«Μεσαίωνας» στην Κέρκυρα…
Τελικά στην εποχή μας είναι εύκολο να τυλίξεις τον καθένα όχι μόνο σε μια κόλλα χαρτί, αλλά και να τον διασύρεις. Πάντα υπάρχουν «πρόθυμοι» δημοσιογράφοι και Media να αναπαράγουν τις οποιεσδήποτε καταγγελίες διασύροντας ανθρώπους, σπιλώνοντας συνειδήσεις. Ιδιαίτερα αν ανήκεις στην ευάλωτη επαγγελματική ομάδα των εκπαιδευτικών, τότε αρκεί κάποια μήνυση από υπερευαίσθητο γονέα και κάποιος δικηγόρος με υπερβάλλοντα ζήλο για να δημιουργήσουν «μεσαίωνες» να διασύρουν συλλογικά εκπαιδευτικούς και σχολεία.
«Μεσαίωνας» στην Κέρκυρα: Γονείς μήνυσαν πέντε καθηγητές, είναι ένας από τους τίτλους με ρεπορτάζ που αναπαράγονται σωρηδόν από «σοβαρά» και άλλα site και media με καταγγελίες σε βάρος καθηγητών για bullying σε μαθήτρια με «λεπτομέρειες που σοκάρουν», χωρίς κάποιος από όλους αυτούς τους δημοσιογράφους να έχει ψάξει ή να κάνει έστω και μια απλή ερώτηση για την αλήθειας των καταγγελλομένων σε κάποιον από τους «καθηγητές – τέρατα» κι ας έχουν οι περισσότεροι από αυτούς 20 και 30 χρόνια στα σχολεία, όχι μόνο χωρίς κάποια καταγγελία, αλλά έχοντας διακονήσει τη δημόσια εκπαίδευση με συνέπεια.
Η κρίση του σχολείου και οι «αποδιοπομπαίοι τράγοι»
Η κρίση της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνία αντανακλάται όλο και πιο έντονα στο σχολείο με αποτέλεσμα όλο και πιο συχνά να έρχονται στο προσκήνιο της δημοσιότητας προστριβές, εντάσεις και συγκρούσεις ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς και εκπαιδευόμενους, αλλά και καταγγελίες γονέων για εκπαιδευτικούς τα τελευταία χρόνια. Είναι ένα ζήτημα που απασχολεί ιδιαίτερα τις ΕΛΜΕ και τους Συλλόγους ΠΕ, τις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης αλλά και ίδιο το Υπουργείο που είναι ο τελικός αποδέκτης των σχετικών υποθέσεων. Οι εκπαιδευτικοί, αισθάνονται απροστάτευτοι μπροστά στις καταγγελίες και ,σε ορισμένες περιπτώσεις, μπροστά στις εριστικές διαθέσεις των γονιών των μαθητών τους.
Ουκ ολίγα τα παραδείγματα σε όλη τη χώρα ανάλογα με το πρόσφατο της Κέρκυρα. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια τα πράγματα έχουν αγριέψει με τους γονείς καθώς έχουν αυξηθεί τα περιστατικά πιέσεων, απειλών αλλά και χειροδικιών γονέων κατά εκπαιδευτικών. Γονείς απειλούν και βρίζουν εκπαιδευτικούς σε περίπτωση που πιστεύουν πως αδικούν το παιδί τους στη βαθμολογία. Γονείς ζητούν –με θράσος και χωρίς ουσιαστικό λόγο– την αλλαγή τάξης για το παιδί τους, επειδή δεν… τους αρέσει ο εκπαιδευτικός ή κάποιοι συμμαθητές του παιδιού τους.
Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που εκπαιδευτικοί αλλά και ολόκληροι Σύλλογοι Διδασκόντων ταλαιπωρήθηκαν επί μακρόν δαπανώντας πολύτιμο χρόνο για να απαντήσουν σε ανυπόστατες πολυσέλιδες καταγγελίες και ανεδαφικές αιτιάσεις γονέων. Ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα, όταν τα κίνητρα των γονέων υποκρύπτουν άλλες σκοπιμότητες, προσωπικές, ιδεολογικές ή κοινωνικές τις οποίες ανεύθυνα επιχειρούν-και καταφέρνουν- να μεταφέρουν στο χώρο του σχολείου.
Φαινόμενα απαξίωσης της εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών, αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά των ασκούμενων πολιτικών σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα στην Ελλάδα η εκπαιδευτική πολιτική διαμορφώνεται και ασκείται υπό την αιγίδα της ΕΕ, του ΟΟΣΑ και του ΔΝΤ αποδομώντας το δημόσιο σχολείο και διαμορφώνοντας το φτηνό σχολείο που επιδιώκει να διαμορφώσει τους μαθητές σε ευέλικτους και πειθήνιους απασχολήσιμους. Ταυτόχρονα το σχολείο γίνεται όλο και πιο στενάχωρο, αυταρχικό και απωθητικό για εκπαιδευτικούς και μαθητές.
Είναι φανερό ότι υπάρχει κλονισμός της εμπιστοσύνης των γονέων για το σχολείο, κοντολογίς, διάβρωση του κύρους και της αξιοπιστίας του σχολικού συστήματος. Η συντριπτική πλειονότητα των γονέων θεωρούν ότι η εκπαίδευση των παιδιών τους, ενώ τους στοιχίζει πολύ ακριβά δεν είναι ικανή να τα προετοιμάσει για την ομαλή ένταξή τους στην αγορά εργασίας.
