Διαβάστε την πρωτολογία του Πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή για την οικονομία.
Ολόκληρη η πρωτολογία έχει ως εξής:
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η Εθνική Αντιπροσωπεία καλείται σήμερα να συζητήσει για τα κρίσιμα θέματα της οικονομίας. Γι’ αυτό και ανταποκριθήκαμε αμέσως στο αίτημα της επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής στην πρότασή της για διεξαγωγή προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή.
Δεν έχω βέβαια καμιά αμφιβολία ότι υπάρχει ο κίνδυνος για άλλη μια φορά να μη συζητούμε, έχοντας μπροστά μας τα πραγματικά δεδομένα. Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι θα ακούσουμε για άλλη μια φορά από τις πτέρυγες της Αντιπολίτευσης πάρα πολλά κινδυνολογικά, καταστροφολογικά, αυτά δηλαδή που έχουμε συνηθίσει να ακούμε, αλλά να μη βλέπουμε, ευτυχώς, για τον τόπο τα τρία τελευταία χρόνια. Θα ήθελα να διαψευστώ σήμερα, αλλά φοβάμαι ότι δεν έχω πολλές ελπίδες.
Εν πάση περιπτώσει, εγώ από την πλευρά μου θα προσπαθήσω να είναι παραγωγική αυτή η συζήτηση. Για να γίνει βεβαίως αυτό, πρέπει να ξεκινήσω από μια βάση, τα πραγματικά δεδομένα της οικονομίας και από την πραγματικότητα που όσο και αν κανείς θέλει να την διαστρεβλώσει δεν είναι εύκολο. Βαδίζουμε με σταθερό βηματισμό προς την έξοδο απ’ αυτό που γνωρίσαμε τα τελευταία οχτώ χρόνια, από αυτή την ασφυκτική επιτροπεία και τη φοβερή αυτή κρίση. Έχουν απομείνει τα τελευταία μέτρα αυτής της διαδρομής.
Ήδη ένα πολύ σημαντικό μέρος των τελευταίων μέτρων αυτής της διαδρομής καλύφθηκε με την τεχνική συμφωνία που επιτεύχθηκε το προηγούμενο Σάββατο για την τέταρτη και τελευταία αξιολόγηση του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής, εντός χρονοδιαγράμματος και χωρίς καμία απολύτως πρόσθετη επιβάρυνση, παρά –επαναλαμβάνω- τις καταστροφικές προβλέψεις της Αντιπολίτευσης και διαφόρων άλλων προσώπων, δημοσιογράφων, μέσων ενημέρωσης που δημοσιολογούν καταστροφολογώντας, συνήθως, και διατύπωναν με βεβαιότητα ότι αυτή η τέταρτη αξιολόγηση θα φέρει επιπλέον δημοσιονομική επιβάρυνση, ότι θα μας αναγκάσουν οι θεσμοί να ψηφίσουμε επιπλέον μέτρα το 2019 από αυτά τα οποία προβλέπονται, ότι όχι μόνο δεν θα υπάρχει χώρος για τα ήδη ψηφισμένα θετικά μέτρα το 2019, αλλά θα φέρουμε και επιπλέον μέτρα από το 2020.
Για άλλη μια φορά, όμως, οι καταστροφολογούντες απογοητεύτηκαν. Και σας διαβεβαιώνω ότι θα απογοητευτούν ξανά τις επόμενες εβδομάδες, όταν και αναμένεται να καταλήξουν οι συζητήσεις και οι διαπραγματεύσεις για τα δύο ανοιχτά θέματα αυτή τη στιγμή.
Το πρώτο είναι η συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους. Το πλαίσιο, θυμίζω, έχει ήδη προσδιοριστεί από τις αποφάσεις του EUROGROUP τον περασμένο Ιούνιο. Και εργαζόμαστε εντατικά, ώστε να κλείσει και αυτή η εκκρεμότητα, να προσδιοριστούν αυτά τα μέτρα, στο πλαίσιο, επαναλαμβάνω, των δεδομένων αποφάσεων από τον περασμένο Ιούνιο. Και βεβαίως, αυτή η εξέλιξη θα είναι καθοριστική ώστε να σταλεί ένα ηχηρό μήνυμα στην διεθνή επενδυτική κοινότητα.
Και το δεύτερο ανοιχτό θέμα αφορά το καθεστώς της μεταπρογραμματικής εποπτείας. Πρόκειται για μια διαδικασία, που άλλωστε ακολουθήθηκε και για τις υπόλοιπες χώρες, οι οποίες βρέθηκαν σε προγράμματα στήριξης. Δεν συνιστά σε καμία περίπτωση αυτό για το οποίο ορισμένοι προσεύχονται καθημερινά, δηλαδή την παράταση του μνημονίου και των εξωτερικών καταναγκασμών.
Γιατί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το ξέρω ότι μπορεί να μην αρέσει σε πολλούς να το ακούνε αυτό, αλλά εγώ θα το λέω και εμείς θα το λέμε ξανά και ξανά, μπας και το εμπεδώσουμε: Η Ελλάδα, μετά από οκτώ χρόνια μεγάλης περιπέτειας και κρίσης δημοσιονομικής, κοινωνικής, οικονομικής, κρίσης αξιών, κρίσης θεσμών, βγαίνει επιτέλους από αυτή την περιπέτεια.
