Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, είναι ειλικρινής, όταν, σε κάθε ευκαιρία, επαναλαμβάνει ότι, «θέλει να είναι θεσμικός και οι εκλογές θα γίνουν με την εκπνοή της θητείας της κυβέρνησής του». Υπέρ αυτής της θέσης, πολιτικά θεμιτή θα ήταν και η στόχευση να έχει τον χρόνο να διαχειριστεί τους πόρους του «Ταμείου Ανάκαμψης», κατά το τελευταίο εξάμηνο της τετράχρονης παρουσίας του στο Μέγαρο Μαξίμου.
Όμως, ο απλός παρατηρητής – αναλυτής των οικονομικών υποθέσεων της χώρας, άριστα γνωρίζει πως ο οικονομικός προϋπολογισμός του 2023, θα είναι εντελώς διαφορετικός από την εικονική οικονομική πραγματικότητα που οι πολύ κοντά στον πρωθυπουργό ευρισκόμενοι, οικονομικοί, πολιτικοί και επικοινωνιακοί επιτελείς έχουν φιλοτεχνήσει. Ο προϋπολογισμός του έτους 2023 θα «δαγκώνει», θα είναι τόσο σκληρός, που θα διαψεύδει την, εικονική πραγματικότητα , μέσα στην οποία έχει μοιραία αυτεγκλωβιστεί ο πρωθυπουργός και σύμπασα η κυβέρνησή του. Η απλή πολιτική λογική, οδηγεί στο συμπέρασμα πως η κυβέρνηση θα προσέφευγε στην λαϊκή ετυμηγορία, πολύ πριν την σύνταξη του επόμενου προϋπολογισμού, ο οποίος θα ήταν η «αποκάλυψη τώρα» της εικονικής οικονομικής πραγματικότητας, που η ίδια λίαν αφελώς έχει δημιουργήσει.
Είναι σαφές, πως η κυβέρνηση πέφτει θύμα της ψευδούς ωραιοποίησης της οικονομίας.
Οι αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας
Με αφορμή το τέλος της «ενισχυμένης εποπτείας» για την Ελλάδα η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt αναφέρεται στις αδυναμίες που εξακολουθεί να εμφανίζει η ελληνική οικονομία. Επικαλούμενη εκτιμήσεις της Κομισιόν, απαριθμεί τις εξής πέντε λίαν διακριτές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας:
- «Το δημόσιο χρέος παραμένει, με διαφορά, το υψηλότερο μεταξύ των κρατών-μελών με ποσοστό 200,7 % επί του ΑΕΠ.
- Οι ελληνικές τράπεζες μπορεί να ανακοινώνουν προόδους στον περιορισμό του πιστωτικού κινδύνου, αλλά το ποσοστό επισφαλών δανείων παραμένει το υψηλότερο στην ΕΕ με 12,8%, ενώ τα πιστωτικά ιδρύματα δεν διαθέτουν ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια.
- Το έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών διευρύνεται, παρά την εντυπωσιακή ώθηση του τουρισμού.
- Το ποσοστό ανεργίας παραμένει το δεύτερο υψηλότερο στην ΕΕ, μετά την Ισπανία, με 12,2%.
- Η συρρίκνωση του πληθυσμού επιδεινώνει τις μεσοπρόθεσμες προβλέψεις για την ανάπτυξη και προκαλεί μεγαλύτερη επιβάρυνση στο ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό σύστημα».
Πέραν των ανωτέρω, η κλιμάκωση της κρίσης στην Ουκρανία, αποτελεί μία νέα εστία οξείας οικονομικής αβεβαιότητας, η οποία επιτείνει τις πληθωριστικές προκλήσεις οδηγώντας τις τιμές ενέργειας και βασικών πρώτων υλών σε νέα ιστορικά υψηλά και αναπόφευκτα επιβαρύνει τις οικονομικές επιδόσεις του 2022, τόσο σε φυσικά, όσο και σε νομικά πρόσωπα.