Ωστόσο μένει στο περιθώριο της συζήτησης ότι οι εκπαιδευτικοί λειτουργούν οι ίδιοι σ’ ένα ασφυκτικό πλαίσιο, κάτω από ολοένα εντεινόμενο έλεγχο, κοντολογίς υφίστανται τον κρατικό καταναγκασμό, αλλά είναι αντικειμενικά και οι βασικοί ιμάντες διοχέτευσής του στο μαθητικό πληθυσμό καθώς είναι «θεσμικά» υποχρεωμένοι να χρησιμοποιήσουν προς τους μαθητές τους ένα minimum από την εξουσία που τους παρέχει η θέση τους στο σχολείο (διδασκαλία ορισμένης ύλης, εξέταση, βαθμολογία, απουσίες, ποινές, κ.λπ), πρακτική που δημιουργεί «αυτεπαγγέλτως» αντιθέσεις, σε κάποιες περιπτώσεις εκρηκτικές. Αυτή η σχολική πραγματικότητα δεν μπορεί παρά να επιβαρύνει την επικοινωνία ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές με αποτέλεσμα να ακυρώνεται ο ρόλος του εκπαιδευτικού ως παιδαγωγού. Έτσι ο εκπαιδευτικός ωθείται να μετατραπεί όχι δε δάσκαλο – εμψυχωτή που μαζί με τους μαθητές του δημιουργεί, παράγει πολιτισμό, αλλά σε γυμναστή – τεχνικό, ο οποίος την ίδια ώρα που μεταδίδει έτοιμες γνώσεις , την ίδια στιγμή που μοιράζει συνταγές επιτυχίας για τις εξετάσεις στο κεφάλι – δοχείο του μαθητή, έρχεται ως ελεγκτής να αξιολογήσει τις επιδόσεις. Οι εκπαιδευτικοί δεν είναι ένοχοι, δεν αποτελούν την αιτία της σχολικής βίας, άσχετα αν στο πλαίσιο του αυταρχικού σχολείου αρκετές φορές δε συνάδει η συμπεριφορά τους με συμπεριφορά ενός αληθινού παιδαγωγού. Από αυτήν άποψη δεν είναι ολοκληρωτικά αθώοι ή τα θύματα, αλλά οι «αποδιοπομπαίοι τράγοι».
Η κυρίαρχη εκδοχή για τις αιτίες αυτής της κατάστασης προσωποποιεί την αντίθεση μαθητών – καθηγητών και εστιάζει τις ευθύνες, κατά περίπτωση, είτε στη «δυσπροσάρμοστη» προσωπικότητα του μαθητή και στις «ανεπάρκειες και ελλείψεις του οικογενειακού του περιβάλλοντος» είτε στον «άδικο» και «αντιπαιδαγωγό» εκπαιδευτικό που «δεν γνωρίζει να εκτελεί σωστά το λειτούργημά του».
Ο Big brother και ο φασισμός της κάμερας
Ο «μεγάλος αδελφός» αποτελεί έκφραση της κυρίαρχης τάσης του «πανοπτισμού», δηλκαδή του ολοκληρωτικού ελέγχου, ακόμα και με λογικές κλειδαρότρυπας, τόσο στο επίπεδο της οικονομίας, όσο και σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Ο εργαζόμενος πρέπει να παρακολουθείται και να ελέγχεται διαρκώς, ο εκπαιδευτικός ομοίως Η λογική του big brother άλλοτε με τις κάμερες και με τα κινητά διαπερνά και δηλητηριάζει εν γένει τη σχολική ζωή και ειδικότερα την εκπαιδευτική διαδικασία. Η κάμερα αποτελεί διαδικασία αστυνόμευσης που έρχεται σε αντίθεση με κάθε έννοια παιδαγωγικής. Το σοβαρό πρόβλημα είναι ότι ένα μεγάλο τμήμα των μαθητών έχει εθιστεί με τη φασίζουσα νοοτροπία του βίντεο ως κάτι το εντελώς φυσιολογικό ή «για πλάκα». Αγνοεί τι σημαίνει διασυρμός και διαπόμπευση της προσωπικότητας του συμμαθητή ή του εκπαιδευτικού.
Αν η βιντεοσκόπηση μέσα στο σχολείο είναι παράνομη τότε πώς είναι νόμιμη η δημόσια προβολή του παράνομου προϊόντος ; Το υπουργείο Παιδείας ανέχεται και ενέχεται για την αδηφαγία των media που προβάλλουν δημόσια παράνομα βίντεο. Ο «νόμος και η τάξη» με αυτό τον τρόπο στρέφονται κατά των εκπαιδευτικών και του δημόσιου σχολείου. Ίσως γιατί το κυβερνητικό δόγμα «του νόμου και της τάξης» συνδέεται με ένα αυταρχικό και αστυνομοκρατούμενο σχολείο.
Παρόλα αυτά είναι αλήθεια ότι τα υποκείμενα της εκπαίδευσης έχουν ανάγκη από ένα σχολείο που δε θα εξοντώνει, αλλά θα διαμορφώνει ελεύθερους πολυδιάστατους ανθρώπους ικανούς να κατανοούν τη σύγχρονη κοινωνία και να παρεμβαίνουν για να την αλλάζουν. Για αυτό και χρειαζόμαστε δασκάλους που δεν έχουν μόνο να πουν, αλλά να πράξουν με το παράδειγμά τους μέσα και έξω από τον σχολικό χώρο.
*Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος της ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης», του «Εκπαιδευτικού Ομίλου» και του ΔΣ της ΕΛΜΕ Πειραιά.