Τον Αύγουστο του 2018 τα μνημόνια αποτελούν οριστικά παρελθόν για τον τόπο. Και αυτή είναι μια οριστική, αμετάκλητη και αδιαπραγμάτευτη εξέλιξη. Δεν ήταν αυτονόητο να συμβεί. Δεν ήταν η φυσική συνέχεια των πραγμάτων. Και πολύ περισσότερο, δεν ήταν αυτή η εξέλιξη που προδίκαζε η εικόνα της χώρας στο τέλος του 2014, όπως πολλές φορές ψευδώς ισχυρίζεστε από την πλευρά της Αντιπολίτευσης και όσων κυβερνούσαν εκείνη την εποχή.
Επιτρέψτε μου να σας θυμίσω, να θυμηθούμε ξανά, πού βρέθηκε η χώρα εκείνη την περίοδο: Είχε συσσωρευθεί απώλεια 25% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της χώρας, το ¼ του ΑΕΠ, μέσα σε τέσσερα μόλις χρόνια. Είχαν εφαρμοστεί μέτρα ύψους 65.000.000.000 ευρώ το ίδιο χρονικό διάστημα. Η ανεργία βρισκόταν στο 27% και στους νέους το ποσοστό αυτό είχε προσεγγίσει το 60%. Και βεβαίως, έκλεινε τότε η πέμπτη χρονιά μνημονίων, αλλά τα δημοσιονομικά της χώρας παρέμεναν παντελώς εκτροχιασμένα. Ακόμα και το πολυδιαφημισμένο τότε πρωτογενές πλεόνασμα, που δήθεν κατάφερε η Κυβέρνηση Σαμαρά για το 2014, πρόσφατα αποδείχθηκε από τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ότι δεν ήταν καν πλεόνασμα, έστω και μικρό.
Κι όλα αυτά μάλιστα, τη στιγμή, που ενώ δεν πιάνονταν οι στόχοι για 1,5% που ήταν τότε το πλεόνασμα, η χώρα είχε δεσμευθεί για την επόμενη τετραετία με πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 4% έως 4,5% του ΑΕΠ. Ενώ, παρά τις φαντασιοπληξίες εκείνης της περιόδους περί success story και προληπτικής πιστωτικής γραμμής, προσέξτε, αυτό που σήμερα αποτελεί το δικό μας πάτωμα, για εσάς τότε ήταν ταβάνι αλλά και άπιαστο στόχος, όπως απεδείχθη. Γιατί οι ίδιοι σας οι σύμμαχοι τότε –αναφέρομαι σε κόμματα και κυβερνήσεις με αναφορά στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, αλλά και οι θεσμοί- τόνιζαν ότι το πρόγραμμα τότε είχε βγει αναντίστρεπτα εκτός πορείας. Και όλα αυτά μέσα σε ένα περιβάλλον αστάθειας, κοινωνικής αναταραχής, έντασης κοινωνικής και γενικευμένης καταστολής από μια κυβέρνηση, η οποία είχε αναγάγει ως μεγαλύτερο εχθρό της τον ίδιο τον λαό τότε και τις διαδηλώσεις και τις κινητοποιήσεις.
Αυτή η Ελλάδα, όμως, είναι παρελθόν πια. Θυμίζω τι συνέβαινε το 2014, για να συγκρίνουμε πού βρισκόμαστε σήμερα, το 2018. Έχουμε μια οικονομία που τρέχει πια με ουσιαστικούς θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης: 1,5% το 2017, γύρω στο 2% το 2018, πάνω από 2% προβλέπεται για τα επόμενα χρόνια. Κλείνει σιγά-σιγά η μεγάλη πληγή της ανεργίας. Μέσα στα τρία τελευταία χρόνια έχει μειωθεί κατά επτά ποσοστιαίες μονάδες μέσα από τη δημιουργία πάνω από τριακοσίων πενήντα χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας, ενώ την ίδια στιγμή η αδήλωτη εργασία έχει πέσει από το 19% στο 13%.
Επίσης, το 2017 έκλεισε με νέα δημοσιονομική υπεραπόδοση, όπως άλλωστε συνέβη ακόμα και το δύσκολο 2015 και βεβαίως, το 2016. Και είχαμε τη δυνατότητα και το 2016 και το 2017, εξαιτίας αυτής της υπεραπόδοσης, να δώσουμε για δύο συνεχόμενες χρονιές κοινωνικό μέρισμα που αγγίζει τα 2 δισεκατομμύρια ευρώ σε αυτούς που πραγματικά το έχουν ανάγκη. Κι έχουμε κάθε λόγο να θεωρούμε ότι το ίδιο θα καταφέρουμε να πράξουμε και το 2018, με βάση τις δημοσιονομικές μας προβλέψεις.
