Την ώρα που η πλειονότητα των πολιτών ανησυχεί για το μέλλον της σε συνθήκες πανδημίας, κάποιοι νοσταλγούν το Μπάντεν Μπάντεν.
Με την χώρα να βρίσκεται επί οκτάμηνο στην δίνη της πανδημίας του κορονοϊού, τα θύματά να αυξάνονται και το σύστημα Υγείας υπό ασφυκτική πίεση, η ανησυχία για τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης, εντείνεται και αυτή καθημερινά.
Ενώ ο μέσος πολίτης αδυνατεί να βγει από το σπίτι του και ανησυχεί αν θα μπορέσει να ανοίξει ξανά την επιχείρησή του, αν θα καταφέρει να τα βγάλει πέρα με τα πενιχρά επιδόματα όντας σε αναστολή εργασίας ή αν θα ασθενήσει επιβιβαζόμενος στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, υπάρχει μία μερίδα συμπολιτών μας που έχει παραμείνει άθικτη από όλα αυτά.
Μεταξύ αυτών, κατά πώς φαίνεται, ο αντιδήμαρχος Ανάπτυξης, Επιχειρηματικότητας και Επενδύσεων της Αθήνας, κ. Νίκος Μακρόπουλος, ο οποίος είναι φανερό πως δεν ανησυχεί.
Όπως ενημέρωσε ο ίδιος, με ανάρτησή του στο facebook, ο κ. Μακρόπουλος νοσταλγεί. Νοσταλγεί το σπίτι του στο Μπάντεν Μπάντεν, που λόγω της πανδημίας δεν μπορεί να επισκεφτεί και την Aston Martin του που δεν έχει οδηγήσει εδώ και καιρό.
Και πολύ καλά κάνει. Είναι αναφαίρετο δικαίωμά του. Δεν μπορεί κανείς να κατηγορήσει τον κ. Μακρόπουλο επειδή διατηρεί κατοικία στο γερμανικό θέρετρο, ή όχημα που αρέσκεται να οδηγά στη “απερίγραπτη γαλήνη” του Μέλανα Δρυμού. Ούτε και μπορεί κανείς να τον μεμφθεί για το αίσθημα της νοσταλγίας που βιώνει.
Το γεγονός, όμως, ότι μέσα σε αυτές τις συνθήκες επέλεξε να μοιραστεί αυτές τις σκέψεις του από την πολιτική του σελίδα, καταδεικνύει ότι ελάχιστη σχέση έχει με την κοινωνία, την οποία, μάλιστα, εκπροσωπεί στο δημοτικό συμβούλιο του μεγαλύτερου δήμου της χώρας.
Και αυτό είναι κατακριτέο, όταν μιλάμε για εκλεγμένο σε δημόσιο αξίωμα.
Με την ανάρτησή του ο κ. Μακρόπουλος προκαλεί το κοινό αίσθημα και προσβάλλει τους ανθρώπους που προσπαθούν να επιβιώσουν στην πρωτόγνωρη αυτή κατάσταση. Προσβάλλει εκείνους που έχουν χάσει δικούς τους ανθρώπους και που το τέλος της πανδημίας θα τους βρει τελείως διαφορετικούς. Προσβάλλει εκείνους που καθημερινά μάχονται απέναντι στον ιό και για τους οποίους το τέλος της πανδημίας θα σημάνει μερικές ημέρες άδειας, μετά από ποιος ξέρει, πόσο καιρό. Προσβάλλει εκείνους που ενώ είδαν μία αχτίδα ελπίδας στο τέλος της παρελθούσας δεκαετίας, αναγκάζονται να βιώσουν εκ νέου την απόγνωση της.
Με την ανάρτησή του ο κ. Μακρόπουλος καταδεικνύει την πλήρη έλλειψη κατανόησης για την θέση στην οποία βρίσκονται αυτή τη στιγμή οι πολίτες και την απόλυτη αδυναμία του να μοιραστεί το αίσθημα της ανησυχίας τους.
Μέσα όμως από αυτή την αδιαφορία, ή την παντελή απουσία ενσυναίσθησης, ο κ. Μακρόπουλος πετυχαίνει και κάτι άλλο, σημαντικό. Καταφέρνει να αναδείξει τόσο εύγλωττα ότι δεν είμαστε όλοι ίσοι απέναντι στην πανδημία.
Ότι την στιγμή που η πλειονότητα των πολιτών ζει με την αγωνία της ασθένειας και της οικονομικής καταστροφής, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν κάποιοι είναι η στέρηση των διακοπών τους.
Ότι όταν κάποιοι αναμένουν το τέλος της νέας αυτής κρίσης για να ξέρουν αν θα έχουν δουλειά και αν θα μπορέσουν να συντηρήσουν τις οικογένειες τους, κάποιοι άλλοι το αναμένουν για να μπορέσουν να απολαύσουν κεντροευρωπαϊκές λουτροπόλεις και ακριβά αυτοκίνητα.
Καλά κάνει ο κ. Μακρόπουλος και νοσταλγεί το Μπάντεν Μπάντεν και την Άστον Μάρτιν του. Καλά όμως θα κάνουμε κι εμείς να τον θυμηθούμε την επόμενη φορά που θα ακούσουμε ότι “η πανδημία δεν έχει ταξικό πρόσημο”.