Το Νέο Φρούριο, του οποίου οι υπόγειες αίθουσες λειτούργησαν κατά την διάρκεια των βομβαρδισμών του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, ως καταφύγια του πληθυσμού της πόλης Κέρκυρας, μετά την λήξη του πολέμου, εγκατελείφθη, κυριολεκτικά σφραγίστηκε, έγινε απρόσιτο για τους Κερκυραίους και η εικόνα της εγκατάλειψης συμπληρώθηκε από τα βομβαρδισμένα πρανή του μνημείου και της συνεχόμενης περιοχής της Εβραϊκής. Η κατάσταση αυτή διατηρήθηκε επί πέντε σχεδόν συναπτές δεκαετίες. Μόνο ένα μικρό τμήμα του Φρουρίου, αυτό στο οποίο είναι εγκατεστημενος ο Ναυτικός Σταθμός, λειτούργησε αυτά τα χρόνια.
Στις αρχές του 1992, ο Δήμος Κερκυραίων που ήδη εκτελούσε παρεμβάσεις στο Παλαιό Φρούριο, παρέλαβε από το Αρχηγείο Ναυτικού την χρήση και του Νέου Φρουρίου, εγκατεστάθηκε σε αυτό και άρχισε την εκτέλεση εκτεταμένου προγράμματος παρεμβάσεων για την διάσωση, ανάδειξη του μνημείου.
Εκτελέστηκαν εκτεταμένες εργασίες αποψιλώσεων, αποκάλυψης τειχών και προμαχώνων, εγκατάστασης δικτύων εξωτερικού και εσωτερικού ηλεκτροφωτισμού, ύδρευσης, αποχέτευσης, επισκεψιμότητας στοών, διευθετήσεις δικτύου ομβρίων, διαμορφώσεως εισόδων, πλακοστρώσεων, εγκατάστασης προστατευτικών κιγκλιδωμάτων, συντήρησης και ανάδειξης των στρατώνων. Εις τους τελευταίους λειτούργησαν διάφορες εκθέσεις, όπως η έκθεση του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων, (1994-1997), το Μουσείο Κεραμικής (Πακτίτη), εκθέσεις ζωγραφικής, γκαλερί, αναψυκτήριο και διεξήχθησαν εις αυτούς και εις τους διάφορους εξωτερικούς χώρους και πλατείες του μνημείου, πάμπολλες πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Επί 15 και πλέον χρόνια, το μέχρι το 1991 κλειστό Νέο Φρούριο, δέχθηκε πολλές χιλιάδες επισκεπτών Κερκυραίων και τουριστών, μετατράπηκε σε ζωντανό κομμάτι της παλιάς πόλης, κυριολεκτικά έσφυζε από ζωή. Η επισκεψιμότητά του τα χρόνια αυτά ανταγωνίζονταν αυτήν του Παλαιού Φρουρίου.
Το Δημοτικό Συμβούλιο Κερκυραίων κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, έλαβε δεκάδες αποφάσεων για τον προγραμματισμό και την υλοποίηση των παρεμβάσεων εις το Νέο Φρούριο και διέθεσε σημαντικούς δημοτικούς πόρους για τους σκοπούς της προστασίας, διάσωσης, ανάδειξης και φύλαξης του μνημείου.
Σημαντική εξ άλλου δραστηριότητα του Γραφείου Παλιάς Πόλης του Δημου και των μηχανικών και άλλων στελεχών που απασχολούνταν εις αυτό, διοχετεύθηκε στην προσπάθεια για το Νέο Φρούριο.
Προσωπικά έχοντας υπ’όψιν μου το τεράστιο έργο που είχε επιχειρηθεί από τον Δήμο Κερκυραίων, όλα αυτά τα χρόνια στο Νέο Φρούριο, αισθάνθηκα πελώρια έκπληξη και έντονη απογοήτευση όταν πληροφορήθηκα την απροσδόκητη και αδιανόητη ενέργεια να εγκαταλείψει το 2017, ελαφρά τη καρδία, ο (ενιαιος) Δήμος Κερκυρας, το Νέο Φρούριο και να το παραδώσει εις την εδώ εκπρόσωπο της Εφορίας Μεσαιωνικών Αρχαιοτήτων.
