Η χώρα έχει μπει σε τροχιά εκλογών, ανεξάρτητα από το εάν οι κάλπες στηθούν Οκτώβριο του τρέχοντος ή Μάιο του επόμενου χρόνου και η τρέχουσα περίοδος είναι καθόλα της και λίαν ευκρινώς προεκλογική.
Από το μέχρι τούδε γνωστό μας διπολικό πολιτικό σκηνικό, με εναλλαγή δύο κομμάτων στην εξουσία, – καθ΄ όλη τη διάρκεια της μεταπολιτευτικής μας περιόδου – , όλα δείχνουν πως περνάμε σε ένα καθαρά νέα τριπολικό σύστημα διακυβέρνησης. Σ αυτό το νέο πολιτικό περιβάλλον, αναδεικνύονται νέοι ρόλοι κι άρα και νέοι πρωταγωνιστές.
Οι πολιτικοί πρωταγωνιστές – Νέοι ρόλοι
Σ΄ αυτό, το διαφαινόμενο τριπολικό πολιτικό σκηνικό, ο ρόλος του τρίτου κόμματος, (ΠΑΣΟΚ -ΚΙΝΑΛ) καθίσταται καθοριστικός, καθώς προβάλλει ως κυβερνητικός εταίρος ισάξια με το πρώτο ή και το δεύτερο σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμμα, (ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ/ ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ – ΝΔ). Ουδόλως, δε, μπορεί να παραβλεφθεί και ο ρόλος ενός τέταρτου κόμματος, καθώς η ψήφος ανοχής ή αποχής του, στο κοινοβούλιο μπορεί να καθορίσει σχηματισμό κυβέρνησης. Εύλογα λοιπόν, στο μετεκλογικό παιγνίδι της απλή αναλογικής, καθίστανται καθοριστικοί παίκτες και οι εξ δεξιών της Νέας Δημοκρατίας ευρισκόμενοι, (ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ του Κυριάκου Βελόπουλου), όπως και οι ευρισκόμενοι εξ ευωνύμων του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, (ΜΕΡΑ25 και ΚΚΕ).
Σ αυτό το διαγραφόμενο πολιτικό σκηνικό, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αναζητά επειγόντως μια νέα στρατηγική, προκειμένου να επαναπροσεγγίσει τις κουρασμένες και δυσαρεστημένες από την πολιτική του κοινωνικές ομάδες.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Αλέξης Τσίπρας, παρά τις σφοδρές προσωπικές και πολιτικές αντιπαλότητες των στελεχών του με στελέχη στην ευρύτερη πολιτική λεκάνη της κεντροαριστεράς, φαντάζεται ως μετεκλογικά ρεαλιστικό το ενδεχόμενο σχηματισμού ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ.
Ο τρίτος πρωταγωνιστής, ο πρόεδρος του ΠΑΣΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, Νίκος Ανδρουλάκης, δίνει δύσκολη μάχη χαρακωμάτων και διαφύλαξης των κομματικών του εδαφών από τις εφόδους που έντονα και καθημερινά δέχεται, είτε από τα δεξιά του, (Νέα Δημοκρατία), είτε από τα αριστερά του, (ΣΥΡΙΖΑ– ΠΣ). Είναι σαφές, πως οι επιτελείς της Χαριλάου Τρικούπη, αγωνίζονται μέχρις εσχάτων, καθώς το μικρό ή μεγάλο εκλογικό αποτέλεσμα θα συνδέεται απόλυτα και άρρηκτα με μικρό ή μεγάλο ρόλο μετεκλογικά.
Πολιτική – Πολιτικοί – Κοινωνία
Οι διενεργούμενες μετρήσεις της κοινής γνώμης, δεν δείχνουν απλά και μόνον, ποιο κόμμα προηγείται, ποιο ακολουθεί και ποιες πιθανότητες υπάρχους για την εναλλαγή στην πρώτη ή την δεύτερη θέση. Οι δημοσκοπήσεις, δείχνουν κι άλλα μεγέθη, που τα κομματικά επιτελεία προσπαθούν να π[παρερμηνεύουν ή και εντελώς να αποκρύψουν.
Παρά τα συνέδρια που λίαν προσφάτως διενήργησαν, Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, η κοινωνία δείχνει να είναι απόμακρη προς αυτά. Κι αν αυτό επισυμβεί και στις επερχόμενες εκλογές, η μετεκλογική περίοδος θα είναι έντονα και βαθύτατα περίοδος εσωκομματικών και διακομματικών ανακατατάξεων, αν όχι και βαθιάς κρίσης αντιπροσώπευσης, με όποιες εκπλήξεις αυτή μας επιφυλάσσει.
Διόλου τυχαία τα στοιχεία της λίαν πρόσφατης έρευνας της Kapa Research. Σύμφωνα με αυτήν, τα κόμματα προκαλούν στην κοινωνία ουδέτερα (26%) και, κυρίως, αρνητικά (58%) συναισθήματα. Απολαμβάνουν χαμηλής εμπιστοσύνης (36%) και το 72% των ερωτηθέντων αποφαίνεται πως «δεν αντιπροσωπεύουν ανθρώπους σαν κι εμένα». Επιπλέον, τα στελέχη των κομμάτων δεν πείθουν για τις ικανότητές τους, δεν προσθέτουν αξία στη χώρα ή την κοινωνία και, ίσως το κυριότερο, δεν εμπνέουν άλλους να συμμετάσχουν στη δημόσια ζωή της χώρας.
