Νέο γεωπολιτικό – γεωοικονομικό – γεωστρατηγικό σκηνικό
Κατά γενική ομολογία, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία διαμορφώνει ένα νέο «γεωπολιτικό – γεωοικονομικό – γεωστρατηγικό» σκηνικό. Σ αυτό το καθ΄ όλα νέο και εν τινι μέτρω απρόσμενο σκηνικό, παρατηρούμε αναδιάταξη συμμαχιών και επαναπροσέγγιση χωρών που μέχρι πρότινος είχαν εχθρικές σχέσεις,
Σ αυτό το κλίμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες επαναπροσεγγίζουν το μέχρι τούδε εχθρικό Ιράν προκειμένου να αναπληρώσουν την ποσότητα πετρελαίου που δεν μπορούν να εισάγουν από την Ρωσία, μετά τις επιβληθείσες κυρώσεις, ενώ αρχίζουν να «φλερτάρουν’ και με το καθεστώς Μαδούρο, αφού η Βενεζουέλα διαθέτει κι αυτή αποθέματα μαύρου χρυσού, εξαιτίας της δικής της διεθνούς διπλωματικής απομόνωσης.
Το Ισραήλ, βλέποντας, – μετά τη συμφωνία που επετεύχθη 2 με 4 Μαρτίου, μεταξύ ΗΠΑ – Ιράν – ΟΗΕ για διευθέτηση των πυρηνικών της Τεχεράνης – , ότι ο ιστορικός εχθρός του, το Ιράν διεκδικεί ρόλο πρωταγωνιστικό στη διεθνή σκακιέρα και δη στην λίαν ευαίσθητη περιοχή της Μέσης Ανατολής, ομαλοποιεί άμεσα τις σχέσεις του με την Τουρκία κι αναλαμβάνει προσωπικά ο πρωθυπουργός, Ναφτάλι Μπένετ, ρόλο μεσολαβητή για ειρήνευση μεταξύ Ρωσίας – Ουκρανίας. Διόλου τυχαίο ότι αμέσως μετά την ανακοίνωση προσέγγισης της Ουάσιγκτον με την Τεχεράνη, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός παίρνει το αεροπλάνο, – ημέρα Σάββατο θρησκευτικής αργίας για τους Εβραίους – , συναντάει εκτάκτως στη Μόσχα τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, πάει Βερολίνο για συνομιλίες με τον Γερμανό καγκελάριο, Όλαφ Σολτς και τηλεφωνεί σε Μακρόν, Ερντογάν, Μπάιντεν για να συζητήσουν την κρίση στην Ουκρανία. Ο Μπένετ, που είναι πιστός Εβραίος, παραβίασε τον αυστηρό κανόνα του Εβραϊκού Σαββάτου και ταξίδεψε αεροπορικώς επειδή «κάτι τέτοιο επιτρέπεται εάν ο στόχος είναι να διαφυλαχθεί η ανθρώπινη ζωή», εξήγησε ο εκπρόσωπός του.
Αναβάθμιση του ρόλου της Τουρκίας
Από την πλευρά της βορειοατλαντικής συμμαχίας, του ΝΑΤΟ, υποστηρίζεται από κορυφαίους αξιωματούχους, ότι «η συνοχή και η ενότητα της συμμαχίας αποκτά ζωτική, έως υπαρξιακή, σημασία για τη Δύση και δεν υπάρχει κανένα περιθώριο ρωγμών και εντάσεων στην ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ», ήτοι, όπως επισημαίνει και η Deutsche Welle, δεν υπάρχει «πολυτέλεια» εντάσεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, καθώς «η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία σηματοδοτεί μια από τις μεγαλύτερες, εάν όχι τη μεγαλύτερη, κρίση μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο».
Σε αυτό το όχι εύκρατο κλίμα, ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, – άριστος πολιτικός «τακτικιστής» ή κατ άλλους, «ανατολίτης έμπορος που κάνει παζάρια» – , καταφέρνει να μετατρέψει την κρίση στην Ουκρανία σε ευκαιρία για τη γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας του, αναλαμβάνοντας ρόλο διαμεσολαβητή στην επίλυση της κρίσης.