Αδιανόητη ενέργεια για την αυτοδιοίκηση της Νήσου και της Πόλης Κέρκυρας η παράδοση του τεράστιου ιστορικού και πολιτιστικού αυτού χώρου, απόλυτα συνυφασμένου με τον ρόλο της (αυτοδιοίκησης) και εξαρτώμενου απόλυτα από αυτήν για την διάσωση, την προστασία και την προοπτική του, ενέργεια η οποία διέγραφε την Κερκυραϊκή κοινωνία από τον ιστορικό της χώρο και καταργούσε την σχέση της με ένα από τα ιστορικώτερα μνημεία της.
Δεν παραγνωρίζω την (αρνητική) σημασία αυτών που είχαν προηγηθεί. Την εγκατάλειψη από τον Δήμο Κερκυραίων, της Υπογεφύριας Αίθουσας εις το Παλαιό Φρούριο, την αποδοχή εκ μέρους του Δήμου του βαθμιαία αυξανόμενου παθητικού ρόλου αναφορικά και με το μνημείο αυτό (Π. Φρούριο), με τελική κατάληξη την πλήρη αποστασιοποίησή του από αυτό, την βαθμιαία απολαϊκοποίηση της Νησίδας Βίδο, μέχρι την εν συνεχεια απαράδεκτη εικόνα της εκμηδένισης των κοινωνικών λειτουργιών αναψυχής του Κερκυραϊκού λαού και του θριάμβου των ιδιωτικών εκμεταλλεύσεων, την παραπομπή στις καλένδες του μνημείου της Εθνικής Αντίστασης στη Νησίδα Λαζαρέτο πάρα την αξιόλογη πρωτοβουλία της Υπουργού Πολιτισμού κ Μπενάκη που άνοιξε το δρόμο το 1992 με τον χαρακτηρισμό της νησίδας, ως χώρο ιστορικής μνήμης και Εθνικής Αντίστασης, μέχρι την σημερινή εκκωφαντική σιωπηλή παραίτηση από αυτό, την παγερή αδιαφορία για την λήξη των δύο προγραμματικών συμβάσεων συνεργασίας του Δήμου Κερκυραίων με κρατικούς φορείς (όπως το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, το Υπουργείο Πολιτισμού, το Υπουργείο ΠΕΧΩΔΕ κ.λπ.), αυτής του 1990 για τις μεσαιωνικές οχυρώσεις της Κέρκυρας και αυτής του 1995 για την Παλαιά Πόλη, οι οποίες είχαν παραταθει το 1997 και οι οποίες στη συνέχεια αφέθηκαν να λήξουν, χωρίς να εγερθεί αξίωση νέας ανανεώσεώς τους, με αποτέλεσμα ο Δήμος Κερκυραίων, που αποτελούσε την ψυχή και την κινητήρια δύναμη όλων των προσπαθειών στην Παλιά Πόλη και το Παλαιό Φρούριο να τεθεί εκποδών.
Ακόμα και το καύχημα των Κερκυραίων, το Μον Ρεπό, η Παλαιόπολη, για τους αγώνες που προηγήθηκαν και επέτυχαν την επανάκτησή του, από το νόμιμο ιδιοκτήτη του Δήμο Κερκυραίων, από κάποιο χρονικό σημείο, αφέθηκε στην τύχη του.
Η πράξη όμως το 2017, να παραδοθεί το Νέο Φρούριο, ενείχε τεράστιο αρνητικό συμβολισμό και μετέδιδε το μήνυμα ότι ο ιστορικός Δήμος Κερκυραίων γυρίζει την πλάτη στους χώρους- μνημεία της ιστορίας της πόλης του, που καταλαμβάνουν ένα μεγάλο μέρος της εδαφικής της έκτασης, σχεδόν εφάμιλλο του μεγέθους των ιστορικών συνοικιών και προαστίων της, ενέργεια που αναποτρεπτα και ανεπίτρεπτα οδηγούσε την Κερκυραϊκή κοινωνία σε παθητικό ρόλο και βαθμιαία σε μόνιμη αδιαφορία για τον ίδιο της τον χώρο, δεδομένου ότι η ιστορική πόλη της Κέρκυρας απαρτίζεται και από τις κατοικίες, τις συνοικίες, τα προάστια της αλλά και απ ό τις οχυρές και άλλες εγκαταστάσεις της, τα Φρούριά της, τις νησίδες της σε αδιάσπαστο ιστορικό σύνολο.
