Ο καύσωνας στην Κέρκυρα το καλοκαίρι του 1904 έστειλε τον Φρόυντ στην Αθήνα. Ο θεμελιωτής της ψυχανάλυσης επισκέφθηκε και τα δύο φρούρια και παρομοίωσε την Κέρκυρα με τη Ραγούσα (Ντουμπρόβνικ). Στο πλοίο από το Μπρίντεζι συναντήθηκε με τον σπουδαίο αρχαιολόγο Dorpfeld, αλλά ήταν πολύ ντροπαλός για να τον πλησιάσει…
Ο Φρόυντ ήρθε μια και μοναδική φορά στην Ελλάδα, το 1904. Έφτασε με δρομολόγιο της εταιρείας Lloyd, συνοδευόμενος από τον μικρό του αδερφό Alexander, ο οποίος ονομάστηκε έτσι μετά από επιμονή του ίδιου του Φρόυντ, που έτρεφε μεγάλο θαυμασμό για τον Αλέξανδρο τον Μακεδόνα (επίκαιρο θέμα των ημερών).
Οι δυό τους ήταν προηγουμένως διακοπές στην Ιταλία και σκόπευαν έτσι κι αλλιώς να έρθουν στην χώρα μας, με την διαφορά ότι ο πρώτος τους σταθμός, σχεδίαζαν να είναι η Κέρκυρα. Άλλαξαν όμως τα σχέδια τους, όταν κάποιος φίλος του Αλέξανδρου, τους υπέδειξε ως καταλληλότερο προορισμό την Αθήνα, λόγω του καύσωνα που είχε η Κέρκυρα τότε, αλλά και των πολύ βολικών δρομολογών της εταιρείαςLloyd.
Το μοναδικό του αυτό ταξίδι στην Ελλάδα αναλύεται στο βιβλίο του Ernest Jones, Σίγκμουντ Φρόυντ. Η ζωή και το έργο του.
«Τον Αύγουστο του 1904, ο Φρόυντ, συνοδευόμενος για μια φορά ακόμη από τον Αλέξανδρο (τον αδερφό του), ξεκίνησε για την Ελλάδα. Το πρωί της 30ης Αυγούστου σαλπάρησαν για το Μπρίντεζι, ταξίδι είκοσι τεσσάρων ωρών. Μεταξύ των επιβατών ήταν και ο καθηγητής Dorpfeld, βοηθός του περίφημου αρχαιολόγου Σλήμαν. Ο Φρόυντ κοίταζε με δέος τον άνθρωπο που είχε βοηθήσει στην ανακάλυψη της Τροίας, αλλά ήταν υπερβολικά ντροπαλός για να τον πλησιάσει. Την επόμενη μέρα έμειναν τρεις ώρες στην Κέρκυρα που ο Φρόυντ παρομοίωσε με την Ραγούσα. Είχε καιρό να επισκεφτεί τα δυο παλιά βενετσιάνικα φρούρια εκεί. Το πλοίο έπιασε στην Πάτρα το επόμενο πρωί, συνέχισε για τον Πειραιά και το μεσημέρι 3 Σεπτεμβρίου ήσαν στην Αθήνα. Η πρώτη εντύπωσή του από το Θησείο, μια εντύπωση αλησμόνητη και απερίγραπτη.
Με την ευκαιρία αυτή ο Φρόυντ αναγκάστηκε να μάθει πόσο διαφορετικά ήσαν τα αρχαία από τα νέα ελληνικά. Είχε τέτοια εξοικείωση με τα πρώτα, που στα νιάτα του είχε γράψει το ημερολόγιό του στα ελληνικά, αλλά τώρα καθοδηγώντας τον αμαξά του να τον πάει στο ξενοδοχείο Αθηνά απέτυχε, παρ’ όλες τις παραλλαγές στην προφορά, να γίνει κατανοητός και δεν του έμενε πια παρά να γράψει ταπεινωμένος τη λέξη.