Η πανδημία, του covid 19, – είτε γρήγορα τιθασευτεί, είτε αργοπορημένα – , αφήνει το δικό της αποτύπωμα, όπως άλλωστε πάντα διεθνώς συνέβη και με τις προηγούμενες πανδημίες, στο διάβα της ιστορίας. Πόσο ευρύ, βαρύ ή βαθύ, θα είναι αυτό το αποτύπωμα, θα εξαρτηθεί, τα μέγιστα, από τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά ρήγματα, που θα έχει προκαλέσει η πανδημία, από την αντοχή της κοινωνίας στις όποιες δευτερογενείς συνέπειές τους και από τους πολιτικούς ταγούς , στην ούτως ή άλλως νέα εποχή, στην οποία ήδη έχουμε εισέλθει.
Στη σύγχρονη ιστορία μας, ζήσαμε την πρώτη μεταπολιτευτική περίοδο, μετά την πτώση της χούντας των συνταγματαρχών, με την κυριαρχία του διπολικού συστήματος διακυβέρνησης, (ΝΔ – ΠΑΣΟΚ), και την αναγνώριση του ΚΚΕ. Η «Άνοιξη του Χρηματιστηρίου», επί κυβερνήσεων του Κώστα Σημίτη, μας εισήγαγε στην «περίοδο της ευδαιμονίας», ακολούθησε η «Περίοδος των Μνημονίων», (2010 – 2018) -, η οποία έκλεισε με την διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Στα πρώτα, «μεταμνημονιακά» βήματά της, και με παρούσα πάντα την «μεταμνημονιακή εποπτεία», η χώρα μας, απέκτησε την «πολλά υποσχόμενη» κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Όλα τα κόμματα, (ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΣΥΡΙΖΑ / Δεξιά – Κέντρο – Αριστερά), άσκησαν εξουσία σ΄ αυτήν την περίοδο, αποκτώντας πολιτικές – κυβερνητικές εμπειρίες, είτε και «μνημονιακές αμαρτίες».
Κι ωσάν να μην έφθανε η «πολιτική – οικονομική – κοινωνική ζάλη», που είχε η Ελλάδα από τα μνημόνια, προέκυψε και η πανδημία του covid 19 για να προσθέσει επιπλέον προβλήματα και να περιπλέξει τα ήδη υπάρχοντα.
Και κάπου εδώ, αρχίζει η νέα περίοδος.
Μαύρα σύννεφα πάνω από το Μαξίμου
Στο Μέγαρο Μαξίμου γνωρίζουν, καλύτερα από τον οποιονδήποτε άλλον, ότι η κυβέρνηση περνά τη χειρότερη περίοδο από τις εκλογές του Ιουλίου 2019, όταν ανέλαβε την εξουσία. Η πανδημία και τα αλλεπάλληλα κύματά της, στάθηκαν μοιραία για να χαθεί πλήρως ο έλεγχος στη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, η οποία δημιουργεί ποικίλες άλλες κρίσεις σε κυβερνητικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο.
Η απώλεια ελέγχου στη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, – με την Ελλάδα να βρίσκεται στις πρώτες θέσεις απώλειας ανθρώπινων ζωών, σε σύγκριση κι αναλογία με ευρωπαϊκές χώρες – , σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση και τις συνεπαγόμενες ανατιμήσεις στην αγορά, που εκτροχιάζουν οικογενειακούς και επιχειρηματικούς προϋπολογισμούς, εξανεμίζουν το κυβερνητικό αφήγημα περί επιστροφής στην κανονικότητα.
Τούτων όλων δοθέντων, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, βλέπει να γίνεται ολοένα και πιο πολιτικά αναιμικό το επικοινωνιακό πλεονέκτημα με το οποίο κυριαρχούσε στο πολιτικό σκηνικό, μέχρι και πριν λίγους μήνες.
