Στη μεταπολεμική Ελλάδα, το όνειρο κάθε νοικοκύρη ήταν «ένα κεραμίδι πάνω απ’ το κεφάλι του». Το «κεραμίδι», που συνήθως συνόδευε τη γυναίκα ως προίκα, ακόμα και μετά την κατάργησή της το 1983, κι ήταν το εισιτήριο για έναν καθωσπρέπει γάμο, έβγαινε απ’ τον κόπο, τον ιδρώτα και τις στερήσεις ολόκληρης της οικογένειας, αν είχε την ατυχία ν’ ανήκει στα χαμηλά και μικρομεσαία κοινωνικά στρώματα.
Κι ύστερα, ήρθαν οι Τράπεζες. Για να κάνουν άμεσα πραγματικότητα, με το αζημίωτο βέβαια, όχι μόνο το «κεραμίδι» αλλά και κάθε μακρινό ή άπιαστο για τους πολλούς όνειρο. Απ’ τη δεκαετία του ‘90 και μετά, σε μια άνευ ορίων εκστρατεία παραπλανητικής διαφήμισης με σκοπό την προσέλκυση πελατών, οι τράπεζες «μοίραζαν» αφειδώς δάνεια και πιστωτικά προϊόντα, για την εξυπηρέτηση όλο και περισσότερων δαπανών κι αναγκών, που μπορεί και να ξεπερνούσαν τις πραγματικές ή να ήταν «κατασκευασμένες». Μέσα σ’ ένα γενικό αίσθημα ευημερίας, ενθάρρυναν την ανάληψη πιστωτικού ρίσκου, καλλιεργώντας μαζί με την ψυχολογία της ευφορίας, την ψευδαίσθηση ότι με μια απλή υπογραφή (και πολλά ψιλά γράμματα), ο καθένας μπορούσε να εξασφαλίσει εύκολα κι ανώδυνα οτιδήποτε, από ακίνητο κι αυτοκίνητο μέχρι διακοπές και σπουδές. Κάπως έτσι έγινε και με το χρηματιστήριο το 1999, που καλλιεργήθηκε η απατηλή εντύπωση, ότι ο καθένας χωρίς κόπο μπορούσε σε μια νύχτα να κερδίσει εκατομμύρια!
Τα θύματα αυτής της συστηματικής πλύσης εγκεφάλου, οι έλληνες νοικοκυραίοι, με τη σιγουριά που τους έδιναν τα τότε σταθερά κι ικανοποιητικά εισοδήματά τους (μισθοί, συντάξεις κ.λπ.), η σταθερή απασχόληση, οι αποταμιεύσεις τους κι η μόρφωση και τα επαγγελματικά προσόντα των παιδιών τους, ξεγελασμένοι απ’ τη φούσκα της ανάπτυξης και τη φούσκα της αξίας των ακινήτων, δε δίσταζαν για την εξασφάλιση του δανείου τους να υποθηκέψουν ακόμα και την κατοικία τους, το «κεραμίδι» τους, που διέθεταν ή θ’ αποκτούσαν με το δάνειο. Απ’ την άλλη πλευρά, οι τράπεζες έδιναν bonus στους υπαλλήλους τους για τη σύναψη όσο το δυνατόν περισσότερων χρηματοδοτήσεων και δανείων, με αποτέλεσμα πολλά απ’ αυτά να μην έχουν επαρκή κάλυψη, και ν’ αποκαλυφθούν εκ των υστέρων, ακόμα και ποινικά κολάσιμα σκάνδαλα επισφαλών δανείων.
Κι ύστερα, ήρθε η οικονομική κρίση. Η δική μας κι η παγκόσμια, που έγινε και δική μας. Η φούσκα έσκασε. Το 2008 το ελληνικό δημόσιο χρέος εκτινάχτηκε στα ύψη κι η χώρα μας μπήκε σε παρατεταμένη ύφεση. Ο τραπεζικός κλάδος κατέρρευσε. Ήρθε κούρεμα ελληνικών ομολόγων (PSI), τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις των συστημικών τραπεζών και capital controls. Ήρθαν τα δάνεια απ’ το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κι απ’ την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήρθαν τα μνημόνια, η τρόικα/θεσμοί, οι «μεταρρυθμίσεις». Και μαζί τους η λιτότητα, οι απολύσεις, η ανεργία, η μείωση μισθών, συντάξεων κι εφάπαξ παροχών, η έλλειψη ρευστότητας, η εξάντληση των καταθέσεων, η υπερφορολόγηση, η πτώση των τιμών κατοικιών και ακινήτων, που οδήγησαν στη φτωχοποίηση μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, και στη μετανάστευση μεγάλο αριθμό νέων επιστημόνων κι επιχειρηματιών.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, και υπό την πίεση των καταχρηστικών, κερδοσκοπικών και τοκογλυφικών πολιτικών των τραπεζών, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια πολλαπλασιάστηκαν, με τάση συνεχώς αυξητική. Τα «κόκκινα» δάνεια έγιναν μαύρα δάκρυα για τους δανειολήπτες, τους εγγυητές τους και τις οικογένειές τους. Σ’ αυτά προστέθηκαν οι φορολογικές, ασφαλιστικές και λοιπές οικονομικές υποχρεώσεις τους. Το ιδιωτικό χρέος διογκώθηκε και το πρόβλημα πήρε εκρηκτικές διαστάσεις βάζοντας σε κίνδυνο, με κατασχέσεις και πλειστηριασμούς, ακόμα και την πρώτη κατοικία. Τα βάρη έπεσαν στο λαό, που θα πληρώνει για χρόνια το «μάρμαρο» κι όχι μόνο το «κεραμίδι», για χρέος που δημιούργησε το κράτος. Για να «σωθούν» οι ευρωπαϊκές κι οι ελληνικές τράπεζες, κατ’ όνομα μόνον ελληνικές, αφού πρόκειται πλέον για ιδιωτικές ανώνυμες εταιρείες, που κατά τα μεγαλύτερα ποσοστά τους ανήκουν σε ξένους επενδυτές.
