Η κυβέρνηση της ΝΔ, με το νομοσχέδιο για την «Εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, την Προστασία της Ακαδημαϊκής Ελευθερίας και την Αναβάθμιση του Ακαδημαϊκού Περιβάλλοντος», επιχειρεί, πίσω από τους βαρύγδουπους τίτλους, να επιταχύνει την αποτελεσματικότερη προσαρμογή της Ανώτατης Εκπαίδευσης στην υπηρεσία του κεφαλαίου, των μονοπωλιακών ομίλων, με βάση και τις σχετικές κατευθύνσεις της «έκθεσης Πισσαρίδη», κόντρα στις πραγματικές ανάγκες των φοιτητών των εργατικών – λαϊκών οικογενειών.
Σε συνθήκες νέας βαθιάς κρίσης, αποτελεί στρατηγική επιλογή της αστικής τάξης και του κράτους η ένταση της καταστολής και μέσα στα πανεπιστήμια για την προώθηση των παραπάνω κατευθύνσεων. Γι’ αυτό και για να προχωρήσουν με ταχύτητα τα όσα προβλέπει το νομοσχέδιο, τίθενται ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα για την υλοποίησή τους (εντός τριών και τεσσάρων μηνών από τη θέση σε ισχύ του νόμου), με την προβλεπόμενη Επιτροπή Ασφάλειας και Προστασίας να πρέπει να συγκροτηθεί εντός είκοσι ημερών!
Αντίστοιχα, σε περίπτωση που δεν προχωρήσουν στην υλοποίηση των μέτρων τα αρμόδια όργανα του ΑΕΙ, «αυτό λαμβάνεται υπόψη κατά την ετήσια τακτική επιχορήγηση του ΑΕΙ». Απειλούνται δηλαδή με περαιτέρω περικοπές τα ήδη υποχρηματοδοτούμενα από τον κρατικό προϋπολογισμό ΑΕΙ «αν δεν συμμορφωθούν».
Με το σχέδιο νόμου η κυβέρνηση, σε συνδυασμό με τα όσα προβλέπει για την πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση:
• Δημιουργεί επιπλέον 3 (!) όργανα με αρμοδιότητα σε ζητήματα ασφάλειας του Πανεπιστημίου: Τη Μονάδα Ασφάλειας και Προστασίας που θα υπάγεται απευθείας στον πρύτανη, την Επιτροπή Ασφάλειας και Προστασίας ΑΕΙ που θα συγκροτείται με απόφαση της Συγκλήτου και την Ομάδα Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων (ΟΠΠΙ) που θα υπάγεται στην Ελληνική Αστυνομία και θα συνεργάζεται με τον πρύτανη. Επιπλέον, σε κάθε ΑΕΙ εγκαθίσταται και «Κέντρο Ελέγχου και Λήψης Σημάτων και Εικόνων», το οποίο «συνδέεται με όλα τα τεχνολογικά συστήματα ασφαλείας και επικοινωνιών που εγκαθίστανται και λειτουργούν εντός του ΑΕΙ».
• Ειδικά δε για τις ΟΠΠΙ, προβλέπεται ότι θα αποτελούνται από ειδικούς φρουρούς, ότι – μεταξύ άλλων – θα δρουν «προληπτικά» για την «αποτροπή τέλεσης αδικημάτων εντός των χώρων των ΑΕΙ», ενώ θα έχουν και «ανακριτικά καθήκοντα».
• Θεσπίζει υποχρεωτικό σύστημα ελεγχόμενης πρόσβασης στα ΑΕΙ, με περιφράξεις σε όλους τους χώρους των ΑΕΙ που το επιτρέπουν, «μεθόδους ελέγχου ταυτοπροσωπίας φυσικών προσώπων», καταγραφή εσωτερικών και εξωτερικών χώρων, τη διαβάθμιση του επιπέδου ελέγχου ασφαλείας φυσικών προσώπων για την είσοδό τους σε χώρους που κρίνονται ιδιαίτερης σημασίας για τη λειτουργία του ΑΕΙ.
