Μια εξαιρετική συνέντευξη στο elculture.gr του Διευθυντή της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας με αφορμή την επιστροφή του στο πόντιουμ της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών για τη δεύτερη συναυλία του Κύκλου Σολίστ της ΚΟΑ.
ΤΟ ΠΛΗΡΕΣ ΚΕΙΜΕΝΟ ΟΠΩΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ elculture.gr
Γέννημα- θρέμμα της Κέρκυρας, του «νησιού της Μουσικής» με την τόσο πλούσια παράδοση, ο Σπύρος Προσωπάρης αποτελεί εξέχουσα μορφή της κερκυραϊκής – και όχι μόνο – μουσικής ζωής. Ο πολυπράγμων αρχιμουσικός, συνθέτης και Διευθυντής της υψηλού κύρους Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας, επιστρέφει στο πόντιουμ της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών για τη δεύτερη συναυλία του Κύκλου Σολίστ της ΚΟΑ και μιλά για την καταγωγή του, την εντυπωσιακή πορεία του, αλλά και τη διάπλαση της νέας γενιάς μουσικών.
Ασχολείστε με τη μουσική από πολύ νεαρή ηλικία. Το κερκυραϊκό DNA έπαιξε, πιστεύετε, σημαντικό ρόλο στην πορεία σας;
Σίγουρα, το να μεγαλώνεις στην Κέρκυρα, όπου οι προσλαμβάνουσες παραστάσεις ήχων και εικόνων αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητας, σε ακολουθεί σε όλη τη ζωή σου. Πάντοτε, όπου και να βρίσκομαι γυρνώ στα πρώτα χρόνια της ζωής μου… Τότε που άκουσα κι αντίκρισα τη «Μουσική» (Φιλαρμονική) να περνά κάτω από το σπίτι μου.
Αρχικά, επιλέξατε να σπουδάσετε κλασικά κρουστά. Τι ήταν αυτό που σας γοήτευσε;
Με γοήτευσε η δυναμική και ξεχωριστή τους παρουσία μέσα στην μπάντα και τη μουσική γενικότερα. Εμπνευστές μου υπήρξαν οι πρώτοι μου δάσκαλοι, Τάσος Κότσης και Μιχάλης Θεοδώρου (ο πατέρας του τρομπονίστα της ΚΟΑ και εκ των σολιστών της συναυλίας, Ανδρέα-Ρολάνδου Θεοδώρου) και βέβαια ο καθηγητής μου Δημήτρης Μαρινάκης, πρώην τυμπανίστας της ΚΟΑ.
Πολλοί νέοι αγαπούν ιδιαίτερα τα drums κατά την εφηβική, κυρίως, ηλικία. Πειραματιστήκατε ποτέ με άλλα είδη μουσικής, όπως για παράδειγμα στη ροκ;
Ως κρουστός, ελάχιστα έχω ασχοληθεί με άλλα είδη μουσικής, κυρίως κατά τη σχολική ηλικία. Ως αρχιμουσικός στην κατάρτιση προγράμματος μιας συναυλίας προσπαθώ να εντάξω αρκετά είδη μουσικής πέραν της κλασικής, όπως η ροκ, η τζαζ, η παραδοσιακή και η μουσική για τον κινηματογράφο.
Ποιες οι κύριες διαφορές των κλασικών κρουστών σε σχέση με τη μοντέρνα εκδοχή τους, που συναντάμε σε πολλά συγκροτήματα;
Οι κύριες διαφορές έχουν να κάνουν με τα είδη των οργάνων αλλά και τον ρόλο που έχουν σε κάθε μουσικό σύνολο. Για παράδειγμα, το απαραίτητο ίσως και μοναδικό κρουστό όργανο ενός ροκ συγκροτήματος είναι η drums. Το ίδιο και στην τζαζ. Επίσης, σε ένα σχήμα ελληνικής παραδοσιακής μουσικής θα συναντήσεις όργανα όπως το νταούλι και ομόηχά του. Όλα τα προαναφερθέντα όργανα έχουν αποκλειστικά ρυθμικό ρόλο. Αντιθέτως στην κλασική, συμφωνική μουσική θα έλεγα, τα τύμπανα, το ταμπούρο, το ξυλόφωνο ακόμα και ένα τρίγωνο έχουν πολλές φορές πρωταγωνιστικό ρόλο, ενώ αποτελούν μέρος του συνολικού ορχηστρικού ηχοχρώματος μαζί με αυτό των εγχόρδων και των πνευστών.