Προς τούτο, ο Αλέξης Ρουτζούνης, διευθυντής της Kapa Research, ερμηνεύοντας τα παραπάνω στοιχεία, επισημαίνει πως, «το πολιτικό σύστημα θα αναγκαστεί να αναδιαταχθεί υπό την πίεση των γεγονότων που οι πολλαπλές κρίσεις προκαλούν. Η έκβαση κάθε εκλογικής σύγκρουσης στην Ελλάδα είναι αβέβαιη διότι οι αντοχές της κοινωνίας εξαιτίας των πολλαπλών κρίσεων είναι περιορισμένες, έτσι ώστε η κοινωνική και πολιτική συμπεριφορά να μην προεξοφλείται και το τελικό αποτέλεσμα να μην προδικάζεται».
Πολιτικός – Προγραμματικός Προσανατολισμός
Τούτων όλων των ανωτέρω δοθέντων, εύκολα κι εύλογα συνάγεται το πολιτικό συμπέρασμα, πως η μετεκλογική κυβέρνηση, όποια κι αυτή είναι, δεν θα σχηματιστεί και δεν θα επιζήσει πολιτικά, αν αρκεστεί μόνον στον υπολογισμό ψήφων για απόκτηση της δεδηλωμένης. Με απλά λόγια δεν θα αρκούν οι 151 έδρες για να κυβερνήσει. Πρώτιστης, κυρίαρχης και λίαν καθοριστικής πολιτικής σημασίας θα είναι το πρόγραμμα διακυβέρνησης που θα πείσει την κοινωνία και η πολιτική βούληση να βγάλει την χώρα από την πολύπλευρη κρίση στην οποία έχει ήδη και προ πολλού εισέλθει.
Όλοι καλά γνωρίζουν πως η όποια κυβέρνηση σχηματιστεί θα έχει μπροστά της το εκρηκτικό πολιτικό κράμα : «Πανδημία – Οικονομία – Ελληνοτουρκικά» και σε ένα ευρωπαϊκό και παγκόσμιο περιβάλλον, νέων γεωστρατηγικών ισορροπιών και συσχετισμών, ενεργειακής και επισιτιστικής κρίσης, υπέρογκου δημόσιου χρέους και με υψηλά επιτόκια δανεισμού.
Γνωρίζουν οι πολιτικοί αρχηγοί
Μέσα στο παραπάνω περιγραφέν κλίμα και πνεύμα, εύλογα γεννάται το ερώτημα : «Γνωρίζουν οι πολιτικοί αρχηγοί την πραγματική κατάσταση»…;;;
Και βέβαια την γνωρίζουν. !
Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, γνωρίζει, καλύτερα από τον οποιονδήποτε άλλον, αυτά που έρχονται. Ο λόγος που θα ήθελε να ολοκληρώσει την τετραετία, είναι να «ρεφάρει» αυτά που δεν κατάφερε λόγω «πανδημίας και ουκρανικής κρίσης», όπως ισχυρίζονται στα υπόγεια του Μεγάρου Μαξίμου. Όμως γνωρίζουν επίσης, πως ο «Χειμώνας θα είναι βαρύς» και γι αυτόν ακριβώς τον λόγο προγραμματίζουν κάλπες το Φθινόπωρο, ευελπιστώντας σε μια μικρή κι εφήμερη κοινωνική ανάταση λόγω τουρισμού και χωρίς πυρκαγιές φυσικά.
Από την άλλη πλευρά του Φεγγαριού, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Αλέξης Τσίπρας, λέει χαρακτηριστικά : «Αυτό που με απασχολεί τα βράδια, αυτό που με κάνει να μη μπορώ να κοιμηθώ, είναι γι αυτά που θα παραλάβουμε την επόμενη μέρα. Ο κύριος Μητσοτάκης αφήνει χάος στα δημόσια οικονομικά και την κοινωνική συνοχή της χώρας», είπε πριν από μερικές ημέρες στην Όλγα Τρέμη και το Meeting Point του Newsbomb.gr.
Από τα παραπάνω προκύπτει ξεκάθαρα ότι στον ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν πως τα πράγματα κάθε άλλο παρά ρόδινα είναι στην οικονομία. Αντίθετα, φαίνεται να εκτιμούν ότι ένας από τους λόγους που θα οδηγήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη στο να «αποδράσει» -όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν- μέσω εκλογών το φθινόπωρο, είναι και η κακή δημοσιονομική κατάσταση της χώρας.
Εκεί αποδίδουν και την άρνηση του υπουργείου Οικονομικών να προχωρήσει στη μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα, καθώς, όπως σημειώνουν, από εκεί περιμένει να αντλήσει έσοδα προκειμένου να «μπαλώσει τρύπες».