Η Κερκυραϊκή Πινακοθήκη παρουσιάζει την έκθεση με τίτλο «Μηνύματα Ψυχής Σ. Αλαμάνος» την Τετάρτη 21 Ιουλίου 2021 στις 20:00 στην Αίθουσα Περιοδικών Εκθέσεων της Κ.Π.
Όπως αναφέρει το ενημερωτικό της Πινακοθήκης:
Η παρούσα έκθεση αποτελείται από πέντε ενότητες έργων μικτής τεχνικής από τη Μόνιμη Συλλογή της πινακοθήκης, που παρουσιάζονται για πρώτη φορά στο κερκυραϊκό κοινό. Στην έκθεση συμπεριλαμβάνονται και μακέτες από την εικονογράφηση του περιοδικού Πόρφυρας (Αφιέρωμα στον Ντίνο Θεοτόκη). Τα έργα, μας μεταφέρουν στον κόσμο του αείμνηστου Σπύρου Αλαμάνου, που ως δημιουργός κατάφερε να δώσει μορφή στις ανησυχίες του και να κάνει το θεατή ενεργό συμμέτοχό του.
Σας περιμένουμε στην Κερκυραϊκή Πινακοθήκη για να θαυμάσουμε ακόμα μια φορά το μεγαλείο της τέχνης του και την ιδιαίτερη προσωπική γραφή του.
Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων των δέκα χρόνων μνήμης Σ. Αλαμάνος, θα πραγματοποιηθεί επίσης εκδήλωση – παρουσίαση το Σάββατο 31 Ιουλίου 2021 στον Κήπο των Παλαιών Ανακτόρων (Κήπος του λαού) στις 21:00.
Θα παρουσιαστούν τα δύο βιβλία που μόλις εκδόθηκαν τον Ιούλιο 2021:
«Ο ζωγράφος σπυρος αλαμανος ανάμεσά μας», Δημήτρης Κονιδάρης , εκδόσεις: “Κερκυραϊκή Πινακοθήκη”, 2021 και
«Με λογισμό και χρώμα… Σ. Αλαμάνος», Κωνσταντίνος Λιντοβόης, εκδόσεις “image”, 2021
Ο κάθε εικαστικός δημιουργός μαζί με το έργο του αποτελεί ένα τοπίο που προσφέρεται ζωντανό για εξερεύνηση, περιήγηση, ανάπαυλα και αναλόγως με τα “γυαλιά” που φοράμε (δικά μας, της εποχής μας κ. ά.) μπορεί να αποτελέσει πηγή από την οποία πίνουμε δροσερό πνευματικό νερό. Ευτυχισμένο στο μακρύ χρόνο επομένως θα λέγαμε, το τοπίο που δρόσισε τους σύγχρονους επισκέπτες του και ακόμα περισσότερο αυτό που δροσίζει και τους μετέπειτα. Αυτό που τα φτερά της τύχης τοποθέτησαν σε καλό γεωγραφικό πλάτος και με ούριο τον άνεμο της εποχής.
