Πέθανε το πρωί της Τετάρτης η Ειρήνη Παππά. Με μακρόχρονη θητεία στο θέατρο, τον κινηματογράφο, το ταλέντο της αναγνωρίστηκε διεθνώς.
Πέθανε το πρωί της Τετάρτης (14/9) η εμβληματική Ελληνίδα ηθοποιός Ειρήνη Παππά σε ηλικία 96 ετών.
Η είδηση βύθισε στο πένθος την καλλιτεχνική κοινότητα της χώρας. Με μακρόχρονη θητεία στο θέατρο, τον κινηματογράφο, η Ειρήνη Παππά έλαμψε με το ταλέντο της, το οποίο αναγνωρίστηκε διεθνώς. Ο Πορτογάλος σκηνοθέτης Μανοέλ Ντε Ολιβέιρα, είχε πει ότι είναι «η πανέμορφη και μεγαλοπρεπή φιγούρα που ενσαρκώνει τη γυναικεία ψυχή στη βαθύτερη έκφραση της και η εικόνα της Ελλάδας όλων των εποχών».
Ξεκίνησε από την ηλικία των 15 ετών ως ραδιοφωνική παραγωγός, τραγουδίστρια και χορεύτρια σε διάφορες εκδηλώσεις. Παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, που τότε ονομαζόταν Εθνική Σχολή Κλασικού Θεάτρου με σπουδαίους δασκάλους όπως τους Γιώργο Γληνό, Νικόλαο Παρασκευά, Λουκά Καρυντινό, Πέλο Κατσέλη, Δημήτρη Ροντήρη, κλπ.
Στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε το 1948, στην επιθεώρηση των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου «Άνθρωποι… Άνθρωποι» στη Λυρική Σκηνή, με τους σημαντικότερους ηθοποιούς της εποχής. Στην αυτοβιογραφία του ο Αλέκος Σακελλάριος, γράφει ότι την πρωτοείδε στο Σύνταγμα. Λόγω της εμφάνισής της, της ένδυσης και του περπατήματος της του έμοιαζε σαν «ζωντανή Καρυάτιδα». Την παρουσίασε στον Φίνο και έπαιξε στην πρώτη της ταινία το 1948, που ήταν οι «Χαμένοι άγγελοι » του Νίκου Τσιφόρου.
Το 1951 έγινε γνωστή διεθνώς με την κοινωνική δραματική ταινία «Νεκρή Πολιτεία» της Φίνος Φιλμ, στον Μυστρά, που προβλήθηκε, αντιπροσωπεύοντας την Ελλάδα, στο Φεστιβάλ των Καννών, του σκηνοθέτη Φρίξου Ηλιάδη και συμπρωταγωνιστή τον Γιώργο Φούντα (ο οποίος εμφανίζεται για πρώτη φορά στον κινηματογράφο) και διαδραματίζεται στον Μυστρά.
Τρεις από τις ταινίες στις οποίες η Ειρήνη Παππά πρωταγωνίστησε προτάθηκαν για Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, με την γαλλόφωνη «Ζ» του Κώστα Γαβρά να το κατακτά, ενώ υποψήφιες υπήρξαν επίσης και δύο ελληνικές ταινίες, μεταφορές στην μεγάλη οθόνη αρχαίων τραγωδιών, η «Ηλέκτρα» και η «Ιφιγένεια».
Η Ειρήνη Παππά συμμετείχε σε πολλές χολιγουντιανές παραγωγές, ενώ πρωταγωνίστησε και στο θέατρο Μπρόντγουεϊ το 1967.
Το 1979 στο Ηρώδειο, όταν ήταν να παιχτεί το «Αντώνιος και Κλεοπάτρα», βρέθηκε σε διαμάχη με τον Δημήτρη Χορν που είχε εκφραστεί απαξιωτικά εναντίον της.
Η διεθνής αναγνώριση
Στην Ελλάδα δεν έχει αναγνωριστεί τόσο, όσο διεθνώς. Τιμήθηκε με το Παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο το 1995.
Το 2008, η Ιταλία την τίμησε με το «Βραβείο Ρώμη» στο αρχαίο θέατρο της «Όστια Αντίκα». Τότε όταν παρέλαβε το βραβείο είχε πει: «Δεν ξέρω αν πρέπει να γελάσω ή να κλάψω, μπορώ μόνο να πω ότι η Αθήνα θα είναι πάντα η μητέρα μου, αλλά η Ρώμη, παράλληλα, είναι δεύτερη μητέρα μου, από ξεκάθαρη επιλογή μου». Στην Ιταλία συνεργάστηκε με πολλούς Ιταλούς σκηνοθέτες και οι Ιταλοί την αγάπησαν, λέγοντας Bella Greca και Irene Nostra (δηλ. «η δικιά μας Ειρήνη»). Στην Ιταλία κατέφυγε τα χρόνια της χούντας, δεδομένου ότι ήταν υποστηρίκτρια του κομμουνισμού.
Η Πορτογαλία έδειξε την εκτίμησή της με την υποστήριξη στο θέατρο που ίδρυσε εκεί για να παίζονται αρχαίες τραγωδίες. Γι’ αυτό το θέατρο η Ειρήνη Παππά διέμενε στην Πορτογαλία τα τελευταία ενεργά χρόνια της.