Ποιος ο ρόλος των Φιλαρμονικών για τη μουσική ζωή στην Κέρκυρα, αλλά και συνολικά στην Ελλάδα;
Στην Κέρκυρα, μουσική και Φιλαρμονική είναι έννοιες ταυτόσημες. Οι Φιλαρμονικές της Κέρκυρας αποτελούν ουσιαστικά «Σχολεία Μουσικής» με δωρεάν εκπαίδευση και βασικό σκοπό την καλλιέργεια της τέχνης, κυρίως στις νέες και τους νέους του νησιού, όπου μεταξύ άλλων τούς παρέχεται η δυνατότητα να ενταχθούν σε μια μεγάλη οικογένεια με ηθικές και υψηλές αισθητικές αξίες. Υπό την καθοδήγηση εμπνευσμένων δασκάλων πλάθουν την αυριανή κοινωνία και βέβαια, εκτός από μουσικούς, διαμορφώνουν και τους ακροατές του μέλλοντος. Πάρα πολλοί Κερκυραίοι ήδη από τον 18ο αιώνα διέπρεψαν τόσο στον ελλαδικό, όσο και στον ευρωπαϊκό χώρο. Σήμερα, η Κέρκυρα αποκαλείται ως «Το Νησί της Μουσικής», ενώ η παραγωγή μουσικών, αρχιμουσικών και συνθετών παγκοσμίως συνεχίζεται με αμείωτη ένταση.
Είναι μύθος ή αλήθεια ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις Φιλαρμονικές; Αν ναι, πιστεύετε ότι λειτουργεί ως κίνητρο για τους μουσικούς;
Προτιμώ να τον αποκαλώ συναγωνισμό! Είναι ένα άτυπο πρωτάθλημα χωρίς τελικούς και κύπελλα. Για όλες τις Φιλαρμονικές υπάρχουν οι καλές και οι λιγότερο καλές στιγμές. Η εξαιρετική συναυλία μιας μπάντας σε καμία περίπτωση δεν μειώνει την αξία μιας άλλης μπάντας, αντιθέτως λειτουργεί ως κίνητρο για κάτι καλύτερο. Εξάλλου, η κάθε μία έχει το δικό της χρώμα, το δικό της «άκουσμα». Πάντοτε πίστευα πως αντίπαλος της κάθε Φιλαρμονικής δεν είναι η «άλλη», μα ο κακός της εαυτός…
Από τον Οκτώβριο του 2010 είστε Διευθυντής Σχολών και Αρχιμουσικός της Μπάντας της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κερκύρας (1840), του αρχαιότερου μουσικο-εκπαιδευτικού οργανισμού της Ελλάδας. Αισθάνεστε ότι είναι μεγάλη η ευθύνη που έχετε επωμιστεί;
Το να διευθύνεις τη «Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας» αποτελεί ιδιαίτερη τιμή και τεράστια ευθύνη. Αρκεί να δει κανείς τα ονόματα των ανθρώπων, καλλιτεχνών και μη, που έχουν περάσει αυτά τα 180 χρόνια με σπουδαιότερο όλων τον «πατέρα» της μουσικής μας Νικόλαο Χαλικιόπουλο Μάντζαρο. Οι συνεργάτες μου κι εγώ είμαστε υποχρεωμένοι να διατηρούμε σε υψηλό καλλιτεχνικό επίπεδο αυτό το σπουδαίο, για τη μουσική ζωή του τόπου, ίδρυμα. Ο κάθε ένας από εμάς οφείλει να αποτελεί πρότυπο και παράδειγμα όχι μόνο μουσικών αξιών, αλλά και υπόδειγμα κοινωνικό. Άλλωστε και τα δικά μας πρότυπα υπήρξαν οι δάσκαλοί μας.