• Διευρύνει τα πειθαρχικά παραπτώματα των φοιτητών, εισάγοντας νέους γενικόλογους περιορισμούς, όπως τιμωρία της χρήσης χώρων ή εξοπλισμού του ιδρύματος «για την εξυπηρέτηση σκοπών που δεν συνάδουν με την αποστολή του», όπως και η διευκόλυνση τρίτων για την τέλεση της πράξης αυτής, θέτοντας επιπλέον εμπόδια στις ακαδημαϊκές ελευθερίες, στη δράση του οργανωμένου φοιτητικού κινήματος.
• Αντίστοιχα διευρύνει τις πειθαρχικές ποινές και γενικεύει τη συγκρότηση και λειτουργία πειθαρχικών συμβουλίων φοιτητών, που προβλέπεται ήδη π.χ. στον Εσωτερικό Κανονισμό του Πανεπιστημίου Πατρών. Τα πειθαρχικά συμβούλια φοιτητών καταργήθηκαν τυπικά με Υπουργική Απόφαση το 1982, όμως το σύνολο των αρμοδιοτήτων τους περιήλθε στις Συγκλήτους με αντίστοιχη Υπουργική Απόφαση του 1982. Αντίστοιχα κωδικοποιείται η πειθαρχική διαδικασία που αφορά τους φοιτητές και εξομοιώνεται με τα όσα προβλέπει ο υπαλληλικός κώδικας για τους δημοσίους υπαλλήλους.
• Τροποποιείται σε ακόμα πιο αντιδραστική κατεύθυνση το άρθρο 168 του ΠΚ, αφού πλέον ποινικοποιείται ακόμα και η απλή παραμονή σε δημόσιους χώρους, εφόσον το απαγορεύει ρητά η υπηρεσία που τους χρησιμοποιεί και χωρίς να προκαλείται διακοπή ή διατάραξη!
Με τις «ευλογίες» της ΕΕ
Τα παραπάνω αποτελούν βασικές κατευθύνσεις της ΕΕ, αφού βασικοί άξονες της ευρωπαϊκής πολιτικής για την Ανώτατη Εκπαίδευση είναι η προσαρμογή της Παιδείας – και ιδιαίτερα της Ανώτατης Εκπαίδευσης – στις ανάγκες των επιχειρήσεων, με την Έρευνα να υποτάσσεται ακόμα περισσότερο στις ανάγκες του κεφαλαίου, με τη συνακόλουθη αναπαραγωγή ενός φθηνού και αναλώσιμου εργατικού δυναμικού, καθώς και η «μείωση του κόστους» στην Παιδεία με τη μείωση της κρατικής χρηματοδότησης και τη συρρίκνωση της φοιτητικής μέριμνας.
Στα μυαλά της νεολαίας στοχεύει όμως και η στρατηγική επιλογή της ΕΕ για αντιμετώπιση της «ριζοσπαστικοποίησης», κάτω από το πρόσχημα της αντιμετώπισης της τρομοκρατίας. Θεωρεί δε ως βασικό χώρο ανάπτυξης της ριζοσπαστικοποίησης τις φυλακές και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα (!) και δίνει τις κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη στρατηγικών ανίχνευσης, πρόληψης και παρέμβασης, ώστε να μη «μολυνθούν» οι νέοι από τις «καταστροφικές» ιδέες, μέσω τόσο της ιδεολογικής χειραγώγησης με προμετωπίδα την απαράδεκτη «θεωρία των δύο άκρων», όσο και της έντασης της καταστολής και της ανάπτυξης ενός γιγαντιαίου δικτύου παρακολούθησης και φακελώματος. Τη δεδομένη στιγμή, τίθεται με επιτακτικό τρόπο η ανάγκη να προχωρήσουν τα παραπάνω, με βάση και έκθεση της Europol τον Ιούλη του 2020, όπου εκτιμάται ότι η καραντίνα για την καταπολέμηση της διασποράς της Covid-19 μπορεί να τροφοδοτεί τις διαδικασίες «ριζοσπαστικοποίησης».
Το αστικό κράτος έχει συνέχεια
Στο αστικό πανεπιστήμιο σταθερά και διαχρονικά, από όλες τις μέχρι σήμερα κυβερνήσεις και με ιδιαίτερη ένταση τις τελευταίες δεκαετίες, υποτάσσεται η ερευνητική εργασία στην κερδοφορία του κεφαλαίου, ενισχύεται η αναπαραγωγή αντιεπιστημονικών, ανορθολογικών απόψεων, υψώνονται όλο και περισσότεροι φραγμοί για τα παιδιά των εργατικών – λαϊκών οικογενειών, μετατρέπεται η Ανώτατη Εκπαίδευση σε πανάκριβο εμπόρευμα, σωστό χρυσωρυχείο για το κεφάλαιο.