Σήμερα, επίσης, έχουμε στα χέρια μας μια λύση, η οποία αναμένεται να συγκεκριμενοποιηθεί περαιτέρω για το χρόνιο αγκάθι του δημόσιου χρέους που ευελπιστούμε ότι θα είναι η θετική αυλαία –ας το πω έτσι-, ότι θα είναι το καθοριστικό εκείνο σημείο που θα διαμορφώσει το πλαίσιο της οριστικής εξόδου της χώρας από το καθεστώς των μνημονίων.
Αυτά είναι, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα δεδομένα σήμερα. Και όφειλα να τα πω, γιατί πάνω σε αυτά τα δεδομένα πρέπει να ξεκινήσει μια συζήτηση για την οικονομία. Και αυτά είναι τα πεπραγμένα μας, που βεβαίως –επαναλαμβάνω- δεν επιτεύχθηκαν χωρίς κόπο, δεν ήρθαν ως μια φυσική εξέλιξη, αλλά είναι αποτέλεσμα μιας σκληρής δουλειάς και βεβαίως, μιας δουλειάς με απόλυτο σεβασμό στις θυσίες του ελληνικού λαού.
Και θα περίμενε κανείς ότι η θετική προοπτική που διαμορφώνεται για τον τόπο μετά από πολλά χρόνια θα ήταν μια καλοδεχούμενη εξέλιξη από όλες τις πτέρυγες του Κοινοβουλίου. Όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, η Αξιωματική Αντιπολίτευση δείχνει να ενοχλείται και μάλιστα να εξεγείρεται. Διότι συνεχίζει εμμονικά την ίδια γραμμή που κράτησε καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της πορείας, η οποία έφερε τη χώρα στο κατώφλι της εξόδου από τα μνημόνια, μια γραμμή που δεν είχε καμία συναίσθηση ευθύνης, αλλά και καμία συναίσθηση της πραγματικότητας, μια γραμμή που βασίστηκε στη διαστρέβλωση, στην προπαγάνδα και την καταστροφολογία.
Να σας απαριθμήσω τι λέτε σήμερα: Πρώτα απ’ όλα, λέτε ότι δεν υπάρχει τέλος του μνημονίου, ότι δεν ανακάμπτει η οικονομία, ότι η χώρα σήμερα είναι χειρότερα από ό, τι ήταν το 2014. Λέτε ότι δεν πρόκειται να πάρουμε τίποτα για το χρέος και ότι οι αποφάσεις του EUROGROUP τον Ιούνιο πέρσι ήταν μια τρύπα στο νερό. Και βεβαίως, ότι δεν πρέπει να βγούμε στις αγορές αυτοδύναμα, αλλά να αναζητήσουμε αυτό το οποίο εσείς τότε επιδιώκατε και δεν το καταφέρατε βεβαίως, την πιστοληπτική γραμμή στήριξης.
Και τα λέτε όλα αυτά και είσαστε κολλημένοι σε αυτές τις θέσεις ανεξάρτητα του τι συμβαίνει γύρω, ανεξάρτητα από τις εξελίξεις. Είσαστε κολλημένοι στα ίδια που λέγατε πριν ακόμη κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση θυμίζω –ενώ τώρα κλείνει και η τέταρτη- σαν να μην σας ενδιαφέρει καθόλου ποια είναι η εξέλιξη των πραγμάτων και ποια είναι η ίδια η πραγματικότητα. Αλλά με αυτό τον τρόπο φοβάμαι ότι χάνετε και την όποια αξιοπιστία σας έχει απομείνει.
Πώς να πάρουν στα σοβαρά οι πολίτες την κριτική σας; Πώς να πάρουν στα σοβαρά οι πολίτες μια πολιτική δύναμη που εδώ και μία τριετία διαψεύδεται παταγωδώς σε κάθε καταστροφολογικό σενάριο που διατυπώνει;
Τι να πρωτοθυμηθώ; Τη βεβαιότητα, την απόλυτη σιγουριά σας ότι δεν θα έκλεινε η πρώτη αξιολόγηση τότε που λίγο πριν κλείσει, πρωτοζητήσατε εκλογές; Να θυμηθώ τη σιγουριά σας ότι ο περιβόητος «κόφτης» θα ενεργοποιούνταν στις αρχές του 2017 και θα είχαμε μεγάλες οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις; Να θυμηθώ αργότερα την επιμονή σας ότι δεν θα έχουμε δημοσιονομικό χώρο για αντίμετρα ελαφρύνσεων το 2019 και το 2020, τα οποία και καταψηφίσατε στη Βουλή; Mήπως να θυμηθώ -επιτρέψτε μου την έκφραση, με όρους ιδεολογικούς το λέω- τη χυδαία επένδυσή σας στην πιθανή αδιαλλαξία των δανειστών στα εργασιακά, το περιβόητο «βάστα ΔΝΤ» που έγινε σύνθημα της πολιτικής σας στα εργασιακά;
Όμως, αν μένατε στην καταστροφολογία, θα ήταν καλά. Το χειρότερο πρόβλημα για τη χώρα είναι ότι πέρα από τις καταστροφολογικές σας προβλέψεις, προσπαθήσατε κιόλας την πιθανότητα της καταστροφής να την κάνετε πραγματικότητα. Να σας θυμίσω τα καλέσματα στελεχών σας, που έχουν ηγετικές θέσεις σήμερα, να φύγουν οι καταθέσεις στο εξωτερικό τις κρίσιμες στιγμές για την ελληνική οικονομία; Να σας θυμίσω τις επισκέψεις σας στις Βρυξέλες και στο Βερολίνο όπου ουσιαστικά ζητούσατε από Ευρωπαίους αξιωματούχους να σταθούν σκληρά απέναντι στην ελληνική Κυβέρνηση και να αμφισβητήσουν τα θετικά βήματα στην οικονομία; Να σας θυμίσω την κινδυνολογία σας για το τραπεζικό σύστημα, ότι δεν θα καταφέρει, τελικά, να περάσει με επιτυχία τα stress tests; Μήπως να σας θυμίσω την πρόσφατη τοποθέτησή σας σε μια εκδήλωση των βιομηχάνων, όπου καλούσατε τους επενδυτές να μην φέρουν επενδύσεις, μέχρι να αποκατασταθεί – λέει- στην Ελλάδα η πολιτική σταθερότητα; Γιατί φαίνεται πως για εσάς φαίνεται πως για εσάς σταθερότητα είναι να είναι στην εξουσία η παρέα των offshore, των σκανδάλων και της διαφθοράς που χρεοκόπησε τη χώρα! Αυτή είναι η σταθερότητα!
