«Στην Κέρκυρα, στις φυλακές, οι συνθήκες κράτησής μας ήταν τραγικές. Κελιά που ήτανε προορισμένα για έναν, με ένα τσιμεντένιο κρεβάτι που έπρεπε να το μοιραστούμε δυο και τρεις. Τα κρεβάτια, για να εξηγούμαστε, δύο επιπλέον ράντσα, σχημάτιζαν ένα Π. Κεφαλή το τσιμεντένιο, παράλληλα με τον τοίχο το ένα ράντσο και κολλητά το δεύτερο. Για να βγεις έξω έπρεπε να περάσεις πάνω από το ένα ράντσο και το δράμα ήταν το βράδυ, όταν με το βασίλεμα του ήλιου κλείνανε τα κελιά και άνοιγαν το πρωί. Να σε πιάνει κόψιμο, να θέλεις να πας για κατούρημα στο ουροδοχείο και να μην μπορείς. Ζούσαμε ένα δράμα».
Τόπος γνώριμος, από το 1954, ήταν η Κέρκυρα για τον Χαρίλαο Φλωράκη (η εικόνα πάνω είναι από επίσκεψή του στο νησί μετά τη Χούντα), τον τηλεγραφητή, αντάρτη του ΕΛΑΣ, καπετάνιο του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, κομμουνιστή και χαρισματικό λαϊκό ηγέτη, όπως έχει εύστοχα χαρακτηριστεί, που «έφυγε» από τη ζωή σαν χθες πριν από 15 χρόνια, στις 22 Μάη 2005.
Ήταν πολλά τα χρόνια που έζησε, ας το πούμε έτσι, μαζί μας… Και τα έζησε όλα ακατάβλητος ως κομμουνιστής και Θεσσαλός γαλουχημένος στα μέρη του Ρήγα Φεραίου με ηρωικές παραδόσεις!
Η πρώτη γνωριμία του με Κερκυραίους ήταν το 1933, σε ηλικία 19 ετών. Φοιτώντας στη Σχολή Ταχυδρομείων, Τηλεγραφίας και Τηλεφωνίας (ΤΤΤ) γνώρισε ως συμμαθητή του τον πολύ αργότερα βουλευτή της ΕΔΑ στην Κέρκυρα Γεράσιμο Πρίφτη, με τον οποίο έμελλε να γράψουν λαμπρές σελίδες πατριωτικής Αντίστασης την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης στα πεδία των μαχών. Ήταν και οι δύο πρωταγωνιστές στο κλαδικό συνδικάτο τους και η απεργία του κλάδου τους, μετά την εισβολή των Ναζί, ήταν η πρώτη μεγάλη απεργία στην κατεχόμενη Ελλάδα.
Μετά τη σύλληψή του στην Αθήνα το 1954, όταν ήταν πια πολιτικός πρόσφυγας στο Βουκουρέστι και ήλθε με αποστολή την ανασύνταξη του εκτός νόμου Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, ο Χαρίλαος Φλωράκης οδηγήθηκε στις αποτρόπαιες φυλακές του νησιού μας. Εκεί που έμελλε αργότερα να φυλακιστεί μεταξύ άλλων και ο Γιώργης Τρικαλινός, ο άνθρωπος που ηγήθηκε της ανασύνταξης του Κάπα Κάπα Έψιλον στην Κέρκυρα το 1974 μετά την πτώση της Χούντας και είχε πάρει μέρος, κιόλας, στην κατοπινή διαδήλωση του κερκυραϊκού λαού για να μη δοθεί το νησάκι Βίδο σε Σαουδάραβες μεγιστάνες.
Ήταν μεγάλη η χαρά του, για να μείνουμε στον Χαρίλαο Φλωράκη και την περίοδο μετά τη μεταπολίτευση του 1974, όταν ελεύθερος επισκεπτόταν το νησί μας για να μιλήσει με -και στους- ανθρώπους του τόπου μας και να χαρεί το νησί μας.
