Εκδήλωση της τομεακής επιτροπής του ΚΚΕ για το ρόλο του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας στην ίδρυση του αστικού κράτους
“Η επανάσταση στην Ελλάδα δεν ήταν μόνο αστική, αλλά και εθνικοαπελευθερωτική, o Ιωάννης Καποδίστριας απέβλεπε στη ρωσική στήριξη, όμως δεν πολιτεύτηκε ως όργανό της, όπως κατηγορήθηκε σκοπίμως και αδίκως”
Μία εξαιρετική, με αριστερή ματιά, ιστορική μονογραφία για τη ζωή και το έργο του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας, ήταν η αφορμή για την Αλέκα Παπαρήγα να κάνει μία πολύμηνη μελέτη για την περίοδο διακυβέρνησης του Καποδίστρια, στο πλαίσιο της έκδοσης του Τμήματος Ιστορίας του ΚΚΕ για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση. Για το θέμα αυτό η πρώην γραμματέας του ΚΚΕ θα μιλήσει στην Κέρκυρα.
Στην Κέρκυρα θα βρεθεί την Τρίτη (22 Μαρτίου) η πρώην γ.γ. του ΚΚΕ Αλέκα Παπαρηγα, η οποία θα είναι ομιλήτρια στην εκδήλωση που διοργανώνει η Τομεακή Επιτροπή του κόμματος με αντικείμενο το ρόλο του Ιωάννη Καποδίστρια στην ίδρυση του ελληνικού αστικού κράτους.
Η Αλέκα Παπαρήγα, σε μία μονογραφία της στο βιβλίο «1821 – η Επανάσταση και οι απαρχές του ελληνικού αστικού κράτους» (εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, 2021) αποτιμά το ρόλο του Καποδίστρια, τις συνθήκες της δολοφονίας του, τη στάση των μεγάλων δυνάμεων της εποχής αλλά και των πολιτικών αντιπάλων του Καποδίστρια εντός κι εκτός χώρας, την κοσμοθεωρία του αλλά και την έμπρακτη συμβολή του στη διαμόρφωση ενός υπό αποκρυστάλλωση αστικού νεοελληνικού κράτους.
Η εκδήλωση θα γίνει στις 18:30 στο Εργατικό Κέντρο. Ας σημειωθεί ότι η ομιλία θα μεταδοθεί μέσω live streaming από το CorfuPress.com.
Το κείμενο της Παπαρήγα για τον Καποδίστρια
Δημοσιεύουμε απόσπασμα από το μονογραφία του μέλους της Κ.Ε. του ΚΚΕ και πρώην γραμματέα του κόμματος, Αλέκας Παπαρήγα:
Ο Ιωάννης Καποδίστριας θεωρούσε ότι στο νέο ελληνικό κράτος δεν υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες για συνταγματικό κοινοβουλευτικό πολίτευμα, ότι έπρεπε να προηγηθούν επαρχιακά συμβούλια και στην πορεία να δημιουργηθεί η λεγόμενη εθνική αντιπροσωπία. Υποστήριζε ότι όσο θ’ αναπτυσσόταν και ενισχυόταν το αστικό κράτος, αντίστοιχα, θα περιοριζόταν και η δύναμη των τοπικών εξουσιών, δηλαδή η εξουσία των προεστών μέσω της τοπικής αυτοδιοίκησης, που είχε παραχωρηθεί από την Πύλη στις συνθήκες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Όπως ήδη έχει σημειωθεί, η αποστολή και η δράση του Ι. Καποδίστρια (στα τρία χρόνια και οκτώ μήνες που κυβέρνησε) ήταν η υλοποίηση των ταξικών στόχων της αστικής εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης, δηλαδή να κάνει το πρώτο βήμα προκειμένου να συγκροτηθεί κεντρικό αστικό κράτος με συνταγματική μονοπρόσωπη πολιτική εξουσία, αστικός επαγγελματικός στρατός και στόλος, να οργανωθεί σύστημα διοίκησης, δικαιοσύνης, υγείας και παιδείας, να ανοικοδομηθούν και δημιουργηθούν και νέα αστικά κέντρα και υποδομές ως προϋποθέσεις για ν’ αναπτυχθούν οι καπιταλιστικές σχέσεις μέσα από την ανάπτυξη της γεωργίας, της βιοτεχνίας, του εμπορίου και στην πορεία της βιομηχανίας.
