Οι σεξουαλικές διαστροφές, ως ανθρώπινες συμπεριφορές, είναι ένα σύνθετο πολυπαραγοντικό ζήτημα που για την κατανόηση του χρειάζεται η συνδρομή ενός μεγάλου αριθμού επιστημών.
Υπάρχουν πλευρές ψυχολογικές, κοινωνικές, πολιτιστικές, νομικές, οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικής και ατομικής παθολογίας… που κάνουν επιτακτική την ανάγκη παρέμβασης ειδικών επιστημόνων
Από την Ιστορία γνωρίζουμε πως οι διαστροφές χάνονται στα βάθη των αιώνων. Με την είσοδο όμως στις καπιταλιστικές κοινωνίες αποκτούν χαρακτήρα κοινωνικού φαινομένου και παίρνουν επιδημικές διαστάσεις (διακίνηση γυναικών, παιδιών κλπ). Συνεπώς, δεν είναι τα ίδια φαινόμενα που διατρέχουν την Ιστορία, γιατί καθορίζονται από τις εκάστοτε κοινωνικοπολιτικές και ιστορικές περιόδους.
Πρόθεσή μας δεν είναι να σκιαγραφήσουμε το προφίλ των διαστροφών από την μεριά των προβλημάτων της προσωπικότητας, ή της έκφρασής τους ως πλευρές της ψυχοπαθολογίας, παραθέτοντας στοιχεία από την πλούσια βιβλιογραφία που υπάρχει.
Πρόθεσή μας είναι, να κάνουμε ορισμένες επισημάνσεις για το κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον που διαμορφώνει έναν πολιτισμό της σήψης και της παρακμής, τον οποίο οι ανθρώπινες συμπεριφορές ενίοτε αντανακλούν με τη μορφή διαστροφικών συμπεριφορών ή με την μορφή ατομικής παθολογίας που εμπεριέχει μέρος της κοινωνικής παθολογίας.
Τούτου δοθέντος, ακόμη και στην πιο ακραία μορφή ατομικής παθολογίας αντανακλάται το κοινωνικό περιβάλλον εν μέρει ή εν συνόλω.
Οι σχέσεις παραγωγής, καθορίζουν την θέση του ατόμου στην κοινωνία, καθώς και τις σχέσεις μεταξύ των ατόμων. Κοινωνικά και ιστορικά, διαμορφώνονται οι ανάγκες, τα συμφέροντα των ανθρώπων, καθώς και τα συστήματα αξιών.
Στον καπιταλισμό, δεν υπάρχει αρμονική σχέση μεταξύ ατόμου και κοινωνίας. Αυτή η σχέση αντικαθίσταται από την αυταπάτη της αυτάρκειας και της ευταξίας του ατόμου, που δεν έχει την ανάγκη των άλλων και της κοινωνίας.
Οι σχέσεις παραγωγής, που είναι σχέσεις εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, εμποδίζουν την πραγμάτωση των ανθρωπίνων δυνατοτήτων.
Η εντατικοποίηση της εργασίας με σκοπό το μεγαλύτερο κέρδος, οδηγεί στον απάνθρωπο καταμερισμό της εργασίας που αλλοτριώνει τη συνείδηση των εργαζομένων.
Καθώς οι ανθρώπινες ιδιότητες αλλοτριώνονται οδηγώντας στην ρήξη των κοινωνικών σχέσεων, τα εμπορεύματα γίνονται σιγά – σιγά ομοιώματα των αλλοτριωμένων ιδιοτήτων και υποκατάστατα χαμένων ανθρωπίνων σχέσεων και συναισθημάτων.
Όσα χρήματα λοιπόν και να έχουν οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να κατέχουν και να καταναλώνουν παρά μόνο με την έλλειψη του κοινωνικού τους Είναι. Περιγράφοντας την Μαρξιστική σκέψη ο C. Hampden Turner τονίζει πως, “αφού λιγότερο είμαστε, λιγότερο εκφράζουμε την ζωή μας, περισσότερα έχουμε, περισσότερο η ζωή μας είναι αλλοτριωμένη. Αυτό το πράγμα είναι αγοράσιμο. Ένας τέτοιος φετιχισμός του εμπορεύματος αυξάνει τα πλεονεκτήματα των χρήσιμων πραγμάτων, διότι όλες οι επιθυμίες είναι κατακλυσμένες από την φιλαργυρία και οι ακόρεστες ανάγκες αυξάνονται για να εξαγοράσουν τα ομοιώματα των χαμένων σχέσεων. Έτσι για παράδειγμα, οι άνδρες εκπορνεύουν τις γυναίκες και αγοράζουν τα σώματά τους ή και μέρη των σωμάτων τους φωτογραφημένα ή και αναπαριστάμενα.”