Στα πέτρινα χρόνια ήταν άλλωστε συνδεσμώτης και με τον κομμουνιστή ηγέτη των ναυτεργατών Αντώνη Αμπατιέλο, που την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης είχε μεταφερθεί κρατούμενος στο ηρωικό κερκυραϊκό νησάκι Λαζαρέτο κι είχε λάβει μέρος στην Αντίσταση στους Ναζί στο νησί, με ορμητήριο το χωριό Στρογγυλή, όταν τον Σεπτέμβριο του 1943 είχε δραπετεύσει μαζί με -μεταξύ άλλων- τον μετέπειτα επίτιμο πρόεδρο του ΚΚΕ Απόστολο Γκρόζο και τον Γραμματέα του Κόμματός του στην Κέρκυρα εκείνη την περίοδο Βασίλη Άνθη.
Θαύμαζε τις ομορφιές του τόπου στον Ανεμόμυλό μας με θέα το Παλαιό Φρούριό μας και τα χωριά μας, όπως ο Άγιος Ματθαίος.
Θυμόταν με εκτίμηση και σεβασμό τους Κερκυραίους συντρόφους του εκείνης της γενιάς κομμουνιστών που με την προσφορά τους σφράγισαν ανεξίτηλα την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος και του τόπου μας γενικότερα. Προτιμούσε την Κέρκυρα για θερινές διακοπές. Τελευταία φορά που επισκέφθηκε για πολιτικούς λόγους το νησί, αν δεν κάνουμε λάθος, ήταν τον Απρίλιο του 1992, με την ιδιότητα του επίτιμου προέδρου πια του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, όταν τα ηνία του τελευταίου, ως πρώτη μεταξύ ίσων όπως πρώτος μεταξύ ίσων ήταν εκείνος, είχε αναλάβει η Αλέκα Παπαρήγα, η οποία είχε επισκεφθεί τις φυλακές της Κέρκυρας πριν από αυτόν, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, ενώ ήταν ακόμα παιδί, για να συναντήσει με τη μητέρα της τον Κεφαλονίτη κρατούμενο κομμουνιστή πατέρα της Νίκο Δρόσο.
Με αλυσίδες και στα χέρια και στα πόδια είχε αντικρύσει από καράβι και πάτησε τα πόδια του πρώτη φορά στην ειδυλλιακή Κέρκυρα, τον Νοέμβριο του 1954, όπως είχε διηγηθεί σε δημοσιογράφους που έχουν εξιστορήσει τη ζωή του με αποκαλυπτικές μαρτυρίες. «Με έστειλαν στην Κέρκυρα με το καράβι (…) και μου βάλανε αλυσίδες μέχρι και στα πόδια. Χειροπέδες και στα πόδια (…) Δεν ήμουνα βέβαιος ότι θα φτάσω (…) Τι πιο εύκολο, από το να με φουντάρουν στη θάλασσα και να πουν ότι, στην προσπάθειά μου να αποδράσω, πνίγηκα; Αναγκάστηκα, λοιπόν, για να υποδηλώσω την ύπαρξή μου ανάμεσα στο πλήρωμα και στους επιβάτες του καραβιού, να ζητώ συχνά από τη φρουρά μου να με πηγαίνουν συχνά στην τουαλέτα, ώστε οι χειροπέδες και οι αλυσίδες στα πόδια μου να προκαλούν εντύπωση (…) Και οφείλω να ομολογήσω ότι πλήρωμα και επιβάτες έδειχναν με κάθε τρόπο και το ενδιαφέρον τους και τη συμπάθειά τους. Σε λίγο, μάλιστα, έρχεται στην καμπίνα που με είχαν κλεισμένο ένας καμαρότος μ’ έναν μεγάλο δίσκο που είχε και του πουλιού το γάλα, σε εισαγωγικά, λέγοντάς μου: Από το πλήρωμα για τον κρατούμενο (…) Όταν έφτασε το καράβι με κατεβάσανε με τις χειροπέδες στα πόδια (…) Με πήγαν στις φυλακές (…) Με έστειλαν σε μια ακτίνα στην αρχή, την Κ, που είχαν ορισμένους ποινικούς για απομόνωση, αλλά εκεί ξεσηκώθηκαν οι σύντροφοί μου στις άλλες ακτίνες και πέρασα σε ακτίνες που ήταν οι πολιτικοί κρατούμενοι».