Επίσης, επιδίωκε να ολοκληρωθεί η αποχώρηση των στρατευμάτων του Ιμπραήμ από την Πελοπόννησο και των Οθωμανών από τη Στερεά, να προχωρήσει η αποκατάσταση των προσφύγων προς τις απελευθερωμένες περιοχές, να αντιμετωπιστεί η ληστεία και η πειρατεία, αλλά και η επιδημία της πανώλης.
Οι παραπάνω επιτακτικές ανάγκες απαιτούσαν τη συγκέντρωση κρατικών οικονομικών πόρων ως πρώτη προϋπόθεση για να δρομολογηθεί η κατάργηση των φεουδαρχικών σχέσεων, η αντιμετώπιση των πολεμικών καταστροφών στις υποδομές, αλλά και μια κάποια αντιμετώπιση της εξαθλίωσης των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, των ακτημόνων (με τη μετατροπή τους σε μικροϊδιοκτήτες γης, στηρίγματα της αστικής εξουσίας).
Ο Ι. Καποδίστριας υπηρέτησε, σε δύσκολες συνθήκες, τους ταξικούς στόχους της αστικής εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης, με αποφασιστικότητα αλλά και με ελιγμούς, συμβιβασμούς και υποχωρήσεις, ανάλογα με τις συνθήκες και τα εμπόδια που είχε να αντιμετωπίσει, κατά την προσωπική του πολιτική πείρα και σκέψη, αλλά και παίρνοντας υπόψη τη μονοπρόσωπη έκφραση αυτής της πρώτης μορφής του ελληνικού κράτους.
Στην εκτίμηση της πολιτικής που ακολούθησε και της αποτελεσματικότητάς της ως αφετηριακό ξεκίνημα, πρέπει να υπολογιστούν οι παρακάτω παράγοντες, τόσο οι γενικοί όσο και οι ιδιαίτεροι ελληνικοί.
Α. Η επανάσταση στην Ελλάδα δεν ήταν μόνο αστική, αλλά και εθνικοαπελευθερωτική εναντίον της φεουδαρχικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στον περιορισμένο ελλαδικό απελευθερωμένο χώρο οι αστικές δυνάμεις, που ηγήθηκαν στην εξέγερση του 1821, είχαν μικρή πολιτική δύναμη, καθώς το μεγαλύτερο μέρος τους βρισκόταν και δρούσε εκτός των αρχικών, περιορισμένων γεωγραφικών του ορίων. Οι εντός του πρώτου ελληνικού κράτους αστικές δυνάμεις των πλοιοκτητών και των εμπόρων είχαν τη βασική τους δύναμη στα νησιά, με κέντρο την Ύδρα. Αν και αποσκοπούσαν στη συγκρότηση ενός αστικού συγκεντρωτικού κράτους, απαιτούσαν παράλληλα την εκπλήρωση των ιδιαίτερων οικονομικών τους συμφερόντων.
Οι πρόκριτοι και κοτζαμπάσηδες, που η πορεία ένταξής τους στις αστικές σχέσεις επηρεαζόταν και από τη διατήρηση ορισμένων κεκτημένων τους επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, συνέχιζαν να διατηρούν σημαντικές δυνάμεις στο νεοσύστατο κράτος. Μάλιστα, οι λιγότερο αστοποιημένοι γαιοκτήμονες-πρόκριτοι αποτελούσαν ανασταλτικό παράγοντα στην πιο γρήγορη ανάπτυξη και εμβάθυνση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής.
Οι αντιθέσεις ανάμεσα στις ετερογενείς κοινωνικές δυνάμεις της Επανάστασης δυσκόλεψαν τη διαμόρφωση ενιαίας συνείδησης, από την πρώτη φάση της απελευθέρωσης, ώστε να μην υπηρετήσουν την αστική ανάπτυξη στο νεοσύστατο κράτος, ξεπερνώντας την τοπικότητα και ιδιαιτερότητα των συμφερόντων τους.