Καμία δικαιολογία δεν υπήρχε για την ενέργεια αυτή.
Την περίοδο εκείνη (2017) ο Δήμος Κερκυρας εψήφιζε ένα τεράστιο προϋπολογισμό και συνεχώς υπήρχε η καύχηση από επίσημα χείλη των εκπροσώπων του, για τα σημαντικά οικονομικά περισσεύματα που διέθετε.
Αλλά ακόμα και αν τα οικονομικά του Δήμου ήταν πενιχρά (που δεν ήταν) επεβάλλετο να διατεθούν από αυτά, τα λίγα χρήματα που απαιτούνταν για την συστηματική αποψίλωση κάθε χρόνο του Νέου Φρουρίου, την συντήρηση των εγκαταστάσεών του, την φύλαξή του και την διατήρηση της επισκεψιμότητάς του. Μόλις λίγα χρόνια πριν, ο Δήμος Κερκυραίων, επί 15 συνεχή έτη, έκανε αυτά και αρκετά άλλα στο Παλαιό και το Νέο Φρούριο, στο Βίδο και το Λαζαρέτο, το Μον Ρεπό και διατηρούσε δραστήριο Γραφείο Παλαιάς Πόλης με αρχιτέκτονες, πολιτικούς μηχανικούς κ.λπ που σε συνεργασία με την τότε Τεχνική Υπηρεσία, την Υπηρεσία Πρασίνου και άλλες Υπηρεσιες του Δήμου, ασκούσε συνεχή φροντίδα, εκπονούσε μελέτες, και υλοποιούσε έργα σ’αυτα.
Τότε όλα αυτά (μνημεία, παλιά πόλη, νησίδες, ιστορικοί χώροι) αποτελούσαν πρώτη προτεραιότητα του Δήμου Κερκυραίων. Διερωτώμαι, στη συνέχεια, ποια σκοπιμότητα πρυτάνευσε και εγκατελήφθησαν οι ανωτέρω αποστολές και ποιες ήταν οι νέες προτεραιότητες που τέθηκαν και που?
Η φάση της εγκατάλειψης των μνημείων, των νησίδων και των άλλων ιστορικών χώρων, από την Κερκυραϊκή Αυτοδιοίκηση, σηματοδότησε μια μακρά περίοδο παρακμής.
Το 2006 ενταφιάστηκε για ανοήτους λόγους το έργο του Λυρικού Θεάτρου με έτοιμη και αξιόλογη μελέτη και εγκεκριμένη χρηματοδότηση της τάξεως των 30 εκατομ. Ευρώ, που επιπλέον, εκτός των άλλων πολλών πλεονεκτημάτων του, έδινε σημαντική ώθηση στη σωστή και κανονική επέκταση της πόλης και κτιριοδομική δυναμική στις τελματωμένες πολεοδομικές γειτονιές.
Το 2010 κηρύχθηκε η απονομιμοποίηση του έργου των φραγμάτων ενώ όλα ήταν έτοιμα για την προκήρυξη του έργου. Ακολούθησε η τοποθέτηση οριστικής; ταφόπετρας στο έργο, το 2017, με την απόκληση του ως Φαραωνικό. Ετσι η Κέρκυρα μπήκε στο δρόμο της ζοφερής προοπτικής μιας μακράς κρίσης με απροσδιοριστη έκβαση, στον τομέα της επάρκειας του νερού, κρίσιμης και εξουθενωτικής για την υπόθεση της ανάπτυξης και την διατήρησή της.
Διερωτώμαι αν ως τοπική κοινωνία έχουμε ήδη αποδεχθεί ότι εθιστήκαμε εις την παρακμή.
Τα νεώτερα παρακμιακά γεγονότα που ακολούθησαν ήταν πολλά και διαδοχικά.
