Έχουν δίκιο τα τρολ του διαδικτύου: βγήκαμε από την καραντίνα, όπως και από τα μνημόνια. Βγήκαμε και δε βγήκαμε. Εξάλλου όπου να ναι θα μας βάλουν πάλι σε μνημόνιο. Κανείς στην Ευρώπη δεν έχει βάλει μυαλό;
Ακόμα και τώρα που οι δεξιοί κάνουν σα κομμουνισμένοι κι άρχισαν να μιλάνε για δημόσιο σύστημα υγείας, για κρατική ενίσχυση της οικονομίας; Θα μου πεις, σιγά που τα πιστεύουν. Απλά είναι η στιγμή τέτοια. Δεν τους παίρνει να πουν τίποτε άλλο. Όλο το σύστημά τους νοσηλεύεται διασωληνωμένο στην εντατική. Γι’ αυτό τους έπιασε ο πόνος για το ΕΣΥ. Προστασία ζητάνε.
Κατά τα άλλα ξέρουμε πολύ καλά τι πιστεύουν. Το ομολογούν κυνικά: το περιβάλλον πρέπει να γίνει φιλικό προς τις επενδύσεις. Τάδε έφη Ρόδη Κράτσα στο Περιφερειακό Συμβούλιο. Τα πάνω-κάτω. Και το ψήφισαν και οι 21. Και τώρα όλοι μαζί για τη σωτηρία του πλανήτη από την Κλιματική Αλλαγή. Μπορεί και να τους δούμε ακτιβιστές με τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα «για τα παιδάκια που πεθαίνουν σε άλλη ήπειρο». Μη νομίζετε ότι αυτοί δεν είναι ευαίσθητοι, απλά είναι ρεαλιστές. Πολύ ρεαλιστές. Κυνικοί. Πιο πολύ πεθαίνεις.
Α, τι έλεγα; Για τα τρολ του διαδικτύου. Πολύ γέλασα, με φωνή κάποιες φορές. Μερικοί τοίχοι έβγαλαν απίστευτο χιούμορ αυτές τις μέρες της καραντίνας. Πώς λέμε Μέσα Ενημέρωσης; Καμία σχέση. Πώς λέμε μονολιθικότητα στην ενημέρωση; Καμία σχέση. Αυτό το χιούμορ έκανε τις μέρες μου πιο εύκολες. Διασκέδασε το φόβο μου. Και το θυμό μου για τα εκατομμύρια που ταξίδευαν πάνω από τα κεφάλια μας, για να καταλήξουν σε τσέπες φίλων. Δικών τους βέβαια. Απροκάλυπτα, κυνικά, όπως λέγαμε.
Διασκέδασε επίσης την απότομη πτώση της εμπιστοσύνης μου στον «εθνικό μας γιατρό» και τον «ωραίο λοχαγό» (τώρα είμαι σίγουρος ότι το ακούει πολύ το τραγούδι με την Μποφίλιου ο κ. Χαρδαλιάς). Ναι, ναι πολύ μου κόστισε αυτή η απώλεια εμπιστοσύνης, πιο πολύ από όσο θα μου κοστίσουν οι μάσκες από δω και πέρα. Και τώρα; Ποιον να εμπιστευθώ; Ήταν μια κάποια λύσις αυτή η εμπιστοσύνη. Μέχρι τώρα.
Και με τους καλλιτέχνες διασκέδασα, αυτούς που βγήκαν στο διαδίκτυο να μας κρατήσουν συντροφιά αυτές τις μέρες. Τόσα live ποτέ μέχρι σήμερα. Στηνόμουν κάθε πρωί να ακούσω τι θα μου έπαιζε ο Μάλαμας. Ξέρω, δεν είναι τόσο γνωστός όσο η Πρωτοψάλτη, άσχετο που εμένα μου αρέσουν και οι δύο, συνδεδεμένοι με διαφορετικές στιγμές της ζωής μου ο καθένας. Βέβαια τον Μάλαμα δε τον κάλεσε ο πρωθυπουργός στο Μαξίμου. Φαντάζεστε τον Μητσοτάκη να του φωνάζει «Σωκράτη κάνε μας χάλια»; Τα ύστερα του κόσμου.
Εγώ πάντως στηνόμουν τα πρωινά κι αυτό μου έκανε καλό. Και τον Κραουνάκη με τα τρελά του περίμενα. Τον έψαχνα. Αυτός δεν είχε πρόγραμμα σταθερό. Είναι φευγάτος. Χοντρό τον ανέβαζαν ζάμπα τον κατέβαζαν, άλλοι καίγανε τους δίσκους του. Πώς τόλμησε να το πει αυτό το «δε θέλω τα τραγούδια μου στου Κούλη τα λημέρια». Είσαι καλά άνθρωπέ μου; Αλλά εγώ τον κάνω πολύ κέφι.
Άπιαστος. Και πολύ φίλος με την «στέκα» του, την υπουργό Πολιτισμού. Ναι την εκτιμά πολύ. Όπως εγώ την «Αρσακειάδα» των Θρησκευμάτων. Α όλα κι όλα. Σεμνότης. Και πίστη. Ναι είναι πολύ πιστή. Σε όλους. Αυτήν θα εμπιστεύομαι από αύριο. Πιο πολύ κι από τον Τσιόδρα. Ξέρει καλύτερα.