Η φράση ἐπὶ γήραος οὐδῷ (οὐδός ὁ = το κατώφλι ) απαντάται στον Όμηρο (στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια ), σημαίνει στο κατώφλι των γηρατειών και δηλώνει είτε το πέρασμα στην «αιωνιότητα», στο θάνατο είτε την είσοδο στη γεροντική ηλικία, στα γηρατειά. Οδηγημένοι από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης επιλέγουμε για τις ανάγκες του θέματος τη δεύτερη σημασία της λέξης, δηλαδή την είσοδο στα γηρατειά, στη διαβόητη Τρίτη ηλικία.
Στην αρχαία Ελλάδα είχαν περί πολλού την Τρίτη ηλικία. Μάλιστα εθεωρείτο συνώνυμη της συσσωρευμένης σοφίας και πείρας της ζωής και αποτυπώθηκε στη πασίγνωστη φράση που ο Κρέων στην Αντιγόνη του Σοφοκλή απευθύνει στον κορυφαίο του Χορού: μην αποδειχτεί, είπε, ότι είσαι γέρων καὶ ἄνους ἅμα.
Παρόλα αυτά δεν έλειπαν και οι ’σωφρονέστερες’ φωνές που έλεγαν ότι οι της τρίτης ηλικίας ζουν εις βάρος των άλλων, καλή ώρα και σήμερα μεταξύ αστείου και σοβαρού οι νεότεροι και εργαζόμενοι απευθύνονται με μεγαλόψυχη γενναιοδωρία στους συνταξιούχους: δουλεύουμε, για να ζείτε εσείς. Άλλη εξάλλου γεμάτη ανθρωπιά και τρυφερότητα έκφραση για θανόντα ή θανούσα υπέρ τα ενενήκοντα: «μα έχει φάει και το κράτος ολόκληρο» (παίρνοντας σύνταξη). Διάχυτη υποθέτω είναι και η ανησυχία του ΣΕΒ επί του προκειμένου. Φυσικά και η κυρία Μιράντα Ξαφά είναι έμπλεως αγωνίας για το μέλλον της οικονομίας και του έθνους μας βεβαίως. Αυτή τη δυσφορία για τα γηρατειά αντιμετώπισαν ορισμένες περιοχές του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου με ένα παράδοξο τρόπο.
Στο μικρό λοιπόν νησί που ονομαζόταν Κέα, τη σημερινή Τζια, οι άνθρωποι μεγάλης ηλικίας βρέθηκαν πολύ προχώ, ως η νεολαία λέγει. Είναι απαραίτητο όμως στο σημείο αυτό να διακρίνουμε το νησίδιο αυτό από την Κω, την πατρίδα του Ιπποκράτη, της οποία οι κάτοικοι ελέγοντο Κώοι (Κῷος) και όχι κότες ), ενώ οι κάτοικοι της Κέας ονομάζονταν Κείοι.
Η Κέα (Τζιά), για να επανέλθουμε, στάθηκε αφορμή για τη δημιουργία της φράσης Κεῖον νόμιμον. Μια συνήθεια που είχε καθιερωθεί με το πέρασμα του χρόνου για κοινωνικούς και οικονομικούς λόγους, μια νόμιμη ευθανασία, προς όφελος της κοινότητας. Βέβαια η λέξη εὐθανασία όχι με τη σημερινή σημασία του υποβοηθούμενου θανάτου αλλά με τη σημασία ενός εθελοντικού γρήγορου και ανώδυνου θανάτου εμφανίζεται σε μια χαμένη κωμωδία με τίτλο Μύρμηξ του ποιητή Ποσείδιππου το 300 π. Χ. Ο Στράβων (ο ιστορικός και γεωγράφος από την Αμάσεια του Πόντου, που έζησε τα χρόνια του Αυγούστου) εξιστορεί πως είχε θεσπιστεί στην Κέα κάποτε νόμος, τον οποίο αναφέρει και ο κωμικός ποιητής Μένανδρος. Η φιλοσοφία του νόμου, όπως λέμε σήμερα η φιλοσοφία του νομοσχεδίου κατά τη συζήτηση στη Βουλή, ήταν η εξής : αυτός που δεν μπορεί να ζει καλά, δε ζει κακά. Καθώς φαίνεται, ο νόμος όριζε να πίνουν κώνειο όσοι περνούσαν το εξηκοστό έτος της ηλικίας, για να επαρκεί η τροφή και για τους άλλους. Κάποτε μάλιστα που τους πολιορκούσαν οι Αθηναίοι λέγεται ότι αποφάσισαν να πεθάνουν οι γηραιότεροι ορίζοντας μάλιστα και την ηλικία των μελλόντων αποθανείν. Όμως οι Αθηναίοι γύρισαν πίσω στην πατρίδα τους.
