Η πολύχρονη κρίση που μαστίζει τη χώρα, με τις πολλαπλές παρενέργειες που προκαλεί, φέρνει στην επιφάνεια τις χρόνιες παθήσεις της ελληνικής κοινωνίας.
Σε μια εποχή που η εθνική κυριαρχία συρρικνώνεται, η οικονομική δυσπραγία βαθαίνει, η κοινωνική αστάθεια και η αβεβαιότητα αποτελούν μόνιμες καταστάσεις, οι άμυνες του ελληνισμού ολοένα εξασθενούν.
Μέγιστος κίνδυνος που απειλεί ακόμη και με εξαφάνιση την ιστορική ελληνική παρουσία είναι η υπογεννητικότητα. Σταθερά τα τελευταία χρόνια οι θάνατοι στην Ελλάδα είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις. Ενδεικτικά το 2017 είχαμε 32.000 περίπου θανάτους περισσότερους από τις γεννήσεις.
Προκειμένου να διατηρηθεί σταθερός ο πληθυσμός μιας χώρας ο μέσος όρος γεννήσεων πρέπει να είναι 2, 1 παιδιά ανά ζευγάρι. Στη χώρα μας σήμερα ο μέσος όρος είναι 1,3. Δηλαδή σχεδόν ένα παιδί ανά ζευγάρι. Η τελευταία απογραφή του 2011 κατέγραψε πληθυσμό στην Ελλάδα περίπου 11.000.000 κατοίκους. Αν ο αριθμός γεννήσεων συνεχιστεί με τον ίδιο ρυθμό, το 2050 ο ελληνικός πληθυσμός θα έχει μειωθεί γύρω στα 9.500.000. Με την μετανάστευση νέων ανθρώπων στο εξωτερικό για εξεύρεση εργασίας, η μείωση θα είναι ακόμη μεγαλύτερη. Σύμφωνα με μελέτη της EUROSTAT το 2080 ο πληθυσμός της Ελλάδας θ’ ανέρχεται σε 7-7.500.000 κατοίκους εκ των οποίων οι περισσότεροι ηλικιωμένοι!
Αν η φθίνουσα πορεία συνεχιστεί, τον επόμενο αιώνα ο ελληνισμός θ΄ αποτελεί ιστορικό παρελθόν. Έτσι οι Τούρκοι δεν θα χρειαστούν πολεμικές επιχειρήσεις για να καταλάβουν τον σημερινό ελλαδικό χώρο. Θα τον έχουμε παραχωρήσει μόνοι μας δια της δημογραφικής εξαφάνισης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας δεν προέκυψε ξαφνικά τα τελευταία χρόνια της κρίσης. Άρχισε σταδιακά να εμφανίζεται από την δεκαετία του 70. Τα μνημονιακά χρόνια απλά επιδεινώθηκε.
Κύριες αιτίες της υπογεννητικότητας είναι η αλλαγή του τρόπου ζωής, οι μαζικές μετακινήσεις στα αστικά κέντρα, η έξαρση του ατομικισμού, η υποχώρηση του εμείς, η κυριαρχία του ωφελιμισμού, ο καταναλωτισμός, το κυνήγι της επίπλαστης ευημερίας, η συναισθηματική σκληρότητα και η κοινωνική αποξένωση. Η συμβολή τους στην αποφυγή της τεκνοποίησης και στη γήρανση του ελληνικού πληθυσμού είναι καίρια. Με την επιβάρυνση της οικονομικής ανέχειας το πρόβλημα έγινε εξόφθαλμα οξύτερο. Έτσι εκμηδενίζονται ταυτόχρονα οι πιθανότητες της προσδοκώμενης οικονομικής ανάκαμψης.
Η μείωση και η γήρανση του πληθυσμού συνεπάγονται σμίκρυνση της οικονομικής δραστηριότητας, ελάττωση της παραγωγής και υστέρηση της ανταγωνιστικότητας.
Κατ΄ ακολουθία πλήττεται καίρια το ασφαλιστικό σύστημα, το οποίο καθίσταται πλέον μη βιώσιμο. Ήδη ένας συνταξιούχος στην χώρα μας αντιστοιχεί σε 1, 3 εργαζόμενους. Πρακτικά σημαίνει πως ένας εργαζόμενος πρέπει να καλύπτει με τις ασφαλιστικές του εισφορές το μεγαλύτερο μέρος του ποσού της σύνταξης ενός συνταξιούχου. Αυτό κάτω από οποιεσδήποτε οικονομικές συνθήκες δεν είναι διατηρήσιμο. Ταυτόχρονα ενώ η ανεργία έχει φτάσει στα ύψη ο αριθμός των συνταξιούχων διαρκώς αυξάνεται. Επομένως με μαθηματική ακρίβεια οδηγούμαστε σε διαρκή μείωση των συντάξεων και αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης. Δηλαδή μεγέθυνση της φτωχοποίησης και της κοινωνικοοικονομικής εξαθλίωσης. Το φαινόμενο είναι ήδη ορατό γύρω μας.
Παρότι η πολιτική ελίτ γνωρίζει το πρόβλημα περί άλλων τυρβάζει. Δεν το συζητά, δεν το μελετά, δεν σχεδιάζει την αντιμετώπισή του. Κι αυτό, γιατί έχει πολιτικό κόστος. Πολλά από τα επιδόματα που δίδονται ακόμη και σήμερα στα πλαίσια του πελατειακού κράτους πρέπει να περικοπούν. Είναι ανάγκη να κατευθυνθούν προς τα νέα ζευγάρια ως κίνητρο για τεκνοποίηση. Να θεσπιστεί η οικονομική ενίσχυση για τη γέννηση δεύτερου παιδιού! Δηλαδή η επένδυση για το μέλλον.
Να υπάρξει ουσιαστική κρατική και αυτοδιοικητική μέριμνα για την διευκόλυνση των νέων γονέων με τη φιλοξενία και την υπεύθυνη φροντίδα μικρών παιδιών τις ώρες της γονεϊκής απασχόλησης.
Μια κυβέρνηση που ενδιαφέρεται πραγματικά για το μέλλον της χώρας και του ελληνισμού οφείλει ν΄ αναλάβει πρωτοβουλίες για έναν εθνικό σχεδιασμό σε βάθος χρόνου. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση του κορυφαίου προβλήματος της υπογεννητικότητας των Ελλήνων είναι ζήτημα εθνικής επιβίωσης. Ολόκληρο το πολιτικό σύστημα, πέραν από τις ανούσιες κομματικές κοκορομαχίες οφείλει στο ζήτημα αυτό να συνεργαστεί εποικοδομητικά .
Μόνο με συλλογική εθνική προσπάθεια υπάρχει ελπίδα διάσωσης της πολύπαθης πατρίδας. Μόνον αν προταχθεί το εμείς μπορεί να επέλθει κοινωνική και οικονομική ανάταξη.