Ο λεγόμενος και «νόμος Κατσέλη» ν. 3869/2010, έδωσε μια ανάσα στα υπερχρεωμένα νοικοκυριά (φυσικά πρόσωπα), με τη ρύθμιση έως και διαγραφή των χρεών τους απ’ όλων των τύπων τα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια, από πιστωτικές κάρτες κι από οφειλές προς το δημόσιο. Προπάντων όμως, με την εξαίρεση της πρώτης κατοικίας απ’ την υπό ρευστοποίηση περιουσία του δανειολήπτη.
Τη μνημονιακή περίοδο 2015-2018, εκτός του ότι αυστηροποιήθηκαν οι ευνοϊκές ρυθμίσεις του «νόμου Κατσέλη», θεσπίστηκε και ξεκίνησε η εφαρμογή δυσμενών για τους οφειλέτες μέτρων, όπως το σύστημα των πολλαπλών κατασχέσεων, η σύντμηση των προθεσμιών της αναγκαστικής εκτέλεσης, οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, η προνομιακή κατάταξη των τραπεζών στη διαδικασία του πλειστηριασμού, η πώληση των κόκκινων δανείων σε ξένα funds (ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια), η ποινικοποίηση της δράσης του κινήματος κατά των πλειστηριασμών σαν σύγχρονου «ιδιώνυμου».
Στην covid-19 εποχή, οι πλειστηριασμοί μειώθηκαν με αναστολές, αναβολές και ματαιώσεις, λόγω των δυσμενών συνθηκών και συνεπειών της πανδημίας. Όμως, από 16/3/2021 μέχρι 31/5/2021 η προστασία της πρώτης κατοικίας περιορίστηκε στα φυσικά πρόσωπα που θεωρούνταν, σύμφωνα με τις τεθείσες προϋποθέσεις και κριτήρια, ως πληγέντες (βασικά όσοι έλαβαν οικονομική ενίσχυση, όσοι υπέστησαν μείωση μισθού ή εσόδων, όσοι έλαβαν μειωμένο μίσθωμα, όσοι έλαβαν ενίσχυση με τη μορφή επιστρεπτέας προκαταβολής, άνεργοι κ.λπ.).
Κι ύστερα… Δεν υπάρχει άλλο ύστερα για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Εν μέσω κορωνοϊού και με τις υποδείξεις των «θεσμών» και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που πιέζουν για άμεση και δραστική μείωση των κόκκινων δανείων χωρίς ευνοϊκές ρυθμίσεις για τους οφειλέτες, ψηφίστηκε ο νέος πτωχευτικός κώδικας (ν. 2738/27-10-2020). Απ’ την 1η/6/2021 έπαψε οριστικά η προστασία της πρώτης κατοικίας, καθώς ισχύει αποκλειστικά και μόνον η «λύση» που ορίζει ο νόμος αυτός στα άρθρα του 218 και 219. Πλέον, προστατεύεται μόνον η κύρια κατοικία μιας πολύ μικρής μερίδας δανειοληπτών, των «ευάλωτων» κατά τον ορισμό του νόμου (άρθρο 217), που πληρούν πολύ χαμηλά εισοδηματικά κριτήρια. Σ’ αυτή και μόνο την περίπτωση, η κύρια κατοικία θα μεταβιβάζεται σε Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης που θα συσταθεί το Φεβρουάριο του 2022, και ο οφειλέτης θα αποκτά δικαίωμα μίσθωσης διάρκειας 12 ετών με επιδότηση του ενοικίου και καταβολή μισθώματος, και με δικαίωμα επαναγοράς στο τέλος της μίσθωσης. Αν είναι συνεπής, θα μπορεί να επαναγοράσει το ακίνητο στην εμπορική του αξία, που θα ορίσει πιστοποιημένος εκτιμητής, χωρίς όμως να αφαιρεθούν τα καταβληθέντα μισθώματα. Σημειωτέον ότι ο πιο πάνω νέος φορέας, δεν θα είναι δημόσιος, αλλά αμιγώς ιδιωτικός και θα προκύψει ύστερα από διεθνή διαγωνισμό. Έτσι, ο ευάλωτος οφειλέτης, από ιδιοκτήτης γίνεται ενοικιαστής στο σπίτι του και κινδυνεύει να το χάσει, αν η οικονομική του κατάσταση δεν του επιτρέψει σε 12 χρόνια να το ξαναγοράσει. Πόσοι σημερινοί ευάλωτοι αλήθεια, σε 12 χρόνια θα είναι σε θέση να ξαναγοράσουν το σπίτι τους; Μια χρυσοπληρωμένη ελπίδα, μα ως γνωστόν, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Κι αυτό ονομάζεται στον τίτλο του νόμου «Παροχή δεύτερης ευκαιρίας»!
