Είχαμε και σε προηγούμενη αρθρογραφία μας επισημάνει ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στα Σκόπια για την επικύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών θα μπορούσε να διαφυλάξει την ελληνικότητα της Μακεδονίας.
Κι αυτό γιατί η διαδικασία του δημοψηφίσματος θα αποκτούσε κύρος, προπαντός από την μαζική συμμετοχή των ψηφοφόρων σ΄ αυτήν κι όχι από την επιλογή του ΝΑΙ στην ψηφοφορία. Οι Η.Π.Α. και η Γερμανία, που κυρίως μεθόδευσαν την υλοποίηση της επίμαχης συμφωνίας, διακήρυτταν και ταυτόχρονα πίεζαν αφόρητα για την συμμετοχή στο δημοψήφισμα τουλάχιστον του 50% του εκλογικού σώματος. Τελικά προσήλθε να ψηφίσει μόνο το 34% των εκλογέων ( με σύσσωμο το αλβανικό στοιχείο) καθιστώντας πολιτικά και νομικά ανίσχυρο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Η κίνηση υπήρξε συνειδητά εσκεμμένη.
Η πλειοψηφία των σκοπιανών έκρινε ως προτιμότερη την αποχή, αρνούμενη έτσι να νομιμοποιήσει το δημοψήφισμα. Θεώρησε τη μη συμμετοχή επωφελέστερη ακόμη κι από την υπερψήφιση του ΟΧΙ.
Το επιχείρημα, που τώρα προβάλλουν οι υποστηρικτές της συμφωνίας των Πρεσπών ότι το δημοψήφισμα ήταν συμβουλευτικό και πως η έγκρισή της θα κριθεί στο Κοινοβούλιο, είναι αφελές και έωλο. Η στάση της συντριπτικής πλειοψηφίας του σκοπιανού λαού δεν μπορεί να παρακαμφθεί. Δεν πρόκειται για ένα δημοψήφισμα που αφορά λ.χ. την κατασκευή ή όχι οδικής σήραγγας στα Σκόπια, αλλά ένα κορυφαίο εθνικό θέμα, όπως η διεθνής ονομασία του κρατιδίου. Επομένως η συμφωνία των Πρεσπών πρέπει να θεωρηθεί ανίσχυρη ως μη αποδεκτή από το γειτονικό μας κρατίδιο.
Η πολιτική όμως συμπεριφορά των σκοπιανών, πέρα από το δημοψήφισμα, έφερε στην επιφάνεια συγκεκριμένες αντιλήψεις , αλήθειες και πραγματικότητες. Για τους διεθνείς παράγοντες – κυρίως τις Η.Π.Α. και τη Γερμανία- μπορεί να είναι αδιάφορες, για την Ελλάδα, όμως όχι. Η πρώτη αφορά την εθνικιστική υστερία του σλαβικού στοιχείου των Σκοπίων. Η παραποίηση της ιστορικής πραγματικότητας, ο σφετερισμός της ονομασίας της Μακεδονίας και ο αλυτρωτισμός φαίνεται ότι είναι βαθιά ριζωμένα στο κρατικό αυτό μόρφωμα. Το κατασκεύασμα αυτό δημιουργήθηκε την δεκαετία του 30 όταν η Τρίτη Διεθνής υπό την καθοδήγηση της Σοβιετικής Ένωσης και το 1944 ο Τίτο έθεσαν ως στρατηγικό στόχο να καταλάβουν τη Μακεδονία για ν΄ αποκτήσουν πρόσβαση στο Αιγαίο Πέλαγος. Για την επίτευξη του στόχου ο ηγέτης της Γιουγκοσλαβίας Τίτο κατασκεύασε τη FYROM. Τότε ασφαλώς κακώς δεν αντιδράσαμε, υπακούοντας πάλι στους Νατοϊκούς, για χάρη του Τίτο, που είχε διαφοροποιηθεί εν τω μεταξύ από το σοβιετικό μπλόκ. Έτσι επιτρέψαμε την τεχνητή δημιουργία του κρατιδίου των Σκοπίων, το οποίο μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, ήγειρε αξιώσεις που συνιστούν ωμή και κακόβουλη διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας.
Στη συνέχεια εκτός από την πλαστή ονομασία, κατασκεύασαν το ψεύτικο μακεδονικό έθνος , την κίβδηλη μακεδονική γλώσσα , την κάλπικη μακεδονική ιστορία, το νόθο μακεδονικό πολιτισμό και την παραχαραγμένη βαλκανική γεωγραφία. Όλα αυτά σήμερα αποδεικνύεται πως εκφράζουν τη σλαβόφωνη σκοπιανή πλειοψηφία. Επίσης όλα δείχνουν πως η σκοπιανή κοινωνία δευτερευόντως ενδιαφέρεται τόσο για την ένταξή της στο ΝΑΤΟ όσο και γι αυτήν στην Ε.Ε. Η διεθνής εμπειρία άλλωστε ενισχύει την θέση της αυτή. Οι εντάξεις αυτές ενδιαφέρουν αποκλειστικά τους αμερικανονατοϊκούς για γεωπολιτικούς λόγους και τους γερμανούς για οικονομικούς. Αυτοί αδιαφορούν παντελώς για την ονομασία, την εθνότητα, την ιστορία και τον πολιτισμό της περιοχής.