Ο κατά το «λίαν αφελές» κυβερνητικό αφήγημα – «απομονωμένος» Ταγίπ Ερντογάν μόνον απομονωμένος δεν είναι. Συνομιλεί ταυτόχρονα και εν μέσω πολέμου, τόσο με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν όσο και με τον Ουκρανό Βολοντόμιρ Ζελένσκι, αλλά και με τον Αμερικανό Τζο Μπάιντεν. Φιλοξένησε στην Αττάλεια την πρώτη υψηλού επιπέδου συνάντηση Ρώσων και Ουκρανών, την συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των δύο εμπόλεμων χωρών, ενώ χθες δέχτηκε τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς για συζήτηση εφ όλης της ύλης.
Ο Τούρκος Πρόεδρος γνωρίζει και ακολουθεί πιστά τον κλασικό κανόνα της διπλωματίας : «Μιλάνε όλοι μαζί σου, όταν εσύ μιλάς και με τους συγκρουόμενους». Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η διπλωματία της «επιτήδειας ουδετερότητας», που ακολούθησε η Άγκυρα, την οδήγησε σε σημαντική αναβάθμιση του ρόλου της στην περιοχή σε διπλό επίπεδο, τόσο στο γεωπολιτικό σκέλος όσο και στο ενεργειακό.
Γεύμα Μητσοτάκη – Ερντογάν
Σ’ αυτή τη σκακιέρα, με παίχτες που αλλάζουν θέσεις, ανάλογα με τα εθνικά τους συμφέροντα, Κυριακή 13 Μαρτίου, ο Έλληνας πρωθυπουργός, μετά τη λειτουργία για την Κυριακή της Ορθοδοξίας που θα παρακολουθήσει στο Φανάρι, θα καθίσει σε γεύμα με τον Τούρκο Πρόεδρο, στην Κωνσταντινούπολη. Σημειώνεται ότι η συνάντηση ανακοινώθηκε από τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης, ενώ ο εκπρόσωπος του κυβερνώντος κόμματος στην Άγκυρα, Ομέρ Τσελίκ, διευκρίνισε ότι, η συζήτηση θα είναι «εφ όλης της ύλης» και ο φάκελος των ελληνοτουρκικών «διαφορών είναι ογκώδης».
Από ελληνικής πλευράς αορίστως τονίζεται ότι, «οι διαφορές μεταξύ των δύο χωρών είναι γνωστές» και θυμίζουν την πρόσφατη δήλωση του κ. Μητσοτάκη ότι δεν περιμένει από μια τέτοια συνάντηση «να λυθούν όλα τα ζητήματα και όλες οι μεγάλες διαφορές που έχουμε, προεξάρχοντος του ζητήματος της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών». Σημειώνουν, όμως, ότι «οι συναντήσεις οι οποίες διευκολύνουν στο να εκτονωθεί ένα κλίμα έντασης το οποίο δεν έχει πυροδοτήσει η Ελλάδα, μόνο χρήσιμες μπορούν να είναι σε αυτή τη συγκυρία».
Υπέρ της συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν, ήταν και το κλίμα συναίνεσης που διαμορφώθηκε κατά την προχθεσινή συζήτηση στη Βουλή. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αλέξης Τσίπρας, απευθυνόμενος στον πρωθυπουργό υποστήριξε ότι οι ανακατατάξεις που φέρνει η ουκρανική κρίση «αποτελούν έναν επιπλέον λόγο για να επιδιώκουμε ενεργά έναν ουσιαστικό διάλογο με την Τουρκία, με σκοπό την μείωση της έντασης στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο» και είχε ζητήσει «διάλογο στο πιο υψηλό επίπεδο», αρκεί φυσικά να τηρηθούν «σαφείς κόκκινες γραμμές».
Πολύ πριν τη δημοσιοποίηση του γεύματος της Κυριακής, είχε προηγηθεί η τοποθέτηση του Ευάγγελου Βενιζέλου που είχε υποστηρίξει ότι είναι «η κατάλληλη στιγμή να γίνει μία συζήτηση των ηγετών των δύο χωρών», μιλώντας για μια επικοινωνία που δεν θα αφορά τα διμερή θέματα, αλλά, «για την κατάσταση στον κόσμο, για το πώς θα λειτουργήσει η λεγόμενη παλιά νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ»..
