Ιωάννης Ανδρέου Ρωμανός
(1836-1892)
Στα Φορτιά, στη συνοικία της πόλης μας έξω από το Ενετικό Τείχος, όπου παλιά υπήρχαν μικρές οχυρώσεις (fortini), δηλαδή στη σημερινή περιοχή του Τένις, υπάρχει η οδός Ιωάννου Ρωμανού: επάξια φέρει το όνομα ενός εξέχοντος συμπατριώτη μας.
Ο Ιωάννης Ρωμανός γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1836, στη διάρκεια της Αγγλικής Προστασίας, και πέθανε το 1892, όταν πια τα Επτάνησα είχαν ενσωματωθεί στο Ελληνικό Κράτος, ένα χρόνο μετά τα περίφημα Εβραϊκά του 1891, δηλαδή τα άγρια επεισόδια που συγκλόνισαν την Κερκυραϊκή κοινωνία και όχι μόνο. Ο Ρωμανός διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα «κατ’ οίκον» κατά τη συνήθεια των ευγενών της εποχής: λατινικά και ιταλικά. Στη συνέχεια φοίτησε στο Δευτερεύον Σχολείο, δηλαδή το Γυμνάσιο, και μετά στην Ιόνιο Ακαδημία, το Πανεπιστήμιο που ίδρυσε ο Άγγλος Γκύλφορντ. Ονομαστοί δάσκαλοί της εποχής του δίδαξαν Αρχαιολογία, Ελληνική και Λατινική φιλολογία. Στα εικοσιένα του χρόνια ανακηρύχτηκε διδάκτωρ της φιλολογίας και φιλοσοφίας. Σε αντίθεση με τη συνηθισμένη πορεία ενός ερευνητή στις μέρες μας: πρώτες σπουδές στο εσωτερικό και ανώτερες στο εξωτερικό, ο Ρωμανός σπούδασε στο τόπο του και μεγάλος πια πήγε στην Αθήνα και στη Νεάπολη αργότερα για έρευνες. Ήταν πολύγλωσσος: γνώριζε Ιταλικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά.
Υπήρξε επιφανής μαθητής επιφανούς δασκάλου, του Ανδρέα Μουστοξύδη (1785-1860), ο οποίος το 1858, Άρχων τότε της Παιδείας, τον διόρισε έμμισθο δάσκαλο της Ελληνικής, της Λατινικής γλώσσας και της Αρχαιολογίας στο Λύκειον της Κέρκυρας, στη συνέχεια στο Γυμνάσιον. Αργότερα υπηρέτησε ως Γυμνασιάρχης μέχρι το τέλος της ζωής του. Επίσης με δική του φροντίδα η Αρχαιολογική Συλλογή του νησιού στεγάστηκε σε μια από τις αίθουσες του Γυμνασίου. Χρημάτισε μάλιστα και άμισθος έφορος Αρχαιοτήτων Κέρκυρας (1880-1892). Υπήρξε, σύμφωνα με πάμπολλες μαρτυρίες, Δάσκαλος με όλο το βάρος της λέξης και ταυτόχρονα ένας εξαίρετος Άνθρωπος. Είχε πολλούς μαθητές. Αναφέρω εδώ δύο πασίγνωστους συμπατριώτες μας: τον ιστοριοδίφη Σπυρίδωνα δε Βιάζη (1849-1927) και τον ποιητή Λορέντσο Μαβίλη (1860-1912).
Τον έπαινον τον πρέποντα απονέμει στον Ρωμανό ο καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών στα τέλη του 19ου αι. ο Σπυρίδων Λάμπρος στη μελέτη του με τίτλο: Η Ιστορική Σχολή της Επτανήσου, για τις μελέτες του για την Ανδηγαυική κατοχή της Κέρκυρας, το Δεσποτάτο της Ηπείρου και την ιστορία της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα. Ο Σ. Λάμπρος επεσήμανε μάλιστα ότι ο Ρωμανός ήταν όχι μόνο ένας σημαντικός μελετητής της Μεσαιωνικής Ιστορίας της Κέρκυρας κατά τον 19ο αι. αλλά και ο πρώτος που χρησιμοποίησε την Ελληνική Γλώσσα στις ιστορικές μελέτες αντί της Ιταλικής, την οποία χρησιμοποιούσαν οι μορφωμένοι της εποχής. Στο σημείο αυτό οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι παρά την εξέλιξη και πρόοδο της ιστορικής έρευνας μετά από 100 και πλέον χρόνια το έργο του Ρωμανού αναφέρεται σταθερά στις σημειώσεις κάθε κεφαλαίου του έργου ενός ερευνητή της ίδιας ιστορικής περιόδου: Σ. Ασωνίτης, Ανδηγαυική Κέρκυρα (13ος-14ος αι.), 1999.