Σε βασικό πρόβλημα αναδείχτηκε και η έλλειψη δημοσιονομικών πόρων, που θα οδηγούσε στην ενίσχυση και συσπείρωση των αστικών δυνάμεων γύρω από την πολιτική του Ιωάννη Καποδίστρια προκειμένου να συγκροτηθεί το αστικό κράτος, το οποίο θα στήριζε χρηματοδοτικά τα πιο δυναμικά τμήματα της αστικής τάξης, που είχαν συμφέρον από την ολοκληρωτική κατάργηση των ημιφεουδαρχικών σχέσεων, και θα βοηθούσε το τμήμα γαιοκτημόνων, που με το ένα πόδι πατούσε στις καπιταλιστικές σχέσεις και με το άλλο στα φεουδαρχικά προνόμια, να πρσαρμοστεί γρηγορότερα στις πρώτες.
Β. Η προϋπηρεσία του Ιωάννη Καποδίστρια στην τσαρική Ρωσική Αυτοκρατορία τροφοδοτούσε επιφυλάξεις και υποψίες σε βάρος του ότι ενεργούσε ως όργανο της Ρωσίας παρά τις προσπάθειές του να διαμορφώσει συμμαχίες με τη Μ. Βρετανία ή και τη Γαλλία.
Οι λεγόμενες “προστάτιδες” δυνάμεις είχαν άμεση παρέμβαση στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Ανάλογα και με τις μεταξύ τους αντιθέσεις προσεταιρίζονταν ή χρησιμοποιούσαν (άρα και υποδαύλιζαν) τις αντιθέσεις ανάμεσα στους γαιοκτήμονες-προκρίτους και τους πλοιοκτήτες-εμπόρους από τη μία και τον Ι. Καποδίστρια και τον πολιτικό του περίγυρο από την άλλη.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας απέβλεπε στη ρωσική στήριξη, όμως δεν πολιτεύτηκε ως όργανό της, όπως κατηγορήθηκε σκοπίμως και αδίκως.
Ο Καποδίστριας βέβαια διέθετε πείρα από τη διπλωματική του καριέρα ως εκπροσώπου της Ρωσίας στις διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των άλλων δυνάμεων στη διαδικασία συγκρότησης εθνικών κρατών και διαμόρφωσης του πολιτικού τους συστήματος. Ως κυβερνήτης της Ελλάδας, όμως, επωμίστηκε το πολύ διαφορετικό, σύνθετο όσο και δύσκολο καθήκον της συσπείρωσης των δυνάμεων της Επανάστασης στη συγκρότηση του νέου αστικού κράτους. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες και εν μέσω των ανταγωνισμών των διαφορετικών κοινωνικών δυνάμεων που πήραν μέρος στην Επανάσταση προτίμησε την κατάργηση του Συντάγματος, την αναστολή της λειτουργίας της Εθνοσυνέλευσης, τον παραγκωνισμό ικανών αστών ηγετών.
Αν και είχε διακηρύξει τη διανομή γης στους ακτήμονες και σε οπλαρχηγούς που δε θα συμπεριλαμβάνονταν στον τακτικό στρατό, δεν προχώρησε σε μια τέτοια επιλογή κάτω από την πίεση των γαιοκτημόνων και προκρίτων, κάνοντας ελιγμούς για να μην οξύνει τις αντιθέσεις μαζί τους. Βασικός παράγοντας αναστολής των υποσχέσεών του για διανομή γης ήταν και οι δεσμεύσεις που είχαν επιβληθεί στο νέο ελληνικό κράτος σχετικά με τις λεγόμενες “εθνικές γαίες” ως υποθήκη των δανείων που έγιναν κατά τη διάρκεια του Αγώνα του 1821.
Παρόλ’ αυτά ο Ιωάννης Καποδίστριας έβαλε τις βάσεις για τη συγκρότηση του αστικού κράτους και των οργάνων του, χάραξε ένα γενικό σχέδιο ενίσχυσης των αστικών οικονομικών σχέσεων: Ένα πρόγραμμα που στη γενική του γραμμή ακολουθήθηκε και μετά από τη δολοφονία του, από την αντιβασιλεία του Όθωνα.