Με αυτό τον τρόπο, οι άνθρωποι φυλακίζονται στην μοναξιά τους και υποδουλώνονται σε τεχνητές επιθυμίες κάτω από την εξουσία άψυχων πραγμάτων.
Σύμφωνα με τον Μαρξ, ο ίδιος ο άνθρωπος μετατρέπεται σε εμπόρευμα, έχοντας την ατυχία να είναι ένα κεφάλαιο με ανάγκες.
Ένα σύστημα σχέσεων που εκφράζει την κυρίαρχη ιδεολογία και αποκρυσταλλώνεται στον όρο life style, προβάλει με διάφορους τρόπους (περιοδικά, τηλεοπτικές εκπομπές κλπ), την εμπορευματοποίηση του ανθρωπίνου σώματος, τον σεξισμό, την εξαγορά των ανθρωπίνων σχέσεων, τον ανταγωνισμό, την βια, την υποκρισία, την μεταφυσική σκέψη και την χυδαιότητα, ως πρότυπα ζωής.
Απέναντι στην φυσική ανάγκη του ανθρώπου για συλλογικότητα, αλληλεγγύη, κοινωνικές σχέσεις, προβάλλει τον αναχωρητισμό, τον ατομικισμό, την μοναξιά, την φυγή, την παθητικότητα, την ηττοπάθεια και την υποταγή, την χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών.
Ζώντας ο άνθρωπος την αλλοτρίωση του, χάνει την δυνατότητα να έχει μια ουσιαστική σχέση με τον εαυτό του και να συνάπτει ουσιαστικές προσωπικές σχέσεις με τους άλλους, με αποτέλεσμα να οδηγείται σε προσωπικά αδιέξοδα και υπαρξιακούς συγκλονισμούς.
Ο έρωτας για παράδειγμα, προϋποθέτει την δυνατότητα της προσωπικής εμπλοκής. Για να μπορεί ο άνθρωπος να ερωτεύεται πρέπει να εμπλέκεται προσωπικά με τέτοιο τρόπο, που να ανακαλύπτει μέσα στον άλλο ένα κομμάτι από τον εαυτό του και το αντίστροφο.
Στην περίπτωση όμως της ανθρώπινης αποξένωσης, αυτή η διαδικασία γίνεται πολύ δύσκολη. Έτσι προτείνεται η αντικατάσταση του έρωτα από το σεξ, που δεν προϋποθέτει απαραίτητα προσωπικές σχέσεις.
Αυτές οι σχέσεις μπορεί να είναι εφήμερες, της μιας βραδιάς (one night stand), εξαγοράσιμες μέσα από την πορνεία και μάλιστα την παιδική πορνεία, να αφορούν φωτογραφημένα ή αναπαριστάμενα ανθρώπινα και μη σώματα, μέρη ανθρωπίνων σωμάτων κλπ.
Να λοιπόν που μέσα από την κυρίαρχη νοοτροπία, που αναπαράγει και το προτεινόμενο life style, ο έρωτας μετατρέπεται σε σεξ, το σεξ σε χυδαίο σεξ, και το χυδαίο σεξ σε πορνεία και ενίοτε σε διαστροφή.
Το ίδιο συμβαίνει και με την τέχνη. Για να μπορεί η τέχνη, ως μια μορφή της ανθρώπινης συνείδησης, να αντανακλά την πραγματικότητα με έναν προοδευτικό ανατρεπτικό τρόπο και να ψυχαγωγεί, να μας κάνει δηλαδή καλύτερους ανθρώπους, χρειάζεται προσωπική εμπλοκή με τέτοιο τρόπο, που μέσα σε αυτήν να ανακαλύπτουμε ένα κομμάτι από τον εαυτό μας.
Αντ’ αυτού προτείνεται η μετατροπή της τέχνης σε χυδαία τέχνη, η μετατροπή της ψυχαγωγίας σε χυδαία διασκέδαση, που διαμεσολαβείται, μεταξύ άλλων, από την χρήση ουσιών (ναρκωτικά, αλκοόλ) με τον ψευδεπίγραφο όρο των «ψυχαγωγικών» ουσιών.