Τώρα, όμως, που βγαίνουμε από την κρίση, δεν υπάρχει για εσάς σταθερότητα.
Πόσα να πρωτοθυμηθεί κανείς;
Η στάση σας, κύριε Μητσοτάκη, πιστεύω ότι θα μείνει στην ιστορία, διότι θα μνημονεύεστε ως ο πολιτικός Αρχηγός που μετέτρεψε μια ιστορική παράταξη σε κόμμα στείρας διαμαρτυρίας, σε κόμμα καταστροφολογίας, αλλά και διαρκούς υπονόμευσης των συμφερόντων και των δυνατοτήτων της ελληνικής οικονομίας.
Εδώ, όμως, που έχετε φτάσει, θα το πιείτε το ποτήρι μέχρι τέλους. Σε δύο μήνες αυτό που ελπίζει ο ελληνικός λαός εδώ και οκτώ χρόνια, αυτό που του τάξατε και εσείς και οι συνέταιροι σας τότε στις κυβερνήσεις από την πρώτη μέρα που βάλατε τον τόπο στα μνημόνια, αφού χρεοκοπήσατε τη χώρα, αλλά ποτέ δεν το καταφέρατε, θα γίνει πραγματικότητα. Θα γίνει πραγματικότητα και δεν θα το έχετε πετύχει εσείς, θα το έχουμε πετύχει εμείς. Η Ελλάδα θα βγει οριστικά από τα μνημόνια!
Και η ιστορία θα καταγράψει ότι εσείς χρεοκοπήσατε τη χώρα και μας βάλατε σε αυτό το βαθύ πηγάδι και εμείς με κόπο, με δυσκολία, με θυσίες, αλλά και με σχέδιο, βγάλαμε τον τόπο από το έρεβος και τον οδηγούμε σε μια νέα εποχή, δίκαιης ανάπτυξης, ελπίδας και κοινωνικής δικαιοσύνης.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μίλησα για σχέδιο και έχει μεγάλη σημασία αυτό. Έχει μεγάλη σημασία το γεγονός ότι για πρώτη φορά συζητάμε ένα συνολικό αναπτυξιακό σχέδιο, συζητάμε για το παραγωγικό μοντέλο, συζητάμε για το ποια είναι τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της ελληνικής οικονομίας πάνω στα οποία πρέπει να επενδύσουμε. Και δεν συζητάμε εν κρυπτώ. Έχουμε ήδη διεξάγει δεκατέσσερα -τα δύο είναι στην Αττική- περιφερειακά συνέδρια. Συζητάμε με τους παραγωγικούς φορείς του τόπου, συζητάμε με την Τοπική Αυτοδιοίκηση, συνθέτουμε, βλέπουμε τις δυνατότητες του τόπου, αναγνωρίζουμε τις αδυναμίες και τις δυσκολίες, έχουμε έγνοια για το αύριο αυτού του τόπου.
Ξέρω ότι πληρώσαμε ακριβά -ακόμα και στα χρόνια της επίπλαστης ευημερίας- τις παθογένειες ενός άναρχου παραγωγικού μοντέλου, που δομήθηκε μόνο και μόνο για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα μιας κρατικοδίαιτης ολιγαρχίας και των πολιτικών της εκπροσώπων και υπαλλήλων.
Το σχέδιο που έχει ανάγκη η χώρα -ένα σχέδιο «ολιστικό», όπως λέμε- το οποίο περιλαμβάνει τα μέσα, τους σκοπούς, αλλά και τους υλοποιητές του, είναι ένα σχέδιο που πρέπει να συζητηθεί πλατιά και να υπάρξει και αντιπαράθεση όχι πάνω στα ψεύτικα, στα fake, νούμερα, στις ψεύτικες καταστροφολογικές προβλέψεις, αλλά στις υπαρκτές διαφορές μας -ιδεολογικές και πολιτικές- πάνω στο πώς θέλουμε να είναι το παραγωγικό μοντέλο του τόπου.