Στην ίδια δεκαετία του 2010 κατέρρευσε ολοσχερώς και με πάταγο που είχε παγκόσμιο αντίκτυπο, την περίοδο της κορύφωσης της 2016-2018, η δυνατότητα του Δήμου Κέρκυρας να παρεμβαίνει και να αντιμετωπίζει το πρόβλημα της διαχείρισης των απορριμμάτων, κυριολεκτικά σε όλους τους τομείς.
Σε λιγότερο από 10 χρόνια είχαν εξαρθρώθει η υπηρεσία καθαριότητος και οι μηχανισμοί της, που είχε συγκροτήσει ο Δήμος Κερκυραίων με αξιοζήλευτη αποτελεσματικότητα για την καθαριότητα, η οποία την δεκαετία του 1990 είχε υμνηθεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Στον απόηχο της φάσης αυτής, που αντιμετωπίζει η Κέρκυρα, ήρθε η πρόταση του Πολιτιστικού Ιδρύματος Ομίλου Πειραιώς (Π.Ι.Ο.Π) για την εγκατάσταση και λειτουργία εις τους Αγγλικούς στρατώνες του Νέου Φρουρίου, του Μουσείου Τυπογραφίας.
Η πρόταση αυτή αρχικά είχε ανεπίσημα υποβληθεί από το εν λόγω πολιτιστικό ίδρυμα, στο Δήμο Κερκυραίων στα μέσα της δεκαετίας 1990, ως ιδεα, αργότερα την δεκαετία 2000 επανήλθε και συζητήθηκε ως πρόταση, στο Δημοτικό Συμβούλιο Κερκυραίων και τώρα, αυτή την εποχή, τιθεται εκ νέου υπ’όψιν του Δημοτικού Συμβουλίου Κερκυραίων, ως ολοκληρωμένη πρόταση έχουσα και την αποδοχή του Υπουργείου Πολιτισμού.
Στα πλαίσια της πρότασης και της δημιουργίας του Μουσείου, περιλαμβάνεται η αναπαλαίωση των Αγγλικών στρατώνων και η δημιουργία προσβάσεων διευκόλυνσης της ανόδου των επισκεπτών εις τους χώρους του Μουσείου , οι οποίοι θα ευρίσκονται εις το ανώτερο επίπεδο του μνημείου.
Η συνολική δαπάνη του έργου που θα εκτελεστεί στο σύνολό του από το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς, προβλέπεται της τάξης των οκτώ εκατομμυρίων Ευρώ, η οποία θα αντιμετωπιστεί κυρίως από Ευρωπαϊκά προγράμματα.
Το Υπουργείο Πολιτισμού, από το 2017, ελέω Δήμου, κάτοχος εκτοτε του Νέου Φρουρίου, θα παραχωρήσει για ορισμένο χρόνο,(τριών έως πέντε δεκαετιών που θα συμφωνηθεί), την χρήση των Αγγλικών στρατώνων στο Πολιτιστικό Ίδρυμα για την εγκατάσταση και λειτουργία του Μουσείου Τυπογραφίας.
Πρέπει να τονιστεί ότι η αναπαλαίωση των Αγγλικών στρατώνων του Νέου Φρουρίου είναι ένα απαιτητικό και ιδιαίτερα εξειδικευμένο έργο, όπως και η ίδρυση και λειτουργία του Μουσείου Τυπογραφίας.
Το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς αποδεικνύει ότι έχει μεγάλη εμπειρία στην ίδρυση και διαχείριση Θεματικών Μουσείων στην Ελλάδα και ήδη έχει ιδρύσει και λειτουργεί δίκτυο εννέα Θεματικών Μουσείων σε αρκετές πόλεις και περιοχές στη χώρα μας (Ιωάννινα, Βόλο, Σπάρτη, Δημητσάνα, Σουφλί, Τήνο, Λέσβο, Χίο, Στυμφαλία) καθώς και ότι για το θέμα της αναπαλαίωσης – ανάπλασης του κτιριακού συγκροτήματος των στρατώνων συνεργάζεται με μελετητικά στελέχη – καθηγητές του Εθνικού Μετσοβιου Πολυτεχνείου.