Είναι δε χαρακτηριστικό της διαχρονικής επιλογής των αστικών κυβερνήσεων για επιβολή σιγής νεκροταφείου στα πανεπιστήμια και το γεγονός ότι παραμένουν σε ισχύ απαράδεκτα άρθρα του νόμου 5343 του 1932, της τότε «δημοκρατικής» κυβέρνησης του Ελ. Βενιζέλου, που προβλέπουν πειθαρχικές ποινές και διώξεις φοιτητών, σύσταση «Δικαστικού Τμήματος του Πανεπιστημίου» κ.λπ. Αντίστοιχα, δεν έχει καταργηθεί και παραμένει σε αναστολή, και άρα μπορεί να τεθεί σε ισχύ, το άρθρο 120 του συγκεκριμένου νόμου που προβλέπει πειθαρχική ποινή σε φοιτητή «3) εάν διαταράττη την εν τω Πανεπιστημίω ή τοις παραρτήμασιν αυτού τάξιν και ησυχίαν, (…) 5) επιδιώκη την εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν την δια βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού καθεστώτος ή ενεργή υπέρ της επιβολής αυτών προσηλυτισμόν ή διαδίδη καθ’ οιονδήποτε τρόπον και δι’ οιουδήποτε μέσου τοιαύτας ιδέας (…)» και αξιοποιήθηκε για να εκδιώκονται οι κομμουνιστές φοιτητές από το πανεπιστήμιο.
Γι’ αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση, παρά τις όψιμες αντιπολιτευτικές κορόνες, έδωσε τα αντίστοιχα διαπιστευτήρια, τόσο στο περιεχόμενο της Ανώτατης Εκπαίδευσης και τις συνθήκες σπουδών, όσο και στην ένταση της καταστολής απέναντι σε φοιτητές και εκπαιδευτικούς. Επί ημερών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ:
— Συλλαμβάνονταν μαθητές και φοιτητές και σέρνονται – μέχρι σήμερα – στα δικαστήρια, επειδή κινητοποιούνται για την Παιδεία που έχουν ανάγκη, για την απεμπλοκή της χώρας μας από τους επικίνδυνους για τον λαό ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και σχέδια. Αντίστοιχα, με ΜΑΤ, χημικά και ξύλο, «υποδεχόταν» τις κινητοποιήσεις εκπαιδευτικών, προκαλώντας ακόμα και τραυματισμούς.
— Με το πόρισμα της Επιτροπής Παρασκευόπουλου, άνοιγε το δρόμο για την παραπέρα ποινικοποίηση των αγώνων των φοιτητών, θεωρώντας την κατάληψη ποινικό αδίκημα και προβλέποντας τη σύσταση «επιτροπής αντιμετώπισης καταλήψεων». Προέβλεπε την κατάρτιση «Κώδικα Δεοντολογίας» επιβάλλοντας στους φοιτητές το πώς, πότε και γιατί «επιτρέπεται» να αγωνίζονται. Πρότεινε την επαναφορά πειθαρχικών διώξεων και τις τιμωρίες φοιτητών για συνδικαλιστικούς λόγους, βαφτίζοντας τη συνδικαλιστική δράση και την παρέμβαση των φοιτητών σε όργανα διοίκησης «εγκλήματα κυρίως χαμηλής ποινικής απαξίας που σχετίζονται με τη συγκυρία και τα προβλήματα στο Πανεπιστήμιο και διαπράττονται από φοιτητές ή ομάδες φοιτητών». Ενώ, έδινε τη δυνατότητα στα ΑΕΙ «να αποφασίζουν κατά περίπτωση πρόσθετα μέτρα ελέγχου», διευρύνοντας τις μεθόδους περιορισμού των φοιτητικών δικαιωμάτων και ελευθεριών.