Το 2000 τιμήθηκε με τον τίτλο «Γυναίκα της Ευρώπης» και το 2009 με τον Χρυσό Λέοντα Μπιενάλε του Θεάτρου της Βενετίας, από τα χέρια του σκηνοθέτη Μαουρίτσιο Σκαπάρο.
Τα τελευταία χρόνια είχε τιμηθεί και με τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα στο Πανεπιστήμιο Τορ Βεργκάτα της Ρώμης στην Ιταλία.
Συνολικά έλαβε περισσότερες από 24 τιμητικές διακρίσεις και βραβεία.
Σύμφωνα με τον κριτικό Ρότζερ Ίμπερτ, είχε τρία «μειονεκτήματα», το ύψος της, που έκανε πολλούς ηθοποιούς να μη θέλουν να σταθούν δίπλα της, την ομορφιά της που ήταν ανταγωνιστική για τις άλλες ηθοποιούς και τη «βαριά» πελοποννησιακή προφορά της.
Η Ειρήνη Παπά είχε εκμυστηρευτεί σε συνέντευξή της: “Πιστεύω ότι πρώτα είσαι άνθρωπος, μετά γυναίκα, μετά ηθοποιός. Πώς θα βάλω το επάγγελμα να με φάει, να μπω σε ένα κουτάκι και να συμπεριφέρομαι ανάλογα. Και αυτή να είμαι αλλάζω. Κάποτε η σταρ ήταν διαφορετική. Σήμερα είναι αλλιώτικη. Κάποτε ο σταρ ήταν ο ένας, ο άλλος, σήμερα είναι ο Αλ Πατσίνο. Κάποτε οι σταρ φορούσαν τουαλέτες, σήμερα φοράνε μπλουτζίν σχισμένα, όλο τρύπες. Αύριο θα είναι τα μαλλιά πράσινα. Εγώ αποφάσισα να μην ακολουθήσω… “.
Τα παιδικά χρόνια και η οικογένεια
Η Παππά γεννήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 1929 στο Χιλιομόδι Κορινθίας ως Ειρήνη Λελέκου. Οι περισσότερες αναφορές δείχνουν (λανθασμένα) ως ημερομηνία γέννησης τις 3 Σεπτέμβρη του 1926 αλλά σύμφωνα με το δημοτολόγιο και τους εκλογικούς καταλόγους η σωστή ημερομηνία είναι 3 Σεπτεμβρίου 1929. Μεγάλωσε σε οικογένεια δασκάλων, όπως ο παππούς της, οι γονείς της και ηθεία της που την επηρέασαν στη μόρφωσή της.
Η μητέρα της,Ελένη, ήταν δασκάλα, από την οποίαείχε ακούσει πολλά παραμύθια και ιστορίες. Ο πατέρας της,Σταύρος, ήταν καθηγητής κλασικού δράματος, υπήρξε διευθυντήςστο σχολείο του Σοφικού Κορινθίας και την έμαθε να διαβάζειαρχαίους Έλληνες. Αδελφές της ήταν η Ευαγγελία Λελέκου-Μανθοπούλου (1925-), ιατρόςακτινολόγος, πρώην διευθύντρια του νοσοκομείου Άγιος Σάββας και ηλογοτέχνιδα και ποιήτρια Δέσποινα Λελέκου-Τατάκη (1926-2009). Ο προπάππος της Σταύρος Λελέκος, γύρω στα τέλη του 19ουαιώνα, έγραψε το πρώτο συντακτικό της ελληνικής γλώσσας (1881),όπως και άλλα βιβλία για την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ανιψιός της είναι ο σκηνοθέτης καισεναριογράφος Μανούσος Μανουσάκης, γιός τής αδελφής τηςΔέσποινας.Επίσης ανιψιός της είναι και ο ηθοποιός ΑίανταςΜανθόπουλος, γιος της αδελφής της Ευαγγελίας. Η ίδια δεναπέκτησε δικά της παιδιά.
Οι γονείς της είχαν αντιρρήσεις όταν στην εφηβεία της τους είπε ότι ήθελε να γίνει ηθοποιός.
Το 1947 παντρεύτηκε το σκηνοθέτη και ηθοποιό Άλκη Παππά (1922-2018), με τον οποίο χώρισαν το 1951, αλλά διατήρησε το επίθετό του. Η ίδια προτιμούσε να γράφει το επίθετο με ένα «π», δηλαδή «Παπά» (όπως στα αγγλικά «Irene Papas»). Η ίδια είχε αποκαλύψει το 2004 στην ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera, μετά τον θάνατο του Μάρλον Μπράντο, ότι υπήρξε μεταξύ τους μια μακρά και «μυστική αγάπη». Είχε πει επίσης ότι είχαν συναντηθεί το 1954 στη Ρώμη. Όπως είπε τον εκτιμούσε πολύ, ήταν το «μεγάλο πάθος της ζωής της» και συναντήθηκαν για τελευταία φορά το 1999 στην Αθήνα.