Ένα χρόνο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας και στην χώρα μας, οι ελληνικές επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με πολλαπλές προκλήσεις. Μόνο το 2020 υπέστησαν κολοσσιαία μείωση τζίρου κατά 42 δισ., οι προβλέψεις για την ύφεση γίνονται όλο και δυσμενέστερες και οι Έλληνες επιχειρηματίες δηλώνουν ως οι πιο απαισιόδοξοι στην Ευρώπη. Ενώ τα πρώτα οριστικά λουκέτα στις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις είναι πια γεγονός.
Μπροστά σε αυτήν την καθηλωτική πραγματικότητα, η λογική του «βλέποντας και κάνοντας» της κυβέρνησης, οι παλινωδίες και τα αποσπασματικά μέτρα -«ασπιρίνες» -που ακόμη και αυτά η Κυβέρνηση ετοιμάζεται να τα περικόψει, εντείνουν την ανασφάλεια και επιδεινώνουν περαιτέρω το οικονομικό κλίμα. Η κυβέρνηση αρνείται να στηρίξει απευθείας τις επιχειρήσεις με ρευστότητα, όπως γίνεται σε όλη την Ευρώπη. Αντ ’αυτού, επιμένει στον νέο δανεισμό – από όπου πολλές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις αποκλείονται – και την μετάθεση κάποιων υποχρεώσεων για λίγους μήνες. Στην επιδότηση της αναστολής της εργασίας και στην περαιτέρω ελαστικοποίησή της. Πολιτικές που οδηγούν στην εκτίναξη της ανεργίας και ήδη δημιούργησαν μια νέα γενιά ‘κόκκινων δανείων’ που μόνο για το 2020 ξεπέρασαν τα 7 δισ. ευρώ. Οδηγούν όμως και στην καθίζηση των δημόσιων εσόδων, με το κόστος της ανάκαμψης να αυξάνεται εκθετικά.
Το εξοργιστικό είναι ότι η κυβέρνηση διαθέτει τώρα τις δυνατότητες να στηρίξει ουσιαστικά την πραγματική οικονομία. Χάρη στην άρση των δημοσιονομικών περιορισμών του Συμφώνου Σταθερότητας, το μαξιλάρι ασφαλείας των 37 δισ. που δημιούργησε ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και την πρωτοφανή ρευστότητα που παρέχει η ΕΚΤ στις τράπεζες. Δυνατότητες που είναι πολύ πιθανό να εκλείψουν για την Ελλάδα όταν η ευρωπαϊκή οικονομία αρχίσει να ανακάμπτει.
Η κυβέρνηση δεν έχει πια καμία δικαιολογία. Οφείλει να υλοποιήσει σήμερα κιόλας τις τεκμηριωμένες, κοστολογημένες προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την διάσωση της οικονομίας. Να μετατρέψει επιτέλους την επιστρεπτέα προκαταβολή σε μη επιστρεπτέα ενίσχυση και να μεριμνήσει ώστε η πρωτοφανής πρόσβαση των τραπεζών σε ρευστότητα να φτάσει στην πραγματική οικονομία. Να υλοποιήσει, έστω και τώρα, στοχευμένα κλαδικά και περιφερειακά προγράμματα ουσιαστικής στήριξης επιχειρήσεων και εργαζόμενων. Να αξιοποιήσει επιτέλους την Αναπτυξιακή Τράπεζα και να ενεργοποιήσει το κρίσιμο εργαλείο των μικροχρηματοδοτήσεων που δρομολόγησε ο ΣΥΡΙΖΑ, για την παροχή ρευστότητας ειδικά σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις. Και να ρυθμίσει το ιδιωτικό χρέος της κρίσης, με πρόβλεψη για απομείωση του αρχικού κεφαλαίου, όπως έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ για τις ασφαλιστικές εισφορές σε δύσκολες συνθήκες επιτροπείας.
Ρύθμιση όμως πρέπει να υπάρξει και για τα κόκκινα δάνεια της πρώην Αγροτικής Τράπεζας, εν μέσω μάλιστα μιας ιδιαίτερα δύσκολης περιόδου για την αγροτική παραγωγή, τόσο λόγω των περιοριστικών μέτρων και της οικονομικής ύφεσης, όσο και των φυσικών καταστροφών που έπληξαν πολλαπλά την Περιφέρεια της Θεσσαλίας. Στα πρότυπα της αντίστοιχης πλατφόρμας ρύθμισης των οφειλών που λειτούργησε επί ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση πρέπει να δρομολογήσει άμεσα την ελάφρυνση των χρεών για όσους αγρότες έχουν αποπληρώσει το αρχικό κεφάλαιο και μέρος των αρχικά προβλεπόμενων τόκων. Ώστε να απαλλαγούν οριστικά οι 35.000 αγρότες που βρίσκονται στο έλεος των funds και των εισπρακτικών εταιρειών, παρόλο που έχουν αποπληρώσει δύο και τρεις φορές το αρχικό κεφάλαιο του δανείου τους.
Ενώ για τις περιοχές που επλήγησαν από τον πρόσφατο σεισμό εν μέσω πανδημίας, είναι κρίσιμη η άμεση παρέμβαση του κρατικού μηχανισμού, για την καταγραφή των ζημιών. Πέρα όμως από τις προβλεπόμενες από τον νόμο ενισχύσεις και φορολογικές ελαφρύνσεις, πρέπει να υπάρξουν επιπρόσθετα μέτρα στήριξης της τοπικής κοινωνίας και της οικονομίας, με πλήρη κάλυψη των ζημιών στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που πλήττονται. Να μην επαναληφθούν στην περίπτωση της Ελασσόνας οι μεγάλες καθυστερήσεις που είδαμε πρόσφατα στην Σάμο και στην Καρδίτσα, παρά τις κυβερνητικές εξαγγελίες για άμεση οικονομική ενίσχυση.
Αντί όμως, έστω και τώρα, να υλοποιήσει κατεπειγόντως ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας και για το σταδιακό άνοιγμα της οικονομικής δραστηριότητας με ασφάλεια όταν οι υγειονομικές συνθήκες το επιτρέψουν, η κυβέρνηση αξιοποιεί την κρίση ως ευκαιρία για αφανισμό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο ελληνικό σχέδιο για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης δεν υπάρχει καμία απολύτως πρόνοια για αυτές. Ενώ η λογική της κυβέρνησης για αξιολόγηση των επενδυτικών σχεδίων με αυστηρά τραπεζικά κριτήρια, αφήνει στο περιθώριο την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα. Την στιγμή που η αξιοποίηση των κονδυλίων αυτών αλλά και του νέου ΕΣΠΑ, με όρους συμπερίληψης και των μικρομεσαίων, είναι κομβικής σημασίας.
Το μόνο εχέγγυο για την βιωσιμότητα των ελληνικών επιχειρήσεων αλλά και την δημιουργία ενός σταθερού επενδυτικού περιβάλλοντος είναι η διατηρήσιμη ανάπτυξη με σαφείς κανόνες για όλους. Σε αυτή την κατεύθυνση, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει διαμορφώσει ένα συνεκτικό σχέδιο με συγκεκριμένες προγραμματικές παρεμβάσεις, όπως αυτές που παρουσιάστηκαν παραπάνω, συνδέοντας τις ανάγκες που γεννά η κρίση σήμερα, με τον παραγωγικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας αύριο. Με τρόπο δίκαιο, βιώσιμο και χωρίς αποκλεισμούς.