσης και ο εξάδελφος του πρώην πρωθυπουργού, Γιώργος Τσίπρας.
Πέραν, όμως, της όποιας θέσης, για σχηματισμό κυβέρνησης με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, είτε στην περίπτωση της πρώτης θέσης, είτε και από την δεύτερη θέση, εάν και εφόσον τα «κουκιά βγαίνουν», ο Αλέξης Τσίπρας έχει να αντιμετωπίσει το «ψυχρό εμφυλιακό κλίμα», που επικρατεί μεταξύ των κομμάτων της ευρύτερης κεντροαριστεράς.
Ουδείς μπορεί να παραβλέψει ότι :
Α). Όπως απομάκρυναν οι υποκλοπές το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ από την Νέα Δημοκρατία, κατ ανάλογο τρόπο, το απομάκρυνε από τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ η υπόθεση του Αλέξη Γεωργούλη.
Β). Στην Χαριλάου Τρικούπη, δεν ξεχνούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, ήταν και παραμένει ο πολιτικός εχθρός που κατέκτησε κομματικά εδάφη του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ και του αφαίρεσε την πολιτική πρωτοκαθεδρία στην ευρύτερη κεντροαριστερά.
Γ). Οι άλλες δύο συνιστώσες, (ΠΡΑΤΤΩ του Νίκου Κοτζιά και ΜΕΡΑ25 του Γιάνη Βαρουφάκη), θεωρούμενες εν δυνάμει κυβερνητικοί εταίροι της Κουμουνδούρου, διατηρούν στο ακέραιο την άποψη πως, «προοδευτική κυβέρνηση δεν μπορεί να προκύψει σε τρεις ημέρες της διερευνητικής εντολής».
Πέραν όλων τούτων, ας στοχαστούν στη αξιωματική αντιπολίτευση, πως «κοινό πρόγραμμα» διακυβέρνησης της αριστεράς στη Γαλλία, προέκυψε μετά από 12 χρόνια συζητήσεων, έστω κι αν το Σοσιαλιστικό και το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας συνευρέθηκαν στο «Κοινό Μέτωπο του Μάη του 68».!