Με πιο όμορφα πάντως λόγια ο Αιλιανός, ένας Ρωμαίος σοφιστής του 2ου αι. μ. Χ., στο έργο του Ποικίλη ἱστορία περιγράφει την ευφρόσυνη τελετουργία κατά την οποία πίνουν oι γηραιοί Κείοι το κώνειο. Συνειδητοποιούν ότι είναι άχρηστοι να επιτελέσουν έργα ωφέλιμα στην πατρίδα τους, καθώς πια λόγω ηλικίας και τα λογικά τους είναι λίγο ταραγμένα (ὑποληροῦσι). Θα είχε βέβαια πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να ξέραμε περισσότερα για την κωμωδία του μεγάλου ποιητή της Νέας Κωμωδίας του Μένανδρου (342-290 π. Χ.) που έχει τίτλο : Κωνειαζόμεναι (κωνειάζομαι = πίνω κώνειο) : γυναίκες που πίνουν το κώνειο. Δυστυχώς μόνο η φαντασία του καθενός μπορεί να αναπληρώσει τις πληροφορίες για το περιεχόμενο αυτής της κωμωδίας με κάποιο ενδοιασμό πάντοτε περί της πολιτικής ορθότητος.
Το κώνειον, ειρήσθω εν παρόδω, είναι το δηλητήριο που προκαλεί σταδιακή παράλυση από τα άκρα προς την κορυφή του σώματος και το οποίο ήπιε και ο γνωστός φιλόσοφος Σωκράτης, όπως μαθαίνουμε από τον διάσημο μαθητή του επίσης φιλόσοφο τον Πλάτωνα. Επειδή αμφισβητήθηκε στα νεότερα χρόνια ο γαλήνιος και ήρεμος θάνατος από το κώνειο, αναφέρουμε την άποψη του μαθητή του Αριστοτέλη Θεόφραστου (Περὶ φυτῶν ἱστορίας )για τη χρήση του κωνείου, που διευκρίνιζε την προπαρασκευή του σωτήριου εργαλείου ενός ανώδυνου θανάτου: « …αφαιρούν ξεφλουδίζοντας το φλοιό, διότι αυτός είναι που προξενεί δυσκολία, επειδή είναι δύσπεπτος, ύστερα το κοπανίζουν σε γουδί κι αφού το κοσκινίσουν σε ψιλή κρησάρα, το ραντίζουν με νερό και το πίνουν, ώστε ο θάνατος να είναι γρήγορος κι εύκολος» .
Δεν ξέρω πόσους θιασώτες έχει σήμερα το Κείον νόμιμον, υποθέτω πως μόνον χαριτολογώντας κάποιος θα το αναφέρει ως πρόταση. Βέβαια καθώς αυξάνει το προσδόκιμον ζωής και το όριο συνταξιοδότησης, η προβληματική του Κείου νομίμου παραμένει. Αυτό άλλωστε υπογράμμισε σε άλλο πλαίσιο το 2013 ο υπέργηρος Κ. Μητσοτάκης, τότε στα 95 του, σε μια συνέντευξη είπε : «το μεγάλο πρόβλημα της ανθρωπότητος είναι η Τρίτη ηλικία. Οι άνθρωποι της ηλικίας μου δεν πεθαίνουμε..». Ίσως τη λύση δώσει ενμέρει η παρούσα πανδημία: η πασίγνωστη Βυζαντινολόγος κυρία Αρβελέρ πρόσφατα ανέφερε ότι «οι πανδημίες είναι υποχρεωτικές για την ανανέωση των γενεών». Και οι δύο αυτές δηλώσεις δείχνουν ότι το ζήτημα αυτό είναι μείζονος οικονομικής και κοινωνικής διερεύνησης και επομένως δεν είναι της παρούσης.