Ποιο το όραμά σας για τη Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας;
Παρόλη τη δύσκολη κατάσταση την οποία βιώνουμε όλο αυτό το διάστημα προσπαθώ και θέλω να είμαι αισιόδοξος για το μέλλον όχι μόνο της ΦΕΚ αλλά και της μουσικής ως τέχνης και τρόπου ζωής γενικότερα. Η αλήθεια είναι ότι η κρίση αυτή έχει δημιουργήσει πολλές εκκρεμότητες στους καλλιτεχνικούς μας στόχους. Πρωτίστως θα ήθελα να πραγματοποιηθούν όλες αυτές οι εκδηλώσεις που αναβλήθηκαν εκ των πραγμάτων. Οι στόχοι και τα όνειρά μου συνδέονται πάντα με τους νέους μουσικούς, για τους οποίους επιθυμώ την όλο και καλύτερη μουσική τους εκπαίδευση και καλλιέργεια. Η ευθύνη που νιώθω από τη θέση που υπηρετώ για τη σωστή τους καθοδήγηση είναι τεράστια, αφού πιστεύω ότι η μουσική ως μέσο μπορεί να προσφέρει πολλά οφέλη στη ζωή τους, σε κοινωνικό επίπεδο. Το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών που φοιτούν στις Φιλαρμονικές δεν θα ακολουθήσουν επαγγελματικά τη μουσική. Βιώνοντας όμως την εμπειρία, έστω και για 4-5 χρόνια, όντας μέλη ενός μουσικού σχήματος (μπάντα, ορχήστρα, μουσικά σύνολα) το οποίο καλλιεργεί την πειθαρχία και τον σεβασμό στην ομαδικότητα και, σε συνδυασμό με την τριβή τους με υψηλού επιπέδου μουσικά έργα, το κέρδος είναι πως θα ανέβει το πνευματικό επίπεδο στη χώρα μας που τόσο έχουμε ανάγκη.
Η επαφή με τη νέα γενιά μουσικών επιδρά αναζωογονητικά;
Σαφέστατα. Η κάθε «φουρνιά» νέων μουσικών αποτελεί ταυτόχρονα και μια νέα πρόκληση. Είναι ένα εύπλαστο ζυμάρι το οποίο έχεις την ευθύνη να σχηματίσεις, να καλλιεργήσεις και να εξελίξεις! Κάθε φορά και ένα καινούργιο στοίχημα με τον εαυτό σου!
Τι θέλετε να κρατήσουν οι μαθητές σας από εσάς, φεύγοντας από τις τάξεις σας;
Τον σεβασμό τους στο ίδρυμα, την τήρηση των αυθεντικών αξιών και παραδόσεων του τόπου μας και ό,τι καλό εκτιμούν από εκείνα που τους πρόσφερε η Φιλαρμονική μέσω της μουσικής παιδείας.
Από το 2007 έως το 2012 σπουδάσατε διεύθυνση ορχήστρας στην τάξη του Λουκά Καρυτινού στο Ωδείο Αθηνών. Τι κρατάτε από τον διακεκριμένο αρχιμουσικό, ο οποίος πρόσφατα ανέλαβε και την Καλλιτεχνική Διεύθυνση της ΚΟΑ, που θα διευθύνετε στις 30 Ιανουαρίου;
Κρατάω τη σοβαρότητα και την επιμονή με την οποία αντιμετωπίζει και καλλιεργεί την τέχνη του. Τον τρόπο με τον οποίο εμπνέει και καθοδηγεί τους μαθητές του. Είναι ο άνθρωπος που με «καθήλωσε» με τις γνώσεις, την αύρα και την εμπειρία του. Είναι ένα φωτεινό παράδειγμα για όλους τους ασχολούμενους με τη διεύθυνση και όχι μόνο! Του εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία στο δύσκολο, λόγω εποχής, έργο που ανέλαβε και είμαι βέβαιος για την άριστη και γόνιμη συνεργασία του με τους εκλεκτούς μουσικούς της ΚΟΑ.
Για πολλά χρόνια συνδυάσατε την ερμηνεία κρουστών με τη διεύθυνση Ορχήστρας. Πώς σας κέρδισε τελικά η διεύθυνση;
Η προτεραιότητά μου πάντοτε ήταν η διεύθυνση. Δεν θεωρώ ότι αναμετρήθηκαν ποτέ τα κρουστά μαζί της. Είναι δύο ξεχωριστές αγάπες, που μπόρεσαν να συνυπάρξουν!