Τίθεται λοιπόν το ερώτημα, από πλευράς του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Κεντρικής Κέρκυρας και Δ.Ν, κληρονόμου του Δήμου Κερκυραίων, πρέπει να γίνει δεκτή η πρόταση του Πολιτιστικού Ιδρύματος;
Για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα, πρέπει να απαντηθεί σειρά ερωτημάτων που προηγούνται: Τι άλλο από Μουσείο έχει πρώτη προτεραιότητα εγκατάστασης σε μνημεία όπως το Παλαιό ή το Νέο Φρούριο;
Μπορεί εύκολα μια τοπική κοινωνία, να αρνηθεί την εγκατάσταση ενός Μουσείου Τυπογραφίας ίσως μοναδικού στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης, σε ένα Φρούριο που βίωσε πολλές δεκαετίες απόλυτης εγκατάλειψης και καταστροφικής φθοράς και την για τον σκοπό αυτό αναπαλαίωση ενός ιστορικού κτηριακου συγκρότηματος της εποχής του 1840, αναπαλαίωση, που θα σημάνει την διάσωση του κτιρίου, την αντιστροφή της τυχης του Νέου Φρουρίου με την επαναφορά του εις τη ζωή, με τη λειτουργία ενός επίζηλου Μουσείου εις το επιστέγασμά του, με την επάνοδο της επισκεψιμότητας;
Υπάρχει κάποια άλλη πρόταση στον ορίζοντα που έστω και να υπολείπεται σε σημασία, σοβαρότητα και κλίμακας της πρότασης του Πολιτιστικού Ιδρύματος, που να έχει τεθεί για το Νέο Φρούριο ή διαφαίνεται ότι μπορεί να υπάρξει αναφορικά με ανάλογο έργο πρώτης προτεραιότητας στο Νέο Φρούριο στο προβλεπτό μέλλον και από ποιόν ή ποιους;
Είναι σε θέση κάποιος φορέας της Κέρκυρας (του Δήμου Κεντρικής Κέρκυρας και Δ.Ν συμπεριλαμβανομένου), να εκπονήσει μελέτη αναπαλαίωσης και αποκατάστασης του κτιριακού συγκροτήματος των Αγγλικών στρατώνων του Νέου Φρουρίου, να διαθέτει εμπειρία και τις προϋποθέσεις να εγκαταστήσει και να διαχειριστεί Μουσείο της κλίμακας των κτιριακών εγκαταστάσεων και του Μουσείου Τυπογραφίας και σε ποιο πρόγραμμα, πότε, με ποια ιδέα και με ποιες πραγματικές προϋποθέσεις εκθεσιακού υλικού ώστε να προτιμηθεί, από τον Π.Ι.Ο.Π και την έτοιμη πρότασή του που αριθμει ήδη προιστορια ικανου χρόνου?
Η απάντηση σ’αυτά τα ερωτήματα είναι αυτονόητη: Μνημεία όπως το Νέο Φρούριο είναι ο προσφορότερος τόπος για την εγκατάσταση και λειτουργία Μουσείου, η άρνηση του Μουσείου Τυπογραφίας στο Νέο Φρούριο δεν αντέχει σε καμία λογική βάσανο, δεν υπήρξε στο παρελθόν, ούτε τώρα, ούτε διαγράφεται στον ορίζοντα και σε βάθος δεκαετιών, πρόταση ίδρυσης Μουσείου στο Νέο Φρούριο, με την σοβαρότητα, την προετοιμασία, την κλίμακα, τις προϋποθέσεις και την εμπειρία αυτής που προτείνει ο Π.Ι.Ο.Π.
(Το 1995 ο Δήμος Κερκυραίων έθεσε επιτακτικά το θέμα της ανακαίνισης της έπαυλης του Μον Ρεπό στην ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, που είχε την αρμοδιότητα διαχείρισης των σχετικών Ευρωπαϊκών κονδυλίων. Ο Δήμος Κερκυραίων και το ΥΠ.ΠΟ προσήλθαν σε συμφωνία, ο Δήμος δια της ΑΝΕΔΚ προκήρυξε την μελέτη, το ΥΠ.ΠΟ ενέταξε το έργο σε Ευρωπαϊκό πρόγραμμα, μετά την κατάρτιση της μελέτης προκήρυξε το έργο, το οποίο εκτελέστηκε και από το 2001 στην έπαυλη η πρώην θερινό ανάκτορο του Μον Ρεπω λειτουργεί το Μουσείο Παλαιοπολης με χρήστη το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, με βασικό διαθέτη του μουσειακού υλικού, τον Δήμο Κερκυραίων. Ως απολύτως θετικό αποτέλεσμα, υπήρξε η διάσωση της επαυλης του Μον Ρεπό, η αποφυγή γι’ αυτή της καταστροφής, τύχης που είχε το Τατόϊ, και η λειτουργία σ’αυτή του Μουσείου, ήδη επί ένα σχεδόν τέταρτο του αιώνα με ολοένα αυξανόμενη επισκεψιμότητα).
