Καστρινός. Καπετάν-Καστρινός. Τηλεγραφητής. Έτσι τον ήξεραν οι συναγωνιστές του στα βουνά κατά την Εθνική Αντίσταση στο Σούλι, στο Ζάλογγο και στην κάποτε δεμένη διοικητικά με την Κέρκυρα Πάργα στο 24ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ. Γιος φιλομοναρχικού αξιωματικού, έγινε μαχητής υπασπιστής του θρυλικού στρατηγού του ΕΛΑΣ Γεράσιμου Αυγερόπουλου. Ανένταχτος κομμουνιστής, υποστηρικτής μιας σοσιαλιστικής – κομμουνιστικής κοινωνίας. Κερκυραίος αγωνιστής και βουλευτής της Αριστεράς που κανένας απ’ όσους επέζησαν του Εμφυλίου δεν τον ξεπέρασε σε προσωπικό ηρωισμό και αγάπη του λαού μας.
Πολλήν αγάπη…
Τόση ώστε στο άκουσμα του ονόματός του, πριν από δύο χρόνια, ένας 90χρονος συντηρητικών πολιτικών απόψεων γέρος του χωριού Πάγοι αγωνιζόταν να μην δακρύσει, παρόλο που εκείνο το όνομα ήταν το μεγαλύτερο «καρφί στα μάτια» της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής αντίδρασης στην Κέρκυρα επί δεκαετίες.
Σαν σήμερα καθώς έμπαινε η καινούργια ημέρα έδυσε, πριν χαράξει πριν από 35 χρόνια. Τότε έκλεισαν για πάντα τα πολύ ταλαιπωρημένα από τις κακουχίες μάτια του μαζί με τα «πάντ’ ανοιχτά πάντ’ άγρυπνα μάτια της ψυχής» του που φώτισαν εκείνα του λαού μας με το παράδειγμά του και με βιβλία, μεταξύ άλλων, για τη μεγάλη αντιναζιστική μεταπολεμική «Δίκη της Νυρεμβέργης». Κηδεύτηκε στην Αθήνα το μεσημέρι της επομένης, 28ης Δεκεμβρίου 1985. Εβδομήντα πέντε χρονών.
Μα πώς από στόμα σε στόμα κι από τηλέφωνο σε τηλέφωνο κι από μιαν αναφορά-αστραπή της τηλεόρασης στον θάνατό του ενώθηκε τόσος κόσμος να τον αποχαιρετήσει!
Περσότεροι από δύο χιλιάδες άνθρωποι, μαζί με αντιπροσωπείες του ΚΚΕ με τον ιστορικό βουλευτή του της ΕΔΑ Βασίλη Εφραιμίδη, τον χρόνια φυλακισμένο στην Κέρκυρα αγωνιστή-μέλος της διεύθυνσης του «Ριζοσπάστη» Γιώργο Μωραΐτη και τον αρχισυντάκτη του λογοτέχνη Τάλη Αδάμο, καθώς και του τότε ΚΚΕ Εσωτερικού και της τότε ΕΔΑ βέβαια, έσπευσαν!
Μα πώς ενώ δεν ήταν μέλος του ΚΚΕ, αλλά ανένταχτος κομμουνιστής, αρνήθηκε παρά τα τραγικά βασανιστήρια που υπέστη να το αποκηρύξει, αρνήθηκε να υπογράψει αντικομμουνιστική δήλωση μετανοίας ακόμα και στο κολαστήριο της Μακρονήσου, αρνήθηκε και όταν είχε διαφωνίες μαζί του να στραφεί όπως άλλοι πολεμικά εναντίον του!
Μα και πώς λίγα χρόνια μετά τη Χούντα, ενώ ένα σωρό πολίτες και παλιά στελέχη κιόλας του ΚΚΕ και της μεταδικτατορικής ΕΔΑ με σαφώς αριστερές απόψεις τάχθηκαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο υπέρ του ανερχόμενου και μετά κυβερνητικού ΠΑΣΟΚ και όχι λίγοι κοίταξαν να ωφεληθούν απ’ αυτό, εκείνος έμεινε μέχρι το τέλος του τελείως μακριά απ’ το ΠΑΣΟΚ, που μάλιστα δεν εκπροσωπήθηκε επίσημα παρά μόνο από κόσμο του στην τιμητικά δημοσία δαπάνη κηδεία του;
Σπάνια προσωπικότητα. Αυτό ήταν, αγαπητές φίλες και αγαπητοί φίλοι, ο μεταπολεμικά δύο φορές Βουλευτής της Αριστεράς στην Κέρκυρα Γεράσιμος Πρίφτης, στον οποίο βεβαίως αναφερόμαστε.