Έχετε συνθέσει περισσότερα από 140 πρωτότυπα έργα, ενώ έχετε επιμεληθεί την ενορχήστρωση και μεταγραφή 900 έργων, τα περισσότερα για μπάντα. Αισθανθήκατε ότι υπάρχει κάποιο κενό στο συγκεκριμένο ρεπερτόριο που θελήσατε να γεμίσετε;
Η μπάντα ως ορχήστρα πνευστών και κρουστών οργάνων είναι το πιο δημοφιλές μουσικό σύνολο εδώ και αιώνες ίσως. Με σιγουριά σάς λέω πως τα έργα που γράφονται για το σχήμα αυτό είναι πολλαπλάσια ακόμα και από εκείνα για ορχήστρα. Και αυτό οφείλεται στο ότι υπάρχουν εκατοντάδες ή και χιλιάδες μπάντες σε κάθε χώρα, άρα είναι απαραίτητο σε επίπεδο ρεπερτορίου να υπάρχει και νέο υλικό. Ένας συνθέτης που γράφει για μπάντα έχει πάρα πολλές ευκαιρίες και πιθανότητες να ακούσει το έργο του. Αισθάνομαι πολύ τυχερός, διότι από μικρή σχετικά ηλικία είχα τη δυνατότητα να ακούω τις δημιουργίες μου!
Τι σας εμπνέει κατά τη σύνθεση;
Αντλώ την έμπνευσή μου από τον Θεό, την οικογένειά μου, τους φίλους μου, τους μαθητές μου και τους συνεργάτες μου, την ιστορία και τη μυθολογία, τη φύση και βέβαια την Κέρκυρα…
Οι διαδικτυακές συναυλίες αποτελούν μονόδρομο κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού. Πως κρίνετε την επιλογή των μεγαλύτερων Ορχηστρών παγκοσμίως να τις αξιοποιήσουν για να συνεχίσουν να επικοινωνούν με το κοινό τους;
Δυστυχώς, είναι ο μόνος τρόπος ώστε να κρατηθούν μουσικά «ζωντανοί» οι οργανισμοί και να διατηρήσουν την επαφή τους με το φιλόμουσο κοινό. Νομίζω ότι πιο ουσιαστικό θα ήταν να πραγματοποιηθούν παραγωγές όπως εκδόσεις CD ή DVD με ηχογραφήσεις, ή μαγνητοσκοπήσεις που ούτως ή αλλιώς δεν απαιτείται η παρουσία κοινού. Επίσης, με αυτόν τον τρόπο παραμένει ανοιχτή η βιομηχανία παραγωγής ψηφιακών δίσκων, που και αυτή περνά τη δική της κρίση.
Πόσο δύσκολο είναι να διευθύνετε μία συναυλία σε αυτές τις συνθήκες;
Είναι πολύ δύσκολο. Υπό κανονικές συνθήκες όλη η ενέργεια των μουσικών και του μαέστρου θα εκδηλωθεί την ώρα της τέλεσης της συναυλίας. Όλη η προετοιμασία έχει ως στόχο τη μία και μοναδική φορά της εκτέλεσης. Το κάθε μουσικό δευτερόλεπτο θα περάσει και θα δώσει τη θέση του στο επόμενο και ούτω καθεξής. Δυστυχώς, αυτή η κορυφαία και συνάμα μαγική στιγμή δεν μπορεί να υπάρξει. Επίσης, μια άλλη δυσκολία είναι οι μεγάλες αποστάσεις μεταξύ των μουσικών οι οποίες δημιουργούν προβλήματα συντονισμού και ομοιογένειας.
Σας λείπει το χειροκρότημα του κοινού; Είναι η μεγαλύτερη ανταμοιβή σας;
Σε μία συναυλία παίζεις ή διευθύνεις για εσένα και το κοινό. Αυτή τη στιγμή λείπει το ένα από τα δύο συστατικά. Η ορχήστρα υπάρχει, το κοινό όχι, άρα το μείγμα είναι ελλιπές. Από την απουσία κοινού χάνεις τον παλμό που αισθάνεσαι στην πλάτη σου, τον ηλεκτρισμό και την ενέργεια των ματιών που σε κοιτούν, το θερμό χειροκρότημα ως πολύτιμη ηθική ανταμοιβή…
Για την έως τώρα προσφορά σας έχετε τιμηθεί από πολιτιστικούς και πνευματικούς φορείς της Ελλάδας. Ποια η σημασία των βραβεύσεων για εσάς;
Δέχομαι με ιδιαίτερη χαρά και απέραντη ευγνωμοσύνη τις διακρίσεις αυτές. Όμως, ο στόχος μου δεν είναι τα βραβεία και οι έπαινοι, αλλά το να προσφέρω και να βοηθάω ιδιαίτερα τους νέους και εκκολαπτόμενους μουσικούς. Το αξίζουν!