Εγώ θα σταθώ σε αυτό που συγκροτεί την κεντρική ιδέα του σχεδίου που σας παρουσιάζουμε, δηλαδή στη βασική μας αντίληψη για την επόμενη μέρα. Για εμάς η ανάκαμψη της χώρας είναι μια έννοια ταυτόσημη με την ανάκαμψη της εργασίας. Και μας απασχολεί εξίσου η ανάκαμψη των οικονομικών δεικτών με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, δηλαδή με την πτώση των δεικτών της ανεργίας. Και, βεβαίως, μας απασχολεί εξίσου το ζήτημα της ποιότητας αυτής της εργασίας, δηλαδή των εργασιακών δικαιωμάτων και των αξιοπρεπών αμοιβών.
Η χώρα μας -δεν υπάρχει αμφιβολία και ίσως εκεί να μην διαφωνήσουμε-, διαθέτει ισχυρά συγκριτικά πλεονεκτήματα, που πρέπει να αξιοποιηθούν σε μια σειρά από τομείς, όπου μπορεί να παραχθεί νέος πλούτος, όπως, για παράδειγμα, στη μεταποίηση, στη βιομηχανία, στον αγροδιατροφικό τομέα, στον τουρισμό, τη ναυτιλία, αλλά και στο φάρμακο, τα logistics, την καινοτομία, τη νεοφυή επιχειρηματικότητα, αλλά βεβαίως και στις υποδομές, την ενέργεια. Για να ενισχυθούν, όμως, αυτοί οι τομείς, που όλοι συμφωνούμε ότι έχουν πλεονεκτήματα, χρειάζονται πόροι, χρηματοδοτικά εργαλεία, που θα τροφοδοτήσουν αυτήν τη μεγάλη προσπάθεια για την ανασυγκρότηση της παραγωγής.
Η χώρα έχει πλέον στη διάθεσή της όχι μόνο τους πόρους από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και το ΕΣΠΑ. Ειρήσθω εν παρόδω, τα τρία τελευταία χρόνια η Ελλάδα παραμένει η χώρα με τη μεγαλύτερη απορροφητικότητα πανευρωπαϊκά. Και αυτό είναι ένα ακόμα στοιχείο, που αποδεικνύει πόσο αποτελεσματική είναι αυτή η προσπάθεια που κάνουμε. Δεν είναι, λοιπόν, μόνο το ΠΔΕ, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, και το ΕΣΠΑ, αλλά και το «πακέτο Γιούνκερ», με επενδύσεις αξίας 8 δισεκατομμυρίων, στο οποίο, επίσης, είμαστε πρώτοι στην Ευρώπη.
Παρατήρησα προχθές που ήταν σε αυτό εδώ το Βήμα ο Πρόεδρος της Κομισιόν, ο κ. Γιούνκερ, ότι ταραχτήκατε λίγο -όπως, βέβαια, και όταν μίλησε για καθαρή έξοδο- όταν είπε αυτή την αλήθεια, ότι η Ελλάδα είναι πρώτη σε σχέση με την απορροφητικότητα στο «πακέτο Γιούνκερ». Και διαπίστωσα ότι το χειρότερο που έχετε πάθει, είναι πως έχετε πειστεί και οι ίδιοι από την προπαγάνδα σας, πως το χειρότερο που έχετε πάθει, είναι ότι έχετε πειστεί και οι ίδιοι από αυτά που λέτε διαρκώς στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Και όταν έρχονται εδώ ευρωπαίοι αξιωματούχοι, ταράζεστε όταν ακούτε την αλήθεια!
Εν πάση περιπτώσει, λοιπόν, εκτός από το ΕΣΠΑ και το σχέδιο Γιούνκερ υπάρχουν και οι πόροι της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, με επενδύσεις που θα αποφέρουν, σύμφωνα με την τράπεζα, έως και 20 δισεκατομμύρια την επόμενη τριετία και 2,5 δισεκατομμύρια σε πρώτη φάση.
Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τις επιμέρους πρωτοβουλίες και την ίδρυση των επιμέρους ταμείων για την ενίσχυση της καινοτομίας, των νεοφυών επιχειρήσεων, αλλά και τη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, συγκροτούν ένα συνεκτικό σχέδιο, ένα σχέδιο κατεύθυνσης των πόρων εκεί όπου πραγματικά θα πιάσουν τόπο και θα πολλαπλασιάσουν την απόδοση των επενδύσεων σε τομείς στρατηγικής σημασίας.
Μίλησα, λοιπόν, για τους τομείς στους οποίους η χώρα πρέπει να επενδύσει, ώστε να δημιουργηθούν νέες, περισσότερες θέσεις εργασίας. Όπως, όμως, ανέφερα και πριν, αυτές οι θέσεις εργασίας πρέπει να διασφαλίζουν και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Η Ελλάδα πρέπει να στηρίζει την οικονομία της στον εργαζόμενο κόσμο. Και αυτό σημαίνει ότι η αδήλωτη εργασία πρέπει να πάψει να αποτελεί τον κανόνα. Έχει ήδη, βεβαίως, περιοριστεί στο 13% από το 19%. Όμως, για μας αυτό δεν είναι αρκετό!