Την επόμενη της δύσης του χρονιά, το 1986, το δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Κέρκυρας ομόφωνα ονόμασε «Βουλευτή Γεράσιμου Πρίφτη» δρόμο της πόλης του νησιού πίσω από το καφενείο «Μαύρος Γάτος» στην περιοχή της Σπηλιάς, όπου το 1955, κοντά στο πατρικό του, εργαζόμενος έμαθε λογιστικά αφού διώχθηκε από την τηλεγραφική υπηρεσία για τις ιδέες του. Επρόκειτο, σύμφωνα με τη σχετική απόφαση, περί «υπέροχου ανθρώπου και συνεπούς αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού, που ο κερκυραϊκός λαός δύο φορές τον ανέδειξε εκπρόσωπό του στη Βουλή των Ελλήνων και που σημαντικές υπηρεσίες προσέφερε στην ιδιαίτερη πατρίδα του».
Αγωνιστής της κοινωνικής προόδου με κεφαλαίο το άλφα και σ’ αυτό και στη λέξη Αριστερός!
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο εκείνος ήταν η φωνή των μυριάδων λαού της διωκόμενης ελληνικής Εθνικής Αντίστασης στην κραταιά Διεθνή Ομοσπονδία Αντιστασιακών (FIR). Αντιπρόεδρό της τον είχαν εκλέξει εκπρόσωποι από δεκάδες χώρες.
Ο Μεμάς Πρίφτης, όπως τον προσφωνούσαν οι αμέτρητοι φίλοι του στην Κέρκυρα. Συνεργάστηκε στενά επί δεκαετίες με το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και υπήρξε μαχητικό στέλεχος της αριστερής παράταξης περισσότερα από 50 χρόνια. Πιστεύοντας, σύμφωνα με την αγωνίστρια της Αριστεράς και επί σειρά ετών αντιπρόεδρο της Ομοσπονδίας Γυναικών Ελλάδας (ΟΓΕ) και γενική γραμματέα της Ελληνικής Επιτροπής για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη (ΕΕΔΥΕ) κόρη του Μαρί Πρίφτη, στην ενότητα του αριστερού κινήματος χωρίς αντιπαλότητες και δογματισμούς, με διάλογο στη βάση και στην κορυφή και δημοκρατικές διαδικασίες σ’ όλες τις φάσεις, εφόσον βέβαια κοινός στόχος δεν ήταν η εξυπηρέτηση του καπιταλιστικού συστήματος αλλά η νέα φωτεινή κοινωνία για την οποία ο ίδιος άντεξε, τι δεν άντεξε!
Έχει τύχει να διαβάσετε όσα έγραψε για τη φρίκη της Μακρονήσου ο Μενέλαος Λουντέμης τού «Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα» που μοιραζόταν με τον Γεράσιμο Πρίφτη τη σκηνή του στο ξερονήσι εκείνα τα χρόνια; Περιγράφει ότι ένας Κερκυραίος σακατεμένος από το ρίξιμό του από κτήνη στην περιβόητη χαράδρα της Μακρονήσου είχε και το σθένος μετά να κάνει χιούμορ.
Ο επιστρατευμένος τότε προς συνετισμό στη Μακρόνησο ομοϊδεάτης του μετέπειτα πρόεδρος του σωματείου των οικοδόμων του νησιού Τάσος Παπίρης διέσωσε γραπτή μαρτυρία του για το συμβάν με τον Πρίφτη στη γνωστή χαράδρα της Μακρονήσου: Με κάποια ευκαιρία ο Παπίρης τού άπλωσε το χέρι να τον βοηθήσει ν’ ανέβει. “Φύγε, θα σε σκοτώσουν”, του απάντησε σακατεμένος ο Πρίφτης. Ο Παπίρης ήταν αυτός που τον οδήγησε στη σκηνή του, όπου τον παρέλαβε ο Λουντέμης.