Προϊόντος του χρόνου οι δυσαρέσκειες στην κοινωνία πολλαπλασιάζονται καθώς οι κυβερνητικές υποσχέσεις δεν εκπληρώνονται. Οι σεισμόπληκτοι της Σάμου, οι πυρόπληκτοι ή οι πλημμυροπαθείς, Ευβοίας, Θεσσαλίας, Πελοποννήσου και νήσων έχουν ακόμα λαμβάνειν από τα υπεσχημένα. Τα μέτρα κατά της πανδημίας δημιουργούν ασφυξία στην αγορά, πολλαπλασιάζοντας και τις κοινωνικές ομάδες που ζητούν οικονομική στήριξη. Οι εργαζόμενοι στην εστίαση, – τον δεύτερο μεγάλο εργοδότη, μετά το ελληνικό δημόσιο – , οι εργαζόμενοι στον πολιτισμό, τις μεταφορές πληρώνουν ακριβά το τίμημα και ζητούν συνεχώς οικονομική στήριξη από την αδύναμη να προσφέρει κυβέρνηση.
Με όλα τούτα να συμβαίνουν στην κοινωνία, εύλογο είναι να έχουν και προβολή στα ευρήματα, των κυλιόμενων μετρήσεων στις τάσεις της κοινής γνώμες, τα οποία με τη σειρά τους μαυρίζουν τις καρδιές των επιτελών του Μεγάρου Μαξίμου, στην Ηρώδου του Αττικού.
Τουρισμός 2022 – Δημοσιονομική Πειθαρχία – Εκλογές
Μέσα στο ανωτέρω περιγραφέν κλίμα, πληθαίνουν τα σενάρια των πρόωρων εκλογών. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αλέξης Τσίπρας, ζητάει εκλογές και έθεσε το κόμμα του, ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, σε πλήρη εκλογική ετοιμότητα.
«Όχι. Σας κοιτώ στα μάτια και σας λέω “όχι” κατηγορηματικά», είπε απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σε λίαν πρόσφατη τηλεοπτική του συνέντευξη. Είναι ζήτημα «θεσμικής συνέχειας και πολιτικής κανονικότητας» ενώ η κυβέρνηση έχει «εγγυηθεί εντός και εκτός Ελλάδος τη σταθερότητα και την πολιτική συνέχεια», επαναλαμβάνει ο πρωθυπουργός.
Παρά ταύτα, παρά τα αλλεπάλληλα κι επαναλαμβανόμενα ΟΧΙ, του πρωθυπουργού και τους ‘’όρκους’’, ότι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας, με την εκπνοή της συνταγματικής θητείας της κυβέρνησης, υπάρχουν σαφείς και συγκεκριμένες εισηγήσεις υψηλά ιστάμενων κομματικών και κυβερνητικών επιτελών για εκλογές πολύ πριν το άνοιγμα του Τουρισμού, είτε αμέσως μετά το κλείσιμο της τουριστικής σεζόν, κατά μήνα Οκτώβριο. Υπέρ του Οκτωβρίου, τάσσονται οι περισσότεροι.
Οι λόγοι που συνηγορούν υπέρ του Οκτωβρίου για το στήσιμο της πρόωρης κάλπης είναι δύο /
- Οι προσδοκίες για ύφεση και εκτόνωση της πανδημίας κατά το πρώτο τρίμηνο του 2022, η οποία με τη σειρά της θα οδηγήσει και σε μια καλή τουριστική σεζόν, η οποία θα επιφέρει έσοδα στην οικονομία και γενική ευφορία στην κοινωνία.
- Παράλληλα, σύμφωνα με τις οικονομικές διεργασίες σε Βρυξέλλες και Φραγκφούρτη, από το 2023 θα επανέλθει η δημοσιονομική πειθαρχία στις χώρες μέλη της Ευρωζώνης. Αποτέλεσμα, αυτής της εξέλιξης, θα είναι ένας προϋπολογισμός με δόντια για το 2023. Εύλογα νοείται ότι, εκλογές λογικά πρέπει να γίνουν πριν τη σύνταξη του βάρβαρου προϋπολογισμού, άρα πριν τον Νοέμβριο του 2022.
Φθινόπωρο 2022 – Κυβέρνηση Συνεργασίας
Εξετάζοντας και περιγράφοντας το σενάριο, πρόωρων εκλογών, σαφώς πρέπει να λάβουμε υπόψην και τις τάσεις της κοινής γνώμης, όπως αυτές καταγράφονται.
