Η επίκληση του Συντάγματος, η προβολή του ως το απόλυτο εχέγγυο για την προστασία και διαφύλαξη δικαιωμάτων και ελευθεριών, αναμασάται όλο αυτό το διάστημα από όλες τις πλευρές του αστικού πολιτικού φάσματος, τα αστικά ΜΜΕ, οπορτουνιστικές δυνάμεις, διάφορους ακαδημαϊκούς, νομικούς και μη.
Είναι όμως έτσι; Ή μήπως, όλο αυτό το πολυδαίδαλο θεσμικό πλαίσιο που νομιμοποιεί τις μαζικές – ακόμα και προληπτικά – παρακολουθήσεις, που βάζει στο μικροσκόπιο τη ζωή του καθενός και της καθεμιάς, βρίσκεται κάτω από τις «προστατευτικές φτερούγες» του αστικού Συντάγματος;
Οι συνταγματικές προβλέψεις
Μια ματιά στις ίδιες τις συνταγματικές διατάξεις είναι η καλύτερη απάντηση:
- Πολύς λόγος γίνεται το τελευταίο διάστημα για την «εθνική ασφάλεια», η επίκληση της οποίας νομιμοποιεί την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών, σύμφωνα με το άρθρο 19 παρ. 2 του Συντάγματος. Πρόκειται για μια γενική έννοια – ομπρέλα που επιτρέπει άρσεις του απορρήτου κατά συρροή, με μαζικό τρόπο, σε ολόκληρες περιοχές, ακόμα και προληπτικά,ενώ αξιοποιείται διαχρονικά ως νόμιμη «αιχμή» επίθεσης στα λαϊκά δικαιώματα και τη δράση του εργατικού – λαϊκού παράγοντα.
Ταυτόχρονα, στην ίδια παράγραφο, προβλέπεται η δυνατότητα άρσης του απορρήτου και για την αντιμετώπιση σειράς αδικημάτων, συμπεριλαμβανομένων και αδικημάτων που αξιοποιούνται ήδη ενάντια στους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα. Περιλαμβάνεται για παράδειγμα σε αυτά και η τρομοκρατία (187Α), η οποία αξιοποιείται για να ποινικοποιήσει τη ριζοσπαστική ιδεολογία και δράση, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της ΕΕ. Στην ίδια κατεύθυνση ήταν το νομικό οπλοστάσιο που αντιμετώπισε σε όλη την υπερεκατόχρονη Ιστορία του το Κόμμα μας, πληρώνοντας με εκτελέσεις, βασανιστήρια, φυλακές και εξορίες τις κατηγορίες περί «κατασκοπείας», «προδοσίας» κ.ο.κ.
Διαμορφώνεται δηλαδή ένας ακόμα ασφυκτικός κλοιός για την πολιτική και συνδικαλιστική δράση, που αποδεικνύει ότι στο στόχαστρο της «εθνικής ασφάλειας» βρίσκεται σταθερά ο «εχθρός – λαός».
- Στη συνέχεια, το Σύνταγμα
παραπέμπει για τις «λεπτομέρειες» στον εφαρμοστικό νόμο, όπως συμβαίνει άλλωστε και με σειρά άρθρων του που αναφέρονται σε δικαιώματα και ελευθερίες. Δίνεται έτσι η δυνατότητα ανάλογα με τις εξελίξεις, τις κάθε φορά προτεραιότητες, επιδιώξεις, συμμαχίες της αστικής τάξης να διαμορφώνεται το αντίστοιχο νομικό πλαίσιο που θα τις προωθεί και θα τις θωρακίζει, προσαρμόζοντας αντίστοιχα και τα δικαιώματα και τις ελευθερίες.
Στη συγκεκριμένη μάλιστα περίπτωση είναι χαρακτηριστικό ότι ο εφαρμοστικός νόμος ψηφίστηκε το 1994 (Ν.2225/1994), διατηρήθηκε και εμπλουτίζεται μέχρι σήμερα, επιβεβαιώνοντας πως το θεσμικό πλαίσιο που νομιμοποιεί τον έλεγχο, την παρακολούθηση των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, αποτελεί σταθερή επιδίωξη της αστικής τάξης και υπηρετείται από όλες τις κυβερνήσεις και το κράτος της.