Η δική μας δέσμευση είναι η αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία να κυνηγηθεί, να συρρικνωθεί ριζικά -ήδη έχουμε κάνει μεγάλη προσπάθεια και θα συνεχίσουμε να την κάνουμε- με στόχο, αλλά και εθνικό σχέδιο, σε βάθος τριετίας να φτάσει στο 5%.
Επίσης, μεγάλο ζήτημα για μας, για την επόμενη μέρα, για τη νέα εποχή, είναι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, που επανέρχονται. Γιατί αυτό που οι νεοφιλελεύθεροι ονομάζετε «ελεύθερο ανταγωνισμό» ανάμεσα στους εργαζόμενους, εμείς το λέμε κάπως αλλιώς. Το λέμε «εργασιακό μεσαίωνα» και όχι «ελεύθερο ανταγωνισμό». Όλοι οι εργαζόμενοι οφείλουν να έχουν μια κοινή αφετηρία δικαιωμάτων για να αναπτύξουν τις ικανότητές τους, ένα εχέγγυο που θα ενισχύει τη διαπραγματευτική τους δύναμη. Διότι δεν μπορεί κανένας άνθρωπος να ανταποκριθεί στις ανάγκες της εργασίας του, να βελτιωθεί και να είναι πραγματικά παραγωγικός, αν ξυπνάει και κοιμάται κάθε μέρα με το φόβο της απόλυσης.
Και, φυσικά, για μας δεν υπάρχει ουσιαστική ανάπτυξη, χωρίς αύξηση των μισθών, χωρίς, δηλαδή, μέρος αυτής της ανάπτυξης να την καρπούται και το βασικό στοιχείο, ο βασικός παράγοντας της παραγωγικής διαδικασίας που είναι ο εργαζόμενος.
Εκκινώντας, λοιπόν, από τον κατώτατο μισθό, σταδιακά θα υπάρξει αύξηση και των υπολοίπων αμοιβών. Διότι πέρα από στοιχειώδες ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης είναι και ζωτικής σημασίας η αύξηση του μεριδίου των μισθών στον συνολικό κύκλο της οικονομίας, γιατί μόνο έτσι θα ενισχυθεί η ιδιωτική κατανάλωση, επηρεάζοντας θετικά βασικούς τομείς της οικονομίας, όπως είναι το εμπόριο και η μεταποίηση.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το παραγωγικό μοντέλο που παρουσιάζουμε στην ελληνική κοινωνία, στα Κόμματα, στους φορείς, αλλά και στους θεσμούς, έχει εντελώς διαφορετικές ιεραρχήσεις από ό,τι συνηθίσαμε στο παρελθόν. Και αυτό γιατί από το μοντέλο της ακραίας εκμετάλλευσης και της εμμονής στη μείωση του εργασιακού κόστους, δηλαδή -με δυο λόγια- από το μοντέλο της συντριβής της εργασίας στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, περνάμε σε ένα μοντέλο που επενδύει στην ποιότητα και στην προστιθέμενη αξία του παραγόμενου προϊόντος, βεβαίως μέσα σε ένα περιβάλλον εργασιακής ασφάλειας και αξιοπρέπειας -αυτό επιδιώκουμε- το οποίο, επίσης, θα βελτιώνει και την παραγωγικότητα και τη δυνατότητα να δοθεί έμφαση στην καινοτομία. Αυτή είναι η βάση πάνω στην οποία χτίζουμε, η επένδυση, δηλαδή, στις ζωντανές δυνάμεις του μόχθου, της εργασίας, αλλά και της νέας γενιάς. Αυτή είναι, αν θέλετε, η ουσία του αναπτυξιακού σχεδίου που συζητάμε σήμερα.
Διότι, ξέρετε, τελικά η προσπάθεια να στηριχθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας στη διαρκή μείωση του μισθού, το σχέδιο το οποίο είχατε όλο το προηγούμενο διάστημα όσο κυβερνούσατε, δεν είναι τίποτα άλλο παρά επιδότηση στον μη καινοτόμο εργοδότη, στον εργοδότη, δηλαδή, που δεν θέλει να πάρει ρίσκα, στον εργοδότη που δεν θέλει να επενδύσει και βρίσκει τον εύκολο δρόμο να αυξήσει το κέρδος του μέσα από τη διαρκή συμπίεση του εργασιακού κόστους.