— Συνακόλουθα, για το περιεχόμενο των σπουδών και την Ερευνα, οι νόμοι που ψήφισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για τα ΑΕΙ, διατηρούσαν και ενίσχυαν βασικές κατευθύνσεις των νόμων των προηγούμενων κυβερνήσεων (όπως του νόμου Διαμαντοπούλου του ΠΑΣΟΚ για την επιχειρηματικότητα στη διοίκηση, στη δομή, στο περιεχόμενο των σπουδών, τους διαφορετικούς κύκλους σπουδών με τον αντίστοιχο κατακερματισμό των επαγγελματικών δικαιωμάτων, την αξιολόγηση με βάση τις ανάγκες του κεφαλαίου, τα ακριβά μεταπτυχιακά, το κυνήγι προσόντων, το τσάκισμα των εργασιακών δικαιωμάτων, την αποσύνδεση πτυχίου – επαγγέλματος κ.λπ.). Πήρε επιπρόσθετα μέτρα, μεταξύ άλλων, με την αναγνώριση των τριετών κύκλων σπουδών των ιδιωτικών κολεγίων και την ουσιαστική εξίσωσή τους με αυτά των πτυχίων των ΑΕΙ, με τις συγχωνεύσεις – καταργήσεις Τμημάτων των ΤΕΙ και τη δημιουργία επιπλέον κατηγοριών πτυχίων και αποφοίτων, με τη διεύρυνση των διδάκτρων και σε προπτυχιακά προγράμματα σπουδών μέσω του Διεθνούς Πανεπιστημίου, με την παγίωση της υποχρηματοδότησης, των τεράστιων ελλείψεων σε καθηγητές και υποδομές κ.ο.κ. Οι νόμοι αυτοί, δε, ψηφίστηκαν με «συνοπτικές διαδικασίες», με την απαράδεκτη διαδικασία του «κατεπείγοντος», τον Αύγουστο ή το Πάσχα, με τα σχολεία και τις σχολές κλειστά!
— Ψήφισε τους νέους Ποινικούς Κώδικες που ποινικοποιούν περαιτέρω και αυξάνουν τις ποινές για τις κινητοποιήσεις του εργατικού – λαϊκού κινήματος. Πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ τροποποίησε το άρθρο 168 του ΠΚ, καθιστώντας αδίκημα το να «εμποδίζει (κάποιος) αυθαίρετα ή διαταράσσει σοβαρά τις συνεδριάσεις συλλογικού οργάνου». Ποινικοποίησε δηλαδή ακόμα και την παράσταση διαμαρτυρίας των φοιτητών στις συνελεύσεις της Συγκλήτου, του Τμήματος ή ενός Δημοτικού Συμβουλίου!
Αλλά και ως αντιπολίτευση ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει τα διαπιστευτήριά του, αφού συμφωνεί με τις στρατηγικές επιλογές της ΝΔ, δεν λέει κουβέντα για το αναγκαίο άνοιγμα των πάνω από ένα χρόνο κλειστών πανεπιστημίων – στη λογική τού «θα λογαριαστούμε μετά» – τηρούσε σιγήν ιχθύος όταν προωθούσε η κυβέρνηση την απαγόρευση της πορείας του Πολυτεχνείου στις 17 Νοέμβρη και προσπάθησε να «ξεπλυθεί» υπογράφοντας το κείμενο για την άρση της απαγόρευσης για τη συγκέντρωση για το Πολυτεχνείο.
Αυτό που φοβούνται πρέπει και να δυναμώσει!
Η σαπίλα αυτού του συστήματος δεν κρύβεται. Η προσπάθεια της κυβέρνησης, που εκμεταλλεύεται για μια ακόμα φορά την πανδημία και τα κλειστά πανεπιστήμια για να προωθήσει την πολιτική της στην Ανώτατη Εκπαίδευση, θα βρει τοίχο μπροστά στην πάλη του οργανωμένου φοιτητικού κινήματος, που, μαζί με το οργανωμένο, ταξικό εργατικό και λαϊκό κίνημα, παλεύουν για Παιδεία με βάση τις σύγχρονες ανάγκες, για Έρευνα προσανατολισμένη στην ικανοποίησή τους, για δουλειά με πλήρη δικαιώματα.
Το μήνυμα το στέλνουν ήδη οι δεκάδες φοιτητικοί σύλλογοι, τα σωματεία και φορείς, με τις κινητοποιήσεις των τελευταίων ημερών και τα μαζικά συλλαλητήρια!