Στις περιπτώσεις των μη ευάλωτων κατά τον ορισμό του νόμου οφειλετών, που είναι κατά πολύ περισσότερες, στη ρευστοποιούμενη περιουσία του οφειλέτη συμπεριλαμβάνεται και η κύρια κατοικία του, χωρίς καμία απολύτως προστασία. Κι εδώ ανήκουν και όλα εκείνα τα νοικοκυριά, που μπορεί να μην είναι «ευάλωτα» κατά το γράμμα του νόμου, αλλά είναι ευάλωτα επί της ουσίας, αφού αδυνατούν να καλύψουν έκτακτες κι αναγκαίες δαπάνες, και ανέρχονται σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ στο 50% περίπου των μη φτωχών νοικοκυριών!
Τα ξένα funds, οι «Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων» στη γλώσσα του νόμου, τα «κοράκια» στη γλώσσα του λαού, που αγοράζουν απ’ τις ελληνικές τράπεζες πολύ φτηνά πακέτα όχι μόνον μη εξυπηρετούμενων (κόκκινων), αλλά και ενήμερων δανείων, αναλαμβάνουν μαζί με τις εισπρακτικές εταιρείες (services) επιθετική δράση που απ’ το φθινόπωρο θα ενταθεί, με στόχο τα σπίτια και ακίνητα που έμειναν απροστάτευτα, μεταξύ αυτών και χιλιάδες πρώτες κατοικίες, βάζοντας θηλιά στο λαιμό των δανειοληπτών.
Η κερδοφορία των ξένων funds, μέσα απ’ την είσπραξη των δανείων ή απ’ την αξιοποίηση κι εκμετάλλευση των πλειστηριαζόμενων ακινήτων, μεταξύ αυτών και πολλών «φιλέτων», αλλά κι η αποδέσμευση του εργαζόμενου απ’ την κατοικία και ιδιοκτησία του, για να βρίσκεται «σε κίνηση» και να γίνει περισσότερο ευέλικτος, ευπροσάρμοστος κι εκμεταλλεύσιμος, είναι η προφανής επιδίωξη των ευρωπαίων εταίρων μας. Γι’ άλλη φορά επιβεβαιώνεται η παροιμία «Ο λύκος στην αντάρα χαίρεται».
Ενόψει του επικείμενου κύματος πλειστηριασμών και δεδομένου ότι δεν έχει ακόμα συσταθεί ο παραπάνω Φορέας Απόκτησης και Επαναμίσθωσης, οι δικηγορικοί σύλλογοι Αθηνών, Πειραιά, Κέρκυρας, Ιωαννίνων, Πάτρας κ.ά. κήρυξαν μέχρι τις 31 Ιουλίου αποχή απ’ τις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης για επίσπευση πλειστηριασμών, με εντολείς τράπεζες ή εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων, κατά της πρώτης κατοικίας των ευάλωτων νοικοκυριών, με προοπτική συνέχισής της και το φθινόπωρο.
Με την κοινωνία ωστόσο παθητική, μουδιασμένη, εξαντλημένη, απογοητευμένη, προδομένη, παραδομένη, μέσα στο γενικό κλίμα αβεβαιότητας, που επιτείνει η κορωνοκρίση.
Κι όμως, οι δυο μήνες μέχρι το Σεπτέμβριο, θα μπορούσε να είναι καθοριστικοί για τη σωτηρία της πρώτης κατοικίας, έστω και την τελευταία στιγμή.
