Είναι ξεκάθαρο ότι το αποτέλεσμα των πρόσφατων γερμανικών εκλογών, δημιουργεί νέα δεδομένα για την γερμανοκρατούμενη Ευρώπη. Ο αυταρχισμός, η εκβιαστική λιτότητα, η περιφρόνηση των λαών, η φτωχοποίηση των μικρομεσαίων στρωμάτων και η περιθωριοποίηση των ασθενέστερων χωρών του ευρωπαϊκού νότου θα ενταθούν. Αυτό θα έχει τις δυσμενείς επιπτώσεις του και στο ελληνικό ζήτημα.
Τα δύο κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού (Χριστιανοδημοκράτες- Σοσιαλδημοκράτες) είχαν απώλειες. Παρά την αναμενόμενη νίκη της, η Μέρκελ είχε σημαντικές διαρροές προς την άκρα Δεξιά. Οι σοσιαλδημοκράτες υπέστησαν σοβαρή στρατηγική ήττα, συγκεντρώνοντας μόλις 20%, που αποτελεί το μικρότερο εκλογικό ποσοστό του κόμματος (SPD) στη μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας. Αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι. Το SPD κατέβαλε το πολιτικό τίμημα της συμμετοχής του στην κυβέρνηση των χριστιανοδημοκρατών υπό τους Μέρκελ και Σόϊμπλε υπηρετώντας ταυτόχρονα τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό. Έτσι πολλοί ψηφοφόροι του SPD εύλογα θεώρησαν πως απεμπολήθηκαν θεμελιώδεις αρχές και αξίες της σοσιαλδημοκρατίας, όπως η αναδιανομή του πλούτου υπέρ των κοινωνικά αδύναμων, το κοινωνικό κράτος και το κράτος πρόνοιας. Πάντως το γερμανικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα δεν υπέστη την πανωλεθρία του ΠΑΣΟΚ και του γαλλικού σοσιαλιστικού κόμματος.
Κατόπιν αυτού, έστω και αργά, οι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες υπό τον Σούλτς, αντελήφθησαν ότι πρέπει να εγκαταλείψουν τις κυβερνητικές καρέκλες και τις συνεργασίες με τη Δεξιά. Να περάσουν στην αντιπολίτευση αναζητώντας τη χαμένη ταυτότητά τους και ν’ αντιπαρατιθούν πλέον με τον στρατηγικό τους αντίπαλο, που είναι πάντοτε η Δεξιά.
Η αναμενόμενη πλέον γερμανική κυβέρνηση θ΄ αποτελείται από μια σκληροπυρηνική ακροδεξιά συμμαχία χριστιανοδημοκρατών (CDU), χριστιανοκοινωνιστών (CSU), ελευθέρων δημοκρατών (FDP) και Πρασίνων. Οι τελευταίοι θα έχουν ουσιαστικό λόγο μόνο σε περιβαλλοντικά ζητήματα. Οι χριστιανοκοινωνιστές, πολλοί χριστιανοδημοκράτες και οι ελεύθεροι δημοκράτες είναι κατά βάση αντιευρωπαϊστές, αντίθετοι στην οικονομική βοήθεια των χωρών του ευρωπαϊκού νότου, σκληροί κατά των μεταναστών και προσφύγων, αυστηροί προτεστάντες και προπαντός φανατικοί υποστηρικτές της γερμανικής υπεροχής και ισχύος. Επιπλέον στη νέα γερμανική Βουλή εισήλθε για πρώτη φορά μεταπολεμικά και το κόμμα των ‘’Εναλλακτικών για τη Γερμανία’’ (AfD), ένα σκληρά εθνικιστικό, φιλοναζιστικό κόμμα , αντιευρωπαϊκό επίσης, που κατέλαβε μάλιστα τη τρίτη θέση με 13%.
Έτσι το νέο πολιτικό τοπίο που διαμορφώθηκε στη Γερμανία δείχνει σαφώς την ακροδεξιά στροφή της γερμανικής κοινωνίας. Το φαινόμενο απότοκο των συνεπειών της παγκοσμιοποίησης, του αντισυστημισμού και της ξενοφοβίας, είναι πανευρωπαϊκό και διεθνές, που για να κατανοηθεί χρειάζεται εμβριθή κοινωνική, οικονομική, γεωπολιτική και πολιτική ανάλυση.
Η συγκυρία αυτή είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσει αρνητικά την αντιμετώπιση του ελληνικού ζητήματος. Θα δυσχεράνει ακόμη περισσότερο την επίλυσή του. Οι γερμανοί κυβερνητικοί εταίροι στην πλειοψηφία τους δεν επιθυμούν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και συνεργασία, γιατί αυτό περιορίζει τις δυνατότητες της Γερμανίας να εξυπηρετεί αποκλειστικά τα εθνικά της συμφέροντα. Οι Ελεύθεροι Δημοκράτες που είναι πολύ πιθανόν να λάβουν το γερμανικό Υπουργείο Οικονομικών με τον επικεφαλής τους Κρίστιαν Λίντερ, έχουν υποστηρίξει την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη (Grexit), ενώ είναι κατηγορηματικά αντίθετοι, όπως και πολλοί χριστιανοδημοκράτες βουλευτές σε ενδεχόμενο κούρεμα του ελληνικού χρέους.
Κάποιες αναφορές που έγιναν στην πρόσφατη διάσκεψη της Εσθονίας περί ενίσχυσης της ευρωπαϊκής συνοχής, η Μέρκελ προσποιήθηκε ότι τις άκουσε προσεκτικά, ενώ φεύγοντας χαμογέλασε με νόημα…
Με αυτά τα δεδομένα το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος (3ου Μνημονίου), αν καθυστερήσει μετά τα τέλη του 2017 που προβλέπεται ότι θα σχηματιστεί η νέα γερμανική κυβέρνηση, θα κινδυνέψει σοβαρά να μην ολοκληρωθεί ή να προστεθούν νέα εξοντωτικά χαράτσια και κόφτες.
Έτσι όπως διαμορφώνεται το νέο ευρωενωσιακό σκηνικό είναι προς διερεύνηση πως θ΄ αντιδράσουν η ελληνική κυβέρνηση και το σημερινό ελληνικό πολιτικό σύστημα.
Πάντως κοινή διαπίστωση σ΄ ολόκληρη την Ευρώπη είναι, ότι αν δεν αλλάξει η σημερινή γερμανοκρατούμενη Ευρωπαϊκή Ένωση, θα κινδυνέψει να διαλυθεί.
Ο δρόμος όμως για την αλλαγή αυτή δεν φαίνεται μέχρι στιγμής στον ορίζοντα…
* Ο Γιώργος Καρύδης είναι δικηγόρος, αντιδήμαρχος Δήμου Κέρκυρας