Για σχεδόν μισό αιώνα (σαράντα περίπου έτη), ένας τέτοιος κόσμος για τα Ιόνια νησιά υπήρξε το “ξέφωτο” της τέχνης του Σπύρου Αλαμάνου καθώς εδώ σταμάτησε άλλοτε περισσότερο, άλλοτε λιγότερο, σχεδόν όμως συνολικά, η φιλότεχνη Κέρκυρα της εποχής του και όχι μόνο. Κοντοστάθηκε, συζήτησε, χαμογέλασε, εμπνεύστηκε, αντέδρασε. Στο τέλος αισθάνθηκε βαθειά και ‘πόνεσε μαζί με τον δημιουργό. “Κοινώνησε” τον πόνο, την αγωνία του σε μία πρωτόγνωρη εμπειρία μέσα και έξω από το εργαστήριό του, σε καθετί δικό του ανθρώπινο, στα στενά της πόλης που σύχναζε, στους δρόμους που ακολουθούσε καθημερινά, στο αγαπημένο του καφενείο. Το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας “υπέκυψε” πρόθυμα στην επίμονη έκκλησή του για συνομιλία και στάθηκε δίπλα του, κρατώντας του συχνά το χέρι σε μία περίοδο που η τουριστική ανάπτυξη ως λαίλαπα είχε αρχίσει να αποκοιμίζει σταθερά τα πάντα. Κάπως έτσι σαν ένα βίωμα αξέχαστο της πόλης για όσους το έζησαν (την γενιά κυρίως που ταχέως προχωρά πλέον όχι με το “εμπρός” αλλά το “μετά”) η πολύπλευρη φωνή του άγγιξε κάθε δυνατό ήχο πειραματισμών. Προχώρησε στην τέχνη με οδηγό τα υλικά του, την χρήση των τεχνικών αλλά και την αναδίφηση και την ιδιότυπη αξιοποίηση, την μεταποίηση στοιχείων παλαιών επιτευγμάτων της ζωγραφικής, της γλυπτικής, ακόμα και της φωτογραφίας. Με πραγματική ευρεσιτεχνία ένωσε σε συνομιλία τα πιο φαινομενικά αταίριαστα στοιχεία. Κατασκεύασε νέες μορφές με ό, τι ενδιαφέρον παρακίνησε την φαντασία του συλλέγοντας ψηφίδες από το μεγάλο πάζλ των έργων τέχνης (στα κολάζ, τις κατασκευές, στις απόπειρες στην γλυπτική). Στην δημιουργία της αφίσας που τόσο τον γοήτευσε, ζύγισε με μέτρο κάθε μέσο. Κατείχε απόλυτα εδώ τα κλειδιά της ποιοτικής σύνθεσης. Η ικανότητά του στο σχέδιο αναζήτησε και απέδωσε τις ισορροπίες της γραμμής, του χρώματος, επιχειρώντας να “εξαντλήσει” σχεδόν τις δυνατότητές τους (στα σχέδια και χαρακτικά του). Επιθυμούσε βαθειά έναν απαλλαγμένο από περιττά βάρη εικαστικό κόσμο, το “εύμορφο τοπίο” του και στην σύνοψη των όψεων του, όπου τελικά το επέτυχε, ανακουφίστηκε η αγωνία του για δημιουργία, παρασύροντας στην ακριβή αυτή χαρά, την σημαντική και όλους γύρω του και κυρίως όσους υπήρξαν μαθητές του.
Κρυμμένος -για τα μάτια πλέον μόνο των πολλών, δικών του φίλων- χαμογελά σήμερα μέσω των έργων του, στους ιδιωτικούς χώρους της πόλης του και όχι μόνο, σε οικίες, γραφεία και καταστήματα ενώ το μεγαλύτερο μέρος των συλλογών του προβάλλει δημόσια, κατά το δυνατόν, η φιλόξενη στέγη της “Κερκυραϊκής Πινακοθήκης”. Τα έργα του μιλούν για τις αισθητικές επιλογές κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αι. στο νησί και τις επιδράσεις τους έως σήμερα, ελπίζουμε να εκτεθούν επομένως σύντομα και ευρύτερα όπως για παράδειγμα, στο Τμήμα Σύγχρονης Τέχνης της “Πινακοθήκης του Δήμου Κεντρικής Κέρκυρας” που εκκρεμεί να δημιουργηθεί. Άλλωστε πολύ πριν οποιαδήποτε άλλη αναφορά ή παρουσίαση, ο Δήμος Κερκυραίων και η Πινακοθήκη (δημοτική), πολλές φορές σε ατομικές και περιοδικές εκθέσεις ταξίδεψε και εκείνη το κοινό και κάθε νέο δημιουργό στο αγαπητό “ξέφωτο” του Σπύρου Αλαμάνου…
Μαρία Μελέντη, ιστορικός τέχνης
