Κείμενο της Ένωσης Γονέων Συλλόγων Κέρκυρας με αφορμή το πρόσφατο περιστατικό που είδε το φως της δημοσιότητας.
Το κείμενο
Με έκπληξη, αλλά και αποτροπιασμό πληροφορηθήκαμε το γεγονός που έλαβε χώρα στην είσοδο του 10ου Δημοτικού Σχολείου στις 14 Σεπτεμβρίου: ένας πατέρας, μπροστά στα μάτια του παιδιού του, αλλά και πολλών άλλων παιδιών, χτύπησε τη σύζυγό του….
Θεωρούμε υποχρέωσή μας να καταδικάσουμε απερίφραστα το γεγονός, αφού η βία, ο εξευτελισμός και η τραμπούκικη συμπεριφορά δεν μπορούν να δικαιολογούνται σε καμία περίπτωση ούτε να γίνονται ανεκτά σε μία «πολιτισμένη» κοινωνία. Πολύ περισσότερο όταν μικρά παιδιά γίνονται μάρτυρες τέτοιων συμπεριφορών, που σημαδεύουν ανεξίτηλα τις παιδικές ψυχούλες τους.
Ωστόσο νομίζουμε ότι είναι επιβεβλημένο, με αφορμή το περιστατικό, να εκθέσουμε τους προβληματισμούς μας.
Καταρχάς, να επισημάνουμε ότι οι καταδικαστέες και απαράδεκτες συμπεριφορές απέναντι στις γυναίκες, που φτάνουν μέχρι την ενδοοικογενειακή βία, είναι το αποτέλεσμα της ανισότιμης θέσης της γυναίκας μέσα σε αυτή την κοινωνία. Αφορούν το σύνολο των κραυγαλέων ανισοτιμιών σε κάθε τομέα της ζωής των γυναικών. Επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις η βίαιη συμπεριφορά είναι αποτέλεσμα των δύσκολων συνθηκών που βιώνει η ελληνική οικογένεια. Όσο οξύνονται τα οικονομικά προβλήματα, η ανασφάλεια και η εξαθλίωση, τόσο η βία ανθίζει. Όσο ο πολιτισμός μας ευτελίζετε και κυριαρχούν τα πρότυπα των «καλογυμνασμένων μπράβων» και της αναξιοπρέπειας, τόσο η βία ανθίζει. Όσο αδιαφορούμε μπροστά στη δυστυχία και στην απαξίωση της ανθρώπινης ζωής, και ιδιαίτερα των πιο αδύναμων και ανυπεράσπιστων ανθρώπων, τόσο η βία ανθίζει και θεωρείται ανεκτή.
Αλλά και όσο έχουμε ένα σχολείο, αποπροσωποποιημένο, εντατικοποιημένο μέσω της Τράπεζας Θεμάτων, τη συρρίκνωση έως εξαφάνιση των καλλιτεχνικών μαθημάτων και των κοινωνικών επιστημών, ένα σχολείο που αποκλειστικό ρόλο του θεωρεί την παροχή στείρων γνώσεων και δεξιοτήτων, λειτουργώντας όχι αντισταθμιστικά σύμφωνα με τους στόχους της Αγωγής, αλλά μεγεθύνοντας και βαθαίνοντας τις κοινωνικές ανισότητες, τόσο η ενδοοικογενειακή βία θα συνεχίσει να υπάρχει και να γιγαντώνεται. Το σχολείο, ως φυσικός χώρος διαμόρφωσης της προσωπικότητας των παιδιών, οφείλει να έχει εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό (ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, σχολιάτρους) που να αντιλαμβάνεται έγκαιρα προβληματικές καταστάσεις στις οικογένειες και να παίρνει άμεσα μέτρα ώστε να προλαμβάνονται τραγικές καταστάσεις, αλλά και να βοηθούν μετά την εκδήλωση τέτοιων φαινομένων. Η γύμνια του σημερινού σχολείου στο επίπεδο της ψυχολογικής και κοινωνικής πρόληψης και στήριξης των οικογενειών είναι εμφανής.
Είναι χρέος μας ως γονείς να σταθούμε κάθετα ενάντιοι στην ενδοοικογενειακή βία και να μη μένουμε απαθείς απέναντί της. Αλλά είναι, επίσης, χρέος μας να διεκδικήσουμε από την Πολιτεία να παράσχει την απαραίτητη στήριξη, όχι μόνο στα παιδικά μάτια που έγιναν μάρτυρες του συγκεκριμένου περιστατικού (κυρίως δε, του παιδιού της οικογένειας), αλλά και όλων των παιδιών που βιώνουν τον πόνο και τη δυστυχία πίσω από τις κλειστές πόρτες των σπιτιών τους.