Εκεί που είχε φυλακιστεί κι ο μέχρι το 1952 που εκτελέστηκε από το μετεμφυλιακό Κράτος πολιτικός συνεξόριστός του στο εξωτερικό Νίκος Μπελογιάννης, ο οποίος στις ίδιες φυλακές είχε συντάξει μελέτη για τη νεοελληνική λογοτεχνία. Εκεί που πριν απ’ αυτόν ήταν φυλακισμένος ο και τότε ακόμη Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης, ο οποίος στις ίδιες αυτές φυλακές είχε συντάξει μελέτη για τον Κωστή Παλαμά. Εκεί που πριν απ’ αυτούς είχε φυλακιστεί κι ο θρυλικός Άρης Βελουχιώτης, με τον οποίο ο Χαρίλαος Φλωράκης είχε σμίξει στα βουνά της Πάρνηθας την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης. Εκεί, ακόμα, που κάποια χρόνια πριν ο αργότερα δολοφονημένος κομμουνιστής Γιάννης Ζεύγος δίδασκε το μεγαλείο της ποίησης του Διονύσιου Σολωμού.
Οι διηγήσεις του για τις επανειλημμένες φυλακίσεις και μεταγωγές του στις φυλακές της Κέρκυρας τα επόμενα χρόνια δεν αφορούσαν μόνο στο σθένος, αλλά και στο θυμοσοφικό και πηγαίο, παροιμιώδες χιούμορ συντρόφων του και του ιδίου. Συμπεριλαμβάνουν και τούτη: «Το ουροδοχείο το αποκαλούσαμε μπέιβιν. Το ωραίο ήταν ότι είχε πλέον καθιερωθεί η ονομασία τους ως μπέιβιν και φώναζαν οι φύλακες όταν έσπαγε σε κάνα κελί και χρειαζόταν να αντικατασταθεί: Ένα μπέιβιν στην τάδε ακτίνα, τάδε κελί. Αλλά Μπέιβιν ονομαζότανε ο τότε υπουργός της Αγγλίας! Οι Άγγλοι συμμετείχαν ενεργά στην τρομοκρατία που ασκούνταν εις βάρος του κινήματος. Αλλά ήτανε αδύνατο να πεις ότι ο Μπέιβιν ήτανε καθίκι. Είπαμε κι εμείς το καθίκι ο Μπέιβεν και του έμεινε. Οι φύλακες θεώρησαν ότι είχε πάρει μια εντελώς τεχνική σημασία. Κι έτσι δεν έλεγαν ένα ουροδοχείο, αλλά ένα μπέιβιν, όπως είχε καθιερωθεί η ονομασία του…».
Σώζεται έκθεση του διευθυντή των φυλακών της Κέρκυρας το 1959, όπου σκιαγραφεί διάφορους πολιτικούς κρατούμενους και γράφει για τον Χαρίλαο Φλωράκη: «Όχι πολύ τριμμένος με την φυλακίστικη νοοτροπία. Έχει επιρροή στους Κεντρώους. Μπορείς να πεις άφθαρτος…». Από το 1955, μετά από μεταγωγή του στη Λάρισα και επιστροφή στην Κέρκυρα, η Γενική Ασφάλεια Αθηνών είχε ζητήσει εγγράφως από τη Γενική Ασφάλεια και τις Φυλακές του νησιού: «Ελέγχητε τα πρόσωπα τα οποία θα τον επισκεφθώσι, την αλληλογραφία του, εν γένει δε επιτηρήτε τούτον, γνωρίζοντες και ημίν σχετικώς».
Νωρίτερα, το 1955, είχε οδηγηθεί για δύο δίκες μάλιστα από κακουργιοδικείο, στη Λευκάδα, όπου αθωώθηκε και τον υπερασπίστηκε, μεταξύ άλλων, ο Λευκαδίτης Γιάννης νομικός Γιάννης Ασδραχάς.