Οικονομικές συνέπειες της ουκρανικής κρίσης
Η ενεργειακή κρίση και η ανεπαρκής προσφορά μιας σειράς αγαθών και πρώτων υλών, των οποίων Ρωσία και Ουκρανία είναι βασικοί εξαγωγείς (κυρίως σιτηρά, λιπάσματα, συγκεκριμένα μέταλλα και πρώτες ύλες για τη χημική βιομηχανία και την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή), αποτελούν παράγοντες που έχουν σημαντικές αρνητικές επιδράσεις στην παραγωγική διαδικασία.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία εντείνει την γενική οικονομική αβεβαιότητα και την διαχέει στις διεθνείς οικονομικές συναλλαγές, καθώς η εφαρμογή κυρώσεων κατά της Ρωσίας και τα σχετικά αντίμετρα από την Μόσχα, δημιουργούν πιέσεις στη διεθνή προσφορά συγκεκριμένων ενεργειακών αγαθών και πρώτων υλών, με δευτερογενείς επιδράσεις στην εθνική παραγωγή και τον εγχώριο πληθωρισμό. Αναπόφευκτα λοιπόν η ελληνική οικονομία επηρεάζεται αρνητικά από τις εντεινόμενες πληθωριστικές πιέσεις και τον αρνητικό τους αντίκτυπο στο διαθέσιμο εισόδημα νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Επιπλέον δε το κόστος παραγωγής αυξάνεται κατακόρυφα.
112.500.000.000 ευρώ τα χρέη στην εφορία
Τα ανωτέρω εκτεθέντα, δικαιολογούν απόλυτα τα επίσημα στοιχεία που δόθηκαν πρόσφατα στη δημοσιότητα για τη νέα αύξηση των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο. Μέσα στο πρώτο τετράμηνο της φετινής χρονιάς προστέθηκαν στα υπάρχοντα χρέη άλλα 3,72 δισ. ευρώ έναντι 2,56 της περσινής χρονιάς το ίδιο διάστημα. Κι αν η αύξηση κατά περίπου 45% από τον έναν χρόνο στον άλλον δείχνει εντυπωσιακή, με το συνολικό ποσό των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία να έχει φτάσει τα 112,5 δισ. ευρώ… Σχεδόν 4.000.000 φορολογούμενοι -δηλαδή επί της ουσίας σχεδόν ένας στους δύο οικονομικά ενεργούς πολίτες- βρίσκονται χρεωμένοι στην Εφορία. Το φαινόμενο αυτό δεν είναι τωρινό, αφού στα ίδια επίπεδα κινούνται εδώ και πολλά χρόνια. Όμως, αυτό που προκύπτει είναι ότι κάθε μήνα, κάθε χρόνο που περνάει, η θηλιά σφίγγει ολοένα και περισσότερο για τον Έλληνα φορολογούμενο.
Στα 112, 5 δισ. Χρέη προς την εφορία, προστίθενται και χρέη 41 δισ. ευρώ προς τα ασφαλιστικά ταμεία, ενώ ακολουθούν τα «κόκκινα» δάνεια.
Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος του οικονομικού προβλήματος, πρέπει να υπολογιστεί πως τα χρέη των πολιτών και των επιχειρήσεων στην εφορία και στα ασφαλιστικά ταμεία ξεπερνούν τα ¾ του ΑΕΠ της χώρας που υπολογίζεται στα 180 δισ. ευρώ. Εάν δε προστεθούν και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια προς τις τράπεζες τότε το ιδιωτικό χρέος ξεπερνά όλες τις παραγωγικές δυνάμεις της Ελλάδας.
