Ήρθε λοιπόν η στιγμή το εργατικό κίνημα και οι συνδικαλιστικές του οργανώσεις να αναμετρηθούν με την κυβέρνηση και τους εργοδότες στη μάχη των μαχών: το νομοσχέδιο Χατζηδάκη, δηλαδή την κατάργηση κάθε προστατευτικής διάταξης για τους εργαζόμενους. Το οκτάωρο, οι υπερωρίες, οι απολύσεις, οι συλλογικές συμβάσεις, οι αμοιβές, η συνδικαλιστική δράση μπαίνουν σε νέο πλαίσιο, το οποίο αφήνει στον εργοδότη όλη την ευχέρεια να τα ρυθμίσει όλα κατά το συμφέρον του και με μεγάλο του σύμμαχο την απειλή της ανεργίας και την ουρά των ανέργων που περιμένουν για ένα οποιοδήποτε μεροκάματο επιβίωσης. Και το μεγάλο ερώτημα που προκύπτει είναι ποιοι και πώς, με ποια όπλα και με ποιες δυνάμεις μπορούν να δώσουν τη μάχη αυτή.
Πάνε πολλά χρόνια που όλοι μιλάμε για την κρίση του συνδικαλιστικού κινήματος. Γραφειοκρατικοποίηση, κομματικοποίηση, χάσμα ανάμεσα στην συνδικαλιστική ηγεσία και τα πρωτοβάθμια σωματεία, είχαν ως αποτέλεσμα την αδρανοποίηση των σωματείων, την απομάκρυνση των εργαζομένων από τα σωματεία τους, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα, τα μικρά ποσοστά συμμετοχής στις απεργίες, οι περισσότερες από τις οποίες κατέληξαν να είναι εθιμικές, τη μικρή συμμετοχή ακόμα και στις εκλογές για ανάδειξη διοικητικών συμβουλίων, την απομαζικοποίηση. Η αίσθηση του εργαζόμενου ότι ο συνδικαλισμός σε ανώτερο επίπεδο χρησιμοποιείται ως εφαλτήριο κατάκτησης κομματικής ή κυβερνητικής θέσης και ότι όλα τελικά οδηγούν σε συμβιβασμούς, αναξιοπρεπείς για τους εργαζόμενους, με ευθύνη μιας κομματικοποιημένης συνδικαλιστικής ηγεσίας που κινείται στα παρασκήνια ακόμα και μεγάλων μαζικών κινητοποιήσεων, μετατράπηκε σε βεβαιότητα που δεν μπορεί εύκολα να αναιρεθεί.
Η ζημιά έχει γίνει εδώ και πολλά χρόνια, όταν η αυτονομία των μαζικών χώρων και του συνδικαλιστικού κινήματος, ως αίτημα πρωτοποριακό για την εποχή του και αναγκαίο για την ανάπτυξη του μαζικού κινήματος, λοιδωρήθηκε και συκοφαντήθηκε από τους υπέρμαχους της κομματικής εξουσίας που, κατά τη γνώμη τους, έπρεπε να επιβληθεί παντού. Και όλα αυτά ήδη από την εποχή του 1980. Από τότε μέχρι σήμερα, απλά προστέθηκε η προπαγάνδα που βλέπει στις κινητοποιήσεις το μεγάλο εχθρό «της ανάπτυξης» και της «ομαλής λειτουργίας της αγοράς».
Και τώρα τι κάνουμε; ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ δεν έχουν αλλάξει χαρακτήρα, η διάσπαση και μέσα στους κόλπους του συνδικαλιστικού κινήματος είναι επίσης γεγονός και η κυβέρνηση ξέρει την κατάσταση που επικρατεί και την αξιοποιεί προς όφελός της, όπως και την πανδημία, η οποία κρατάει πολύ κόσμο ακόμα μακριά από τις κινητοποιήσεις και την οργανωμένη αντίδραση.
Κι όμως είμαστε αναγκασμένοι να δράσουμε μέσα σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο. Να εκμεταλλευθούμε τις όποιες ρωγμές εμφανίζονται στα τριτοβάθμια σωματεία, τους συσχετισμούς που δεν τους βγαίνουν πάντα όπως θέλουν. Να αναλογιστούμε τη σοβαρότητα και τη σημασία του «τι ακριβώς διακυβεύεται σήμερα» και να δώσουμε τη μάχη με όλα τα μέσα, παραδοσιακά και μη, απέναντι σε μια πολιτική που θέλει να κάνει νόμο την αυθαιρεσία, την υποταγή, την ανισότητα, την αναίρεση δικαιωμάτων που κατακτήθηκαν με θυσίες, την οικονομική εξάρτηση και τη φτώχεια.
Κι αυτό πρέπει να γίνει τώρα με όσες δυνάμεις έχουμε ο καθένας. Και παράλληλα να δούμε στην πορεία βήμα-βήμα τις διαρθρωτικές αλλαγές που πρέπει να γίνουν για να χτιστεί ξανά ένα κίνημα αντάξιο των αναγκών του κόσμου της εργασίας και των απαιτήσεων της συγκυρίας.