Η δε συζήτηση στην οποία πρωτοστατούν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ αλλά και οπορτουνιστικές δυνάμεις για επανεξέταση/διεύρυνση του καταλόγου των ποινικών αδικημάτων που προβλέπονται, ώστε να μη γίνεται «καραμέλα» η επίκληση της εθνικής ασφάλειας και για να «εκσυγχρονιστεί» το σχεδόν 30ετές νομικό πλαίσιο, μόνο επικίνδυνες συνέπειες μπορεί να έχει για τα δικαιώματα των εργαζομένων, της νεολαίας, αφού, εκτός των άλλων, μπορεί να οδηγήσει και στην αύξηση του καταλόγου των εγκλημάτων για τη διερεύνηση των οποίων επιτρέπεται η άρση του απορρήτου.
- Φυσικά το Σύνταγμα καλύπτει και τις κατευθύνσεις της ΕΕ, αλλά και τη δράση ξένων μυστικών υπηρεσιών στη βάση διακρατικών συμφωνιών κ.ο.κ.αφού, σύμφωνα με τα άρθρα 27 και 28 του Συντάγματος, κατοχυρώνει τη συμμετοχή στην ΕΕ, την υπεροχή του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου, την υποχρέωση εφαρμογής και ενσωμάτωσής του στο ελληνικό δίκαιο (άρθρο 28), αλλά και επιτρέπει τη διέλευση και παραμονή ξένων στρατιωτικών δυνάμεων εντός ελληνικής επικράτειας (άρθρο 27 παρ.2). Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο το ΚΚΕ ζητάει διαχρονικά την κατάργηση του άρθρου 28, αλλά και την απαγόρευση της διέλευσης και στάθμευσης ξένων στρατιωτικών δυνάμεων και της παραχώρησης βάσεων και άλλων διευκολύνσεων.
Το έργο το έχει ξαναδεί ο λαός: Την περίοδο της πανδημίας «η προστασία της δημόσιας υγείας», με τη βούλα του Συντάγματος και τις ευλογίες της ΕΕ, έγινε το όχημα για ένταση της καταστολής, περιστολής δικαιωμάτων και ελευθεριών, ενίσχυσης των μέσων, μεθόδων, συστημάτων παρακολούθησης και ελέγχου. Και όλα αυτά ήρθαν για να μείνουν, αφού η «χρησιμότητά» τους δεν περιορίζεται μόνο την περίοδο της πανδημίας, αλλά αξιοποιούνται ενόψει της γενίκευσης του πολέμου, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε όλη την ΕΕ.
Με τις ευλογίες του δικαίου της ΕΕ και των ευρωπαϊκών δικαστηρίων
Φυσικά το Σύνταγμα και οι νόμοι εναρμονίζονται με τις ευρωπαϊκές κατευθύνσεις, που «διαφημίζονται» για μια ακόμα φορά από αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις ως θεματοφύλακες των δικαιωμάτων και ελευθεριών, του «κράτους δικαίου». Σε προηγούμενη αρθρογραφία ο «Ριζοσπάστης» έχει αναδείξει αναλυτικά όλο αυτό το κατασταλτικό νομικό οπλοστάσιο, όπως και η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ στην πρόσφατη Ερώτησή της.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), η επέμβαση του κράτους στην ιδιωτική ζωή του καθενός (και άρα και στο δικαίωμα για απόρρητο των επικοινωνιών του) επιτρέπεται όχι μόνο για λόγους εθνικής ασφάλειας, αλλά και για «λόγους δημόσιας ασφάλειας, οικονομικής ευημερίας της χώρας, υπεράσπιση της τάξης, πρόληψης ποινικών παραβάσεων, προστασίας της υγείας ή της ηθικής, προστασίας των δικαιωμάτων και των ελευθεριών άλλων». Οι ίδιοι περιορισμοί τίθενται και σε σειρά άλλων άρθρων, όπως το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ, που αναφέρεται στην ελευθερία έκφρασης! Προστίθεται έτσι μια σειρά γενικών εννοιών που στην πράξη λειτουργούν σαν ομπρέλα νομιμοποίησης της ποικιλότροπης και πολύμορφης καταγραφής και ελέγχου της καθημερινότητας εκατομμυρίων ανθρώπων. Φυσικά η ΕΣΔΑ προβάλλεται ως το πιο προοδευτικό κείμενο σε σχέση με τα δικαιώματα από τη ΝΔ, τον ΣΥΡΙΖΑ και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, αλλά και οπορτουνιστικές δυνάμεις!