Ουσιαστικά προτείνεται μια διαδικασία που δεν χρειάζεται καμία προσωπική εμπλοκή. Πρόκειται για μια ρευστή αισθητική, χωρίς σταθερά αισθητικά σημεία αναφοράς, όπου όλα επιτρέπονται και κυρίως όλα αγοράζονται και καταναλώνονται. Η τέχνη λοιπόν μετατρέπεται σε καταναλωτικό προϊόν.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οι άνθρωποι πουλιούνται και αγοράζονται ως σύγχρονοι σκλάβοι. Εμπόριο γυναικών, εμπόριο παιδιών, τουρισμός για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, εμπόριο ανθρωπίνων οργάνων, είναι μερικές από τις πλευρές της πραγματικότητας ενός πολιτισμού της σήψης και της παρακμής.
Η διαφθορά, η διαπλοκή η αγοραπωλησία των ανθρώπινων αναγκών, του ανθρώπινου πόνου και της ανθρώπινης δυστυχίας είναι σύμφυτες με την υπάρχουσα κοινωνική πραγματικότητα.
Οι αιτίες αυτής της παρακμής, βρίσκονται μέσα στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Οι πολιτικές ευθύνες της ανοχής και ενίοτε της προστασίας αυτής της ζοφερής πραγματικότητας βαρύνουν τους πολιτικούς εκφραστές της κυρίαρχης τάξης.
Τα φαινόμενα των διαστροφών, που εκφράζονται με την μορφή της ατομικής παθολογίας, είναι ορισμένες φορές, το απόστημα μιας κοινωνικής πραγματικότητας που όλοι γνωρίζουμε αλλά λίγοι προσπαθούν να την αλλάξουν, ευρισκόμενοι σε αυτή την προσπάθειά τους αντιμέτωποι με την λυσσαλέα αντίδραση της καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων.
Τα τελευταία γεγονότα σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, και η πιθανότητα ύπαρξης δικτύου διακίνησης παιδιών για παιδική πορνεία, δεν ανέδειξαν ατομικές περιπτώσεις με ονοματεπώνυμο, αλλά ένα μείζον κοινωνικό πρόβλημα.
Κανένα λοιπόν πολιτικό πρόσωπο, καμιάς κυβέρνησης, δεν δικαιούται να λέει δεν γνώριζα. Τα τηλεοπτικά σκουπίδια που μπαίνουν στα σπίτια μας μέσα από τις δημόσιες συχνότητες, διασύροντας την ομορφιά των νέων παιδιών, η ηθική της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, η πορνεία, η βία, η φτώχεια, η ανεργία, τα ναρκωτικά… είναι η πραγματικότητα που όλοι ξέρουν. Το ζήτημα είναι ποιοι θέλουν να την αλλάξουν.
Εάν δεν διακρίνουμε την κοινωνική παθολογία που αντανακλάται σε κάθε μορφή ατομικής παθολογίας, διατρέχουμε τον κίνδυνο να περιορίσουμε το εύρος της οπτικής μας στο επίπεδο της ψυχολογικοποίησης ανθρώπινων συμπεριφορών και να αφήσουμε στο απυρόβλητο κοινωνικές αιτίες και πολιτικές ευθύνες.
Άμεσα λοιπόν, χρειάζονται νομοθετικές παρεμβάσεις για την υποστήριξη ενός άλλου ανθρωποκεντρικού πολιτισμού, που δεν πρέπει να αφορούν μόνο στον ποινικό κώδικα, αλλά και στον έλεγχο των ΜΜΕ σχετικά με το τι πολιτισμό προάγουν, στην έμφαση στον εκπαιδευτικό χαρακτήρα των ΜΜΕ, στις παρεμβάσεις στα σχολεία που δεν οφείλουν να έχουν μόνο ενημερωτικό χαρακτήρα, στην ενημέρωση και στην εκπαίδευση των γονέων μέσα από την δημιουργία σχολών γονέων, στους εκπαιδευτικούς κοκ.
Χρειάζονται μέτρα κατά της βίας των κοινωνικών ανισοτήτων, της ανεργίας, της οικονομικής και πολιτιστικής φτώχειας.