Η ονομασία επομένως Βόρεια Μακεδονία, που περιέχει η συμφωνία των Πρεσπών συγκαλύπτει την εμπέδωση της ‘’μακεδονικής’’ εθνότητας και την ‘’μακεδονικής’’ γλώσσας που προβάλλουν οι σλαβόφωνοι σκοπιανοί. Ενισχύεται έτσι ο αλυτρωτισμός τους να την ‘’ ενώσουν’’ κάποια στιγμή με τη Νότια Μακεδονία, ώστε ν΄ αποτελέσουν ‘’ ενιαία εθνότητα’’, ανοίγοντας και την έξοδο προς το Αιγαίο Πέλαγος. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο έστω και στο απώτερο μέλλον θα είναι καταστροφικό για τον ελληνισμό.
Έτσι όπως εξελίχτηκαν τα πράγματα, το αποτέλεσμα του σκοπιανού δημοψηφίσματος της 30ης Σεπτέμβρη είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την ελληνική πλευρά ν΄ απαγκιστρωθεί από την παγίδα που της έστησαν ο νατοϊκός και ο γερμανικός παράγοντας και να εγκαταλείψει την επιζήμια συμφωνία των Πρεσπών και μάλιστα επιρρίπτοντας την ευθύνη στους σκοπιανούς.
Θα το επαναλάβουμε για μια ακόμη φορά. Δεν μας ενδιαφέρει πως ονομάζουν τα Σκόπια όλα τα κράτη του πλανήτη. Εμείς οι Έλληνες δεν αναγνωρίζουμε κράτος με τ΄ όνομα Μακεδονία ή σύνθετό του. Η Μακεδονία για μας ήταν, είναι και θα είναι μία και ελληνική.
Άλλωστε με την ονομασία FYROM μέχρι πρότινος καλά τα πηγαίναμε.
Γιά μιά πιό βαθιά γνώση του ζητήματος της λεγόμενης ΣλαβοΜακεδονικής γλώσσας έχω ως γνώστης και της Βουλγαρικής και της λεγόμενης ΣλαβοΜακεδονικής, αλλά και των Ιστορικών συνθηκών προς το τέλος του Β Παγκοσμίου πολέμου να παραθέσω τα εξής στοιχεία : Αύγουστος του 1944 και μετά την επικράτηση των Παρτιζάνων δημιουργείται μιά επιτροπή η οποία αναλαμβάνει το έργο δημιουργίας Μακεδονικού Αλφαβήτου, και αυτόνομης * Μακεδονικής * γλώσσας. Αυτό γίνεται μετά από εντολή του Ιδίου του Στάλιν προς τον Τίτο που μετά την τεχνητή δημιουργία κρατικής εξουσίας (Κυβέρνηση-Βουλή) του ψευδομακεδονικού Έθνους, ονόμασε το ομιλούμενο στα Σκόπια προφορικό ιδίωμα της βουλγάρικης γλώσσας «μακεδονική γλώσσα» και επειδή δεν είχε τα χαρακτηριστικά γλώσσας (γράμματα και γραμματική), όρισε Ειδική Επιτροπή λογίων υπό τον Μπλαγκόι Κόνεφ , όπως παραπάνω αναφέραμε η οποία το 1945 ολοκλήρωσε το έργο της και αναγνωρίστηκε η λεγόμενη «Μακεδονική γλώσσα», ως η 6η γλώσσα της Γιουγκοσλαβίας, ενώ είναι καθαρή βουλγαρική διάλεκτος.Η γλώσσα αυτή, γλωσσολογικά ήταν (τότε) μία βουλγαρική διάλεκτος, η οποία λόγω της επιμιξίας των λαών στην περιοχή, δέχτηκε πολλά ξένα στοιχεία (ελληνικά , τουρκικά, αλβανικά), αλλά και λόγω της αποκοπής της από το βουλγαρικό κορμό και κράτος από το 1870, ως το 1943, που
κωδικοποιήθηκε, απομακρύνθηκε κάπως από την βουλγαρική και επηρεάσθηκε από την σερβική, που της επεβλήθη από το 1912. Εδώ να παρατηρήσουμε ότι και στην ΝότιοΔυτική Βουλγαρία ο πληθυσμός ομιλεί την ίδια γλώσσα με αυτήν που μιλιέται στην ΝότιοΑνατολική FYROM. Στα βόρεια της Fyrom χρησιμοποιούν περισσότερα στοιχεία ( άρθρα με την χρησιμοποίηση του οτ στο τέλος των λέξεων- τονισμός της λέξης στην παραλήγουσα ) της Σέρβικης γλώσσας. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ουσιαστική παρουσία των Σέρβων στην περιοχή αρχίζει μετά το τέλος των Βαλκανικών πολέμων -1913- και φτάνει μέχρι και το 1991. Ομως η χρησιμοποίηση των Ρηματικών Χρόνων είναι αντιγραφή της Βουλγάρικης, η οποία έχει ακριβώς τους ίδιους χρόνους με την Ελληνική.