Με 924 αφίξεις Εξωτερικού, στο «Ι. Καποδίστριας», έκλεισε ο φετινός Νοέμβριος, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε η διαχειρίστρια του αεροδρομίου μας, κρατική γερμανική εταιρεία Fraport, καταγράφοντας ένα ακόμη ρεκόρ σε σχέση με το 2019. Κατά τούτο, οι αφίξεις αυτές παρουσιάζουν αύξηση κατά 88,57% ή κατά 434 επιβάτες, εν συγκρίσει με τον αντίστοιχο μήνα του 2019, ενώ σε σχέση με τον Νοέμβριο του 2018, κατά 51,97% ή κατά 316 επιβάτες.
Οι αφίξεις του φετινού Νοεμβρίου, δεν παρουσιάζουν κανένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, εκτός ίσως του ότι το 73,37% αυτών προέρχεται από την Αγγλία, με 678 επιβάτες. Αυτό, σε συνδυασμό με τις συνολικές φετινές αφίξεις των 608.171 Άγγλων, καταδεικνύει τον πρωταγωνιστικό ρόλο της αγγλικής αγοράς στον κερκυραϊκό τουρισμό.
Σε επίπεδο 11μήνου, το 2022 οι αφίξεις ανέρχονται σε 1.693.793, έναντι 1.458.987 του 2019 και 1.503.822 του 2018. Έτσι, έχουμε αύξηση 16,09% ή 234.806 επιβατών σε σχέση με το 2019 και αύξηση 12,63% ή 189.971 επιβατών σε σχέση με το 2018. Σε σύγκριση με τη σεζόν του 2021 όπου οι αφίξεις ανήλθαν σε 902.534, η αύξηση είναι της τάξης του 87,67% ή κατά 791.259 επιβάτες.
Τούτων δοθέντων, είναι φανερό ότι ο κερκυραϊκός τουρισμός τη φετινή σεζόν εξελίχθηκε, πέραν πάσης αμφιβολίας, με ιδιαίτερη επιτυχία. Δεδομένης, μάλιστα, της κοινωνικής, οικονομικής και υγειονομικής κατάστασης των λαών της Ευρώπης, έτσι όπως διαμορφώθηκαν από την επιμένουσα και το 2022 πανδημία, αλλά κυρίως από τις οδυνηρές συνέπειες του απρόβλεπτου πολέμου της Ουκρανίας με την ενεργειακή κρίση και την κρίση ακρίβειας και πληθωρισμού, οι επιδόσεις του κερκυραϊκού τουρισμού είναι εκπληκτικές, τόσο σε σχέση με το 2019 που αποτελεί ορόσημο σε επίπεδο χώρας, όσο και σε σχέση με το 2018 που ήταν σεζόν ορόσημο για τον δικό μας τουριστικό προορισμό.
Βέβαια, οι προκλήσεις είναι μπροστά και οι στρεβλώσεις, που δημιούργησαν οι κρίσεις, παρούσες, σ ένα ιδιαίτερα ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον εντός του οποίου θα κληθεί να αναπτυχθεί και να λειτουργήσει κάθε τουριστική δραστηριότητα την επερχόμενη σεζόν, αλλά ίσως και τις επόμενες. Αν λάβουμε δε υπ όψη μας ότι το 2022 υπήρξαν και κάποιες ευνοϊκές συγκυρίες για τη χώρα και τον τουρισμό της, που ενδεχομένως να μην υπάρξουν πλέον, τότε χρειάζεται από τώρα ιδιαίτερη προσοχή και προσπάθεια από όλους τους αρμόδιους τουριστικούς φορείς, δημόσιους και ιδιωτικούς, ώστε τα επόμενα χρόνια να συνεχιστεί η δυναμική της φετινής σεζόν.
Το 2023, (οι παρενέργειες που προκαλεί στο κόστος διαβίωσης των Ευρωπαίων πολιτών η ενεργειακή κρίση και ο πληθωρισμός, σε συνδυασμό με την ως ένα βαθμό εκτόνωση της «δίψας για διακοπές», που δημιούργησαν οι περιορισμοί στις μετακινήσεις τα δύο χρόνια της έξαρσης του κορονοϊού), ίσως τα πράγματα να δυσκολέψουν για το ευρωπαϊκό τουριστικό γίγνεσθαι, και κατ επέκταση για το δικό μας.
Αν δε σε αυτά προστεθεί η αναγκαστική αύξηση των τιμών των προσφερόμενων υπηρεσιών, μετακίνησης, διαμονής και αναψυχής, λόγω του ενεργειακού κόστους και όχι μόνο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα προκληθεί όχι τόσο μειωμένη αριθμητικά κίνηση τουριστών, όσο μείωση των διαθέσιμων τουριστικών εξόδων τους και του αριθμού των διανυκτερεύσεών τους. Και κάπου εδώ μπαίνει σφήνα και ο ανταγωνισμός, αφού κάθε εν δυνάμει τουρίστας θα ψάχνει πλέον τον καλύτερο συνδυασμό ποιότητας και τιμής, έχοντας αλλάξει ριζικά τρόπο διακοπών και συνεπώς προφίλ.
Κι αφού όλα αλλάζουν, σε μια περίοδο που οι γεωπολιτικές και οι διεθνείς οικονομικές εξελίξεις είναι απρόβλεπτες, μήπως ήρθε η ώρα να ξεφύγουμε ως προορισμός από τον εφησυχασμό και τους βραχυχρόνιους σχεδιασμούς και να δρομολογήσουμε την επίλυση των μείζονων προβλημάτων των δημόσιων υποδομών και υπηρεσιών, συμβάλλοντας στην οικοδόμηση ενός τουριστικού μοντέλου που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες απαιτήσεις, εμπλουτισμένου με θεματικές μορφές προσαρμοσμένες στον Τουρισμό του αύριο και του μέλλοντος;
Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό, για τους ιθύνοντες!