Το τελευταίο διάστημα προωθείται από την Κυβέρνηση νέα τροποποίηση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Ένα από τα θέματα που εισάγει η πρόταση αυτή, είναι η εισαγωγή στον Άρειο Πάγο της λεγόμενης «Πιλοτικής Δικης».
Πιλοτική Δίκη σημαίνει ότι, στα πλαίσια μιας πολιτικής (αστικής) δικης οποιουδήποτε βαθμού και οποιουδήποτε Δικαστηρίου, θα μπορεί με αίτημα του ένας απ’ τους διάδικους η ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, να ζητούν από την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου να εκδικάζει την υπόθεση, όταν με αυτήν τίθεται ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος που έχει συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων. Στην δίκη μπορούν να κάνουν παρέμβαση όλοι όσοι αντιμετωπίζουν παρόμοιο θέμα. Η απόφαση της ολομέλειας του Αρείου Πάγου δεσμεύει τους διαδίκους της ενώπιόν του δίκης, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι παρεμβάντες.
Στόχος αυτής της πρότασης είναι η, κατά κάποιο τρόπο, ενοποίηση της νομολογίας και της ομοιόμορφης εφαρμογής των νόμων. Φαίνεται μάλιστα σαν μια καινοτομία, ήδη όμως από το 2010, κάτι αντίστοιχο, εφαρμόζεται στο ΣτΕ και στο Ελεγκτικό Συνέδριο (Πρότυπη Δίκη).
Συχνά λοιπόν παρατηρείται το φαινόμενο έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων. Κλασικό παράδειγμα είναι οι εργατικές διάφορες. Δυο αγωγές που αφορούν διαφορετικούς εργαζόμενους της ίδιας επιχείρησης, με ίδια σχέση εργασίας, που εγείρονται χωριστά, έχουν συχνότατα διαφορετικό αποτέλεσμα. Η Πιλοτική Δίκη φιλοδοξεί να διασφαλίσει την ορθή και ενιαία εφαρμογή του νόμου και τον αποκλεισμό κάθε υπόνοιας άνισης μεταχείρισης η αδικίας.
Όμως οι Δικηγορικοί Σύλλογοι είναι ιδιαίτερα ανήσυχοι και υποστηρίζουν ότι ουσιαστικά ο διάδικος θα στερηθεί τα ένδικα μέσα που του παρέχει το Σύνταγμα και οι Νόμοι (επειδή θα υπεισέρχεται ο Άρειος Πάγος), ενώ καταγγέλλουν ότι πιθανότατα από την Πιλοτική Δίκη θα ωφεληθούν μεγάλα συμφέροντα, Funds, τράπεζες κλπ, αφού οι υποθέσεις που θα οδηγηθούν εκεί, θα είναι, κατά κύριο λόγο, εργατικές, υπερχρεωμένα κλπ.
Βάσιμες οι ανησυχίες των Δικηγορικών Συλλόγων. Όπως πρέπει να διασφαλιστεί η ενιαία φωνή της Δικαιοσύνης, πρέπει να διασφαλιστεί και η αμεροληψία της, όταν από τη μια θα παλεύουν εργαζόμενοι και από την άλλη κολοσσοί. Απαιτούνται δικλείδες ασφαλείας.
Είναι, δυστυχώς, επίσης αρνητικό, ότι το Υπουργείο, στις νέες τροποποιήσεις, δεν συζητάει την κατάργηση της, ομολογουμένως, αποτυχημένης, απόμακρης και «ξύλινης» «νέας τακτικής» διαδικασίας που τέθηκε σε ισχύ το 2015 και που απέδειξε ότι δεν αποδίδει, ταλαιπωρεί Δικηγόρους, διαδίκους και Δικαστές, δεν βοηθάει στην αμεσότητα και την ζωντάνια της Δικαιοσύνης και δεν καλυτέρευσε τους χρόνους απονομής της.
Επίσης το Υπουργείο δεν έχει προβεί ακόμα στην πλήρη κατάργηση των ιδιότυπων διαδικασιών του κορωνο’ι’ου, όπως η μη αυτοπρόσωπη παράσταση και η κατάθεση Υπομνήματος στις προσωρινές Διαταγές. Οι διατάξεις αυτές δεν έχουν νόημα πια και πρέπει άμεσα να καταργηθούν.
Γνώμονας, κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει να είναι γενικότερα η κατάργηση κάθε διαδικασίας που εμποδίζει την αμεσότητα της Δικαιοσύνης.
Τέλος, και με αφορμή τα όσα ανέφερα παραπάνω για την Πιλοτική Δίκη, μήπως θα πρέπει να σκεφτούμε σοβαρά την ίδρυση (επιτέλους!) ενός Συνταγματικού Δικαστηρίου, όπως συμβαίνει σε πολλά προοδευμένα δυτικά Κράτη, ώστε να ερμηνευτεί το Σύνταγμα και η συνταγματικότητα των νομοθετημάτων πρωτογενώς, αυθεντικά και ενιαία και όχι αυτοτελώς και αποσπασματικά, όπως συμβαίνει σήμερα, ξεκινώντας από τον Άρειο Πάγο και το ΣτΕ και φτάνοντας στο πιο μικρό Ειρηνοδικείο του Αιγαίου; Χρειάζεται τροποποίηση στο Σύνταγμα για να γίνει αυτό, αλλά ποτέ δεν είναι αργά να ξεκινήσουμε το διάλογο.
Έχω την εντύπωση ότι η Δικαιοσύνη χρειάζεται τομές βαθύτερες από αυτές που επιφέρουμε κάθε φορά σε μικρές δόσεις, που εν τελει αποδεικνύονται, συχνότατα, αναποτελεσματικές.