Άφησε κι ετούτη τη μαρτυρία: «Φωνάζει ο ταχυδρόμος “Πρίφτης Γεράσιμος”. Προχωράει ο Γεράσιμος, παίρνει το γράμμα και το άνοιξε περπατώντας για να το διαβάσει. Ο Καρ(…) ήταν πίσω του και κοίταζε το γράμμα που είχε μέσα μια φωτογραφία της κόρης του Μαρής. Ο Καρ(…) όταν είδε τη φωτογραφία (…) του λέει “Τι είναι αυτό μωρέ;” (…) Τον αρχίζει στο ξύλο και κατάληξη είναι που έσπασε τον αγκώνα του δεξιού χεριού…». Πριν τον ρίξουν στη χαράδρα.
– Τα μάτια μου!…
Αυτά τον ένοιαζαν πιότερο. Τα κατάφερε για χρόνια. Πριν μεταφράσει πρώτος τη «Δίκη της Νυρεμβέργης, πρώτος το 1963 μετέφρασε την «Επανάσταση της Κούβας». Το βιβλίο εκείνο έχει επανεκδοθεί από τότε ουκ ολίγες φορές με τη δική του φλογερή μετάφραση. Αν και απλός τηλεγραφητής, συμμαθητής στην Επαγγελματική Σχολή Ταχυδρομείων, Τηλεγραφίας και Τηλεφωνίας (ΤΤΤ) με τον κατοπινό ηγέτη του κόμματος των Ελλήνων κομμουνιστών Χαρίλαο Φλωράκη, ήθελε πολύ να γίνει πολύγλωσσος κι έγινε.
Μόλις τον είδατε στα βουνά το 1944, πριν απ’ τη Μακρόνησο.
Είχε προσφέρει, είπαν μεταξύ άλλων, ανεκτίμητες υπηρεσίες στον κρυπτογραφικό μηχανισμό του ΕΛΑΣ. Στη μεγάλη μάχη της Αμφιλοχίας εναντίον των Ναζί, όπου Κερκυραίοι με λόχο με τ’ όνομα «Αλκίνος» του μυθικού βασιλιά των Φαιάκων έγραψαν σελίδες ηρωισμού κι έθαψαν και συμπολίτες τους ανθρώπους-νεκρούς στη μάχη, διηύθυνε το κρυπτογραφικό τμήμα του ΕΛΑΣ. Διετέλεσε, μεταξύ άλλων, υπασπιστής στην 8η Μεραρχία του ΕΛΑΣ και διευθυντής Επιτελικού Γραφείου του κλιμακίου του Γενικού Στρατηγείου ΕΛΑΣ Ηπείρου – Δυτικής Στερεάς.
Ο ίδιος έξι περίπου χρόνια μετά, μόνο σωματικά καταρρακωμένος σε φωτογραφία-κειμήλιο στο Μουσείο Μακρονησιωτών. Στο τάγμα σκαπανέων, στη Μακρόνησο…
Νωρίτερα τον είχαν εξορίσει στον Άη Στράτη. Πρώτη φορά είχε συλληφθεί στην Κέρκυρα την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά.
Να τος αργότερα ξανά με σφρίγος πρώτος δεξιά, με τον παλαίμαχο Κερκυραίο κομμουνιστή-φιλόλογο Νίκο Βαρότση και τον Ηλία Ηλιού της ΕΔΑ, στο κέντρο της πόλης του νησιού σε πολιτική περιοδεία γύρω στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Ήταν ήδη βουλευτής της Αριστεράς και της Κέρκυρας δύο φορές με νίκες-πανηγύρια του λαού σ’ εκείνες τις συνθήκες που το ΚΚΕ ήταν εκτός νόμου.
Στη Βουλή, όπου έθεσε πάμπολλα θέματα των εργαζομένων του νησιού, διακρίθηκε για τη ρητορική του δεινότητα. Διετέλεσε Γραμματέας της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΕΔΑ.
