Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
Μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.
Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη,
διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
Ά όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.
Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Ανεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.
(Κ. Καβάφης ΤΕΙΧΗ).
Διανύοντας τον ένατο χρόνο της κρίσης και τον όγδοο της μνημονιακής κακουχίας, η ελληνική κοινωνία νοιώθει καταβεβλημένη κι ανήμπορη ν΄ αντιδράσει.
Αξίζει τον κόπο η διερεύνηση της συλλογικής ψυχολογίας για το πως κατανοεί κι ερμηνεύει την πραγματικότητα η κοινωνική πλειοψηφία.
Το ζήτημα είναι τεράστιο και πολυσύνθετο. Αντικείμενο επιστημονικής έρευνας και μακρόχρονης ιστορικής μελέτης. Εδώ μονάχα ανεπαίσθητες ψηλαφίσεις μπορούν να επιχειρηθούν.
Μέσα στην πολιορκημένη χώρα, το κατεστημένο, ξένο κι εγχώριο, έχει περάσει σε μεγάλο βαθμό την αντίληψη ότι για τα δεινά και τις στερήσεις φταίμε μόνο εμείς οι ίδιοι. Και φταίμε όλοι. Χωρίς διακρίσεις, χωρίς διαβαθμίσεις. Ευθύνεται ο μεροκαματιάρης, όπως κι ο μεγαλοφοροφυγάς. Ευθύνεται ο τραπεζίτης για την κερδοσκοπική παροχή δανείου. Αλλά περισσότερο ευθύνεται ο καταναλωτής που το πήρε- μετά την πλύση εγκεφάλου που του έγινε- για ν΄ αγοράσει γερμανικό αυτοκίνητο. Τώρα αν δεν μπορεί να το ξεπληρώσει καλά να πάθει. Θα χάσει το σπίτι του και θα ρεφάρει.
Οι δανειστές ( ΕΚΤ, ευρωπαϊκές τράπεζες, αγορές κ.ά.), που έδιναν αφειδώς τα δις για να τα εισπράττουν εις διπλούν καθιστώντας το χρέος μη βιώσιμο, έκαναν τους ανήξερους. Το κατάλαβαν υποτίθεται το 2010 που οξύνθηκε η κρίση. Έτσι μας επέβαλαν τα Μνημόνια, που εμείς λένε τα φέραμε, και τώρα για να γλυτώσουμε πρέπει να κάνουμε μεταρρυθμίσεις. Μεταρρυθμίσεις βέβαια για την εμπέδωση των μνημονιακών απαιτήσεων των δανειστών. Μεταρρυθμίσεις επέκτασης της φτωχοποίησης και εξαφάνισης των μικρομεσαίων.
Το βαρύ κλίμα επιβάρυναν οι χρόνιες στρεβλώσεις και παθογένειες του δημόσιου τομέα ( πελατειακές σχέσεις, ρουσφέτια, χάϊδεμα αυτιών κ.λ.π.), που δεν καταπολεμήθηκαν. Ο χυδαίος λαϊκισμός αποθρασύνθηκε. Η ανεκπλήρωτη υποσχεσιολογία επιδεινώθηκε.
Η καθυστερημένη συνειδητοποίησή τους προκάλεσε στο μέσο πολίτη θυμό, αγανάκτηση, σύγχυση, σκεπτικισμό κι αμηχανία. Κι αυτά οδήγησαν σε παραίτηση, αποχή κι ακινησία. Επιτεύχθηκε έτσι ο στόχος του μνημονιακού Διευθυντηρίου.
Μετά την εκτόνωση των πρώτων αντιδράσεων ( κινημάτων, διαμαρτυριών, κινητοποιήσεων, απεργιών κ.λ.π.), ήρθε η κόπωση από την αναμονή της ανάκαμψης, που ποτέ δεν έρχεται. Μετά την καταδίκη και αμφισβήτηση των Μνημονίων ακολούθησε η πλήρης αποδοχή τους από το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού συστήματος. Η διάψευση κι απογοήτευση, άρχισαν να κυριαρχούν. Κατόπιν η κρίση μετατράπηκε σε κανονικότητα. Μεγάλο τμήμα της κοινωνίας αισθάνεται πως κανείς δεν το ακούει. Θεωρεί πως όχι μόνο δεν μπορεί ν’ ασκήσει τα δικαιώματά του, αλλά ούτε καν να τα διατυπώσει. Έχει αποδεχτεί πως πλέον ματαιοπονεί. Οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις είτε βρίσκονται στην εξουσία, είτε ετοιμάζονται να την καταλάβουν, του δίνουν την εντύπωση ότι κινούνται παραπειστικά. Δεν απαντούν στα αγωνιώδη ερωτήματα που αφορούν την πλειοψηφία των πολιτών: Αν θα βρουν δουλειά, αν το εισόδημά τους θα αρκέσει για να ζήσουν αξιοπρεπώς, αν θα πάρουν και πότε σύνταξη, αν θα τους πάρουν το σπίτι για το δάνειο που χρωστάνε, αν θα ‘χουν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κ. α.
Οι πολίτες όσο κι αν προσπαθούν δεν ακούν κάποιο πειστικό εναλλακτικό πολιτικό αφήγημα. Αντίθετα τους προβάλλουν τεχνηέντως ζητήματα ( εκλογικό σύστημα, συνταγματική αναθεώρηση, τηλεοπτικές άδειες, μεμονωμένα σκάνδαλα διαφθοράς, εκθέσεις ιδεών στη ΔΕΘ κ. ά.) δευτερευούσης σημασίας για τη ζωή τους, προκειμένου να τους αποσπούν την προσοχή. Να ξεχνούν τα καίρια. Πολλοί συμπολίτες αισθάνονται ένα εσωτερικό κενό.
Ούτε η σύγχρονη ελληνική διανόηση τους συμπαραστέκεται. Την ψάχνουν αλλά συνεχώς απουσιάζει.
Ο μέσος κοινωνός δεν έχει προοπτική, δεν βάζει στόχους. Περπατά με το κεφάλι σκυμμένο και κοιτά το δημόσιο ομιλητή με βλέμμα χαμένο κι αδιάφορο. Μάταια αναζητεί κάποιον να του τραβήξει την προσοχή και το ενδιαφέρον. Ψωνίζει ό,τι μπορεί στα Super- markets για να ‘’τη βγάλει’’ και ψάχνει για διέξοδο στα talent shows, στα survivors και στις χαμηλού επιπέδου τηλεοπτικές σαπουνόπερες. Προβληματίζεται έντονα για τα γεγονότα του αστυνομικού ρεπορτάζ κι αναμένει με ενδιαφέρον τις εξελίξεις τους. Ο χρόνος περνά κι η αρρωστημένη κατάσταση παγιώνεται. Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ.
Κι έτσι ανεπαισθήτως κλείστηκε μέσα στα τείχη.
Δεν άκουσε τους κρότους των κτιστών ούτε ήχους…