Είναι γνωστό ότι οι ιστορικές στιγμές δεν έχουν ιδιοκτήτη ούτε συνεταίρο. Καταγράφονται στο συλλογικό συνειδητό της κοινωνίας και στους τίτλους της ιστορίας. Οι ναζί αιματοκύλισαν τον πλανήτη και στα στρατόπεδα εξόντωσης δημιούργησαν τη μεγαλύτερη φρίκη της ανθρωπότητας. Την Κύπρο την πρόδωσαν οι χουντικοί της Ελλάδας. Το ΚΚΕ το νομιμοποίησε ο Κ. Καραμανλής. Το σταλινικό φαινόμενο δεν έχει σχέση με την απελευθέρωση του ανθρώπου. Την ελληνική σημαία στην απελευθερωμένη Αθήνα πρώτο την ύψωσε το ΕΑΜ. Τον Λαμπράκη τον δολοφόνησε το παρακράτος της δεξιάς. Τον Παύλο Φύσσα τον δολοφόνησε μια εγκληματική οργάνωση με τίτλο «Χρυσή Αυγή» που την αποτελούσαν ναζιστές και φασίστες. Τελεία. Τα υπόλοιπα είναι απλά παρεμβολές στον ήχο της ιστορίας, παράσιτα που έχουν πολύ μικρή σημασία.
Έχει πολύ μικρότερη σημασία, για παράδειγμα, πόσα χρόνια θα είναι η ποινή κάθειρξης των χρυσαυγιτών ή αν θα στερηθούν των πολιτικών τους δικαιωμάτων. Ακόμα κι αν θα είναι ποτέ ξανά υποψήφιοι σε κάποιες εκλογές, όσοι τους ψηφίσουν θα ξέρουν ότι ψηφίζουν μια εγκληματική οργάνωση με ποινικούς κατάδικους. Κι είναι θέμα της δημοκρατικής συνείδησης του καθενός αν θα τους επιλέξει. Έτσι θα γίνεται πάντα, όσο η τήρηση του Συντάγματος θα επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, στον πατριωτισμό του Συντάγματος δηλαδή, για να θυμηθούμε λίγο και τον Ν. Μουζέλη, κι όχι τον πατριωτισμό του έθνους ή της φυλής.
Τα ίδια και χειρότερα ισχύουν για το θόρυβο που προσπάθησε να κάνει ο κ. Κοντονής γύρω από τον εαυτό του, μέσω της αποχώρησής του. Ειδικά όταν η αποχώρηση αυτή συνοδεύεται από βαρετά συντηρητικές απόψεις γύρω από το θέμα του νέου Ποινικού Κώδικα και από κοινότοπες γενικόλογες καταγγελίες για τη λειτουργία του κόμματος, τις οποίες δε θέλησε να καταθέσει στο συνεδριακό σώμα, που θα συγκροτηθεί σε λίγους μήνες. Το «εγώ παίρνω το καπελάκι μου και φεύγω» θα τον βοηθήσει να έχει να λέει ιστορίες στις παρέες του και στα εγγόνια του, αλλά δε θα ασχοληθεί μαζί του κανείς ούτε καν η ιστορία του κόμματος.
Ο κύριος λόγος ,λοιπόν, που όλες αυτές οι παρεμβολές δεν πιάνουν, είναι γιατί αλήθεια ζούμε ένα δημοκρατικό momentum, το οποίο οφείλουμε σε λίγους ανθρώπους, τη Μάγδα Φύσσα και αυτούς που τράβηξαν το κάρο της δίκης πεντέμισι χρόνια τώρα και στο τέλος κατάφεραν να ξυπνήσουν μια εν υπνώσει δημοκρατική, αντιφασιστική συνείδηση, που αποτυπώθηκε στη μεγαλύτερη μετά την μεταπολίτευση αντιφασιστική συγκέντρωση έξω από το δικαστήριο. Αυτό το momentum έχει κάνει μέχρι στιγμής ακόμα και τον Σαμαρά, τον Βορίδη κι ένα σωρό άλλους ακροδεξιούς να θέλουν να γίνουν μέρος του. Δυστυχώς, για αυτούς, δεν τους περιέχει. Και είναι στο χέρι του δημοκρατικού αντιφασιστικού πλήθους, που έγινε παράδειγμα για όλον τον πλανήτη, να μην το αφήσει να χαθεί. Γιατί «έξω φυσάει αδιαφορία» και η μπουνάτσα είναι προσωρινή.