Διόλου τυχαίο, πως στο υπουργείο Οικονομικών φοβούνται ότι o πόλεμος στην Ουκρανία, έκτος όλων των άλλων, θα εντείνει την πληθωριστική καταιγίδα, με αποτέλεσμα να συνεχιστούν οι έντονες πιέσεις στα εισοδήματα των νοικοκυριών και στη ρευστότητα των επιχειρήσεων. Το πρόβλημα θα γίνει εντονότερο με το «ξεπάγωμα» των πληρωμών για οφειλές που είχαν ανασταλεί εξαιτίας της πανδημίας, την έναρξη της καταβολής των ποσών από την επιστρεπτέα προκαταβολή και τα νέα χρέη που θα εμφανιστούν στον χάρτη.
Δημόσιο Χρέος – Κόστος δανεισμού
Η κατάσταση που η ουκρανική κρίση έχει δημιουργήσει στην παγκόσμια οικονομία, λόγω της ραδγαίας ανατίμησης των τιμών ενέργειας διεθνώς, αναπόφευκτα φουσκώνει το κόστος δανεισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι η «ναυαρχίδα» της ευρωπαϊκής οικονομίας, η Γερμανία, πληρώνει για να δανείζεται από τις αγορές, ενώ μέχρι πρότινος την πλήρωναν οι επενδυτές για να εξασφαλίζουν τα κεφάλαιά τους.
Για την Ελλάδα, πρωταθλήτρια Ευρώπης με Δημόσιο Χρέος 200,7% επί του ΑΕΠ, η αύξηση αποδόσεων φτάνει στο +383%. Οι αποδόσεις από το 0,53% στις αρχές Αυγούστου πέρυσι, σήμερα κινούνται μεταξύ 2,56% και 4,2% δηλαδή με απλά λόγια η Ελλάδα πληρώνει πενταπλάσια ίσως και οκταπλάσια επιτόκια για να δανειστεί το ίδιο ποσό από τις αγορές.
Πρόωρες εκλογές – Σενάρια συγκυβερνήσεων
Μέσα στο ανωτέρω, λίαν αρνητικό οικονομικό περιβάλλον, η χώρα οδεύει προς πρόωρες Φθινοπωρινές κάλπες. Η απλή αναλογική με την οποία θα διεξαχθεί η εκλογική αναμέτρηση, δεν αναμένεται να αναδείξει κυβέρνηση με αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Με γνώση της πραγματικότητας αυτής, τα κομματικά στρατηγεία χαράσσουν τις μετεκλογικές στρατηγικές τους.
Από την πλευρά της κυβερνώσας παράταξης, η Ντόρα Μπακογιάννη, εκτίμησε ότι αν και η δεύτερη κάλπη δεν βγάλει αυτοδύναμη κυβέρνηση, τότε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα προχωρήσει σε τρίτες εκλογές αλλά θα αναζητήσει συμμαχίες για να προκύψει μία σταθερή κυβέρνηση. Μάλιστα έδειξε ευθέως προς την πλευρά του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, ενώ απέκλεισε την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου.
Από την άλλη πλευρά του πολιτικού φεγγαριού, η αξιωματική αντιπολίτευση, κατέρχεται στον εκλογικό στίβο με το αφήγημα της ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ. «Η προοδευτική διακυβέρνηση είναι εφικτή στη βάση συγκεκριμένων προγραμματικών συγκλίσεων. Μπορεί, υπό όρους, να αποτελέσει ακόμη και πρόκριμα για ένα νέο προοδευτικό κοινωνικό συμβόλαιο. Έχουμε έγκαιρα απευθυνθεί για το σκοπό αυτό σε κάθε προοδευτικό πολίτη και όλους τους πολιτικούς και κομματικούς φορείς που τοποθετούν τους εαυτούς τους στον προοδευτικό χώρο», διατείνονται στον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ.
Πέραν όλων τούτων, είναι σαφές πως η κοινωνία και η όλη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα, λόγω οικονομίας, ελληνοτουρκικών σχέσεων και ενεργειακής κρίσης, απαιτούν άμεση και σαφή απάντηση στο ζήτημα της επόμενης διακυβέρνησης. Σε αυτό θα κληθούν να τοποθετηθούν όλοι, σύντομα.