Χαιρόταν πολύ όταν του λέγανε ότι στο πρόσωπό του βλέπουν και ψηφίζουν και τον σκοτωμένο το ’46 στο Κοκκινόχωμα στα Ιωάννινα από κρατικά πυρά αξιωματικό αδελφό του Αλέκο Πρίφτη, ύστερο διοικητή του 10ου εφεδρικού Συντάγματος του ΕΛΑΣ Κέρκυρας που ως πρώιμος Άρης Βελουχιώτης το ’44 στην Κέρκυρα είχε αρνηθεί την παράδοση των όπλων στους Βρετανούς.
Τη χρονιά του σκοτωμού του Αλέκου του, ενώ βρισκόταν στην Πάτρα, έγραψε ποίημα για εκείνον που οι νέοι Αντάρτες στα βουνά το ’49 ανακήρυξαν Ταγματάρχη Πεζικού Τιμημένο Νεκρό του Δημοκρατικού Στρατού τους. Με τίτλο «Τ’ αδερφού μου». Με στίχους όπως ετούτοι:
Αδερφέ μου,
Στο πρώτο ξεκίνημα έπεσες.
Της προδοσιάς φαρμακερή σαΐτα
Την αγνή σου τρύπησε καρδιά
Την ώρα που ορθός πάλι
πολέμαγες για λεφτεριά
αγναντεύοντας το Σούλι και τον Κασιδιάρη.
Ανάμεσα στους ανθρώπους στάθηκες
Τους φτωχούς και τους καταδιωγμένους.
Τα χέρια τους
Με την ανάσα θέρμαιναν
Για να σφίξουν καλύτερα της λεφτεριάς τη δάδα.
Τα χέρια που σπέρναν κόκκινα αγάπης λουλούδια
Το ντουφέκι κράτησαν
Της ελεύθερης ψυχής.
Κι αγνός κι αμόλυντος,
Ωραίος,
Πήρες τη μεγάλη στράτα που φέρνει
«Ψωμί, Λεφτεριά και Τιμή στο Λαό»!
Κι έπεσες!
Και τα σφουρίγματα του βουνίσιου αγέρα
Για σένανε θα τραγουδούν
Τους κλέφτικους σκοπούς της λεβεντιάς
Και του ΕΛΑΣ τον παιάνα.
Τον θαύμαζε και τον αγαπούσε τόσο… Αγωνίστηκε και για εκείνον.
Σε φύλλο της εφημερίδας του ΕΑΜ Κέρκυρας «Φωνή του Λαού» σώζεται από τον Ιούλιο του ’46 μια τιμημένη κοινή επιστολή-μνημείο αξιοπρέπειας του ιδίου και του αξιωματικού εν αποστρατεία πατέρα του Ηλία Πρίφτη, που όλην αξίζει να θυμηθούμε:
«Αγαπητή “Φωνή του Λαού”,
Πριν κάμποσες μέρες η ΝΕ του ΕΑΜ μάς ειδοποίησεν ότι άγγλος συνταγματάρχης που παρεπιδημεί στην πόλη μας αναζητεί τον Αλέκο Πρίφτη (…), τους συγγενείς του, για να του απονείμει “ηθικήν αμοιβήν”, για τις υπηρεσίες που προσέφερε στους Συμμάχους, κατά τον Εθνικοαπελευθερωτικό μας Αγώνα, παίζοντας τόσον αποφασιστικό ρόλο στη διάσωση των δέκα αμερικανών αεροπόρων κ.τλ.
Με την παρούσα μας επιθυμούμε να πληροφορηθεί ο κ. άγγλος συνταγματάρχης, ότι ο Αλέκος Πρίφτης, αγωνιστής της Δημοκρατίας, διώχτηκε και υποχρεώθηκε ν’ απομακρυνθεί απ’ το σπίτι του και την ιδιαίτερή του πατρίδα και σκοτώθηκε απ’ το καθεστώς που οι Άγγλοι εγκατέστησαν στην Ελλάδα.