Γι’ αυτό κι εμείς πιστεύουμε ότι το μοντέλο αυτό, το μοντέλο σας, είναι ένα παρωχημένο μοντέλο. Γι’ αυτό κι εμείς πιστεύουμε ότι οι νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις σας, που τις παρουσιάζετε σαν φρέσκες και δυναμικές, είναι στην αλήθεια πολύ παλιές και αποτυχημένες. Το ίδιο, άλλωστε, ισχύει και για τις δυνάμεις της κρατικοδίαιτης οικονομικής ελίτ του τόπου και της παρασιτικής αστικής τάξης του τόπου -δυνάμεις τα συμφέροντα των οποίων εκπροσωπείτε- δυνάμεις της παλιάς Ελλάδας που δεν ανέλαβαν καμία ευθύνη για τη χρεοκοπία της χώρας, όταν η χώρα βρέθηκε στο χείλος του γκρεμού. Ήξεραν μόνο να μοιράζονται τα κέρδη στους καιρούς της ανάπτυξης και που τώρα, βεβαίως, είναι ακόμα παρόντες και δεν θέλουν να ρισκάρουν. Τα θέλουν όλα έτοιμα. Δεν θέλουν να επενδύσουν, δεν θέλουν να καινοτομήσουν, δεν θέλουν να δημιουργήσουν. Θέλουν απλώς και μόνον, όπως έκαναν παλιά, να συνεχίσουν να παρασιτούν σε βάρος του κράτους και της εργασίας.
Αυτός είναι και ο λόγος, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, που όταν είδαν και είδατε το σχέδιό μας τρόμαξαν και τρομάξατε κι εσείς κι αυτοί…
Ναι, βεβαίως. Είναι γεγονός. Και τι κάνατε φυσικά; Αρχίσατε το γνωστό τροπάρι της επικοινωνίας, αρχίσατε να το λοιδορείτε. Και αφού μας είπατε στην αρχή ότι είναι μια έκθεση ιδεών, ότι είναι για πρωτοετείς οικονομικών σπουδών και άλλα τέτοια, μετά σπεύσατε χαιρέκακα να μας πείτε ότι ήδη το έχουν απορρίψει οι Ευρωπαίοι, ότι δεν υπάρχει, δεν συζητείται. «Όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια», λέει μια παροιμία.
Τώρα που η Ελλάδα ως κανονική χώρα αποκτά για πρώτη φορά ένα αναπτυξιακό, στρατηγικό σχέδιο και δεν αφήνεται στη μοίρα της, εσείς είστε, για άλλη μια φορά, απέναντι και λιθοβολείτε. Καλά κάνετε. Δεν μας πειράζει αυτό.
Όμως, κύριε Μητσοτάκη, περιμένω να ακούσω από εσάς σήμερα το εξής: Αυτό το σχέδιο δεν σας αρέσει. Το απορρίπτετε, το λιθοβολείτε. Τιμή μας, γιατί -επαναλαμβάνω- οι διαχωριστικές γραμμές, οι ιδεολογικές διαφορές είναι γνωστές. Το δικό σας σχέδιο, όμως, θα μας πείτε ποιο είναι;
Θα προσπαθήσω να το προσεγγίσω -κι αν θέλετε, διαψεύστε με μετά, αυτήν την ομορφιά έχει ο ανοικτός διάλογος- στη βάση των λεγομένων σας το τελευταίο διάστημα.
Τι μας έχετε πει στις απανωτές παρεμβάσεις που κάνετε όλο το τελευταίο διάστημα; Μας έχετε πει ότι θεωρείτε το οκτάωρο ξεπερασμένο. Μιλάτε για την ανάγκη ύπαρξης νέων σχέσεων εργασίας, προφανώς ελαστικών. Αναφέρεστε στις συλλογικές διαπραγματεύσεις ως ιδεοληψία της Αριστεράς. Αρνείστε τη στήριξη της Υγείας, καθώς βλέπετε πλεονάζων ιατρικό προσωπικό στα δημόσια νοσοκομεία. Υπόσχεστε την επαναφορά του λόγου «μια πρόσληψη προς πέντε απολύσεις για το Δημόσιο» τη στιγμή που είμαστε, ήδη, στο ένα προς τρία και έχουμε συμφωνήσει με τους θεσμούς από το 2019 να πάμε στο ένα προς ένα. Και εσείς υπόσχεστε το ένα προς πέντε, δηλαδή το 2019 να έχουμε, περίπου, 6.500 χιλιάδες λιγότερες προσλήψεις για να ενισχύσουμε τα κενά στην Παιδεία και στην Υγεία.
Για να μην ξεχάσουμε άλλωστε -δεν σας ξέχασα, κύριε Γεωργιάδη, πώς να σας ξεχάσω, σας εκτιμώ ιδιαίτερα άλλωστε- τι λέγατε όταν ήσασταν Υπουργός, ότι θα σας πάρει τη δόξα η τρόικα και δεν θέλετε να σας κλέψει τη δόξα η τρόικα για απολύσεις. Αυτές είναι οι απόψεις σας.
Θεωρείτε, επίσης, ενδεδειγμένη λύση την εισαγωγή του outsourcing στον δημόσιο τομέα ακόμα και σε ζωτικής σημασίας θεσμούς, όπως το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Και, φυσικά, ζητάτε πιστοληπτική γραμμή έναντι της προοπτικής καθαρής εξόδου και της αυτοδύναμης πρόσβασης στις αγορές. Αυτές έχουν καταγραφεί ως οι βασικές σας θέσεις.