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Σπύρος Αλαμάνος γεννήθηκε το 1947 στην Κέρκυρα. Η πρώτη του επαφή με τη ζωγραφική ήταν σε νεαρή ηλικία, κοντά στον Κερκυραίο ζωγράφο Άγγελο Πιζάνη και τον ιερέα Νικόλαο Κουρτελέση. Φοίτησε στην Καλλιτεχνική Σχολή Κέρκυρας, όπου, πολλά χρόνια αργότερα, επέστρεψε ως δάσκαλος (1984- 1991). Σπούδασε Γραφικές Τέχνες στο Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο (Α.Τ.Ι., Σχολές Δοξιάδη), όπου δίδασκαν, μεταξύ άλλων, ο ζωγράφος- χαράκτης Παναγιώτης Γράββαλος, ο Πέτρος Ζουμπουλάκης και η Μαρίνα Λαμπράκη- Πλάκα. Τον τελευταίο χρόνο των σπουδών του (1971) απονέμεται στον Σπύρο Αλαμάνο το πρώτο βραβείο του μόνιμου σήματος της Ναυτικής Εβδομάδας και το πρώτο βραβείο αφίσας της Διεθνούς έκθεσης Θεσσαλονίκης. Υπήρξε μέλος της Συντακτικής Επιτροπής για τα εικαστικά του Περιοδικού «Πόρφυρας». Το 1984 γίνεται τακτικό μέλος του Εικαστικού Επιμελητηρίου Ελλάδος. Την επόμενη χρονιά ανέλαβε την καλλιτεχνική επιμέλεια του περιπτέρου της Κέρκυρας στην έκθεση «Filoxenia‘85», στη Θεσσαλονίκη, δουλειά η οποία βραβεύθηκε και παρουσιάστηκε στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης. Το 1988 έργο του επιλέχθηκε από το Επιμελητήριο Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος και παρουσιάστηκε στη Μόσχα, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων με θέμα «Ελληνικός Μήνας στην Τέχνη». Το 1993 η ελβετική εταιρία φαρμάκων Roche εκδίδει το ημερολόγιό της στην Ελλάδα, με 12 έργα του Σπύρου Αλαμάνου. Την ίδια χρονιά η Εθνική Πινακοθήκη – Παράρτημα Κέρκυρας κάνει μια αναδρομική παρουσίαση του έργου του. Το 1994, για λογαριασμό του Δήμου Κερκυραίων, φιλοτεχνεί τα τρία μετάλλια της Συνόδου Κορυφής. Το 1977 επέστρεψε στην Κέρκυρα, όπου προσλήφθηκε ως φωτογράφος και διοικητικός υπάλληλος στην τοπική Αρχαιολογική Υπηρεσία, από την οποία συνταξιοδοτήθηκε 20 χρόνια αργότερα. Συνεργάστηκε με την Αναπτυξιακή Επιχείρηση του Δήμου Κερκυραίων (ΑΝ.Ε.Δ.Κ.), συμβάλλοντας με τα έργα του στην τουριστική προβολή της Κέρκυρας. Έζησε και εργάστηκε, το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του, στην Κέρκυρα. Παρουσίασε τη δουλειά του σε πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Σήμερα έργα του φιλοξενούνται στην Εθνική Πινακοθήκη, στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία Ελλάδος, στην Κερκυραϊκή Πινακοθήκη, στη Δημοτική Πινακοθήκη Κέρκυρας, στην Πινακοθήκη της Ιονικής Τράπεζας και της Τράπεζας Αττικής, στο Μουσείο Σολωμού Κέρκυρας, στην Αναγνωστική Εταιρεία Κέρκυρας κ.α. Πολλά λευκώματα, φυλλάδια, ακόμα και έργα του, συνοδεύονταν από μικρά ποιητικά κείμενα, τα οποία κατά κάποιον τρόπο συμπλήρωναν τη δημιουργία του. Ο Σπύρος Αλαμάνος εξέδωσε πολλά βιβλία και λευκώματα για τη δουλειά του. Η φιλία του Σπύρου Αλαμάνου με τον Κερκυραίο συλλέκτη έργων τέχνης Μιχαήλ Άγγελο Βραδή, υπήρξε ο κινητήριος μοχλός της ίδρυσης της Κερκυραϊκής Πινακοθήκης. Για τη συμβολή του Σπύρου Αλαμάνου στην πραγματοποίηση του οράματος του συλλέκτη και για τη στήριξη που προσέφερε, ο ιδρυτής οδηγήθηκε στην απόφαση να ιδρύσει την «Αίθουσα Σπύρος Αλαμάνος». Στην αίθουσα παρουσιάζονται αναδρομικά έργα από όλες τις δημιουργικές περιόδους του, καθώς και προσωπικά του αντικείμενα. Ο Σπύρος Αλαμάνος απεβίωσε την 18η Ιουλίου 2011, στην Κέρκυρα.