Η εξαντλητική μελέτη τώρα του Ρωμανού του για το Δεσποτάτον της Ηπείρου (1204-1449) δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του από την οικογένειά του. Άλλωστε η Κέρκυρα ανήκε για 53 χρόνια στο Δεσποτάτον της Ηπείρου, από το 1214 έως το 1267. Σημαντική επίσης ήταν η μελέτη του για την περίοδο της κυριαρχίας των Ανδηγαυών στο νησί μας από το 1267 έως 1386, δηλαδή για 119 χρόνια. Τρίτος σταθμός της ιστορικής έρευνας ήταν η Φραγκοκρατία στην Ελλάδα : με αφορμή τη μετάφραση του έργου του Γερμανού ιστορικού Χοπφ, Γρατιανός Τζώρτζης αυθέντης της Λευκάδος 1870, συνέταξε μια εκτεταμένη και έγκυρη εισαγωγή για την εποχή αυτή. Στο σημείο αυτό είναι αναγκαίο να υπομνήσουμε ότι το τελευταίο και κορυφαίο ποιητικό έργο (ημιτελές) του Λευκάδιου ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (1824-1879) «Ο Φωτεινός» έχει αφετηρία και πηγή έμπνευσης το έργο του Χοπφ, το οποίο και αναφέρεται στο εσώφυλλο του χειρογράφου του ποιητή. Τέλος δύο ακόμη ιστορικές μελέτες είναι αξιομνημόνευτες: η πρώτη αφορά την ιστορία των Εβραίων της Κέρκυρας που δημοσιεύτηκε το 1871 με τίτλο: Η Εβραϊκή κοινότης εν Κερκύρα, και η δεύτερη με τίτλο Βουθρωτός, για το Βουθρωτό, πόλη που βρίσκεται στην απέναντι αλβανική ακτή (ήταν γνωστό ότι η κατοχή του Βουθρωτού ήταν αναγκαία για τους εκάστοτε κυρίαρχους του νησιού για τον έλεγχο των στενών .
Θα ήθελα όμως να αναφέρω και τον άρτιο αρχαιογνωστικό και φιλολογικό εξοπλισμό του Ρωμανού, ο οποίος φαίνεται κατεξοχήν στην ανάγνωση-αποκατάσταση και ερμηνεία κερκυραϊκών επιγραφών. Ενδεικτική είναι η εργασία του με τίτλο Επιτυμβίδιος Κερκυραϊκή Επιγραφή ( 1877). Πρόκειται για μια επιτύμβια στήλη του 3ου αι. π.Χ. που βρέθηκε στην περιοχή Κατακαλού με χαραγμένο ένα σπαραχτικό επίγραμμα για το θάνατο μια νεαρής μητέρας εικοσιτριών χρονών, της Φιλίστιον.
Αξίζει να αναφερθεί ότι η πλούσια βιβλιοθήκη του Ρωμανού (περίπου 2.000 τόμοι σπάνιων βιβλίων) αγοράστηκε στη Νεάπολη, γιατί Ελληνική Διοίκηση ακύρωσε την απόφαση του τότε Δημοτικού Συμβουλίου της Κέρκυρας, το οποίο είχε αποφασίσει να την αγοράσει για λογαριασμό του και να μείνει στο νησί μας. Σύμπτωμα δυστυχώς όχι σπάνιο του καθ’ ημάς βίου.
Ολοκληρώνοντας τη σύντομη παρουσίαση του Ι. Ρωμανού επιβάλλεται να υπογραμμίσω ότι η ουσιαστική γνωριμία με το έργο του Ι. Ρωμανού οφείλεται στον φιλίστορα μόχθο του συγγραφέα και ιστορικού Κ. Δαφνή, ο οποίος το 1959 στον Ζ’ τόμο των Κερκυραϊκών Χρονικών περιέλαβε το σύνολο των ιστορικών έργων του και ένα πλήρες βιογραφικό ως εισαγωγή.