Το σλόγκαν της κυβέρνησης είναι γνωστό εδώ και πολλούς μήνες: οτιδήποτε εκτός των όσων πράττει και νομοθετεί η κυβέρνηση είναι Λαϊκισμός, ειδικά αν προέρχεται από την αριστερά και ειδικότερα από την αξιωματική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Μερικές παρατηρήσεις λοιπόν επ’ αυτού.
1.Δεοντολογικά και από άποψη ακριβολογίας η χρήση του όρου εσκεμμένα συγχέεται με τον όρο δημαγωγία. Συναφείς μεν οι όροι, κάθε άλλο όμως παρά ταυτόσημοι. Ο Λαϊκισμός πιο πολύ συνδέεται με τον Πατερναλισμό στην πολιτική (ο ηγέτης ξέρει τι είναι καλό για τον ανώριμο λαό του), με την καθήλωση στην έννοια της Παράδοσης (χαρακτηριστικό του ιταλικού πρωτοφασισμού κατά τον Ουμπ. ‘Εκο), την εμμονή στην προβολή της Εθνικής ταυτότητας και την καλλιέργεια του φόβου έναντι κάποιου κινδύνου που την απειλεί (κομμουνισμός, εξωτερικός εχθρός, παγκόσμια οικονομική κρίση, μεταναστευτικό κλπ.) την ανάδειξη των «εθνικών πλεονεκτημάτων» που προκύπτουν από την Ιστορία του έθνους (μια καθεστωτική και εθνικιστική ανάγνωση της Ιστορίας επιλεκτική και ιδιοτελής), την εκμετάλλευση αλυτρωτικών και μεγαλοϊδεατικών αντιλήψεων που καλλιεργούνται εντέχνως και που λίγο ή πολύ οδηγούν στην αντίληψη του «ανάδελφου» έθνους. Συνδέεται επίσης με την πλήρη εμπορευματοποίηση της Τέχνης και του Πολιτισμού και την περιφρόνηση ή και τον χλευασμό κάθε καλλιτεχνικής δημιουργίας που αντιτίθεται στην εμπορευματοποίηση αυτή.
2.Είναι προφανές ότι όλα αυτά τα συναντάει κανείς κατά κανόνα και κατά κόρο σε καθεστωτικούς σχηματισμούς, σε κόμματα που θεωρούν τον εαυτό τους αιώνιο ιδιοκτήτη της εξουσίας και τα οποία χρησιμοποιούν το ιδεολογικό οπλοστάσιο του Λαϊκισμού, για να κερδίσουν την λαϊκή συναίνεση και να επιβάλλουν στη συνέχεια οικονομικά μέτρα που προφανώς στρέφονται εναντίον του λαού και των φτωχών στρωμάτων. Αυτό το τελευταίο είναι και το κρίσιμο σημείο του Λαϊκισμού, ο τελικός στόχος.
3.Όλα αυτά αποτελούν στην εποχή μας χαρακτηριστικά της altright δεξιάς του Τραμπ, του Γουαιδό, του Ερντογάν, του Πούτιν, των ηγετών των χωρών του Βίζεγκραντ, ηγετών δηλαδή ακροδεξιάς πολιτικής ιδεολογίας, που έστησαν ή προσπάθησαν να στήσουν αυταρχικά και ανελεύθερα καθεστώτα, τα οποία οικονομικά ευνοούσαν πολύ μικρό ποσοστό των λαών τους.
4.Σε αυτό το πλαίσιο κινήθηκε και η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας ως αντιπολίτευσης από το 2015 και μετά (με αποκορύφωση λαϊκισμού την στάση της στο μεταναστευτικό και απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών) και συνεχίζει να κινείται και τώρα ως κυβέρνηση. Το μίγμα οικονομικής λιτότητας για τους πολλούς και ευκαιρίας πλουτισμού για τους λίγους μαζί με μέτρα καταστολής εφαρμόζεται τρία χρόνια τώρα με απόλυτη επιτυχία και δικαιολογείται ως πολιτική «σύνεσης» και «δημοσιονομικής πειθαρχίας», κόντρα στους «λαϊκιστές», ως η μόνη δυνατή πολιτική στην τρέχουσα συγκυρία. Αυτή είναι η ελληνική εκδοχή της ΤΙΝΑ (There Is No Alternative), όχι πια σε συνθήκες Μνημονίων, χωρίς Σύμφωνο Σταθερότητας για τρία χρόνια, με οικονομία που την παρέλαβαν να τρέχει με ρυθμούς ανάπτυξης πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο για 6 συνεχόμενα τρίμηνα, με δυνατότητα φτηνού δανεισμού, με ρύθμιση του χρέους για την επόμενη δεκαετία κλπ κλπ.
5.Κοντά σε όλα αυτά δεν μπορεί να μην σημειώσει κανείς πως εντέχνως επιχειρείται να καθιερωθεί ο όρος «λαϊκισμός» ως συνώνυμο της αριστεράς, αλλά και φασιστικών καθεστώτων του χθες (Χίτλερ, Μουσολίνι), για να γίνονται πάντα οι απαραίτητοι συνειρμοί ότι Αριστερά σημαίνει Φασισμός. Έτσι η ανιστόρητη θεωρία των « δυο άκρων» εμπεδώνεται μέσα από την πατροπαράδοτη υστερία της δεξιάς εναντίον αριστερών και συνοδοιπόρων και την διαστρέβλωση κάθε ιστορικής αλήθειας. Όλα στο όνομα του κέρδους των ολίγων. Καμία έκπληξη. Αυτή είναι και θα είναι πάντα η Συντηρητική παράταξη, η δεξιά των ολίγων. Το ερώτημα είναι τι θα κάνουμε όλοι οι υπόλοιποι. Όλοι μαζί. Σε αυτό το Όλοι μαζί There Is No Alternative.