Είναι φανερό ότι δεν τίθεται θέμα επιλογής μεταξύ μιας άριστης πρότασης και του μηδενός, που αντιπροσωπεύει η απόρριψη της πρότασης του Π.Ι.Ο.Π.
Το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Κεντρικής Κέρκυρας και Δ.Ν πρέπει να αποδεχθεί την πρόταση του Π.Ι.Ο.Π να μην επαναλάβει το ολίσθημα να αρνηθεί να ακούσει τους εκπροσώπους του Πολιτιστικού Ιδρύματος “έστω και για δέκα λεπτά”.
Κανείς δεν πρέπει να φοβάται την αναπαλαίωση, ανακαίνιση και άρα διάσωση του κτιριακού συγκροτήματος των Αγγλικών στρατώνων του Νέου Φρουρίου και την εγκατάσταση και λειτουργία σ’αυτούς του Μουσείου Τυπογραφίας από ένα Πολιτιστικό Ίδρυμα που έχει στο ενεργητικό του την ίδρυση και λειτουργία 9 Μουσείων στην Ελλάδα όπως τα Μουσεία Αργυροτεχνίας (Ιωάννινα), Πλινθοκεραμοποιΐας (Βόλος,) Περιβάλλοντος (Στυμφαλία), Ελιάς και Λαδιού (Σπάρτη), Μετάξης (Σουφλί), Υδροκίνησης (Δημητσάνα), Βιομηχανικής Ελαιουργίας (Λέσβος), Μαστίχας (Χίος), Μαρμαροτεχνίας (Τήνος).
Το έργο θα ωφελήσει την Κέρκυρα, το Νέο Φρούριο, την ιστορική μνήμη, τον πολιτισμό και την Κερκυραϊκή κοινωνία.
Παράλληλα πρέπει να τεθεί στην Κυβέρνηση και το ΥΠ.ΠΟ ως βασική πολιτική θέση του Δήμου Κεντρικής Κέρκυρας και Δ.Ν., το θέμα της σύναψης της προγραμματικής σύμβασης για το Νέο και το Παλαιό Φρούριο η οποία θα επανεγκαταστήσει δικαιωματικά το Δήμο εις τον επιβαλλόμενο από το Σύνταγμα ρόλο του διαχειριστή των μνημείων του τόπου του.
Δεν εξαρτώ την αποδοχή της πρότασης του Πολιτιστικού Ιδρύματος από την σύναψη της προγραμματικής σύμβασης, στη φάση αυτή. Η πρόταση του Π.Ι.Ο.Π έχει εξαντλήσει όλα τα χρονικά περιθώρια και δεν μπορεί πλέον να περιμένει. Ή γίνεται δεκτή ή χάνεται για την Κέρκυρα.
Η προγραμματική σύμβαση είναι θέμα πολιτικό και πολιτικής επιβολής της θέσης αυτής που πρέπει να είναι αδιαπραγμάτευτη για κάθε Δημοτική Αρχή της Κέρκυρας, που οφείλει να κάμψει την αντίδραση των ανεπίδεκτων πολιτικής ωρίμανσης νεαντερταλιων καρεκλοκένταυρων του κρατικού συγκεντρωτισμού, ο οποίος μας έχει διδάξει , ότι μπορεί να αναπαράγεται από τους περισσότερους κομματικούς χώρους και παρά τις κατά κανόνα προηγούμενες αντίθετες εξαγγελίες που δίδονται από τους ίδιους, εν όψει της κάλπης, που (υπό κριτικά), υμνούν την αποκέντρωση και την αυτοδιοίκηση!!