Κυρίες και κύριοι της Αντιπολίτευσης, θα μας πείτε τα γνωστά καταστροφολογικά και θα απαξιώσετε όσο μπορείτε το σχέδιο, το οποίο παρουσιάσαμε. Θέλω, όμως, να δώσετε συγκεκριμένες απαντήσεις σε τρία βασικά ερωτήματα: Συμφωνείτε με την αύξηση του κατώτατου μισθού, ναι ή όχι; Συμφωνείτε με την αποφυγή του lock out, ναι ή όχι; Συμφωνείτε με τη μη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, ναι ή όχι; Συμφωνείτε με την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της εργασιακής κανονικότητας, ναι ή όχι; Θέλω να απαντήσετε για να δούμε το σχέδιο σας.
Μην εξάπτεστε. Είναι ρητορικά τα ερωτήματα και γνωρίζουμε, ήδη, την απάντηση που θα δώσει ο κ. Μητσοτάκης.
Νομίζω άλλωστε, κύριε Μητσοτάκη, ότι πρέπει να σας κάλυψε προχθές στα εργασιακά θέματα ένας συμπαθής, κατά τα άλλα, τηλεσχολιαστής στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ, ο οποίος μας είπε ότι έλεγε: «Βάστα ΔΝΤ, βάστα ΔΝΤ». Δεν βάστηξε το ΔΝΤ και η Κυβέρνηση κέρδισε στα εργασιακά προς όφελος των εργαζόμενων, προς όφελος της κοινωνίας!
Το σχέδιό σας, άλλωστε, ήταν «βάστα ΔΝΤ» τρεισήμισι χρόνια και «βάστα Σόιμπλε», γιατί το σχέδιο σας συνοψίζεται στο τετράπτυχο: μνημόνια, απολύσεις, περικοπές, ξεπούλημα.
Αυτή η μαύρη περίοδος για την χώρα, όμως, τελειώνει μια και καλή. Όσο κι αν προσπαθήσετε να γυρίσετε τη χώρα πίσω, αυτή η μαύρη περίοδος τελειώνει για την χώρα.
Και θέλω να σας πω κάτι και κλείνω με αυτό.
Πιστεύω ότι τελικά η ήττα σας δεν είναι πολιτική, είναι στρατηγική. Διότι η Ελλάδα της ύφεσης, της εργασιακής ανασφάλειας και της εργοδοτικής αυθαιρεσίας, η Ελλάδα της διαφθοράς και του ηθικού εκφυλισμού, η Ελλάδα της κατάρρευσης του κοινωνικού κράτους και της απαξίωσης της Υγείας και της Παιδείας, η Ελλάδα του ρουσφετιού, των κρατικοδίαιτων, δήθεν, επενδυτών έχει περάσει οριστικά στο παρελθόν.
Σήμερα ξημερώνει μια νέα δυνατότητα για τον τόπο, μια νέα αυγή. Και όσο το φως αυτής της νέας αυγής θα δυναμώνει, τόσο πιο καθαρά θα φαίνονται και οι διαχωριστικές μας γραμμές.
Όσο θα απομακρυνόμαστε από τον στενό κορσέ των προγραμμάτων προσαρμογής, τόσο πιο σαφείς θα γίνονται οι διαφορές μεταξύ της δικής σας και της δική μας πολιτικής. Και αυτό είναι σε τελική ανάλυση που φοβάστε πάνω απ’ όλα. Γι’ αυτό και αποσυντονίζεστε, ανατριχιάζετε θα έλεγα, με την προοπτική εξόδου από τα μνημόνιο, γι’ αυτό και φοβάστε τον Σεπτέμβρη του 2018, γι’ αυτό διαρκώς υπονομεύετε, γιατί καταλαβαίνετε πια ότι η παρένθεση όχι μόνο δεν κλείνει, αλλά μένει ανοιχτή και θα παραμείνει ανοιχτή και την επόμενη τετραετία για χάρη του ελληνικού λαού.
Για να ανασυγκροτήσουμε την ελληνική οικονομία, κρατώντας την κοινωνία όρθια, με σεβασμό στα δικαιώματα των πολιτών, στις αρχές της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Κάθε μέρα που περνάει θα καταγράφουμε και μια νέα νίκη, νίκη υπέρ των δυνάμεων της κοινωνίας, των εργαζόμενων, των ανέργων, εκείνων δηλαδή που έδωσαν την εντολή σε εμάς και βρισκόμαστε σήμερα εδώ για να βγάλουμε τη χώρα από την κρίση έντιμα και καθαρά. Και κάθε μέρα που περνάει θα έρχεται πιο κοντά σε εσάς ο πολιτικός σας εφιάλτης. Πετυχαίνουμε εκεί που εσείς αποτύχατε και στις τρεις απόπειρες και στις τρεις κυβερνήσεις. Ανοίγουμε έναν δρόμο προοπτικής για τη χώρα. Ό,τι και να κάνετε δεν θα καταφέρετε ούτε να γυρίσετε τη χώρα πίσω ούτε να γυρίσετε εσείς πίσω. Η Ελλάδα δεν θα γυρίσει πίσω. Φεύγει μπροστά, προχωράει μπροστά, φεύγει από τα μνημόνια, μπαίνει σε μια νέα εποχή.
Σας ευχαριστώ.