Επομένως την παρασημοφορία αυτή δίκαια τη θεωρούμε πρόκληση για τη μνήμη του ηρωικού μας παιδιού κι έχουμε ιερή, ελληνική υποχρέωση να μην την αποδεχτούμε από κείνους που με την πολιτεία τους αναστατώνουν το δύσμοιρο τόπο μας για να σκοτώνονται τα παιδιά μας, πράμα, άλλωστε, που θα τώκανε κι ο τιμημένος μας νεκρός αν εζούσε».
Στο χωριό Πάγοι έζησε μερικά χρόνια μετά την απόλυσή του απ’ τη Μακρόνησο το 1954. Ο Κερκυραίος δημοσιογράφος και μετέπειτα βουλευτής κι υπουργός του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Ρωμαίος τον θυμόταν από τότε κι είπε στην κόρη του στην κηδεία του: «Θα μου μείνει αξέχαστος ο Μεμάς». Πώς να μην είναι ακόμα, αφού πέραν των άλλων συνέβαλε αποφασιστικά στη μετατροπή του χωριού σε πολιτιστική κοιτίδα της περιοχής. Μεταξύ άλλων σκηνοθέτησε τα «Αρραβωνιάσματα» του Δημήτρη Μπόγρη με πρωταγωνίστρια τη δασκάλα γυναίκα του. Επίσης, έγραψε κείμενα σε θεατρική μορφή και τα επένδυσε με μουσική του Όφενμπαχ. Με τη φροντίδα και την πειθώ του ορισμένες παραστάσεις τις συνόδευσε μπάντα της Παλαιάς Φιλαρμονικής της πόλης! Εκείνη την περίοδο στο νησί απέφυγε απόπειρα δολοφονίας του.
Το 1954 ολοκλήρωσε κι εξέδωσε στην Κέρκυρα τη μελέτη «Η Εκπαίδευση στην Κέρκυρα στα πρώτα χρόνια μετά την Ένωση», με το ψευδώνυμο Σπύρος Χορμοβίτης. Επισήμαινε ότι «χρειάστηκε να καταλυθεί η Βενετσιάνικη κυριαρχία και να λυγίσει η εξουσία των ευγενών για να ριχτεί ο σπόρος της Εκπαίδευσης στην Κέρκυρα», αλλά συνεχιζόταν ακόμη και «είκοσι χρόνια μετά τον παλλαϊκό ριζοσπαστικόν αγώνα που πραγματοποίησε την Ένωση, η μεσαιωνική κατάσταση». Αυτό, σημείωνε, «οφείλεται -χρειάζεται με ειλικρίνεια και τόλμη να ειπωθεί πολλές φορές ακόμα- στο ότι και μετά την Ένωση πολιτικά κυρίαρχοι έμειναν οι παλιοί εντόπιοι δυνάστες, συνεχίζοντας την κοινωνική καταπίεση και την οικονομική εκμετάλλευση».
Ανέκδοτες μελέτες του αφορούν τον Ιωάννη Καποδίστρια, τον δημοτικισμό και την κερκυραϊκή λογοτεχνία, τη σάτιρα ως όπλο των Ριζοσπαστών του Ιονίου στον αγώνα για την ένωση με την Ελλάδα, τον Ιάκωβο Πολυλά, τον Ανδρέα Λασκαράτο, τον πνευματικό κύκλο του «ψάλτη της Ελευθερίας» Διονύσιου Σολωμού. Ασχολήθηκε ακόμη και με τη μετάφραση της ποιητικής συλλογής «Τα άνθη του Κακού» του Σαρλ Μποντλέρ. Επίσης, συνέταξε τουριστικόν-ιστορικό οδηγό της Κέρκυρας, ερεύνησε στη Βιέννη για τη ζωή του Ρήγα Φεραίου κι έγραψε γι’ αυτόν στην προδικτατορική «Αυγή», έγραφε στην «Επιθεώρηση Τέχνης» και μέσα απ’ αυτήν αποχαιρέτησε τον κομμουνιστή λογοτέχνη των αθάνατων στίχων «Χαίρε Ρωσία» Νίκο Λευεριώτη. Υπήρξε τακτικός σύνεδρος και ομιλητής σε συνέδρια κι άλλες εκδηλώσεις των Επτανησίων.