Αντίστοιχα, ειδικά για την έννοια της «εθνικής ασφάλειας» το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) έχει κρίνει ότι ακριβώς επειδή οι απειλές σε βάρος της εθνικής ασφάλειας ποικίλλουν και δεν μπορούν να προσδιοριστούν εκ των προτέρων, ο νόμος δεν χρειάζεται να αναφέρει εξαντλητικά κάθε πράξη/συμπεριφορά που μπορεί να υπάγεται σε αυτή την έννοια. Άρα, σύμφωνα με το δικαστήριο, μπορεί να παραμένει μια γενική έννοια που «θα χωράει» αόριστο αριθμό πράξεων/συμπεριφορών ως απειλών για την εθνική ασφάλεια!
Επίσης, το ΕΔΔΑ συμφωνεί με εθνικές ρυθμίσεις που επιτρέπουν τη λήψη επειγόντων μέτρων παρακολούθησης των επικοινωνιών χωρίς προηγούμενη έγκριση από τη Δικαιοσύνη, αρκεί να υπάρχει επείγουσα περίπτωση και να τηρηθεί έστω εκ των υστέρων η απαιτούμενη διαδικασία.
Μάλιστα, μπορεί να σηκώθηκε κουρνιαχτός από ΣΥΡΙΖΑ/ΠΑΣΟΚ για την κατάργηση, σύμφωνα με τον νόμο 4790/2021 της ΝΔ, της δυνατότητας να ενημερώνει η ΑΑΔΕ το πρόσωπο που παρακολουθήθηκε για λόγους εθνικής ασφάλειας, όμως, κουβέντα δεν λέγεται για το ΕΔΔΑ που έχει ξεκαθαρίσει ότι κατ’ εξαίρεση ο νόμος που σχετίζεται με την εθνική ασφάλεια δεν χρειάζεται να είναι «προβλέψιμος» με την κλασική νομική έννοια, δηλαδή, ότι δεν χρειάζεται το άτομο να είναι σε θέση να προβλέπει πότε οι αρμόδιες αρχές είναι πιθανό να υποκλέψουν τις επικοινωνίες του (!). Αλλά ακόμα και μετά το πέρας της παρακολούθησης το ΕΔΔΑ έχει δεχθεί ότι δεν είναι πάντα δυνατό να ενημερώνεται αυτός που έχει παρακολουθηθεί εφόσον χρειάζεται να «αποτραπεί η επίτευξη τυχόν μακροπρόθεσμων στόχων ή η αποκάλυψη σχετικών πρακτικών».
Αυτά είναι λοιπόν τα «προοδευτικά πέδιλα» πάνω στα οποία πατάει το «κράτος δικαίου» και η «πολύφερνη νύφη» της αστικής δημοκρατίας. Γι’ αυτό η αστική δημοκρατία και το «κράτος δικαίου» προσφέρουν τις καλύτερες υπηρεσίες τόσο στη συνεχή αθώωση και ενίσχυση του νομικών – και όχι μόνο – αλυσίδων που δένονται στον λαιμό των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, αλλά και για να συναινούν και οι ίδιοι σε αυτά τα δεσμά.
Και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού αυτό το νομικό οικοδόμημα απαιτείται για να στηρίζονται τα συμφέροντα των αστικών τάξεων, της δικτατορίας του κεφαλαίου, ώστε να θωρακίζεται απέναντι στους αντιπάλους της στην καπιταλιστική αρένα, αλλά, κυρίως, απέναντι στον «νεκροθάφτη» της, το επαναστατικό εργατικό κίνημα.
Σε αυτό πολύτιμες υπηρεσίες στο σύστημα προσφέρουν και οι οπορτουνιστικές δυνάμεις που με την επίκληση/αθώωση του αστικού Συντάγματος και του «κράτους δικαίου», στην πραγματικότητα υπερασπίζονται το αστικό νομικό οπλοστάσιο. Περιορίζουν έτσι και τελικά συμβάλλουν στην ενσωμάτωση της πάλης του εργατικού – λαϊκού κινήματος, σε μερικά «φτιασιδώματα», ενώ την ίδια ώρα εξαπολύεται εναντίον του ολομέτωπη επίθεση από την αστική τάξη και το κράτος της.
Γι’ αυτό ο λαός δεν πρέπει να δείξει καμία εμπιστοσύνη στα αστικά κόμματα, σε όσους κυβέρνησαν όλα αυτά τα χρόνια, μάτωσαν τον λαό και είναι συνένοχοι για το σημερινό αντιδραστικό θεσμικό πλαίσιο. Μπορεί και πρέπει να συμπορευθεί με τις δυνάμεις του ΚΚΕ για να ανοίξει επιτέλους ο δρόμος της ανατροπής.