Από ένα κράτος κυρίαρχο, δημοκρατικό, δικαίου και πρόνοιας, όπου όλες οι εξουσίες πηγάζουν απ’ το λαό (άρθρο 1 Σ.) και όχι από εξωγενείς παράγοντες, θα περιμέναμε να λάβει μέτρα για την πλήρη προστασία της λαϊκής και μικρομεσαίας πρώτης κατοικίας, πρωτίστως και τουλάχιστον, καθορίζοντας με σαφή και δίκαιο τρόπο τα χαρακτηριστικά της και τα κριτήρια προστασίας της, να θεσμοθετήσει τη ρύθμιση των δανείων και χρεών των λαϊκών, μικρομεσαίων κι ευπαθών κοινωνικών στρωμάτων προς τράπεζες, δημόσιο, δήμους και ασφαλιστικά ταμεία, με όρους «σεισάχθειας» (πλήρη διαγραφή, κούρεμα, ευνοϊκές ρυθμίσεις πληρωμής, πώληση δανείου στον οφειλέτη κ.α.) κατηγοριοποιώντας τα ανάλογα με την περίπτωση, να μην επιτρέψει την πώληση των δανείων σε funds και να συστήσει δημόσιο φορέα για τη διαχείρισή τους.
Μα τι να περιμένουμε από ένα κράτος, που απ’ το 2010 και μετά, οι κυβερνήσεις του υπόγραψαν αποικιακού τύπου δανειακές συμβάσεις και λεόντειες υπέρ των δανειστών συμφωνίες, με επαχθείς και ντροπιαστικούς όρους. Που προκειμένου να διασώσουν με δισεκατομμύρια τις τράπεζες, έδεσαν χειροπόδαρα το λαό με μνημονιακές δεσμεύσεις και μ’ ένα θεσμικό υπέρ των δανειστών οπλοστάσιο εκατοντάδων νόμων, διατάξεων κι υπουργικών αποφάσεων για μισό αιώνα τουλάχιστον. Που παράδωσαν τον έλεγχο των οικονομικών του στους δανειστές, δίνοντας μάλιστα το δικαίωμα σ’ αυτούς και στις τράπεζες να υποδεικνύουν, αν όχι να «γράφουν», ευνοϊκούς γι’ αυτούς νόμους. Που λεηλάτησαν τ’ αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων και των Ο.Τ.Α. Που διαγράφουν θαλασσοδάνεια. Που δέσμευσαν κι εκποιούν μέσω των αποκρατικοποιήσεων-ιδιωτικοποιήσεων τη δημόσια περιουσία. Που διαθέτουν τεράστια ποσά για την αγορά όπλων απ’ τους συμμάχους και δανειστές, αλλά μειώνουν τις δαπάνες για υγεία, παιδεία, πρόνοια, εργασία. Που «διώχνουν» τον ανθό της νεολαίας στο εξωτερικό. Που μέσα στην υγειονομική και πρόσθετη οικονομική κρίση της πανδημίας, ψηφίζουν αντιλαϊκούς, αντιδημοκρατικούς κι αντεργατικούς νόμους, καταργώντας δικαιώματα εκατό και πλέον ετών. Που εν μέσω κορωνοϊού, μοίρασαν εκατομμύρια στα Μ.Μ.Ε., και μόλις πρόσφατα ψήφισαν την καταβολή 130 εκατομμυρίων στο Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών Ελευθέριος Βενιζέλος, και 177,8 εκατομμυρίων στη Fraport Greece, σ’ εφαρμογή της σύμβασης παραχώρησης του 2015, ως αποζημίωση για τα έσοδα που απώλεσαν κατά την πανδημία οι εταιρείες αυτές, που διαχειρίζονται τ’ αεροδρόμια της χώρας.
Αρχής γενομένης απ’ τα δάνεια της Επανάστασης του 1821, επί 200 σχεδόν χρόνια η πατρίδα μας είναι δέσμια των δανείων-πακέτων στήριξης που λαβαίνει απ’ τους εκάστοτε προστάτες της, συμμάχους της και εταίρους της. Δήθεν για να τη βοηθήσουν να σταθεί στα πόδια της, αλλά ουσιαστικά για να την ελέγχουν πολιτικά και οικονομικά. Ως δανειολήπτρια, διαχρονικά οδηγήθηκε σε πτωχεύσεις, διεθνείς ελέγχους, επιτηρήσεις, επιτροπείες και μνημόνια, και διαμορφώθηκε σε μια νέου τύπου αποικία, ένα σύγχρονο προτεκτοράτο, που εξυπηρετεί τα πολιτικά, γεωπολιτικά κι οικονομικά συμφέροντα των δανειστών της, σε βάρος της ανεξαρτησίας κι εθνικής κυριαρχίας της.
Κι αυτοί, με όποιο κοστούμι κι αν ντύνονται κάθε φορά, μας παίρνουν «σερβίτσια» κι «ασημικά». Και τώρα, μας παίρνουν και το «κεραμίδι»!