Σύμφωνα με πρόσφατη πανελλαδική δημοσκόπηση της εταιρείας Interview για λογαριασμό της Politic, η ΝΔ, εξακολουθεί να είναι πρώτο κόμμα με 33,2% και ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ με 22,3%. Το ΚΙΝΑΛ είναι σταθερά στο 12,3%, το ΚΚΕ στο 4,6%, η Ελληνική Λύση στο 4,5% και το ΜέΡΑ25 στο 3,2%.
Με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο της Απλής Αναλογικής, τα παραπάνω εκλογικά ποσοστά θα προσέφεραν, στην ΝΔ, περίπου 100 με 105 έδρες, στο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, γύρω στις 65 με 67 έδρες και στο ΚΙΝΑΛ γύρω στις 36 με 38 έδρες.
Με τις παραπάνω κοινοβουλευτικές έδρες, το πρώτο κόμμα, η ΝΔ εν προκειμένω, δεν θα μπορούσε να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Η μόνη δυνατότητα θα ήταν σχηματισμού κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού με τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ ή τρικομματικής ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ – ΚΙΝΑΛ.
Σε περίπτωση μη συναίνεσης για σχηματισμό κυβέρνησης, η χώρα θα οδηγηθεί σε νέα εκλογική αναμέτρηση με τον εκλογικό νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση της ΝΔ, το 2020.
Με τον νέο νόμο, το πρώτο κόμμα, θα μπορεί να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, αν αποσπούσε 37,5 με 38%, μόλις και μετά βίας με 151 με 152 έδρες, ανάλογα και με τον αριθμό των μικρών κομμάτων που θα έμπαιναν στη βουλή.
Τούτων δοθέντων, συνάγεται το πολιτικό συμπέρασμα, πως και πάλι η κυβερνητική αυτοδυναμία προβάλλει ως όνειρο θερινής νυκτός, καθώς δε δεύτερες εκλογές, ουδείς εκτιμά ότι κάποιο κόμμα μπορεί να αποσπάσει ικανό ποσοστό.
Δημοσκοπήσεις Πρεσβειών στην Αθήνα
Τα πολιτικά πράγματα περιπλέκονται έτι περαιτέρω, αν επαληθευτούν οι δημοσκοπήσεις πρεσβειών μεγάλων χωρών στην Αθήνα. Οι εν λόγω μετρήσεις, – που έχουν εκτιμήσει επακριβώς όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις την τελευταία 20ετία – , εκτιμούν ότι, το άθροισμα και των τριών κομμάτων εξουσίας, (Ν.Δ., ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, ΚΙΝΑΛ.), σε αυτή τη συγκυρία καταγράφεται ως το χαμηλότερο όλων των εποχών και μετά βίας υπερβαίνει, ελάχιστα, το 50% των προτιμήσεων του εκλογικού σώματος.
Σύμφωνα με αυτές τις μετρήσεις, η ΝΔ φέρεται να κινείται μεταξύ 23%-24%, ο ΣΥΡΙΖΑ στο 19%- 20% και το ΚΙΝΑΛ. λίγο πάνω από το 10%.
Με αυτά τα ποσοστά, είναι προφανές ότι η συζήτηση για τη συγκρότηση κυβέρνησης, προσλαμβάνει ιδιαίτερη πολιτική σημασία, καθώς θα ήταν δύσκολη, ακόμα κι αν συναινούσαν και τα τρία κόμματα εξουσίας.
Σε αυτήν, την πραγματικά ακραία περίπτωση, η πρόσδεση στο άρμα εξουσίας, ενός τέταρτου κυβερνητικού εταίρου, είτε από τα αριστερά, είτε από τα δεξιά , προσλαμβάνει ιδιαίτερη πολιτική και κομβική σημασία. Όπως επίσης, ιδιαίτερη σημασία προσλαμβάνει και το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης ΕΘΝΙΚΉΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ή ΕΙΔΙΚΟΥ ΣΚΟΠΟΥ… και φυσικά οι τεκτονικές αλλαγές που θα επέλθουν στα πολιτικά μας κόμματα.
Επ αυτών, θα ασχοληθούμε σε επόμενη ανάλυσή μας…