Ωστόσο, πέραν της όποιας συναίνεσης, έστω και με «σαφείς κόκκινες γραμμές» βρίσκει επί του θέματος, η πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στην αντιπολίτευση, αντίθετα πολλές αντιδράσεις συναντά στο εσωτερικό της κυβερνώσας παράταξης. Ο Αντώνης Σαμαράς έχει δηλώσει ότι «δεν συζητάς με πειρατές», ενώ και ο Κώστας Καραμανλής έχει επιστήσει την προσοχή στις πιέσεις για υποχωρήσεις που θα δεχθεί η ελληνική πλευρά και στις οποίες δεν πρέπει να υποχωρήσει.
Γενικότερα εγείρεται το ερώτημα για ποιον λόγο ο πρωθυπουργός προσέρχεται σε έναν διάλογο στον οποίο εκ των πραγμάτων θα συζητηθεί η ατζέντα των τουρκικών διεκδικήσεων. Επί τούτου έμπειροι διπλωμάτες υποστηρίζουν, πως, αν ο πρωθυπουργός δεχτεί να συζητήσει θέματα «αποστρατικοποίησης των νησιών του Αιγαίου ή θέματα μειονότητας Τουρκικής σε Θράκη και Ρόδο», «την επαύριον ο Ερντογάν θα ισχυριστεί πως ο Έλληνας πρωθυπουργός παραδέχεται την ύπαρξή τους».
Τι προσμένει η Αθήνα
Τούτων, όλων δοθέντων, εύλογα εγείρεται το ερώτημα, «τι μπορεί να προσμένει η Αθήνα από το γεύμα στον γαλάζιο Βόσπορο;»; Με ποιο κριτήριο ο πρωθυπουργός δέχτηκε συνάντηση με τον Ερντογάν, αυτήν την περίοδο;
Είναι σαφές, όπως ερμηνεύουν ντόπιοι και δυτικοί αναλυτές, τις κινήσεις του Έλληνα πρωθυπουργού στα Ελληνοτουρκικά, ότι, «τα έδωσε όλα στη Δύση», κατά το δόγμα, «Ανήκομε στη Δύση», προσμένοντας μια ανάλογη στήριξη της Ελλάδας στα ελληνοτουρκικά.
Σ αυτό το πνεύμα, ορθά καταδίκασε απερίφραστα την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, είτε το δει κανείς ηθικά, είτε κυνικά γεωπολιτικά. Όμως, ένα άλλο ερώτημα άμεσα προβάλλει : Θα ανταποκριθεί η Δύση στις προσδοκίες του Έλληνα πρωθυπουργού.;
Στην προχθεσινή παρέμβασή του στη βουλή, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, είπε με νόημα : «Ήμασταν πάντα στη σωστή πλευρά της ιστορίας και αυτό κάνουμε και τώρα. Είμαστε και εμείς Δύση και ανήκουμε στην ελευθερία, τη Δημοκρατία, τη διεθνή νομιμότητα», είπε στην αρχή της ομιλίας. «Δεν μπορούμε να στεκόμαστε αμέτοχοι σε κάθε αυταρχικό ηγέτη που θέλει να ζωγραφίσει μόνος του τα σύνορα. Στο δράμα της Ουκρανίας δοκιμάζονται οι δυνάμεις του αυταρχισμού με αυτές της ελευθερίας και της Δημοκρατίας», κατέληξε.
Ο πρωθυπουργός εννοούσε σαφώς, ότι όπως ο ίδιος και οι δυτικοί σύμμαχοι δεν ανέχονται την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το ίδιο κατ επέκταση κι αναλογία δεν θα πρέπει να ανεχτούν κάτι παρόμοιο από την Τουρκία σε βάρος της Ελλάδας.
Θα πετύχει το στόχο του ο πρωθυπουργός; Οψόμεθα.!
Πάντως, η ιστορία διδάσκει πως, «Το εθνικό συμφέρον πρέπει πάντα να προηγείται του συμμαχικού, σε κάθε χώρα που σέβεται τον εαυτό της, είτε σε Δύση, είτε σε Ανατολή και οπουδήποτε αλλού».