Άρθρο του Αλέξανδρου Αλεξάκη σχετικά με το θέμα του Ερημίτη.
Το κείμενο
Το 2012, η ένταξη της ευρύτερης περιοχής του Ερημίτη στις λίστες των ακινήτων του ΤΑΙΠΕΔ, σηματοδότησε την αρχή του τέλους και την εγκαθίδρυση μιας νέας τάξης πραγμάτων, που από καιρό κυοφορούσε η σκληρή περίοδος της παρατεταμένης κρίσης στη χώρα μας. Βασική αρχή της οποίας ήταν και συνεχίζει να είναι η άνευ όρων παραχώρηση δημόσιας γης, με την υποσχετική αξιοποίηση της από μεγάλες κεφαλαιουχικές εταιρείες.
Όταν ελήφθη η απόφαση για την αξιοποίηση της περιοχής του Ερημίτη δεν γινόταν λόγος για πώληση κυριότητας της γης αλλά για μακροχρόνια εκμετάλλευση του ακινήτου για 99 χρόνια και μετά την επιστροφή του στο Ελληνικό Δημόσιο. Ήταν την 16η του Μάρτη 2017, όπου 27.000 τετραγωνικά μέτρα δημόσιας γης πωλήθηκαν έναντι μόλις 2.050.000 ευρώ. Ήταν εκείνη η αποφράδα ημέρα, όπου το ΤΑΙΠΕΔ εμφανίστηκε να καλεί εκ νέου το επενδυτικό κοινό να πλειοδοτήσει για την πλήρη κυριότητα του οικοδομήσιμου μέρους της Κασσιόπης, τμήμα δηλαδή το οποίο δεν θα χρειαστεί να επιστραφεί μετά από 99 χρόνια στο ελληνικό κράτος.
Η περιοχή του Ερημίτη παρουσιάζει ιδιαίτερο περιβαλλοντικό και κατ΄ επέκταση πολιτισμικό ενδιαφέρον. Ενδιαφέρον όμως που όλα αυτά τα χρόνια έμεινε απλώς φιλολογικό, αφού δεν εισήχθη ποτέ σε ολοκληρωμένο καθεστώς προστασίας με την εκπόνηση Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης και Σχεδίου Διαχείρισης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην έχουμε μέχρι σήμερα διαμορφώσει πλήρη άποψη των ειδών που ενδημούν στην περιοχή και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της. Χρήσιμες πληροφορίες, αλλά και ολοκληρωμένες προτάσεις για την προστασία και πιθανή ανάπτυξη της περιοχής που θα έπρεπε να συνοδεύουν το ενδιαίτημα του Ερημίτη.
Τίποτα από τα παραπάνω δεν υλοποιήθηκε την ύστατη ώρα παραχώρησης της έκτασης του Ερημίτη το 2012 υπό την σκέπη του ΤΑΙΠΕΔ και αυτό καταδεικνύει μεγάλο μερίδιο ευθύνης.
Τίποτα από τα παραπάνω δεν υλοποιήθηκε ούτε το 2017 όταν βγήκε σε πλειστηριασμό και ξεπουλήθηκε η κυριότητα συγκεκριμένου τμήματος του οικοπέδου.
Η περίπτωση του Ερημίτη εκ του αποτελέσματος αποτελεί ένα ακόμη τραγικό λάθος, που συνοδεύεται από εγκληματικές παραλείψεις και λάθη, ωστόσο μη αναστρέψιμο. Η δική μου θέση είναι να μην κλείσουμε τον φάκελο Ερημίτη αμαχητί. Αλλά να αδράξουμε την ευκαιρία και να αναλογιστούμε όλα αυτά που δεν έγιναν στο παρελθόν.
Να ξεκινήσει μια συντονισμένη προσπάθεια για την προστασία του οικοσυστήματος, με βάση τα οριζόμενα στην περιβαλλοντική νομοθεσία, ώστε να προστατευθεί η βιοποικιλότητα των περιοχών αυτών.
Να θωρακιστεί το υπόλοιπο μέρος της δασικής έκτασης διασφαλίζοντας ότι δεν θα γίνουμε μάρτυρες σοβαρών επιπτώσεων από την υλοποίηση της επένδυσης. Λαμβάνοντας έστω και τώρα τα απαραίτητα εκείνα μέτρα μέσα από τα οποία η επένδυση θα επιφέρει το χαμηλότερο δυνατό περιβαλλοντικό κόστος. Να θωρακιστεί επιτέλους στο σύνολο του ο φυσικός πλούτος της περιφέρειας μας, απέναντι στο βωμό της «αξιοποίησης» και την τάση άμεσου ξεπουλήματος σε ότι μας έχει απομείνει.
Η χώρα βγαίνει από μια πολύ βαθιά οικονομική κρίση, με τα τραύματα οικονομικά αλλά και κοινωνικά ακόμη ανεπούλωτα. Είναι απαραίτητες λοιπόν και σημαντικές οι επενδυτικές ενέσεις για να μπορέσει να ξεκινήσει ξανά η οικονομία και να υπάρξουν νέες θέσεις εργασίας και οικονομική ανάπτυξη. Απουσιάζει ωστόσο η σοβαρή συζήτηση για το είδος των επενδύσεων που θέλουμε και τους όρους με τους οποίους μπορούν να πραγματοποιηθούν.
Ας θωρακίσουμε λοιπόν τον τόπο μας με επενδύσεις, κάτω από προϋποθέσεις και με όρους αειφόρου ανάπτυξης και περιβαλλοντικής ενσυναίσθησης. Σήμερα το να είναι μια περιοχή «πράσινη» αναδεικνύεται όλο και περισσότερο σε «συγκριτικό πλεονέκτημα».
Ας θωρακίσουμε και το θεσμικό πλαίσιο πάνω στο οποίο θα μπορεί να γίνουν οι επενδύσεις. Δημιουργώντας σταθερές και πάγιες διαδικασίες που θα διασφαλίζουν την ισορροπία ανάμεσα στην εξαγγελία και την υλοποίηση. Διαμορφώνοντας ένα «αναπτυξιακό σχέδιο», όχι μόνο με όρους ρυθμών ανάπτυξης και μακροοικονομικών στόχων αλλά και συγκεκριμένων παραγωγικών κατευθύνσεων. Δεσμεύοντας τους μελλοντικούς επενδυτές για την ανάπτυξη της επιχείρησης, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και τη συνέργεια με άλλους παραγωγικούς κλάδους.
Αυτές θα είναι οι μεγάλες προκλήσεις που θα κληθούν οι υγιείς δυνάμεις του τόπου να αντιμετωπίσουν στο άμεσο μέλλον. Σε μια κοινή προσπάθεια, απέναντι στην δημαγωγία και τον λαϊκισμό, να κληροδοτήσουν στις μελλοντικές γενιές ένα καλύτερο μέλλον. Απαλλαγμένοι από δογματισμούς και προκαταλήψεις, με στόχο την διαμόρφωση μιας στρατηγικής που να απαντά στις προκλήσεις του μέλλοντος για μια σύγχρονη ανάπτυξη των νησιών μας με ταυτόχρονη οικονομική, κοινωνική και οικολογική στόχευση, βασισμένη στον άνθρωπο.