Ανακοίνωση της τοπικής ΔΕΕΠ με αφορμή τις ανακοινώσεις Αυλωνίτη και ΕΓΕΣΥΚ για το νοσοκομείο του νησιου.
Αναλυτικά:
Σε μια χρονική περίοδο όπου το Ε.Σ.Υ και το Γενικό Νοσοκομείο της Κέρκυρας δέχονται ασφυκτικές πιέσεις εξ αιτίας της εκρηκτικής έξαρσης των κρουσμάτων λόγω της μετάλλαξης Όμικρον και η κοινωνία αγωνιά για την δυσάρεστη εξέλιξη της πανδημίας που επιφέρει σαρωτικές επιδράσεις και στην οικονομία, δεν πρόκειται να ρίξουμε «νερό στο μύλο του λαϊκισμού», όσων επέλεξαν αυτή την χρονική περίοδο να αντιπολιτευτούν την Κυβέρνηση αποσκοπώντας σε μικροκομματικά οφέλη. Είμαστε όμως υποχρεωμένοι να αποκαταστήσουμε την αλήθεια και να αντικρούσουμε όσα αναληθή αναφέρονται σε διάφορες ανακοινώσεις.
Αναγνωρίζουμε την αγωνία των υγειονομικών και των συνδικαλιστικών τους οργάνων οι οποίοι με τις παρεμβάσεις στο δημόσιο διάλογο προσπαθούν να πιέσουν ώστε να βελτιωθεί ακόμα περισσότερο το Ε.Σ.Υ. Κανείς δεν είπε ότι είναι «όλα τέλεια» και εμείς, όπως και η Διοίκηση του Γ.Ν. Κ δημόσια έχει τοποθετηθεί ότι «πρέπει ακόμα να γίνουν πολλά». Αλλά επίσης, σε αυτό το χρονικό διάστημα των δύο ετών που διαρκεί η πανδημία της Covid-19 έχει επιτελεστεί μια τεράστια προσπάθεια ενίσχυσης του Ε.Σ.Υ. Δεν μπορούμε όμως να ανεχθούμε τον ισοπεδωτικό, μηδενιστικό και καταστροφικό λόγο της αντιπολιτεύσεως, με μοναδικό στόχο να πλήξει την Κυβέρνηση και προσωπικά τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και όχι να λειτουργήσει ως μοχλός πίεσης για την βελτίωση των συνθηκών στο Ε.Σ.Υ. Γιατί, αν όντως ήταν αυτό το κίνητρο της, θα το είχε πράξει όταν είχε την ευθύνη της διαχείρισης των πραγμάτων στη χώρα μας.
Να θυμηθούμε τι έχει πράξει η προηγούμενη Κυβέρνηση και η προηγούμενη Διοίκηση του Γ. Ν. Κέρκυρας; Που μείωσαν τον αριθμό των μόνιμων εργαζομένων του Οργανισμού του Νοσοκομείου μας; Που με «ταχυδακτυλουργικό» τρόπο ενοποίησαν σε μια τις δυο παθολογικές κλινικές του Νοσοκομείου μας και από 11-12 παθολόγους σήμερα στη πιο βασική κλινική εργάζονται 3-4 παθολόγοι. Να θυμηθούμε επίσης την ακατανόητη καθυστέρηση προμήθειας του αξονικού τομογράφου 64 τομών και όχι μόνο αυτό αλλά δεν προχώρησαν τη δημιουργία αιμοδυναμικού τμήματος ώστε να μπορούν να γίνονται ιατρικές πράξεις και να μειωθεί ο αριθμός των Κερκυραίων «μεταναστών υγείας» στα Γιάννενα. Μπορούμε να ξεχάσουμε το «πολεμικό» που επικρατούσε μεταξύ Διοίκησης και γιατρών με αποτέλεσμα να αποχωρήσουν από το Νοσοκομείο μας άξιοι και διακεκριμένοι γιατροί; Και άλλα πολλά. Και μέσα σε όλα αμφισβητούν την αύξηση του αριθμού των Μ.Ε.Θ, αλλά δεν λένε στους συμπολίτες μας όλη την αλήθεια. Ότι η προμήθεια των μηχανημάτων των Μ.Ε.Θ μπορεί να επιτευχθεί όμως τα πρόβλημα έγκειται στην στελέχωση των Μ.Ε.Θ αφού για να αποκτήσει ένας γιατρός την ειδικότητα του εντατικολόγου χρειάζεται περίπου μια 10ετία.
Κάποια στιγμή όμως θα πρέπει να σταματήσει αυτή η «καραμέλα» που χρησιμοποιείται, κυρίως για αντιπολιτευτικούς λόγους, ότι το Νοσοκομείο μας έχει μετατραπεί σε «Νοσοκομείο μιας νόσου», που ελλοχεύει να απαξιωθεί το Νοσοκομείο μας και η προσπάθεια των υγειονομικών μας, οι οποίοι κρατούν ζωντανό, λειτουργικό, μάχιμο και αποτελεσματικό το μοναδικό δευτεροβάθμιο νοσηλευτικό ίδρυμα στο νησί μας. Κάτι τέτοιο τους αδικεί. Η αλήθεια είναι ότι από 1 Ιανουαρίου του 2021 μέχρι 30 Δεκεμβρίου του 2021, έγιναν 17.873 εισαγωγές, εκ των οποίων μόνον οι 767 εισαγωγές είναι με Covid-19. Όσον αφορά το αναληθές και ανακριβές επιχείρημα ότι μειώθηκε ο αριθμός των εργαζομένων του Νοσοκομείου μας, ας κάνουν τον κόπο να μπουν στην πλατφόρμα του ΕΡΓΑΝΗ για να δουν τα ακριβή στοιχεία και να μην διαρρέουν ψευδείς πληροφορίες.
Τέλος όσον αφορά τον Διοικητή του Νοσοκομείου, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω, δεν έχει απουσιάσει ούτε μια ημέρα από την έναρξη της πανδημίας, οφείλουμε να πούμε ότι περιβάλλεται με απόλυτη εμπιστοσύνη. Η πρόσληψη του είναι αξιοκρατική και ο καθένας μπορεί να δει το βιογραφικό του και να το συγκρίνει με βιογραφικά προηγούμενων Διοικητών και Προέδρων. Προφανώς και υπάρχουν άξιοι Κερκυραίοι που θα μπορούσαν να φέρουν σε πέρας την δύσκολη αποστολή της Διοίκησης του Νοσοκομείου μας, αλλά οι προσλήψεις δεν γίνονται με κριτήρια γεωγραφικά, καταγωγής, φύλου ή θρησκεύματος, γιατί όποιος υποστηρίζει κάτι τέτοιο παραπέμπει σε στείρες τοπικιστικές, για να μην πούμε ρατσιστικές αντιλήψεις.