Και πάλι μετά Κέρκυρα. Σώζεται αστυνομική αναφορά από το 1955 που αναφέρει ότι τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς τον επισκέφθηκε στις φυλακές ο Ηλίας Ηλιού της ΕΔΑ και συζήτησαν «παρουσία οργάνων των φυλακών», ενώ αργότερα ο Ηλιού συνάντησε τον Γεράσιμο Πρίφτη. Άλλη παρόμοια αναφορά του 1956 αναφέρει ότι ο Χαρίλαος Φλωράκης και ο Αντώνης Αμπατιέλος περιλαμβάνονται στους κρατούμενους οι οποίοι «εμφανίζονται πρωτοστατούντες» σε αιτήματα των πολιτικών κρατουμένων. Είχαν πρωτοστατήσει και στη σύνταξη και αποστολή κειμένου καταγγελίας στη διεθνή κοινή γνώμη ότι στις φυλακές είχε ληφθεί δέσμη ακόμη πιο περιοριστικών που έκαναν «τη ζωή αφόρητη».
Στην Κέρκυρα είχε μεταφερθεί κρατούμενος και το 1960, μετά τη δίκη του με συντρόφους του στην Αθήνα, όπου ο Βασιλικός Επίτροπος είχε προτείνει την καταδίκη του σε θάνατο, υποτίθεται για κατασκοπεία, αλλά καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Ένα από τα συνθήματα του Κόμματός του για εξόριστους και φυλακισμένους, το οποίο διακήρυξε τότε, ήταν τούτο: «Να κατακτήσουμε τα κάστρα που λέγονται επιστήμη, τέχνη, μόρφωση».
Έζησε δώδεκα χρόνια κατάδικος και ισοβίτης στις φυλακές και έξι χρόνια σε εξορίες. Με άλλα λόγια, 18 χρόνια ή 216 μήνες ή 6.570 μερόνυχτα φυλακισμένος και εξόριστος. Από αυτά, τα περισσότερα χρόνια τα έζησε, όπως έχει πει, κρατούμενος στην Κέρκυρα, στα Γιούρα και στην Αίγινα.
Κατορθώσαμε, είχε πει μιλώντας για τους πολιτικούς συγκρατούμενούς του και τον ίδιο, να γίνουμε «ελεύθεροι πολιορκημένοι».
Οι πολιτικοί κρατούμενοι της Κέρκυρας, θυμίζουμε, το 1957, στα 100 χρόνια απ’ τον θάνατο του Διονύσιου Σολωμού, είχαν φτιάξει κάρτες με προσωπογραφία του και είχαν οργανώσει έρανο για την αναστήλωση της βομβαρδισμένης οικίας του ποιητή των «Ελεύθερων Πολιορκημένων» στην πόλη του νησιού.
Ο Χαρίλαος Φλωράκης αγαπούσε τόσο την Κέρκυρα, μέσα του ένιωθε τόσο δεμένος μαζί της, που -λες και ήθελε να την αποχαιρετήσει για στερνή φορά- το 2002, σε ηλικία 88 ετών, ενώ οι δυνάμεις του είχαν αρχίσει να τον εγκαταλείπουν, βρήκε τη δύναμη κι ήρθε στην Κέρκυρα για θερινές διακοπές. Είχε κολυμπήσει στην παραλία του Άη Γιώργη στους Πάγους κι ένα βράδυ είχε ζήσει με Κερκυραίους συντρόφους του μια πολύ ζεστή και συγκινητική βραδιά με φαγητό ψηλά στον ειδυλλιακό Αφιόνα, με θέα τη βορειοδυτική Κέρκυρα και τα Διαπόντια νησιά μας. Για να προσθέσουμε και κάτι ακόμα, δέκα χρόνια νωρίτερα είχε φιλοξενηθεί στο άλλο άκρο της Κέρκυρας, εκεί που βρίσκονται αρκετά από τα ιερά και τα όσια του κομμουνιστικού κινήματος της Κέρκυρας: στη Λευκίμμη που ‘χε δώσει αίμα-ποταμό την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης και του Εμφυλίου…