Συνελήφθη την 21η Απριλίου 1967 τις έξι το πρωί στην Αθήνα κι εξορίστηκε σε πρώτη φάση στη Γυάρο. Λίγο αργότερα, στο εξωτερικό, ο ραδιοφωνικός σταθμός του ΚΚΕ «Φωνή της Αλήθειας» είχε αναφερθεί στις συνθήκες της κράτησής του και είχε μεταδώσει ότι δεν του επιδόθηκε τηλεγράφημα για τη γέννηση του εγγονού του.
Αποφυλακίστηκε το 1970, από το Παρθένι της Λέρου. Με πολύ σοβαρό, μοιραίο πρόβλημα στα μάτια.
Το 1974, μετά την πτώση της Χούντας, ο 95χρονος σήμερα Βασίλης Νικολούζος και δύο μέλη της Νομαρχιακής Επιτροπής της κερκυραϊκής Οργάνωσης του ΚΚΕ τον επισκέφθηκαν στην Αθήνα και του πρότειναν να είναι υποψήφιος βουλευτής της «Ενωμένης Αριστεράς» στο νησί με την υποστήριξη και του ΚΚΕ, μολονότι είχε επιλέξει να στοιχηθεί με τη νέα ΕΔΑ. «Νέους, ανοίξτε τον δρόμο σε νέους ανθρώπους!», ήταν η επωδός της φιλικής του απάντησης. Την περίοδο των γεγονότων της Πράγας το 1968 είχε έλθει σε διάσταση θέσεων με το ΚΚΕ. Δεν εντάχθηκε ούτε στο ΚΚΕ Εσωτερικού κατά τη διάσπαση του ΚΚΕ, κρατώντας αποστάσεις και από τις δύο πλευρές. Επίσης, έμεινε μακριά από το ΠΑΣΟΚ κι όταν αυτό ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας. Αγαπήθηκε όσο λίγοι στο νησί. Θρήνησαν κι οι πιο παλιοί και πιστοί κομμουνιστές της Κέρκυρας τον χαμό του το 1985. Εκείνοι μαζί με τον τότε δήμαρχο Γιάννη Κούρκουλο πρότειναν να δοθεί σε δρόμο της πόλης το αθάνατο πια όνομά του.
Όπως και -εδώ στην Ιταλία σε συνεδρίασή τους ενώ κρατά σημειώσεις- οι πολλοί φίλοι του στις οργανώσεις των Αντιστασιακών της Ευρώπης.
Όπως και οι παλιοί φίλοι του στη Διεθνή Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Γενικός γραμματέας
της διετέλεσε.
Σε νεκρολογία του για τον Γεράσιμο Πρίφτη στην «Αυγή» ο αγωνιστής-διανοούμενος Τάσος Βουρνάς έγραψε: «Ο Μεμάς ήταν μια προσωπικότητα από ‘κείνες που σπάνια συναντάει κανείς στον τόπο μας. Αγωνιστής, αλλά και πνευματικός άνθρωπος, σκληροτράχηλος μαχητής, αλλά και λεπταίσθητος με μια σπάνια μουσική αγωγή που την κρατούσε ζηλότυπα για τον εαυτό του. Κι όταν στη Λέρο κάτω από τις πιέσεις μας αποφάσισε να κάνει μαθήματα ανάλογης μουσικής στους εξόριστους και ιδιαίτερα να αποδείξει πως οι ήχοι εξέφρασαν τις μεγάλες ιδέες του καιρού των μεγάλων δημιουργών, όλοι εμείς όσοι παρακολουθήσαμε τις διαλέξεις του, νοιώσαμε ν’ ανοίγονται μπροστά μας νέες θύρες επικοινωνίας, με τον κόσμο της μουσικής (…) Ο θάνατός του στέρησε την Αριστερά από έναν ευπατρίδη. Παρά τη μαρτυρική ζωή που περνούσε τελευταία στο σκοτάδι έχοντας προβλήματα με τα μάτια του, ποτέ δεν έχασε το κέφι του και το χιούμορ του, αυτό που κατά τον Τσέχωφ είναι η ευγένεια της ανθρώπινης ψυχής».